Αυτός που δεν κρατά το λόγο ή τις υποσχέσεις του και αλλάζει θέσεις με χαρακτηριστική ταχύτητα, άνεση κι ευλυγισία που θυμίζουν το πάλαι ποτέ χρυσό κορίτσι της ενόργανης γυμναστικής, ρουμάνα Νάντια Κομανέτσι, το άστρο της οποίας έλαμψε το 1976 στους Ολυμπιακούς του Μόντρεαλ όπου αμέσως μετά ζήτησε πολιτικό άσυλο (χωρίς απαραιτήτως να καταλήξει πορνοστάρ).

Συνώνυμο: κωλοτούμπας, κύριος Χαμαιλέων Κωλοτούμπας.

Για μια από τις πιο θεαματικές κωλοτούμπες της πολιτικής του καριέρας προπονείται με συνέπεια ο Αντώνης Κομανέτσης (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορεσίβιος κτηνοτρόφος που φέρει γκλίτσα, καθώς και ο πρώην τοιούτος που έχει πλέον δίκην Μηλιώκα κατέβει στο αστικό κέντρο πλην αδυνατεί να κρύψει την βουκολική προέλευσή του. Το β' συστατικό προέρχεται από την αγγλική λέξη man (=άνδρας, άνθρωπος) που χρησιμοποιείται ειρωνικώς στην ελληνική αργκό συχνά για να δείξει ένα λαϊκό επάγγελμα ή κοινωνική καταγωγή, βλ. νταλίκερμαν, νταλίκαμαν. Ο γκλίτσμαν είναι, λοιπόν, ο αρχετυπικός βλαχοτσολιάς τσομπάνης της υπαίθρου δίκην μπαρμπα-Γιώργου, του Ρουμελιώτη ήρωα του Θεάτρου Σκιών, ή ο βλαχοκυριλέ απόγονός του.

Ωστόσο, καθώς the plot thickens, μερικές παρατηρήσεις ακόμη είναι απαραίτητες:

- Όπως παρατηρεί το Πονηρόσκυλο στο συνώνυμο λήμμα γκλιτς-μπόυ, glitz είναι στα αγγλικά η «κιτσάτη γκλαμουριά», η επιτηδευμένη προσπάθεια εντυπωσιασμού, η επιδεικτική εξτραβαγκάντσα. Η λέξη, που μαρτυρείται από τα 1971, μας δίνει και το ουσιαστικό glitziness και το επίθετο glitzy, και προέρχεται πιθανώς από το γερμανικό glitzen, μάλλον συγγενώς προς το γνωστό μας γκλjίτερ. Τυχαίο; Οπότε κατά σατανική σύμπτωση, αμφότερες και οι δύο ετυμολογίες, τόσο η κυρίως ετυμολογία από την γκλίτσα του τσοπάνη, που πορτοκαλικώς πως ετυμολογείται από το αρχαίο ελληνικό αγκύλος (δες), όσο και η αγγλογερμανική παπαρετυμολογία από το glitz κατατείνουν στην ίδια πραγματικότητα: στον μηλιώκειο ήρωα, που έχει αφήσει πίσω του «σβουνιές και χώματα» και «τρέχει στο σεργιάνι για κορίτσα» και για να (ε)πιδείξει όσο προλάβει την βλαχομπαρόκ κυριλογκλαμουράτη πολυτέλειά του.

- Glitsman είναι εξάλλου ένα υπαρκτό επώνυμο στην αλλοδαπή, όπως μπορεί να δει κανείς στον γούγλη, ενίοτε και ως von Glitsman.

- Το β' συστατικό -μαν, όμως, παραπέμπει και σε υπερήρωα τ. γαμάιντερμαν. Φανταζόμαστε έναν καραγκιοζικό μπαρμπα-Γιώργο να κάνει τ' αρχίδια του φτερά και με όπλο - σήμα κατατεθέν τη γκλίτσα να μετατρέπεται σε τιμωρό του κακού (βλ. παράδ. 6).

- Αν και ο όρος γκλίτσμαν έχει συνδεθεί μάλλον με το μέγιστο κοινωνικό κακό του νεοπλουτισμού, όσων άφησαν τα βουκωλικά πηδύλλια και πήδηξαν την υπόλοιπη χώρα ως λαμογιολιγουραίοι τα τελευταία χρόνια (παραδ. 4,5). Ενώ άλλοτε συνδέεται με τη νοοτροπία του κοπαδού του Κοπαδιστάν.

- Τέλος, είναι από ό,τι φαίνεται στον γούγλη προσφιλές όνομα για διαδικτυακές περσόνες σε φλώρουμ και φατσοβιβλίο.

