Χαρακτηρισμός που υποδηλώνει δυσαρέσκεια απέναντι σε μπαφοτσίγαρο το οποίο έχει στριφτεί με χοντρό χαρτί (βλ. Rizla κόκκινο, λευκο) αντί του συνηθισμένου λεπτού (βλ. Rizla ασημί).
- Τι είναι αυτό ρε; Με Α4 έστριψες;
Χαρακτηρισμός που υποδηλώνει δυσαρέσκεια απέναντι σε μπαφοτσίγαρο το οποίο έχει στριφτεί με χοντρό χαρτί (βλ. Rizla κόκκινο, λευκο) αντί του συνηθισμένου λεπτού (βλ. Rizla ασημί).
- Τι είναι αυτό ρε; Με Α4 έστριψες;
Got a better definition? Add it!
Σχετικά απαρχαιωμένος πλέον σουρρεαλιστικός όρος, καλαμπουρτζίδικη ημιηχητική μετάφραση της εγγλέζικης λέξης ''fuckable'' (Φάκαμπολ). Συνώνυμο το ''πηδήξιμος/η''.
Απευθύνεται και στα δύο φύλα.
''-Και ειναι ωραία η Καίτη;
-Είναι γαμώμπαλα.''
Got a better definition? Add it!
Ευρηματικός όρος με σαφή αναφορά στα είδη θαλάσσης Billabong. Ο όρος περιγράφει έναν ενδιαφέροντα τρόπο bmx:
Αφού πιεις το ένα τέταρτο του περιεχομένου ενός κουτιού μπύρας 500ml, ανοίγεις μια τρύπα (όσο το δυνατόν κυκλικότερη) στο ύψος πάνω από την εναπομένουσα μπύρα. Εκεί χώνεις ένα μπαφίδι, στρέιτ κατά προτίμησιν, και σφραγίζεις την τρύπα με τσίχλα. Έπειτα, εν είδει μπονγκ, ανάβεις τον μπάφο και όσο ρουφάς από το στόμιο του κουτιού (έχοντας προνοήσει να κάνεις μία δεύτερη τρύπα διπλα στην άλλη για τον αέρα) φέρνεις το κουτί σε γωνία σιγά σιγά μέχρι η μπύρα να φτάσει στο στόμα σου και πίνεις χωρίς διακοπή για ανάσα μεταξύ μπάφου-μπύρας.
Φημολογείται ότι τα copyrights ανήκουν σε φοιτητή ΤΕΙ βορείου Ελλάδος.
- Πάλι λιώμα ο Γιωργάκης;
- Ε αφού έχει χορηγό Μπύραμπονγκ...
Got a better definition? Add it!
Χαβαλετζίδικος χαρακτηρισμός για αυτόν που σκάει το μπαφίδιο.
- Παιδιά, σκάω ε!
- Παρ' τονε! Πρωτοσκάστης πρωτομυριστής!
Got a better definition? Add it!
Μνημειώδης έκφραση που υποδηλώνει τον μαθητή ο οποίος τήνε πίνει στον σχολικό χώρο, κατά τη διάρκεια των διδακτικών ωρών ή του διαλείμματος.
Σημειώσεις:
1) Η έκφραση ΔΕΝ χρησιμοποιείται για κάποιον ο οποίος την πίνει στον σχολικό χώρο όντας εξωσχολικός ή σε ώρες μη λειτουργίας του σχολείου.
2) Παρόλο που η έκφραση είναι μεταφορική υπάρχει καταγεγραμμένο περιστατικό μαθητών σε σχολείο της Πάτρας οι οποίοι για ασαφείς λόγους (μάλλον δόξα) προέβησαν στην παραπάνω ενέργεια.
-Και την ήπιε στο σχολείο ρε;
-Αυτός ρε κόβει τζιβάνες από το απουσιολόγιο...
Got a better definition? Add it!
Ο πιτόγυρος κακής έως κάκιστης ποιότητος, ο οποίος σουρεαλιστικά πιθανολογείται ότι περιέχει κομμάτια γάτας. Παρόμοια έκφραση αποτελεί και το ''Μίκυ Μάους'' με ευνόητες μάλλον προεκτάσεις.
-Πάμε από τον Μπάμπη για κάνα πιτόγυρο;
-Νιάου θα φάμε πάλι;''
Got a better definition? Add it!
Λογοπαίγνιο που με αναφορά στην μπάντα Placebo (Πλασίμπο) περιγράφει έναν χρόνιο χασισοπότη ή κάποιον σε κατάσταση μαστούρας. [Εκ του ¨κλάνω=μαστουρώνω+Placebo (Πλασίμπο)]
-Γιατί είναι έτσι το παλικάρι ρε; Έχει πιει;
-Αυτός; Αυτός είναι ο Χρηστάκης ο κλασίμπο ρε, έπεσε στη χύτρα όταν ήταν μικρός...
Got a better definition? Add it!
Σχεδόν ακατανόητη από τον μη χασισοπότη έκφραση που αναφέρεται στις περιστασιακές διαλείψεις/καρδιακά επεισόδια ολίγων κλασμάτων του δευτερολέπτου λόγω της επίδρασης ισχυρής Cannabis Albanica (ή και άλλων ποικιλιών), οι οποίες όντας μέρος της ψυχεδελικής εμπειρίας μπορούν να περιγραφούν μόνο με τον συγκεκριμένο όρο. Το φαινόμενο κάποιες φορές περιγράφεται ως ''αστραπή'', και ο παθών λαμβάνει σε κάποιες περιπτώσεις από τον περίγυρο τον (μάλλον κοροϊδευτικό) χαρακτηρισμό "Αστραπόγιαννος".
(Σημείωση για τους Μή Χασισοπότες: το φαινόμενο του κεραυνού μοιάζει με την αίσθηση ότι πέφτουμε ή σκοντάφτουμε, όταν βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια του ύπνου.)
-Ο Έρικ πού είναι;
-Δεν μπορεί να μιλήσει τώρα, έκανε ένα μονόφυλλο και τρώει κεραυνούς.
Got a better definition? Add it!
Παμπάλαια ποδοσφαιρική ιαχή, όπου στα πλαίσια της ευγενούς άμιλλας οι αντίπαλοι φίλαθλοι καλούνται να κάμουν γκέηκα κούνηματα.
Κάπου στα ογδόνταζ το άκουσα για πρώτη φορά σε μη ποδοσφαιρικά πλαίσια από μπαόκι συμφοιτητή («Αθηναίοι θύματα, κάντε μας κουνήματα!»).
Από το φίλαθλο κοινό
1. Χανούμια, του Μελισσανίδη θύματα, κάντε μας κουνήματα
2. Βαζελάκια θύματα κάντε μας κουνήματα!
3. Γουσουφάκια «βλήματα» - κάντε μας... κουνήματα!
Εκτός γηπέδου
4. Πλουτοκράτες θύματα, κάντε μας κουνήματα
5. Όσο κινήματα καθοδηγούνται από επαγγελματίες της υποκίνησης εμείς θα λέμε κάνουμε κινήματα και οι εξουσιαστές θα λένε «κάντε μας κουνήματα».
Got a better definition? Add it!
Ο μαστουρωμένος, που δεν αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει γύρω του, είναι στην κοσμάρα του, πετάει χαρταετό, δλδ δεν την οσμίζεται (τη φτιάξη) όπως ο συναχωμένος δεν έχει οσμή.
Εκτός από το άσμα του Μάρκου (και με αφορμή αυτό) η λέξη λέγεται μεταξύ ρεμπετόβιων και ρεμπετόφιλων για ξεκάρφωμα (και καλά).
Συνάχι = η μαστούρα
«Ο συνάχης» Μ.Βαμβακάρη
Συναχωμένος μου’ρχεσαι αμάν αμάν μουρμούρη μ’(ου) από πέρα
Και μεσ’τα χέρια σου κρατάς συνάχη μου μια δίκοπη μαχαίρα
Με ποιον τα’χεις συνάχη μου αμάν αμάν να πας να καθαρίσεις
Την ηθική σου θίξανε, συνάχη μου, και πας να εγκληματίσεις
-Γεια σου Μάρκο μου με τις όμορφες πενιές σου! (φωνή Γ. Μπάτη)
Κοίτα καλά συνάχη μου, αμάν, αμάν, που πάντα ξεσπαθώνεις (ωχ μπράβο)
Και κει π’(ου) ανακατεύεσαι, συνάχη μου, μπέσα ποτέ μη δώνεις
-Ωχ! Αχ! Αχ!
Ας’το μπουλασιλίκι σου, αμάν, αμάν, και πάψε το συνάχι
Και δεν ανακατεύομαι, συνάχη μου, σε ότι κι αν σου λάχει
-Ώπα!
Συναχωμένος μου’ρχεσαι, μουρμούρη μου, μάγκα μου από πέρα
Και μεσ’τα χέρια σου κρατάς, συνάχη μου, μια δίκοπη μαχαίρα
-Μπράβο Μάρκο! (φωνή Γ. Μπάτη)
Ο αναγνώστης παραπέμπεται στα λήμματα συνάχης, σινάχης και μπουλασιλίκι, μπουλασικλίκι, μπουλασίκης για την πραγματική ετυμολογία-προέλευση του λήμματος. Ο παρών ορισμός παραμένει παρότι παραετυμολογικός.
Got a better definition? Add it!