Αλλιώς η Βωβούπολη, δηλαδή το τμήμα του Αμαρουσίου κοντά στην λεωφόρο Κηφισίας που είναι γεμάτο με κτήρια που κατασκεύασε ο Μπάμπης Βωβός, ή άλλη περιοχή με κτήρια του ίδιου κατασκευαστή, λ.χ. ο Βοτανικός (που δεν έχει όμως ολοκληρωθεί), η γενικά η Αθήνα ως ένας τριτοκοσμικός τόπος, όπου οι εκσυγχρονιστικές λύσεις τ. Ελλαδέξ θεωρείται ότι δεν έχουν και την καλύτερη πχοιότητα. Εξ ου και το β΄ συστατικό -στάν, που παραπέμπει σε υπανάπτυκτο κράτος που μάταια προσπαθεί να ακολουθήσει δυτικά πρότυπα, συχνά με τραγελαφικά αποτελέσματα.

Περισσότερα για το Βωβοκιστάν-Βωβούπολη στον ορισμό του Πάτση.

  1. επιμενω αστροπελεκι, τι δουλεια κανεις; αν θες βεβαια μου λες την αληθεια, διαφορετικά μπορείς να γραψεις: «αστροναυτης σε τροχια γυρω από το Βωβοκισταν» (Εδώ).

  2. Ο εμπνευστής και δημιουργός της «Βωβούπολης» ή «Βωβοκιστάν», του «μαρουσιώτικου Μανχάταν» με τους ενεργειοβόρους γυάλινους πύργους και τις εκνευριστικές, θηριώδεις, προκλητικές επιγραφές με το όνομα του: babis vovos. Ένας επαρχιώτης από τα Φιλιατρά, οπλισμένος μόνο με ένα πτυχίο πολιτικού μηχανικού, θράσος και οράματα από ταξίδια στο Μανχάταν. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για μια απολύτως αποτυχημένη συνεννόηση, που είναι τελείως άλλα αντ' άλλα της Παρασκευής το γάλα, καθώς άλλα λέει ο ένας, άλλα καταλαβαίνει ο άλλος και η επικοινωνία ναυαγεί πλήρως. Συναφής έκφραση το συνεννόηση κλαρίνο, όπου και μια σειρά από συνώνυμα.

Σημειωτέον ότι κατά την μάλλον επικρατούσα εκδοχή το μπουζούκι (δες εδώ) «ετυμολογείται από την τουρκική λέξη bozuk που σημαίνει χαλασμένος, ακατάστατος, ίσως επειδή χρειαζόταν να αλλάζει συχνά κούρδισμα» (χωρίς να υπονοούμε ότι από αυτήν την τουρκική σημασία προέρχεται η ελληνική έκφραση συνεννόηση μπουζούκι). Δες και τα σχόλια στο μπουζουκοκέφαλος.

Πάσα: Allivegp.

  1. Η ωριμότητα είναι καθαρά θέμα ατόμου. Αλλά μια 20άρα δύσκολα θα έχει κοινά με έναν 35άρη. Όχι ότι είναι θέσφατο αλλά συνήθως εκείνη θα νοιάζεται να περάσει το μάθημα και να πάει το Σάββατο στον Μαζωνάκη κι εσύ να βγάλεις τον μήνα και να πληρώσεις τα χαράτσια. Θα σου λέει για κλάμπινκγ και εσύ θα της λες για το ωραίο ταβερνάκι στην ακρογιαλιά. Συνεννόηση μπουζούκι δηλαδή. (Εδώ).

  2. CIPA-ΚΕΒΕ: Συνεννόηση μπουζούκι… κινέζικο. Όσο παράδοξο και αστείο και αν ακούγεται, τη Δευτέρα 30 Μαϊου πραγματοποιήθηκαν δύο διαφορετικές παρουσιάσεις για την Κύπρο στη Σανγκάη της Κίνας σε ξενοδοχεία που απέχουν μεταξύ τους μερικά λεπτά! [...] Τίθεται ξεκάθαρα θέμα ασυνεννοησίας και ελλειπούς οργάνωσης. Ειδικά για τον CIPA που λειτουργεί με κρατικούς πόρους εύκολα μπορεί να διερωτηθεί κάποιος γιατί δεν έγινε μία διευθέτηση τα δύο συνέδρια να πραγματοποιηθούν μαζί. Και για εξοικονόμηση πόρων αλλά και για διευκόλυνση τυχόν ενδιαφερόμενων επενδυτών. (Εδώ).

  3. Οι σχέσεις σήμερα. Συνεννόηση μπουζούκι. (Δες εδώ το παράδειγμα).

(από Khan, 04/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι ο εργένης, ο μπεκιάρης. Από το ιταλικό solo (= μόνος) και το τεκνό.

Τ’ αδέρφια μου, μεγαλύτερα, δύο αγόρια. Ο Άγης, ένας παίδαρος, θεολάτσα, οικοδόμος, πήγαινε στη Γερμανία, μάζευε λίγα μπερντέ, ερχόταν πίσω στην πατρίδα, τα έτρωγε με τις γκόμενες, γιατί ήταν μπουτ μουτζοτός, μπουτ μουνάκιας, πάλι καβαλούσε το τρένο και γύριζε πίσω εμιγκρές. Δος του καυλομαξίλαρο και πάρ’ του την ψυχή. Μια δόση έβγαλε καλά φράγκα και μου πήγε στον Μουτζότοπο να τα γλεντήσει, τα ξόδεψε στις σαρμούτες και στις καρακαλτάκες κι έμεινε στο φινάλε ταπί και ψύχραιμος. Οι σούπερ αντρουά λατσεύονται τον Μουτζότοπο κι εμείς οι καραλουμπίνες τον Τζιναβότοπο, το Αδερφοχώρι. Καλόψυχο πλάσμα ο Άγης μας αλλά απότομος χαρακτήρας. Ούτε για στεφάνι έκανε, γέρασε κι ακόμη μπεκιάρης κάθεται, σολότεκνο. Ήτανε μπερδεμένος και με την Αριστερά, με τους λαϊκούς αγώνες. (Αποκατέ).

(από Khan, 07/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας από τους καυλύτερους γυναικότυπους, πρόκειται για την γυναίκα που έχει πεταχτά τουρλωτά οπίσθια που την καθιστούν αντικείμενο του πόθου όταν τουρλοκωλιάζεται.

Ετυμολογείται από τα ρήματα τουρλώνω και τρουλώνω, συγγενή με το τρούλος. Δικαιώνεται, λοιπόν, ετυμολογικώς, ο Gatzman που αποκαλεί τον συγκεκριμένο γυναικότυπο Βασιλική μετά τρούλου. Ετυμολογία του κώλου, πάντως, δεν κάνω.

Ψιλοκυκλοφορεί και ως τουρλόκωλο και ως επίρρημα τουρλόκωλα.

Συνώνυμα: καρπουζοκώλα, ορθοκώλα, μπουζουκοκώλα.
Αντώνυμο: χαμηλοκώλα.

  1. Εγω δεν ειμαι ρατσιστης. Μου αρεσε πολυ η τουρλοκωλα Ουκρανεζα (Γιουροβύζιον 2007).

  2. Να κάνεις την προσευχήσου στην παναγία την τουρλοκωλα που κατάφερες να μπεις σεκιούριτι στο δημόσιο και τρως ένα κομμάτι ψωμί. (Εδώ).

  3. Ως επίρρημα: παντως παιδια γερη κραση εχουμε οι Ελληνες!!!!!και τον μαλακομαγνητη απο οτι φαινεται που θα παει ομως θα ερθει τουρλοκωλα ο ερμης και θα γλυτωσουμε (Εδώ).

Jennifer Lopez, η μάνα για όλες τις τουρλοκώλες! (από Khan, 08/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπεριφέρομαι με θράσος, αυθάδεια, προπέτεια, με απόλυτη περιφρόνηση για γραπτούς και άγραφους κανόνες και νόρμες, συμπεριφέρομαι δηλαδή σαν κωλοπαιδαράς και κωλοπαίδι.

  1. ΚΙ ΟΙ ΑΝΤΑΡΣΥΟΙ ΟΝΤΩΣ ΚΩΛΟΠΑΙΔΙΖΟΥΝ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΑΠΑΝΤΑΝΕ. ΧΑΛΑΡΩΣΤΕ ΛΙΓΟ ΒΑΡΥΜΑΓΚΕΣ. (Εδώ).

  2. Που εχει τον Τεβες, τον Μπαλοτελι, τον Αντεμπαγιορ, ακομα και τον Κολο Τουρες και τους πληρωνει για οσους μηνες κωλοπαιδιζουν-ειναι τιμωρημενοι-μουτρωμενοι-τσακωμενοι... (Εδώ).

(από Khan, 27/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας από τους καυλύτερους γυναικότυπους, πρόκειται για την γυναίκα της οποίας τα βυζιά επιμένουν να αψηφούν τους νόμους της βαρύτητας και να ξευτιλίζουν τον Νεύτωνα, όντας στητά, σφριγηλά και ανωφερή. Νιάτα και μπερεκέτι!

Η λέξη είναι πολύ παλαιάς κοπής, και εμφανίζεται ήδη σε λογοτεχνικά έργα των αρχών του 20ου αιώνα. Για να κάνουμε μια φιλολογική βραδιά για χάρη της ορθοβύζας, να πούμε ότι σπουδαίοι λογοτέχνες έχουν αποδώσει τον ύψιστο αυτό χαρακτηρισμό σε επικές μορφές του Ελληνισμού και της Ρωμιοσύνης. Ο Νίκος Καζαντζάκης θεωρεί ως ορθοβύζα την ωραία Ελένη, ο Λορέντζος Μαβίλης την λεβεντομάνα Κρήτη (τέτοια έλεγε και τον κάνανε πλατεία), ενώ ως ορθοβύζα φαντάζεται άλλος ποιητής και την μάνα Ελλάδα μας (παράδ. 4). Αλλά δεν περιγράφω άλλο, τον λόγο έχουν οι ποιητές!

  1. Από την «Οδύσσεια» του Νίκου Καζαντζάκη:

Μα πήρε το πικρό παράπονο την κράχτισσα ορθοβύζα·
πώς έτσι, Θε μου, δίχως θλίψη πια την παρατούν, σα να 'χε
κιόλας χαθεί η δριμιά της μυρωδιά που ξάγκριζε τους άντρες·
πεισμάτωσε και σύντριψε με οργή στα ροδοπάλαμά της
το φιλντισένιο κρίνο που έλαμπε στου κόρφου τη ρουφήχτρα. (Δες).

  1. Κρήτη
    Ποίημα του Λορέντζου Μαβίλη (1860-1912)

Σειρήνα πρασινόχρυση, με μάτι
σαν της αγάπης, με λαχτάρας χείλια,
αχτιδομάλλα, ορθοβύζα, με χίλια
μύρια καμάρια και λέπια γεμάτη,

τραγούδι τραγουδάς μες τη ροδάτη
κατάχνια του πελάου, και στην προσήλια
του αγέρος πλατωσιά και στα βασίλεια
της γης πνοή το σέρνει μυρωδάτη :

«Σαν το γάλα της Αίγας Αμαλθείας
θρέφει θεούς και το φιλί μου εμένα.
Ελάτε να χαρείτε μες της θείας

αγκαλιάς μου το σφίξιμο ενωμένα,
πρόσφυγες της Ζωής, δώρα άγια τρία·
θάνατο, αθανασία κ΄ ελευτερία».

Περιοδικό Γράμματα, Τόμος 2, αρ. 13 (1913) (Δες).

  1. Γιάννης Σκαρίμπας, Ο καπετάν Σουρμελής ο Στουραίτης:

«Σαν μιά κολώνα ολόχρυση, ολόρθα βυθισμένη, θάμοιαζε η αναβρική φεγγοβολιά του μες στη θάλασσα.
Κι ανάμεσα του –φάντασμα λευκό νυχτερινό– η Αννίκα η ορθοβύζα.
Θεέ μου !
Άμπουλας σκοτεινός, στιλπνός, τα μαλλιά της, θα χύνονταν –μαύρη νεροσυρμή και κύμα– πα στη μαρμάρινη ασπράδα των δυό ώμων της και γυμνά όπως στ' αγάλματα θα της κρεμόντουσαν τα χέρια, θ' ασπρολογούσαν οι παχουλές φούσκες των δυό μπράτσω της». (Δες).

  1. Κωστας Βαρναλης, Ποιητης-χ.ν.κουβελης
    ΣΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ-ΦΑΛΛΙΚΟ
    κι αν ειναι να γιομισει απ'ακρου σ'ακρη
    η χωρα η ελληνικη γονιμους θεους
    το κοτσονατο κριαρι τον φαλλο-ισοκρατη Πριαπο
    το γαιδουρι το βαρβατο.
    Αξιον Εστι η Γεννα!Παναξια!
    η Ορθοβυζα Πλαση μου Ελλαδα (Δες).

  2. Να τη βλέπουν να ταρναρίζη ορθοβύζα τα στήθια, να τρεμουλιάζη τα μαστάρια πλαδαρά· να σιγοκλή ηδονικά, φλογισμένα τα βλέφαρα· (Δες)

  3. Το νου σας όμως, τσιμουδιά, να ’χετε εχεμύθεια
    διότι οι γυναίκες μας δεν είναι κουτορνίθια.
    Και προπαντός η Δέσποινα μην τύχει και το μάθει
    γιατί μετά θα υποστώ του λιναριού τα πάθη.
    Αν μάθει ότι ψάχνομαι για νέα κι ορθοβύζα
    είναι ικανή το ¨επίμαχο¨ να κόψει απ’ τη ρίζα.
    (Λιγότερο διάσημος αλλά επίσης εμπνευσμένος ποιητής εδώ)

Ε, να μην βάλουμε κι ένα μύδι σαν παιδιά κι εμείς... (από Khan, 13/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκουγκλίζω ή γουγλίζω: κάνω αναζήτηση στο Διαδίκτυο χρησιμοποιώντας την μηχανή αναζήτησης Google.

Πρόκειται, λοιπόν, για λιγότερο χρησιμοποιούμενα πλην υπαρκτά συνώνυμα των γκουγκλάρω και γουγλάρω. Μάλιστα το άρθρο εδώ παρουσιάζει το γκουγκλίζω ως την ελληνική μεταφορά του ρήματος to google (έχουν ενδιαφέρον και οι μεταφορές σε άλλες γλώσσες), ενώ εδώ και εδώ βρίσκουμε μια διαπραγμάτευση του διλήμματος ή τριλήμματος μεταξύ των γκουγκλάρω, γκουγκλίζω και γκουγκλεύω.

Το Google στο σλανγκρ: γουγλάρω, γκουγκλάρω, γούγλης, γόογλε / γούγλε, γούγλε γούγλε, δεν υπάρχει ούτε στο γκουγκλ.

  1. με γκουγκλιζω κι εγώ περιόδικώς.. για να σιγουρευτώ για την ύπαρξή μου..:):) (Το ουέμπ σας και μια λίρα).

  2. τα πραγματα που γκουγκλιζω τετοια ωρα εχουν τη λογικη ορεξης παρανοικης εγκυου. (Εδώ).

  3. Παρακείμενος: γεγούγληκα ή περι(παρα)φραστικώς: γουγλικώς έχω
    (Γκουγκλάρω, γκουγκλίζω ή γκουγκλεύω)

  4. πριν διαβασω ενα βιβλιο, κυριως γυναικας, τη γουγλιζω μεχρι τελικης πτωσεως......ανακριση κανονικη! Ποια εισαι, κυρα μου, απο πουθε ερχεσαι, τι ειδες, τι σπουδασες, τι αγαπησες, τι μισησες, τι δεν αντεξες; Τι σε πονεσε;
    Πες μου ποια εισαι, για να δω αν θα πιστεψω αυτο που εχεις να μου πεις...... (Εδώ).

(από Khan, 17/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα πιασίματα ή ψωμάκια, δηλαδή τα λίγα περιττά κιλά στην γυναικεία περιφέρεια ή σε άλλα στρατηγικά σημεία, από τα οποία μπορεί να κρατιέται ο άντρας στην διάρκεια του σεχ, ώστε να είναι σε καλύτερη ισορροπία.

οι χοντρες(60-80 κιλα) εχουν γαμολαβες, οπως λεγονται, αλλα αυτα ειναι γουστα εννοειται (από το zoo.gr)

Kar(i)olina Kurkova, love handles με την καυλύτερη των εννοιών. (από Khan, 21/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τοίχος στο Facebook λέγεται και έτσι με ας πούμε λίγο πιο μάγκικη και / ή υποτιμητική διάθεση.

Σόρι κιόλας για τις οφτοπικιές στο ντουβάρι σου, αλλά το θέμα που έθεσες μου θύμισε ιστορίες που με πονάνε...

(από Khan, 23/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι ο νεαρός λαϊκός τραγουδιστής. Από το σεβντάς που σημαίνει την πολυτραγουδισμένη ερωτική λαχτάρα και καημό εκ του τουρκικού sevda.

Βρέθηκα εκτός σπιτικής εστίας. Κουλά. Κοπροσκύλιαζα, η λουμπίνα, γυρνοκοπούσα εδώ κι εκεί. Τραγουδούσε τότε ο σούπερ σεβντοκατές, ο Καζάντζος –μόλις είχε βγει- ένα τραγούδι πονεμένο, «Είμαι ένα κορμί χαμένο, ένας άσωτος υιός», γκραν σουξέ. Μέρα νύχτα δεν τ’ άφηνα απ’ τα χείλη μου. Για μένα ήτανε γραμμένο, θαρρείς. Το τραγουδούσα κι έκλαιγα.

Απ’ το σπίτι μου διωγμένος κι απ’ τον τόπο μου μακριά, στο γκρεμό κατρακυλάω κάθε μέρα πιο βαθιά.

Μπουτ το γουστάρω το λαϊκό τραγούδι, πολύ λατσεύομαι το καημόκουτο. Και πιο πολύ τον Στελάρα, που ήταν τότε ένα σεβντότεκνο μούρλια. (Αποκατέ)

Όταν ο Στελάρας ήταν σεβντότεκνο και λατσότεκνο... (από Khan, 24/12/12)(από Khan, 24/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published