  1. - Και αλλο ενα απο τα μερη μου,βουνισιος ειμαι
    - Δηλαδη γκλιτσμαν;
    - Ντιπ για Ντιπ κ τα τσαρουχια μεεεσα πατριδαααααααα (Εδώ)

  2. ΓΚΛΙΤΣΜΑΝ ....ΙΣ .......ΣΠΙΚΙΝΓΚ !!!!
    ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΣΥΜΦΩΡΟΥΜΗΤΕΣ.... ΕΓΩ ΛΟΙΠΟΝ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΑΓΡΑΜΑΤΟΣ ΤΣΟΜΠΑΝΟΣ !!!!!! ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΝΑ ΒΡΕΘΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΣΤΟ ΠΗΛΙΟ !!!!! ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΒΟΛΕΥΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΝΟΜΙΖΩ !!!! Η ΠΑΡΕΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΧΕΙ ΚΑΘΕ ΚΑΡΥΔΙΑΣ ΚΑΡΥΔΙ ΝΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΚΑΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΤΟΥΜΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ !!!! ΟΣΟΙ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΣΚΙ ΞΕΣΚΙ ......!!!!!!!!! (Εδώ μιλάει μια διαδικτυακή περσόνα ονόματι Γκλίτσμαν).

  3. Δεν καταλαβαίνω ! .. υπάρχουν τόσοι : αρναρχοκομμουνιστοαρχαιοαθηναιοελβετολάτρες .. και δεν το είχα πάρει γραμμή ... ; ........... είναι δάκτυλος εθνικών αρχαιολατρών αθηναιοκολλημένων .... είναι συνομωσία άπλυτων αναρχοκοθμουνίων .. είναι σιωνιστική συνομωσία που θέλει να πλήξει τα «ιδανικά» του βλαχοτσολιά γκλιτσμαν ελληνάρα που γουστάρει πάντα έναν τσοπανάρχη πάνω από το κεφάλι του , για να τον βγάλει από την μιζέρια του ; (Εδώ).

  4. ΠΑΝΤΩΣ ΕΓΩ ΨΗΦΙΖΩ ΔΝΤ ΓΙΑΤΙ ΘΕΛΩ ΝΑ ΒΛΕΠΩ ΚΑΤΙ ΓΚΛΙΤΣΜΑΝ ΛΑΜΟΓΙΑ ΝΑ ΤΡΕΧΟΥΝ ΣΑΝ ΤΑ ΠΟΝΤΙΚΙΑ...ΑΣΧΕΤΑ ΑΝ ΘΑ ΑΝΑΔΥΘΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΑΛΛΑ..ΓΙΑΤΙ ΠΑΝΤΑ ΕΤΣΙ ΓΙΝΕΤΕ... (Εδώ).

  5. Επειδη ομως οι γκλιτσμαν μπραδερς πεφωτισμενοι τραπεζιτες δεν θα τα παρατησουν ευκολα, να ετοιμαζεστε για χοντρα γλεντια προσεχως. (Εδώ).

  6. Ο ΓΚΛΙΤΣΜΑΝ!!!!!! ΤΕΛΟΣ ΤΟ «ΜΑΣΤΟΡΑΣ» ΤΩΡΑ ΘΑ ΤΟΝ ΦΩΝΑΖΟΥΜΕ ΓΚΛΙΤΣΜΑΝ ΟΠΩΣ Ο ΜΠΑΤΜΑΝ ΚΑΙ Ο ΣΟΥΠΕΡΜΑΝ!!!!!!!!! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίορκος δημόσιος λειτουργός σε νευραλγικές υπηρεσίες (π.χ. Εφορίες, ΣΔΟΕ, Αστυνομικά Τμήματα, Τελωνεία, Πολεοδομίες, τετραψήφια νούμερα προστασίας καταναλωτών κ.λπ.), επιφορτισμένος με τη συλλογή καταγγελιών εκ μέρους πολιτών, και ο οποίος αντί να τις προωθεί αρμοδίως προς διερεύνηση, τις βάζει ν' αραχνιάζουν στο αρχείο ώστε να μην αποκαλυφθούν ή θιγούν οι παραβάτες.

Συνήθως οι γομολάστιχες αποτελούν γρανάζι σπείρας που περιλαμβάνει εκβιαστές, μπράβους, τοκογλύφους, νοθευτές καυσίμων, λαθρεμπόρους και συχνά τον ίδιο τον προϊστάμενο της Δημόσιας Υπερεσίας.

Η γομολάστιχα όπως όλοι θυμόμαστε από τα σχολικά μας χρόνια, δουλεύει σβήνοντας και χαρίζει τα λευκότερα λευκά, εξ ου και ο συνειρμός με αυτόν που δημιουργεί αθώες περιστερές σβήνοντας τις καταγγελίες.

- Πήρα στο τετραψήφιο να καταγγείλω τον καριόλη που μου γέμισε το ρεζερβουάρ νερό, αλλά έξι μήνες μετά, ακόμη να του κάνουν έλεγχο.
- Ε, τί περιμένεις, σε καμιά γομολάστιχα θα έπεσες.

(από allivegp, 21/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο κλαμπ ο τύπος που κόβει φάτσες και εμφανίσεις ποιος θα μπει και ποιος θα φάει πόρτα.

- Καλά μιλάς σοβαρά ότι πήγε να μπει με την βερμούδα;!;
- Ναι αλλά κόπηκε στον φατσοκόφτη.....
- Τρράτζικ!!!!..

Got a better definition? Add it!

Published

Εντολή που δίνεται από εκπαιδευτή υπαξιωματικό σε νεοσύλλεκτο στρατιώτη ως καψόνι για κάποιο παράπτωμα.

Το ευκόλως εννοούμενο και μη αναφερόμενο αντικείμενο της εν λόγω λήψεως είναι κάμψεις των αγκώνων με τις παλάμες στο έδαφος και το σώμα σε ευθεία, πρηνή στάση, δηλαδή τα πασίγνωστα push-ups. Η φράση έχει μεταφερθεί παλαιότερα στον λημματογράφο από πρώην φαντάρους του πεζικού (καθότι ο ίδιος Π.Ν.), και ωσεκτουτού το λήμμα ελέγχεται για την αξιοπιστία του και η φράση για την ευρύτητα της χρήσης της. Πιθανώς αφορά τις Ειδικές Δυνάμεις.

Πρβλ και το αναφερόμενο στο Full Metal Jacket του Stanley Kubrick «Get down and give me 25» ή κάπως έτσι, συμπαθάτε με κουμπάροι μα δεν έχω το έργο πρόχειρο.

Ρε ψάρακα, δε σου είπα χτες να μη σε ξαναδώ έτσι χοντρό; Πέσε και παίρνε μέχρι να χάσεις είκοσι κιλά, ποντικαρά!

Βλ. και πε και παι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συκοφαντία. Μη σλανγκική λέξη (κανένα πρόβλημα), σε ευρύτατη χρήση στην Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Μαρτυρείται και χρήση της τον 20ο αιώνα.

Στο κατά Μπάμπην Ευαγγέλιο ετυμολογείται από το τουρκικό avan < αραβικό awan (ύπουλος, προδότης).

Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης [...] έχουν δημιουργήσει κοινό ταμείο για να αντιμετωπίζουν τις διάφορες «αβανιές» των Τούρκων και για να καλύπτουν τις άλλες δαπάνες της φυλής τους.

Ως την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους κάθε εκκλησία είχε δικαίωμα να χρησιμοποιεί δυό καμπάνες. Ο νέος κατακτητής πρόσταξε να μεταφερθούν όλες οι καμπάνες των χωριών στην πόλη. Πολλοί όμως έκρυβαν τις καμπάνες τους και τις παράδιναν από πατέρα σε γιό. Τώρα ο πασάς, όταν θέλει να εκβιάσει μιά πλούσια οικογένεια για να αποσπάσει χρήματα, την κατηγορεί πως τάχα έχει κάπου θαμμένη καμπάνα. Ύστερα από αυτή την «αβανιά» φυλακίζει τα θύματά του και δεν εννοεί να τα ελευθερώσει πριν καταβλήθούν λύτρα.

(Κυριάκου Σιμόπουλου, «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1700-1800»).

[...] Είχαν πεζούλες και καθότανε ο κόσμος. Μάλιστα είχε γράψει ένας τότε κι έλεγε

Δεν πάω πιά στο Πισκοπιό να κάτσω στην πεζούλα γιατί μου βγάλαν αβανιά πως αγαπώ μια δούλα.

(Αγγελικής Βέλλου - Κάιλ «Μάρκος Βαμβακάρης, αυτοβιογραφία»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτικά η ομάδα της Α.Ε.Κ. (Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως) ή ο οπαδός της, προφανώς λόγω της κωνσταντινοπολιτικής καταγωγής της που για πολλούς παραπέμπει σε σεράγια, χαρέμια και ταλιμπάν, γενικά σε έναν οριενταλισμό. Βλ. και χανούμι.

Σχετική και η γηπεδική ρίμα «χανούμισσα χανούμισσα, ήρθες και στον ακούμπησα».

  1. την γλιτωσες την 100αρα χανουμισσα (Εδώ).

  2. φερανε διπλό μεσα στη χανουμισσα. (Εδώ).

(από Khan, 20/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άκριτος οπαδός μιας ομάδας, κόμματος, ιδεολογίας, θρησκείας ή ό,τι, που γίνεται κοπάδι άβουλων ζώων μαζί με τους ομοϊδεάτες του (πάντως δεν είναι γαϊδούρι).

ΜΑΛΛΟΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΠΑΔΟΣ ΤΗΣ ”ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ” Η ΤΟΥ ”ΣΤΟΧΟΥ”. (Εδώ).

(από Mr. Cadmus, 20/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι και ο κραγμένος ομοφυλόφιλος, αλλά αυτός χαρακτηρίζεται περισσότερο ως πουστάρα.

Το πουσταράς είναι συνηθέστατη και γενικότατη βρισιά, που μπορεί να σημαίνει και ότι αυτός προς τον οποίο την απευθύνουμε έχει τα χαρακτηριστικά της βρισιάς πούστης μεγεθυμένα, δηλαδή άνανδρος, άτιμος, πονηρός, μη γενναίος, αλλά και μπορεί απλώς να σημαίνει ότι θέλουμε να βρίσουμε κάποιον ότι γαμιέται.

Από τον γούγλη φαίνεται ότι την χρησιμοποιούν πολύ οπαδοί εναντίον όσων ανήκουν σε άλλη ομάδα.

  1. ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΜΙΑΣ ΩΡΑΣ ΓΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΨΑΡΑΣ ΠΑΡΑ 40 ΧΡΟΝΙΑ ΒΑΖΕΛΑΣ ΠΟΥΣΤΑΡΑΣ!!! (Εδώ).

  2. Που μας κατάντησε ο πουσταράς…Μέχρι και οι Σλοβάκοι μας κάνουν πλάκα… (Εδώ).

  3. Ο ΕΦΗΒΟΣ ΜΕΓΑΛΩΣΕ ΜΟΥΝΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΣΑΣ Η ΜΟΥΝΑ ΕΓΙΝΕ ΝΑ ΚΑΙ ΕΣΥ ΓΙΑ ΜΙΑ ΖΩΗ ΘΑ ΕΙΣΑΙ ΠΟΥΣΤΑΡΑΣ ΓΑΜΙΕΤΑΙ Ο ΘΡΗΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΕΙΡΑΙΑΣ (Εδώ).

(από joe909, 20/01/12)(από Khan, 08/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πολύ ενεργός χρήστης σε ένα φόρουμ ή άλλο σάιτ, αυτός που κάνει πολλές αναρτήσεις (posts αγγλιστί). Δηλονότι το αγγλικό «ποστ» λαμβάνει την μεγεθυντική γαμοσλανγκοτέτοια κατάληξη -αρας, που κανονικά θα είχε θετικό πρόσημο, όπως παραμοσχάρι στα παικταράς, αναλυταράς, Νικηταράς. Πλην το υπονοούμενο αφορά στο πουσταράς, οπότε εννοείται ότι ο τοιούτος χρήστης έχει κυριολεκτικά ξεκωλωθεί στις αναρτήσεις. Πρόκειται, νομίζω, για την γνωστή αντίληψη ότι όποιος ασκεί μια δραστηριότητα υπερβολικά την κάνει σαν πούστης.

Σύμφωνα με τον πασαδόρο Perkins είναι κυρίως αυτός που ποστάρει φίδια στο ιντερνέτι. Προσώπικαλλυ το έχω συναντήσει μόνο με τη γενικότερη σημασία που ανέφερα. Εδώ πάντως η συζήτηση έχει προχωρήσει και πέφτουν και διάφοροι άλλοι όροι, όπως πόστρα, καραποσταράς, ενώ ως ποστ(ρ)άκι χαρακτηρίζεται ο νεαρός χρήστης με λίγα ποστ.

  1. Πως θα σου φαινοταν ενα πολλ με τιτλο «Ποιος ειναι ο μεγαλυτερος ποσταρας του πχορουμ τζι αρ» με μοναδικη υποψηφιοτητα(ala Πασοκ)...guess who! (phorum.gr).

  2. «ΠΟΣΤΑΡΑΣ» =κατα την Μπουκαλα ο χρηστης που αναρταει ποστς [...]
    EISAI KALODEXOYMENOS AN KAI MH POSTARAS. (forums.gr).

3 Όταν είδα αυτό το ποστ αποφάσισα να γίνω ποσταράς (από zoo.gr).

  1. να βγει ο 2ος ποσταρας απο τον σντηρητικο χωρο..να υπαρχει μια ισορροπια... (Οι τρεις μεγαλύτεροι ποσταράδες του Phorum)

Δες και πόστης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified