Μια κατάσταση ή αφήγηση κατάστασης από έναν ιστορία, η οποία είναι εξαιρετικά εντυπωσιακή και μάλλον αποτελεί φιδιά. Εναλλακτικά χρησιμοποιείται και σαν περιγραφή ενός εξαιρετικού γεγονότος που μόλις συνέβη και σίγουρα αξίζει να καταγραφεί και να αναφέρεται συχνά πυκνά στο μέλλον σε συζητήσεις με παρέες.

Παράδειγμα 1
-Ρε είχα βγει χτες με τον Πάνο μετά από κάνα τρίμηνο και μου άρχισε πάλι τα ιστοριακά ότι ήταν στην Κρήτη στα βουνά και βρήκε μια χασισοφυτεία και ξήλωσε δυο δέντρα και τον πήραν χαμπάρι οι χωρικοί και τον κυνηγούσαν με τις καραμπίνες αλλά τους το σκασε.
-Ναι, ναι και μετά πήρε το Μ249 που χε κρυμμένο στο πορτ παγκάζ και τους γάζωσε.

Παράδειγμα 2
-Κοίτα τι έκανε ρε το τυπάκι! Πήρε το κράνος του ματατζή και το κάνε βολέ και μπήκε μέσα απ΄ τη πόρτα της ΓΑΔΑ.
-Πωπω μαλάκα ιστοριακόοοο!

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει τέλεια, ότι μια δουλειά έγινε ολοκληρωμένα ή μια κατάσταση είναι ιδανική. Ενδεχομένως είναι παραφθορά του κομπλέ αλλά με πολλή επιφύλαξη. Μπορεί να συνδυαστεί με σήκωμα του πήχη και λύγισμα του καρπού προς τα μπροστά ώστε να θυμίζει το αντίστοιχο φίδι. Συνήθως είναι ατάκα που χρησιμοποιούν κιτσάδες ψευτομαγκιόροι αν και είναι εξαιρετικά ευφάνταστη και ιστοριακή.

-Πέρασα ανάλυση 1 μαλάκα σήμερα, με πήραν κι απ' το συνεργείο και μου παν ότι μου κούμπωσαν το dellorto στο μοτόρι να ρθω να το πάρω, όλα κόμπρα!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο άριστα φιλοτεχνημένος κώλος. Χαρακτηρίζει τον κώλο ως αντικείμενο θαυμασμού και όχι εκμετάλλευσης. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ζωντανά εκθέματα.

- Τάσο; Σ' αρέσει το καινούργιο μου παντελόνι;
- Για κάνε μια στροφή.. Πωωωπω τι κωλοτεχνία είν' αυτή μανάρι μου μ' έχεις τρελάνει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας 60+ χρόνων τον οποίο συναντάμε σε γυμναστήρια, φεστιβάλ, αθλοπαιδιές, πορείες/διαδηλώσεις, μαθήματα πάουερ γιόγκα στην ύπαιθρο, ορειβατικές εκδρομές, συλλόγους δικυκλιστών κ.α. Αν και φαινομενικά ψοφάλογο, καταλήγει να πατάει εικοσάριδες στη καρωτίδα με τις επιδόσεις του και να τους κάνει να ντρέπονται για τα νιάτα τους. Ο χαρακτηρισμός αυτός αν και κοροϊδευτικός, εμπεριέχει συγκεκαλυμμένο θαυμασμό και ρισπέκ στον δυναμικό παππούκα.

Η προέλευση του από τη γνωστή σειρά κινουμένων σχεδίων ThunderCats. Ο μάμρα (Mumm-Ra) εκεί είναι ο "αρχικακός" δαιμονικός ιερέας της Τρίτης Γής. Τα αρχαία πνεύματα του κακού του χαρίζουν αθανασία και υπεράνθρωπη δύναμη. Παρατίθεται η γνωστή επίκληση-προσευχή: "Αρχαία πνεύματα του κακού, μεταμορφώστε αυτό το σάπιο σώμα, στον Μάμρα τον παντοτινό."

-Ρε τι γαμάτο λάιβ! Τα παππούδια ακόμα ροκάρουν!
-Ναι ρε, τσέκαρε το μάμρα πίσω στα ντραμς, 2 ώρες δίνει πόνο, του χουνε πεταχτεί τα φλέβια από παντού!

τύποι μάμρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός/ή που επικεντρώνεται στις λεπτομέρειες χάνοντας το θέμα. Αυτό δε σημαίνει πως "σκάβει" εις βάθος, κάνοντας ενδελεχή ανάλυση μιας κατάστασης -πράγμα γενικώς θετικό. Το σκαλιστήρι δρα επιφανειακά, απλά αναμοχλεύοντας τα δεδομένα.

- Έχουμε να παρουσιάσουμε την εργασία σε μισή ώρα κι ο άλλος το σκαλιστήρι κάθεται και με ρωτάει αν πρέπει να αλλάξει γραμματοσειρά στις διαφάνειες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει τσαλίμια. Από το τουρκικό çalım που σημαίνει προσποίηση ή επίδειξη. Τον τσαλιμακά προσδιορίζουν και οι δύο αυτές ιδιότητες. Είναι ο κολπατζής, παιχνιδιάρης - λαδοπόντικας και φτηνιάρης τύπος που εποφθαλμιά κάθε είδους αρπαχτή ενώ ταυτόχρονα είναι ψώνιο και ιστορίας - όλο κομπάζει και σε πειράζει. Ο τύπος χρωστάει της Μιχαλούς αλλά κυκλοφορεί με μερτσέντα. Συνήθως βρίσκεται μεταξύ χωριού (εκεί δηλαδή που τον παίρνει να πουλάει φούμαρα) και πόλης (για να το παίζει πετυχημένος-προχώ-πρωτευουσιάνος) , ενώ τις παλιές καλές εποχές τσίμπαγε και κάνα διακοποδάνειο να πάει για καφέ στο Μιλάνο για τη μόστρα.

Το συγκεκριμένο παρατσούκλι θα μπορούσε κάλλιστα να καταλήξει σε επίθετο, εάν δεν υπάρχει ήδη.

-Πάρε ρε τον Γιώργο τον τσαλιμακά να του πεις ότι κατεβαίνουμε χωριό.
-Εδώ είναι ρε, πούλησε σ' έναν αγρότη ένα οικόπεδο που 'ναι μπλεγμένο στα δικαστήρια, πήρε τα λεφτά και τώρα κρύβεται.

τσαλιμακάς

Got a better definition? Add it!

Published

Τέρμα ζουζουνιάρικη, γκομενίστικη έκδοση του επιρρήματος τόσο.

-Έλα ρε αγάπη άσε με να κοιμηθώ λίγο ακόμαα..
-Είναι δώδεκα ρε πότε θα κατέβουμε κέντρο;
-Τσότσο, τσότσο δα, δέκα λεπτάκια και σηκώνομαι.

Got a better definition? Add it!

Published

Το σύνολο των βιωμάτων, των γνώσεων και των δεξιοτήτων που σχετίζονται με τη χρήση νακρωτικών ουσιών. Η λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί με θετική ή αρνητική χροιά.

Σε επίπεδο αντίληψης, όπου κυρίως αναφέρεται ο όρος, είναι οι νέες σταθερές και μεταβλητές που προστίθενται στο σύστημα άνθρωπος και κόσμος. Ακολουθεί παράθεμα του Τίμοθι Λίρι (Timothy Leary) σε πρωτότυπο κείμενο:

“Any reality is an opinion-we make up our own reality”

“Admit it. You aren’t like them. You’re not even close. You may occasionally dress yourself up as one of them, watch the same mindless television shows as they do, maybe even eat the same fast food sometimes. But it seems that the more you try to fit in, the more you feel like an outsider, watching the “normal people” as they go about their automatic existences. For every time you say club passwords like “Have a nice day” and “Weather’s awful today, eh?”, you yearn inside to say forbidden things like “Tell me something that makes you cry” or “What do you think deja vu is for?”. Face it, you even want to talk to that girl in the elevator. But what if that girl in the elevator (and the balding man who walks past your cubicle at work) are thinking the same thing? Who knows what you might learn from taking a chance on conversation with a stranger? Everyone carries a piece of the puzzle. Nobody comes into your life by mere coincidence. Trust your instincts. Do the unexpected. Find the others…”

-Για πες μας ρε Χριστόφορε, η κότα έκανε τ' αυγό ή το αυγό τη κότα;
-Απ' το αυγό βγήκε ένα ρολόι, γιατί η κότα είχε φάει τόσο ώρα στο περίμενε.
-Τι λέει αυτός ρε;
-Άσ' τονα χτυπάει η ναρκοπαιδεία τώρα.

ναρκοπαιδεία

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαρκαστική έκφραση που συμπληρώνει κάθε εξωτερίκευση οιδιπόδειου συμπλέγματος.

-Άσε ρε είμαι άρρωστος, έχω αναγκάσει τη συγκάτοικο να κάνει τη μαμά μου τώρα.
-και ο Οιδίπους σε μια γωνιά τραβάει μαλακία με τα γόνατα...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο φλύαρος, ανόητος άνθρωπος. Εκ πρώτης όψεως δείχνει να προέρχεται από το ιταλικό papardelle , είδος ζυμαρικού. Ενδεχομένως η σημασία της λέξης σχετίζεται με την μορφή της παπαρδέλας, όπου πωλείται μπουρδουκλωμένη σε μπάλες και όταν βραστεί γίνεται πολύ γλιστερή και τραμπαλίζεται ξέφρενα όπως την κρατάμε. Έτσι και ένας κρετίνος πολυλογάς μας τα λέει μπερδεμένα και μορφάζει, φτιάνει, δείχνει, σείεται και κουνιέται για να προκαλέσει ενδιαφέρον.

Πάνω σε αυτή τη σύνδεση πατάει και η παπαρδέλα ως χαρακτηρισμός μιας ανοησίας που θα ακούσουμε ("την είπες την παπαρδέλα σου πάλι δεν άντεξες").

Φυσικά δε μπορεί να μην σκεφτεί κανείς το "παπάρας" όταν χρησιμοποιεί το "παπαρδέλας", οπότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι χρησιμοποιείται αντί για "παπάρας", προσθέτοντας όμως λίγο ιταλιάνικο φινετσάρισμα για να βγάζει γούστα.

-Έλα που είσαι; Στις 6 μου πες θα έρθεις, σε περιμένω μισή ώρα.
-Συγνώμη ρε, με έπιασε ο παπαρδέλας ο περιπτεράς και με άρχισε. Σκέφτεται λέει να βάλει ντελίβερι με ντρόουν για τη γειτονιά, "γιατί ο Τζεφ Μπέζος είναι πιο μάγκας να πούμε;". Ντράπηκα να τον παραπέμψω, τον βλέπω κάθε μέρα.

παπαρδέλαπαπαρδέλας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified