Λέξη που προέρχεται από τη ιταλική χερσόνησο. Σύμφωνα με το λεξικό Τριανταφυλλίδη η ρίζα είναι βενετσιάνικη [a maca, με τα έξοδα άλλου]. Περιγράφει το τζαμπατζιλίκι, την τράκα. Παράγωγο ουσιαστικό είναι ο αμακαδόρος, ήτοι ο τρακαδόρος/τζαμπατζής. Εκφράσεις χαρακτηριστικές, όπου χρησιμοποιείται, είναι «τη βγάζω στην αμάκα», «έγινε αμάκα», «είμαι μαθημένος στην αμάκα».

  1. - Κουφάλα, άκουσα ότι πηγαίνεις Μύκονο. Μάς το παίζεις και φτωχαδάκι...
    - Τραγούδια λες ρε; Στη αμάκα θα τη βγάλω: θα μείνω στου αδερφού μου και θα τρώμε στο εστιατόριο που δουλεύει. Αλλιώς δεν την πάλευα.

  2. - Τελικά τι θα γίνει, θα πάμε στη γιαγιά για Πάσχα;
    - Ναι, θα είναι και ο θείος σου.
    - Πω πω, πάλι τον αμακαδόρο θα φάμε στη μάπα...Σκάει μύτη στη γιαγιά, μόνο και μόνο για να καβαντζώσει αυγά και κρέας. Μεγάλος τζαμπατζής!

Σχετικά: τζαμπέισον, τζαμπαντάν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός και προσβλητικός χαρακτηρισμός με αποδέκτη άτομο γένους θηλυκού. Από το ρήμα πετάω, απλούστατα σημαίνει ότι η θήλυ είναι για πέταμα (αν δεν έχει ήδη πεταχτεί στα σκουπίδια...).

Η πεταμένη είναι κάτι αντίστοιχο με τον τελειωμένο (συνήθως γένους αρσενικού): σε καμία περίπτωση όμορφη, με δυσκολίες εύρεσης συντρόφου (ερωτικού τε και πνευματικού), με ελάχιστους, αν όχι ανύπαρκτους, θαυμαστές.

Συχνάκις απαντάται η γνωστή έκφραση «είναι για πέταμα» ή και η γενική της ιδιότητας «του πεταμού».

- Θα σε αφήσω, δεν αντέχω άλλο. Όλες οι φίλες μου περνάνε σαν πριγκίπισσες, μόνο εγώ υποφέρω και μένω μαζί σου.
- Τι είναι αυτά που λες μωρή πεταμένη; Ποιος θα σε αντέξει με το χαρακτήρα που έχεις;

Ε, δεν την λες και άσχημη... (από ThomasTheBarbarian, 24/06/14)

Βλ. και του πεταματού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων συχνοουρία. Χρησιμοποιείται κατά κόρον στις ακόλουθες περιπτώσεις:
1. Χαϊδευτικά για τα μωρά που κατουράνε τις πάνες τους.
2. Για όσους κατουριούνται πάνω τους.
3. Για τους δειλούς και φοβητσιάρηδες, που επιδεικνύουν ανοιχτά έλλειψη θάρρους.

1.

Μάνα προς παιδί:
Τι έχουμε εδώ, τι έκανε ο κατουρλής μου.

2.

- Πάμε να φύγουμε, είδα κάτι αναρχικούς στο δρόμο.
- Ρε μαλάκες κατουρλήδες, τα κλάσατε; Μην κάνετε σαν κωλόγριες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη, μοντέρνα λέξη, σύνθετου χαρακτήρα [πούτσα+κάτουρο].

Από πολλούς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καραμπινάτος πλεονασμός: αφού ούτως ή άλλως κατουράμε από συγκεκριμένο όργανο, γιατί αυτό πρέπει να αναφέρεται;

Από προσωπική εμπειρία μπορώ να πω, ότι η έκφραση «φοριέται» πολύ στο στρατό.

- Πάμε ρε μαλάκα, θα αργήσουμε!
- Κούλαρερε. Κάτσε να ρίξω ένα πουτσοκάτουρο και την (γ)κανά.

Έγκυος από χρυσή βροχή η Δανάη στον μύθο! Ο πίνακας του Gustav Klimt. (από Hank, 11/02/09)

Βλ. και ένα πέο κάτουρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που αποδίδεται στα μακριά και αδύνατα πόδια, κυρίως γυναικών και καλαθοσφαιριστών.

Προέρχεται από το βυζαντινό «καννίον» [κανί στα νεοελληνικά], εκκλησιαστικό σκεύος που προσομοιάζει στο καλάμι.

Συγγενής λέξη είναι η γνωστή κάννη των όπλων.

Καλά μας δουλεύεις; Έσκασες μύτη με τη γκόμενα που είχε τα κανιά στο ίσωμα, για να τή γνωρίσεις στη μάνα σου; Εσύ δεν παίζεσαι φιλαράκο... Η γυναίκα θα έχει σχηματίσει την καλύτερη άποψη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε άτομα με ελάχιστο ή ανύπαρκτο τακτ και savoire vivre.

Η λαχαναγορά, ως γνωστόν, είναι χώρος δύσκολης και απαιτητικής εργασίας και συνεχούς σωματικού κάματου. Για το λόγο αυτό, ιδιαίτερα σε παλαιότερες εποχές, δεν μπορούσαν όλοι να ανταπεξέλθουν στα καθήκοντα της συγκεκριμένης απασχόλησης. Μόνο σκληροτράχηλοι και «ψημένοι» από τη ζωή άνθρωποι, με δυσκολίες και πλούσιες εμπειρίες. Αυτό αποτυπωνόταν σε διάφορες εκφάνσεις της συμπεριφοράς τους: βρισίδι, εκνευρισμός, επιθετικότητα. Ο λαχαναγορίτης κατέληξε συνώνυμο του κάφρου/επιθετικού ανθρώπου, με βρώμικη γλώσσα και απρεπείς χαρακτηρισμούς.

Να σημειωθεί ότι εμείς οι Σλανγκάδες δεν γενικεύουμε και εκφράζουμε τη συμπάθειά μας στην τάξη των λαχαναγοριτών εν γένει.

  1. Σχόλιο διαδικτυακού forum (I):

Καλημέρα κι από μένα Smiley
Η βροχή χρειαζότανε και ας έγινα και λίγο μούσκεμα...
και ας έβρισα σα λαχαναγορίτης και έναν !@$@#% οδηγό που πέρασε με χίλια και με έκανε καινούργια Angry

Φιλάκια Kiss

  1. Σχόλιο διαδικτυακού forum (II):

Εγω εχω αυτο το «ένας και μοναδικος»; Αντε καλε, διαδοσεις κομμουνιστων.
Απο το αλλο παλι, αν θα το γυρίσω, τι τα θέλουτε;
Καλό παιδι να ειναι και σταθερη δουλεια να εχει, αλλιως (οσο και να 'ναι), η τελευταια μου σχεσις θελεις λιγο το
μουστακι της, θελεις λιγο τα 90 της κιλα (ελεγε 62), θελεις λιγο η μασχαλιλας, λιγο που αεριζοντανε και μπρος μου και που εβριζε σαν λαχαναγοριτης, ο αδερφος της πιο νοστιμος μου φαινοτανε...
(Το κλασσικο ρητον κρεας μπαινει, κρεας βγαινει δεν κολλα εδω γιατι το θεμα ειναι που θα μπει παιδια το κρεας. Αν ειναι
να το βαλουμε αλλου -εστω και του αδερφου μας- μαζι σας ειμαι!)

Βλ. και λαϊκατζής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πίτουρο είναι σπόρος αλεσμένου δημητριακού, τον οποίο χρησιμοποιούμε ως ζωοτροφή.

Χρησιμοποιώντας την εν λόγω έκφραση εννοούμε ότι, όποιος, έκων ή άκων, μπλέξει με πράγματα αμφιβόλου ποιότητος και ηθικής, μπορεί να ζημιωθεί ανεπανόρθωτα.

Συχνάκις απαντάται και το «τρώει πίτουρα», δηλ. έχει το IQ ζώου.

1.

Αντιπαραβάλλω σχόλιο διαδικτυακού forum (I):

«Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες, και το ένα από τα δύο κοινά που έχουν Σαντάμ και σερβικός μεγαλοϊδεατισμός είναι ότι ανακατεύτηκαν υπέρ το δέον με τα πίτουρα. Το δεύτερο κοινό βέβαια είναι ότι θεωρούνται Άγιοι Οσιομάρτυρες του γιαλατζί αντιαμερικανισμού».

2.

Αντιπαραβάλλω σχόλιο διαδικτυακού forum (II):

Ας δούμε όμως τους ισχυρισμούς των Incubus πιο αναλυτικά: στιγμές όπως τα “Diamonds And Coal”, “Anna Molly” και “Rogues” τους τοποθετούν σε ένα μετα-grunge πλαίσιο, δείχνοντας όμως συνάμα πόσο επιδερμική σχέση έχουν με αυτό: το grunge τους δεν έχει αιχμές, είναι δομημένο βάσει συνταγολογίου, το καταλαβαίνει εύκολα όποιος έχει ακούσματα. Τραγούδια πάλι όπως τα “A Kiss To Send Us Off”, “Light Grenades” και “Pendulous Threads” τεκμηριώνουν, υποτίθεται, τη σχέση τους με τη μεταλλική κοινότητα και τους Monster Magnet. Ας γελάσω - αν τα ακούσουν οι Motorhead μπορεί και να μπουν στον πειρασμό να τους κοκκινίσουν λίγο τους πισινούς, έτσι για να μάθουν ότι όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα, τον τρώνε οι κότες. Μένει λοιπόν το ενδιαφέρον για τον mainstream rock ήχο της εποχής μας, όπως, ας πούμε, τον εκπροσωπούν τα “Dig”, “Love Hurts”, “Earth To Bella” και “Paper Shoes”. Ε, εδώ οι Incubus είναι πράγματι αυτοί που είναι. Ανώδυνοι, βαρετοί, αν και όχι πάντοτε κακοί. Ας μας κάνουν λοιπόν τη χάρη, επιτέλους, και ας σταματήσουν να φυτρώνουν εκεί που δεν τους σπέρνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το άκουσμα της έκφρασης «διαόλου κάλτσα», δημιουργείται μειδίαμα και απορία: πώς μπορεί να εφαρμόσει κάλτσα στην οπλή του κατσικοπόδαρου;

Χαρακτηρίζοντας κάποιον «διαόλου κάλτσα», εννοούμε ότι είναι χαρισματικός, ευφυής και επιτήδειος.

Η προέλευση της έκφρασης είναι ζήτημα διαφωνίας, αλλά, σε κάθε περίπτωση, ανάγεται στην εποχή του σκοτεινού Μεσαίωνα (κατά πόσον βέβαια ο Μεσαίωνας είναι η σκοτεινή εποχή που οι περισσότεροι ιστορικοί περιγράφουν, είναι θέμα που τίθεται υπό αίρεσιν). Στα Αγγλικά, η έκφραση υπάρχει ως Black Sock.

Κατά τη γέννηση ενός τέκνου, λοιπόν, σε μία εποχή που η μαγεία και το χόκους πόκους ήταν στα πάνω τους, οι γονείς ζητούσαν τη συνδρομή ανθρώπων με δραστηριότητα στο χώρο της μαγείας, προκειμένου να ενισχύσουν το παιδί τους με ιδιαίτερες ικανότητες. Αυτό γινόταν πραγματικότητα, βάζοντας τα ποδαράκια του βρέφους σε μία Μαύρη Κάλτσα, που ήταν φτιαγμένη, και καλά... από τρίχες του Εωσφόρου. Έτσι, το νεογνό θα γινόταν, όπως πίστευαν, ικανότερο και εξυπνότερο, ίδιος διάλος (devil in disguise...). Η όλη τελετή θα συνοδευόταν και από το σχετικό μαγικό (ξόρκια και σού πα μού πες...).

Να λοιπόν που η κάλτσα δεν χρησιμεύει μόνο ως θήκη δώρου για τον Άγιο Βασίλη, πάνω από το τζάκι....

  1. Απόσπασμα διαδικτυακού άρθρου:

«Τα ΜΥΡΜΗΓΚΙΑ είναι «διαόλου κάλτσα».
Αποτελούν μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και εντυπωσιακές δημιουργίες της ζωής και της εξέλιξης. Οσο μελετούν οι επιστήμονες τον θαυμαστό κόσμο τους τόσο περισσότερες εκπληκτικές ικανότητες ανακαλύπτουν ότι διαθέτουν, όπως, για παράδειγμα, το να αγωνίζονται για το καλό των δένδρων που ζουν».

  1. - Δεν μπορώ να περάσω ξανά Χριστούγεννα με τον αδερφό μου, ρε γαμώτο... Η γυναίκα του είναι διαόλου κάλτσα και συμφεροντολόγα, σε πουλάει και σ' αγοράζει χωρίς να το καταλάβεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη ιταλικής προελεύσεως, που προέρχεται από τα λατινικά, και πολύ απλά σημαίνει «εκατομμύριο».

Χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει την απροσδιόριστη ποσότητα, το αμέτρητο πλήθος ανθρώπων ή εντόμων.

  1. Απόσπασμα από αναγνωστικό του δημοτικού, δεκαετίας '80:
    «Μαζευτήκανε μιλιούνια, στο περβόλι τα ζουζούνια...».

  2. Πω πω φίλε, δεν ξαναπάω για μπάνιο στις Κουκουναριές: πληρώνεις χρυσή την ομπρέλα και μιλιούνια ο κόσμος...

  3. Εντυπωσιάστηκα από το Πεκίνο: τεράστια πόλη και μιλιούνια τα Κινεζόνια, να τρέχουν πέρα δώθε... Δεν είχα ξαναδεί κάτι παρόμοιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πασίγνωστη έκφραση, αρχαιοελληνικής προελεύσεως. Η σημασία της συνδέεται με τους αρχαίους μάντεις, γνωστούς και ως «τα οράκλια»!
Στα διάφορα μαντεία, οι μαστουρλήδες μάντεις και μάντισσες, πέραν της νταφούς που φούμαραν για να μιλήσουν με τους θεούς, βουτούσαν τα νύχια τους και σε ένα υγρό φτιαγμένο από δαφνέλαιο, το οποίο εν συνεχεία ακουμπούσαν στα ρουθούνια τους, ερχόμενοι σε καταληψία. Κατόπιν μπορούσαν να απαντήσουν σε οιαδήποτε ερώτηση με σιγουριά.
Η έκφραση υφίσταται και στα νέα Ελληνικά, εννοώντας απλούστατα «που να το ξέρω».

1.

- Γιατί ρε δεν άπλωσες τα ρούχα και τα άφησες στο πλυντήριο;
- Και που να ξέρω ρε μαλάκα, ότι εσύ είχες βάλει πλυντήριο, να μυρίσω τα νύχια μου;

2.

- Ρε, τι θα κάνει λες ο Ολυμπιακός αύριο;
- Κάτσε να μυρίσω τα νύχια μου και θα σού πω....Μηνάρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified