Ο άκριτος οπαδός μιας ομάδας, κόμματος, ιδεολογίας, θρησκείας ή ό,τι, που γίνεται κοπάδι άβουλων ζώων μαζί με τους ομοϊδεάτες του (πάντως δεν είναι γαϊδούρι).

ΜΑΛΛΟΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΠΑΔΟΣ ΤΗΣ ”ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ” Η ΤΟΥ ”ΣΤΟΧΟΥ”. (Εδώ).

(από Mr. Cadmus, 20/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι και ο κραγμένος ομοφυλόφιλος, αλλά αυτός χαρακτηρίζεται περισσότερο ως πουστάρα.

Το πουσταράς είναι συνηθέστατη και γενικότατη βρισιά, που μπορεί να σημαίνει και ότι αυτός προς τον οποίο την απευθύνουμε έχει τα χαρακτηριστικά της βρισιάς πούστης μεγεθυμένα, δηλαδή άνανδρος, άτιμος, πονηρός, μη γενναίος, αλλά και μπορεί απλώς να σημαίνει ότι θέλουμε να βρίσουμε κάποιον ότι γαμιέται.

Από τον γούγλη φαίνεται ότι την χρησιμοποιούν πολύ οπαδοί εναντίον όσων ανήκουν σε άλλη ομάδα.

  1. ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΜΙΑΣ ΩΡΑΣ ΓΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΨΑΡΑΣ ΠΑΡΑ 40 ΧΡΟΝΙΑ ΒΑΖΕΛΑΣ ΠΟΥΣΤΑΡΑΣ!!! (Εδώ).

  2. Που μας κατάντησε ο πουσταράς…Μέχρι και οι Σλοβάκοι μας κάνουν πλάκα… (Εδώ).

  3. Ο ΕΦΗΒΟΣ ΜΕΓΑΛΩΣΕ ΜΟΥΝΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΣΑΣ Η ΜΟΥΝΑ ΕΓΙΝΕ ΝΑ ΚΑΙ ΕΣΥ ΓΙΑ ΜΙΑ ΖΩΗ ΘΑ ΕΙΣΑΙ ΠΟΥΣΤΑΡΑΣ ΓΑΜΙΕΤΑΙ Ο ΘΡΗΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΕΙΡΑΙΑΣ (Εδώ).

(από joe909, 20/01/12)(από Khan, 08/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πολύ ενεργός χρήστης σε ένα φόρουμ ή άλλο σάιτ, αυτός που κάνει πολλές αναρτήσεις (posts αγγλιστί). Δηλονότι το αγγλικό «ποστ» λαμβάνει την μεγεθυντική γαμοσλανγκοτέτοια κατάληξη -αρας, που κανονικά θα είχε θετικό πρόσημο, όπως παραμοσχάρι στα παικταράς, αναλυταράς, Νικηταράς. Πλην το υπονοούμενο αφορά στο πουσταράς, οπότε εννοείται ότι ο τοιούτος χρήστης έχει κυριολεκτικά ξεκωλωθεί στις αναρτήσεις. Πρόκειται, νομίζω, για την γνωστή αντίληψη ότι όποιος ασκεί μια δραστηριότητα υπερβολικά την κάνει σαν πούστης.

Σύμφωνα με τον πασαδόρο Perkins είναι κυρίως αυτός που ποστάρει φίδια στο ιντερνέτι. Προσώπικαλλυ το έχω συναντήσει μόνο με τη γενικότερη σημασία που ανέφερα. Εδώ πάντως η συζήτηση έχει προχωρήσει και πέφτουν και διάφοροι άλλοι όροι, όπως πόστρα, καραποσταράς, ενώ ως ποστ(ρ)άκι χαρακτηρίζεται ο νεαρός χρήστης με λίγα ποστ.

  1. Πως θα σου φαινοταν ενα πολλ με τιτλο «Ποιος ειναι ο μεγαλυτερος ποσταρας του πχορουμ τζι αρ» με μοναδικη υποψηφιοτητα(ala Πασοκ)...guess who! (phorum.gr).

  2. «ΠΟΣΤΑΡΑΣ» =κατα την Μπουκαλα ο χρηστης που αναρταει ποστς [...]
    EISAI KALODEXOYMENOS AN KAI MH POSTARAS. (forums.gr).

3 Όταν είδα αυτό το ποστ αποφάσισα να γίνω ποσταράς (από zoo.gr).

  1. να βγει ο 2ος ποσταρας απο τον σντηρητικο χωρο..να υπαρχει μια ισορροπια... (Οι τρεις μεγαλύτεροι ποσταράδες του Phorum)

Δες και πόστης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διασκεδαστική, ομαδική παιδιά που παιζόταν σε ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες συγκεκριμένης Κρατικής Υπηρεσίας μετά την 4η Αυγούστου 1936.

Η καταγραφή του λήμματος γίνεται (α) για καθαρά ιστορικούς λόγους, εφόσον η εν λόγω παιδιά έχει προ πολλού λησμονηθεί μαζί με την χαριτωμένη επαγγελματική σλανγκ που την συνόδευε, (β) προς τιμήν της παμπάλαιας (και ατυχησάσης) εξισώσεως Γλώσσα + Μνήμη = Αυτογνωσία.

(Η μνήμη του λημματογράφου ανέβασε στροφές μετά την τυχαία ανάγνωση άλλου λήμματος, σχετικού με τσουβάλια και οικόσιτα αιλουροειδή. Οι ευχαριστίες είναι αυτονόητες).

[...] στερέωσε λοιπόν [...] τρία χοντρά καλαμάρια ανάμεσα στα δάχτυλά μου, ύστερα σφίγγοντάς τα, με τα δυό του χέρια, με όλη του τη δύναμη [...] ύστερα, όπως είχαν μελανιάσει και λίγο εξαρθρωθεί στις βάσεις τους τα δάχτυλα πήρε ένα κομμάτι δαδί [...] και το πριόνιζε. Αυτό το παιχνίδι ματώνει ανάμεσα στα δάχτυλα, κι επειδή μένουν κομματάκια ξύλο μέσα στο δέρμα είναι το μόνο μέρος που έπιασε το κορμί μου πύο. Έχει πόνους και ξάναμμα, είναι το λεγόμενο στο λεξιλόγιο των ανακριτών «πριόνι».

[...] Ο υπομοίραρχος [...] πρόσταξε [...] «Φέρτε τον κύριο εισαγγελέα». Σαν άκουσα για εισαγγελέα πετάρισε η ψυχή μου. Είπα, περνά η υπόθεσή μου στη δικαιοσύνη [...] κι άλλα σκεφτόμουνα ώσπου να γυρίσει με ένα ματσούκι στο χέρι [...] ήταν ένα γυαλιστερό καουτσούκ ως μισό μέτρο μάκρος, με μετάλλινη χειρολαβή, γεμάτο στις επιφάνειές του αγκύλες όπως εκείνες του βάτου [...] στο πρόσωπο και στο κεφάλι μου, που αμέσως πετάγονταν χοντρές σταγόνες από αίμα [...] «Να ο εισαγγελέας βρε χτήνος, που περίμενες κανέναν νερόβραστο με γυαλιά και κολάρο [...] βάλτε του τα χέρια πάνω στο τραπέζι να τα λιανίσω του χτήνους! Τι χρειάζονται τα χέρια σ' έναν Βούλγαρο!»

(Αποσπάσματα από το βiβλίο του Γιάννη Μανούσακα «Ακροναυπλία, θρύλος και πραγματικότητα»)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «πριζομπρέκι» προήλθε από το γνωστό σε όλους Prison Brake. Είναι μια παραλλαγή του τίτλου της ταινίας. Το χρησιμοποιούμε σε διάφορες εκφράσεις και θα το συναντήσετε στην Κρήτη.

Γαμώ το πριζομπρέκι μου!

Άντε να μη σε στείλω σε κανένα πριζομπρέκι βραδιάτικα! (Κοινώς, άντε στο διάολο!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρακτική κατασκευής αριθμητικών ή άλλων δεδομένων, που κανονικά έπρεπε να έχουν καταγραφεί ως αποτέλεσμα μέτρησης, χωρίς τη μέτρηση. Τα δεδομένα που παράγονται έτσι είναι πυροβολημένα και αυτό τα ξεχωρίζει από τα ακριβή και αξιόπιστα στοιχεία που αναμενόταν να ληφθούν για να βγάλει συμπέρασμα ο μαύρος ο ενδιαφερόμενος.

Το μυστικό είναι στο μαγικό «στο περίπου». Αντί κάποιος να χαλάσει κόπο, χρόνο κλπ που χρειάζονται για να κάνει μετρήσεις, υπολογισμούς, να φτιάξει πίνακες και ό,τι τέλος πάντων απαιτείται, παίρνει ένα τουφέκι, το στρέφει προς τον αβέβαιο στόχο, πυρ κατά βούληση κι όποιον πάρει ο χάρος. Πόσο βγήκε; Πέντε. Να τ' αφήσω; Μια χαρά μου φαίνεται.

Εφαρμογή κυρίως σε ασκήσεις εργαστηριακών μαθημάτων στη σχολή, μεταπτυχιακά θίσις, σε επιχειρηματικούς / οικονομικούς δείκτες, σε μικροβιολογικά / οινολογικά / πυρηνικά εργαστήρια κλπ (κυρίως όταν οι μετρήσεις βγαίνουν σκατά και πέρα από κάθε φυσικό νόμο, επειδή το μηχάνημά του είναι μπουρδέλο ή αυτός μπερδεύει τα μπουκάλια, όταν αντιγράφεται παλιά εργασία αλλά δε θέλει ο αϊνστάιν να έχει και τα ίδια νούμερα μπας και μυριστεί ο μεταπτυχιακός, ή όταν προτιμάει τη ζωγραφική).

Αν πιαστεί με ενδεχόμενο κρόστσεκ φταίει το κομπιουτεράκι, το μηχάνημα, το κιτ κλπ. Αν πρόκειται για άσκηση πασταδγιάλα, αν πρόκειται για Elisa testκάνε έναν κόπο και δοκίμασε και σ' ένα άλλο μαγαζί πριν το πεις στη μάνα σου.

Συνώνυμα: τουφέκισμα, τουφέκι, χχχχ μπαμ (γενικώς ό,τι έχει να κάνει με στόχους και επίτευξή τους), στου Μανώλη την ταβέρνα (υπονοούμενο) κ.λπ. Το μαγείρεμα δεν είναι ακριβώς συνώνυμο γιατί αναφέρεται σε παραποίηση κυρίως παρά σε κληρονομικό χάρισμα.

Γιατρέ μου...: - Μα τελικά γιατρέ μου είμαι ή δεν είμαι έγκυος; - Ήσουν αλλά... δεν μπορώ να καταλάβω αν συνεχίζεται η κύηση... μήπως να κάναμε κι έναν κολπικό υπέρηχο...
- Μα να βάλω τώρα δεύτερη βδομάδα εκείνο το μακρύ το πράμα; Τα αποτελέσματα της β-χοριακής στο αίμα τι σας λένε; Δυο φορές τρυπήθηκα!
- Τι να σου πω βρε κοπέλα μου, αυτά που έκανες στο εργαστήριο στο κέντρο λένε ότι είσαι, αυτά που έκανες στο εργαστήριο της γειτονιάς σου λένε ότι δεν είσαι, τι να πω, να τα έχει πυροβολήσει κανένα απ' αυτά τα κοριτσάκια που βάζουνε εκεί... ξανακάνε και σήμερα.
- Αααα.

Κύριε καθηγητά μου...:
- Μαλάκα αυτή την άσκηση με τη μέτρηση ραδιενέργειας, μιλάμε άμα δεις τα νούμερα... ό,τι να 'ναι εντελώς. Τι μαλακία έκανα με το γκάιγκερ δεν μπορώ να καταλάβω... Άντε πάλι ανέβα κατέβα ταράτσες και υπόγεια, σκατά!
- Άντε ρε Στόκεμον, πάρε τη δική μου, βάλτα στο εξέλ και πολλαπλασίασέ τα όλα επί 0,8 μια χαρά θα σου βγούνε.
- ...λες ρε να πέσει τέτοιο πυροβόλημα; Τουφέκι τελείως;
- Άντε γαμήσου με τις τύψεις ρε, ξεκόλλα απ' τη ζωή σου! Κι εγώ από την Τιτίκα του τρίτου έτους τα πήρα, έτοιμα στα δίνω, μας περιμένει η Άντζελα με εκείνη τη μουνίτσα τη νηπιαγωγό στην Καζάρμα, τελείωνε.

Χικ!:
-Πήγα το κρασί στον οινολόγο που μου πες, δε με θυμήθηκε.
-Μέτρησε τα γράδα;
-Αρχίδια μέτρησε, μου 'δειξε κάτι νούμερα και μου είπε να βάλω μισό κιλό ζάχαρη.
-Ε, μπορεί να χρειαζόταν ρε...
-Του είχα βάλει ήδη ένα κιλό όπως μου είπε την περασμένη φορά που το πήγα.
-Τι λες τώρα! Και τα νούμερα; Πυροβόλημα;
-Μπλε.

Δε βαριέσαι... Πέντε. (από Galadriel, 19/01/12)(από Mr. Cadmus, 19/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βαρβάτος, ο πολύ αρσενικός, που μυρίζει δρωτσίλα, βαρβατίλα, αρχιδίλα, βάζει την γυναίκα να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού, ενώ αυτός βλέπει μπάλα, πίνει μπύρες, είναι άξεστος και αγριάνθρωπος, αλλά τουλάχιστον δεν είναι πούστης.

  1. Είναι ο βαρβατάντρας ο «σπάω δέκα χαρμάνια γαρμπίλι στο χέρι σε δέκα λεπτά, ο καλουπώνω τον πέμπτο σε μια ώρα, έλα το μπετό ήρθε;»

  2. Αμάν αυτοί οι Άγγλοι. Ο πιο βαρβατάντρας από δαύτους ξυρίζει τα φρύδια του!

  3. Τέτοιος βαρβατάντρας που είσαι πρέπει να πας οπωσδήποτε στα ΟΥΚ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει ότι κάτι ελπιδοφόρο που πήγε να ξεκινήσει, έμεινε τελικά στα σπάργανα και δεν εξελίχθηκε.

Επίσης, χρησιμοποιείται για ένα πολλά υποσχόμενο ταλέντο (π.χ. στο χώρο του αθλητισμού, των τεχνών, της επιστήμης κ.λπ.) που όμως σε βάθος χρόνου δεν είχε την εξέλιξη που όλοι προέβλεπαν, και έμεινε τελικά στάσιμος.

Η φράση προέρχεται από το συχνό στους αθλητικούς χώρους φαινόμενο ο προπονητής να σηκώνει έναν παίχτη για προθέρμανση αλλά τελικά να μην τον ρίχνει στον αγώνα, οπότε οι φίλαθλοι μένουν με την προσμονή και ο παίχτης με την τσαπού στο χέρι.

  1. Οι 6 πιο ταλαντούχοι Έλληνες αθλητές που κάηκαν στο ζέσταμα (από εδώ)
  2. - Άστο μανέστρο, άστο. Κάηκε στο ζέσταμα. Δώσ' μου από την αρχή ένα σολ.

Και η "εφεδρεία" κάηκε στο ζέσταμα. (από allivegp, 19/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση προερχόμενη από την σλανγκ των επαγγελματιών της οδήγησης, με την οποία δίνεται οδηγία (συνήθως από συνάδελφο) σε κάποιον που μετακινεί ένα όχημα, να στρίψει το τιμόνι προς την αντίθετη κατεύθυνση για να αποφευχθεί η πρόσκρουση σε άλλο, παρακείμενο όχημα κατά τη διάρκεια της μανούβρας (ξε)παρκαρίσματος.

Γενικότερα η φράση χρησιμοποιείται ως προτροπή σε κάποιον που ξεφεύγει από τα πλαίσια να συμμαζευτεί και να αλλάξει συμπεριφορά ή τρόπο έκφρασης. Σε αυτή την περίπτωση, τα δύο πιθανότερα σημεία πρόσκρουσης είναι: (α) σφιχτοδεμένα επιχειρήματα της άλλης πλευράς που θα μετατρέψουν δημοσίως τον παρεκτραπέντα σε ρόμπα ξεκούμπωτη καπιτονέ, (β) σφιγμένες γροθιές σφίχτη που θα μετατρέψουν τον ανωτέρω σε σάψαλο υποβασταζόμενο από πατερίτσες.

  1. Ώπα, Μήτσο, πάρτο αλλιώς για θα βρεις στο Καγιέν του λαλάκη.

  2. Για σιγά ρε φλώρε, πάρτο αλλιώς για θα βρεις. Μαζέψου μη σε πάω έξω και σε κάνω ίσαμε ένα άλογο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified