Έκφραση προερχόμενη από το χώρο του αυτοκινήτου. Κυριολεκτικά σημαίνει πως έχω άνεση με τις γρήγορες εναλλαγές σχέσεων στο κιβώτιο όταν ξεκινώ από στάση και κινούμαι με χαμηλές ταχύτητες ώστε το εργαλείο να μη μου σβήνει ποτέ.

Σλανγκιστί, άνεση στις πρώτες-δεύτερες έχει ένας άνθρωπος σπίρτο, ένα τσακαλάκι που του κόβει, έχει γρήγορη σκέψη με επιταχύνσεις και σβέλτες αλλαγές, χωρίς να κωλώνει από σαρδάμ ή από κεραυνοβόλα αντεπιχειρήματα του συνομιλητή, είναι ετοιμόλογος και ετοιμόσλανγκος, τέσπα ένας ρήτορας με χρόνους dt.

Δευτερευόντως, ο γράφων άκουσε την έκφραση να χρησιμοποιείται για να εξάρει τις αφηγηματικές ικανότητες κάποιου, κάτι που δεν είναι ολωσδιόλου ξένο με την προηγούμενη ερμηνεία.

  1. [παλιό ανέκδοτο]
    - Λοιπόν μισό λεπτό να ρωτήσω το αφεντικό αν έχουμε το μισό κρεβάτι που θέλετε... ΑΦΕΝΤΙΚΟ! Χρειάζομαι μισό κρεβάτι για πελάτη! Έχουμεεε;
    - [Ρουμάνος, από το βάθος, αγνοώντας ότι ο πελάτης είναι παρών] Πες του μαλάκα με τις πίπες του να μην πατήσει στο μαγαζί. Ακούς εκεί!
    Ο πελάτης προσβάλλεται και πάει να αγριέψει. Ο πωλητής ψύχραιμος, φωνάζει ξανά και ταυτόχρονα επεξηγεί:
    - Όχι αυτός! Εδώ έχω έναν άλλο κύριο που θέλει να αγοράσει το άλλο μισό!...
    Ο αφεντικός πλησιάζει ανήσυχος και, αφού το ντηλ λήγει με επιτυχία, επαινεί τον πωλητή του:
    - Μπράβο ρε μεγάλε! Έχεις άνεση στις πρώτες-δεύτερες! Λοιπόν, επειδή είμαι φοβερά ευχαριστημένος με την πάρτη σου, σου κάνω δώρο για την άδειά σου ταξιδάκι στη Βραζιλία!
    - Νά ’σαι καλά! Αλλά στη Βραζιλία; Μόνο πουτάνες και ποδοσφαιριστές έχει...
    - Για στάσου ρε συ, η γυναίκα μου είναι από τη Βραζιλία!
    - Αλήθεια; Σε ποια ομάδα παίζει;

  2. [άλλο παλιό ανέκδοτο]
    - Και που λέτε παιδιά, πέφτω πάνω σε μια αντιλόπη τρία μέτρα ύψος. Μπάμ! Πάρ’ την κάτω!
    - Και τι έκανες;
    - Πού να την κουβαλήσω μόνος μου... Κόβω ένα πόδι για μεζέ και το βάζω στον ώμο μου.
    - Μετά;
    - Δεν κάνω δυο βήματα, βλέπω δεύτερη, ακόμα πιο μεγάλη! Μπαμ! Τέζα κι αυτή!
    - Και;
    - Ε τι και; Πόδι στον άλλον ώμο και συνεχίζω..
    [Εκείνη τη στιγμή τον διακόπτει το κινητό του, τον απορροφά για λίγα λεπτά η συνομιλία κι έπειτα γυρνά αφηρημένος στην ομήγυρη που κρέμεται από τα χείλη του]
    - Πού ήμουνα;
    - Είχες τα δυο πόδια στους ώμους.
    - Ε, και της ρίχνω ένα γαμήσι...
    - Χαχαχα, παραμύθια μεν, άνεση στις πρώτες-δεύτερες δε... Ζαγοραίος!

Άνεση του Γουγανέλη στις πρώτες δεύτερες. Σταύρος Τσιώλης, Ας περιμένουν οι γυναίκες. Γιάννης Ζουγανέλης, Σάκης Μπουλάς, Αργύρης Μπακιρτζής (από patsis, 06/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν μιλάμε για εθνική εορτή ή για ορκωμοσία νεοσυλλέκτων, πρόκειται για μια απόλυτα κατανοητή σύνδεση δύο λέξεων, νομίζω.

Ωστόσο, άλλο εννοεί εδώ ο ποιητής.

Είναι συνθηματική έκφραση που περιγράφει στους ενδιαφερόμενους ότι στο πάρτυ παίζουν σνιφαρίσματα των τρένων πάνω στις γραμμές της κοκαΐνης και ότι το όλο σκηνικό μάλλον θα καταλήξει σε μια ωραία παρτούζα, με τα έμπειρα παστάκια, τα πύρκαυλα μιλφέιγ και τους ψωλαράδες κάθε λογής να επιδίδονται σε σχηματισμούς και ακροβατισμούς που φέρνουν κάπως σε παρέλαση, με ή χωρίς συντονιστή.

(από Vrastaman, 08/05/09)(από Vrastaman, 08/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήδη λεξικογραφημένη, παλαιά έκφραση της αργκό που σημαίνει:

  1. Ταλαιπωρώ, βασανίζω, εξουθενώνω κάποιον (από εδώ).

  2. Καταφέρω ισχυρό πλήγμα, κυριολεκτικά ή μεταφορικά.

  3. Επιφέρω καταστροφή, αναταραχή, σύγχυση, βλ. και την μη υβριστική χρήση της έκφρασης «τα γάμησ' τη μάνα» αλλά και την έκφραση «πουτάνα όλα».

  4. Κάνω μία ενέργεια σε υπερθετικό βαθμό, βλ. την σλανγκική χρήση του ρ. «ξεσκίζω» (π.χ. ξεσκί και του μουνιού το ξέσκισμα), την έκφραση «του δίνω και καταλαβαίνει» αλλά και το λήμμα «-άς, -άς; -ούλα / -αζώτα!». Σημειωτέον ότι τα συμφραζόμενα μπορούν φυσικά να μην σχετίζονται διόλου με το σεξ.

  5. Αλλάζω την εμφάνιση κάποιου προσώπου ή αντικειμένου σε βαθμό που αυτό γίνεται αγνώριστο.

Πιθανές, μη διασταυρωμένες, προελεύσεις της έκφρασης:

α. Από την εποχή που τα πρώτα φανάρια πετρελαίου των δρόμων των μεγάλων πόλεων αντικαθίστανται με φανάρια ασετυλίνης. Επρόκειτο για μεγάλη αλλαγή καθώς η ασετυλίνη (ή αιθίνιο ή ακετυλένιο) καιόμενη παράγει ιδιαίτερα λαμπρό φως (βλ. εδώ και εδώ). Η έκφραση κάλλιστα θα μπορούσε να γεννήθηκε και την εποχή της μετάβασης από την ασετυλίνη στα ηλεκτρικά φανάρια. Σε κάθε περίπτωση, το νυχτερινό θέαμα μιας γειτονιάς ή ενός κτιρίου οπωσδήποτε αλλάζει άρδην, οδηγώντας έτσι, με σλανγκομηχανική, στην εξεταζόμενη έκφραση.

β. Από εδώ: «Οι Βυζαντινοί πολλούς εγκληματίες τους τιμωρούσαν κρεμώντας τους στις ακτές της θάλασσας αφού τους άλειβαν με πίσσα, τους έβαζαν φωτιά στα πόδια και τους άφηναν να καίγονται σαν λαμπάδες. Φαίνεται, μάλιστα, πως οι δολοφόνοι ήταν πολλοί την εποχή εκείνη, αφού για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα φώτιζαν τον Κεράτιο κόλπο. Αργότερα, όμως, τους αντικατέστησαν με αληθινούς πυρσούς. Αυτοί, ωστόσο, που ήθελαν να καίγονται οι εγκληματίες, έλεγαν δυσαρεστημένοι: Μας άλλαξαν τα φώτα.»
Άποψη: Γραμματικά και εννοιολογικά μάλλον χλωμή αυτή η ερμηνεία.

Η σλανγκική αξία της έκφρασης υπάρχει μεν, είναι όμως ομολογουμένως πια μικρή, εξαιτίας ίσως της ίδιας της επιτυχίας και της αποδοχής της. Είναι, γενικώς, πολιτικά ορθή για πάρα πολλούς ανθρώπους και περιστάσεις στον προφορικό λόγο (λιγότερο στον γραπτό), έχοντας απωλέσει την αρχική της μαλλιαρότητα.

  1. - Μάνα δεν σε βλέπω καλά, τι έγινε;
    - Ο γιος σου σήμερα μου άλλαξε τα φώτα. Ούτε να φάει, ούτε να κοιμηθεί, ούτε να καθίσει φρόνιμος να πάμε μια βόλτα, τίποτα.
    - Ρε Γιωργάκη, έτσι είπαμε τη γιαγιά;
    - Θέλω πατατούλες...

2α.
- Ωχ μωράκι μου, σε χτύπησα;
- Μου άλλαξες τα φώτα ρε Δέσποινα, πρόσεχε λίγο όταν ανοίγεις τις πόρτες...
- Σμουτς, μουτς, συγγνώμη αγαπουλίνι μου...

2β.
- Σειρούλα πολύ ντάουν είσαι. Τι έγινε;
- Μου άλλαξε τα φώτα ο δίκας, μού 'κοψε την άδεια και χάνω την συναυλία που περίμενα πώς και πώς. Σιχτίρ πια!

  1. Μπήκες στην κουβέντα ρε βάρβαρε και της άλλαξες τα φώτα. Καλοί μαλάκες κι εμείς βέβαια. Ούτε κατάλαβα πάντως πώς φτάσαμε από τα εισιτήρια του μετρό στον Χίτλερ. (άσχετο: βλ. εδώ και εδώ).

  2. - Σας αφήνω για τρία λεπτά και χάνουμε με δεκαπέντε; Πώς έγινε αυτό;
    - Έκανε δυο αλλαγές και μας άλλαξαν τα φώτα στα τρίποντα οι κωλόφαρδοι.

  3. - Τελικά το έκανες το μέηκ όβερ που έλεγες στο σπίτι;
    - Ξεπατώθηκα αλλά τελείωσα. Καινούρια κουζίνα, καινούριο μπάνιο, έριξα έναν τοίχο και άλλαξα έπιπλα στο σαλόνι. Τι να λέμε, του άλλαξα τα φώτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοριτσίστικη ή παιδική έκφραση, ισοδύναμη τής «αλλάζω τα φώτα (κάποιου/κάποιας)». Παράλληλα με τις έννοιες που εκεί αναλύονται, εκφράζει μια οργή ή απειλή απέναντι στον συνομιλητή μας. Ίσως η αρχική έκφραση είναι πολύ χάρντκορ για τις πιανίστριες.

Αυθεντικά ακουσμένη σλανγκιά που έπρεπε να καταγραφεί, sad but true.

  1. - Μαμάαα, ο Νίκος πάλι κατεβάζει ταινίες από το ίντερνετ!
    - Ρε μικρέ ρουφιάνε θα σε σκίσω, θα σου γ...
    - Νίκοοοο!
    - Θα σου αλλάξω τα λάδια ρε αμα σε πιάσω!

  2. - Τους έχω πει χιλιάδες φορές να μη μου τα στέλνουν χύμα αλλά με επιστολή! Νισάφι πια!
    - Άσ' τους ρε Ελένη, ξεκόλλα.
    - Θα σου πω εγώ, αν μου ξαναστείλουν έτσι έγγραφα θα τους τηλεφωνήσω και θα τους αλλάξω τα πετρέλαια!

(από Galadriel, 09/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα αμτβ. ενεργ., κυρίως απαντώμενο σε στιγμιαίους χρόνους και δη παρελθοντικούς. Αναφέρεται σε κοπέλα και σημαίνει αποκτώ, μάλλον αιφνιδιαστικώς, σέξυ γυναικεία χαρακτηριστικά, εξελίσσεται η εμφάνισή μου, από αδιάφορη ή έστω απλά γαμήσιμη, σε παστάκι ή και μουνάρα.

- Είδες την Μαίρη τώρα τελευταία;
- Όχι, γιατί;
- Πώς μούνεψε έτσι ρε παιδάκι μου. Καμία σχέση με το Λύκειο που την ξέραμε. Κουκλάρα σου λέω!
- Θα χώρισε με τον μαλάκα και πρόσεξε λίγο τον εαυτό της η κοπέλα...

I agree with Snape. (από Galadriel, 07/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαρκαστική αντιστροφή του εύληπτου «φουλ άμυνα με ξαφνικές επιθέσεις», τακτική που εφαρμόζεται σε πολλά αθλήματα.

Σαν έκφραση ειρωνεύεται την ορμή του αντιπάλου, η οποία όμως δεν συνοδεύεται από σοβαρό σχέδιο, αναγκάζοντάς τον να σύρεται πίσω στην άμυνα σε κάθε αντεπίθεσή μας. Είναι δηλαδή ένα σύστημα χειρότερο κι από το χύμα στο κύμα, διότι εδώ ο επιτιθέμενος δεν έχει επίγνωση της ανεπάρκειάς του.

Μεταφορικά, λέγεται για ανθρώπους δήθεν γκραν γαμάω, που ξεκινούν μια υπεραισιόδοξη προσπάθεια χωρίς πρόγραμμα, αλλά στο τέλος είναι στάνταρ ότι αντί για μαλλί θα βγούνε και κουρεμένοι.

  1. - Έλα ρε πουσταρά να σε παίξω ένα ταβλάκι, να σε πάρω παρθένα, να δεις τον Χριστό σειρά σου!
    - Θα μου κλάσεις τ' αρχίδια. Τι σύστημα θα παίξεις, φουλ επίθεση με ξαφνικές άμυνες;

  2. - Κοίτα την τύπισσα στο μπαρ! Πώς μούνεψε έτσι η Γιώτα ρε συ;
    - Ποια Γιώτα ρε; Γκαβός είσαι; Άσχετη είναι η κοπέλα. Λοιπόν, κομμένα τα σφηνάκια, ακόμα δεν αρχίσαμε εσύ έγινες γκολ.
    - Θα της την πέσω, σ' το λέω! Να της πάω σφηνάκι; Πώς να το παίξω, πες τίποτα!
    - Έτσι πως είσαι τώρα; Φουλ επίθεση με ξαφνικές άμυνες κι ό,τι κάτσει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος που δίνει ελαφρά τη καρδία υποσχέσεις σε φίλους και γνωστούς τις οποίες δεν σκοπεύει να τηρήσει, υποσχέσεις για «να βρεθούμε», «να κάνουμε κάτι», «θα έρθω από το μαγαζί / την πόλη / το στρατόπεδό σου να σε δω» και τέτοιας συλλογιστικής πι-αρ πίπες.

Η λέξη έχει μετρίως ή πολύ αρνητική ηθικά χροιά, ανάλογα με το πόσο προδομένος και δουλεμένος νιώθει ο ομιλών.

Βλ. και λήμματα σασείδας και τσεκαρέος.

- Ωραία ρε φίλε, τα Χριστούγεννα έρχεσαι εσύ, το Πάσχα έρχεται το άλλο το ρεμάλι ο Τζίμης... Γαμώ την ξενιτιά μου, να γουστάρουμε και λίγο ελληνικά με τα τραγουδάκια μας και τα κρασάκια μας...
- Δεν θέλω να σε χαλάσω, αλλά για τον Τζίμη κράτα μικρό καλάθι. Είναι μεγάλος υποσχεσάκιας.
- Σοβαρά μιλάς;
- Γι' αυτό το Πάσχα ξέρεις σε πόσους άλλους έχει πει; Ψάξ' το από τώρα να κατέβεις Ελλάδα να είσαι με τους δικούς σου, άκου με που σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστικός εναλλακτικός χαρακτηρισμός για το καμπέρι σε ένα βιντεοπαιχνίδι FPS (πχ Counter-Strike).

Το δεύτερο συνθετικό (-πουστα ή -πουστας) προφάνουσλυ από το πούστης, βλ. ομοίως αρχιδόπουστας, φλωρόπουστας κλπ.

Το πρώτο συνθετικό εκ της καβά(ν)τζας και αυτό, με τη σειρά του από:
α. Το ιταλικό gavazza = υπερβολικό ξεφάντωμα και, συνεκδοχικά, τα ποτά που φυλάμε/κρύβουμε για ένα ξεσάλωμα ή
β. Το ιταλικό cava = κάβα, υπόγεια αποθήκη.

- Πού είσαι;
- Lol!
- Πού είσαι ρε τελειωμένε, μίλα!
- Χεχε, έτσι ρε, ψάξε και λίγο!
- Τι θα γίνει τώρα, θα τρέχω σα τον μαλάκα πάνω κάτω στην πίστα για να βρω πού είσαι χωμένος; Βγες στο φως μωρή καβατζόπουστα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, για τον μικρόκοσμο του Counter-Strike, η βάση σημαίνει το αρχικό σημείο εκκίνησης (spawn) της κάθε μίας από τις δύο αντίπαλες ομάδες, τους terrorists (συντ. terror) και τους counter-terrorists (συντ. counter). Με κάποιες εξαιρέσεις ανάλογα την πίστα ή το μοντ του παιχνιδιού, οι δύο βάσεις είναι συγκεκριμένες ανά πίστα. Οι παίκτες, αφού αγοράσουν εκεί τον οπλισμό τους, ξεκινούν για να βρεθούν με τους αντιπάλους για να γίνει η μάχη, συνήθως στη μέση του map (=πίστα).

- Πού είναι αυτός ο μαλάκας ο νουμπάς που έμεινε;
(Φωνή από διπλανό pc του νετ-καφέ): - Κολλημένος στη βάση του, φάτονα να τελειώνουμε, πληρώνουμε ρεεεεε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην σλανγκ των FPS αλλά και άλλων παιχνιδιών, είναι ο παίκτης που κρυφοκοιτάζει τις οθόνες των άλλων σε ένα νετ-καφέ, ώστε να υποκλέψει πληροφορίες για το πού βρίσκονται μέσα στην πίστα, τι όπλα και χελθ (<health = υγεία) έχουν, τι στρατό ετοιμάζουν, από πού θα κάνουν ντου, πού έχουν καμπερωθεί, αν κάνουν ρας (rush) κ.λπ.

Απαξιωτικός χαρακτηρισμός, υποκατηγορία του λαμερά.

Χρήση της λέξης με αυτοαναφορικό τρόπο για το slang.gr είναι δυνατή, δεν έχει ωστόσο χρησιμοποιηθεί ακόμα στην πράξη (βλ. λήμμα οθονιά, η).

- Πιάσε τον 32 ρε Πάτση!
- Πού ρε, ανάμεσα στον @psoy και τον hispano, τους οθονάκηδες; Δεν βάζω καλύτερα το deagle στο κρόταφο από μόνος μου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified