Το παίζω άσχετος σχετικά με κάποιο γεγονός.

- Θα με σκίσει ο βιντεοκλαπτζής... το γάμησα το dvd!
- Κάνε την πάπια και πες του ότι έτσι ήταν όταν το έβγαλες απ' την θήκη του.

(από Vrastaman, 17/10/09)κανουν  την ...αγελαδα (από perkins, 27/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάντηση προς αυτούς που γίνονται κουραστικοί ρωτώντας γιατί και γιατί, ξανά και ξανά.

- Γιατί;
- Γιατί κλάνει το γιατί... Χέσε μας πια ρε μαλάκα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ΠΑΣΟΚ κοροϊδευτικά με έμφαση στο «θα» για μελλοντικά έργα.

  1. (www.humor.gr)
    - Να μην σώσω να ξαναδώ ΘΑΣΟΚ κυβέρνηση , και λαό στην εξουσία...

  2. - Δε μου λες ρε Τάσο, θα ξεκινήσει ποτέ αυτό το έργο;
    - Δεν ξέρω ρε Περικλή, επί ΘΑΣΟΚ ανακοινώθηκε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η «ποδοσφαιρική ομάδα» - δηλαδή το group - των εθνικοφασίστων.

- Τι φασιστικές παπαριές λέει ο Σταματης να'ουμ... - Μεταγραφή από την φασιστοεθνική μας τον φέραν τον μαλάκα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καρα-γκιόζης.

- Κοίτα ρε κάτι ζάντες που του φόρεσε ο γκιόζης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γλυκαίνομαι χαζεύοντας κάποιον / κάτι.

  1. Το ζαχαρώνω αυτό το Volvo καιρό τώρα.

  2. (τραβεστί, τραγούδι, άσημος)
    - Πάψε να με ζαχαρώνεις, δεν μου κάνεις γι' αδερφή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει/βγάζει γκάλοπς.

(p196.ezboard.com) Μεταξύ μας, με 5% που του δίνουν (λέει) οι γκαλοπατζήδες, ο μόνος που ζητάει εκλογές...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι διασυνδέσεις, από το αγγλικό connections.

  1. - Κάνε ρε Πέτρο κάνα κονέ μπας και πιούμε τίποτα απόψε.
  2. - Έχεις τίποτα κονέ καλά να μας βάλουν τσαμπέ;

Κονέ στα ασανσέρ. Σήμανση ασφαλείας. Εμπορικό κέντρο The Mall, Μαρούσι, Αττική. Φωτογραφία: Νοέμβριος 2014. (από patsis, 11/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγελαστικά, ότιδήποτε άρρωστο έχει φυτρώσει στο αιδοίο μιας γυναίκας.

- Μου φαίνεται θα την πάρω την Κορίνα απόψε...
- Ποια Κορίνα ρε, την βρωμιάρα; Αυτηνής το μουνί έχει βγάλει μανιτάρια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουχτίζω, αφιερώνω πολύ χρόνο (και αίμα) σε κάτι που δεν προσφέρει ευχαρίστηση.

— Πάμε να δούμε τον γαύρο ρε;
— Άντε πάμε γιατί έχω πήξει στο διάβασμα όλη μέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified