Στα καλιαρντά είναι τα καλιαρντά (ινσέψιο), έτσι δηλαδή λένε οι τζινάβοντες αυτή τη διάλεκτο των ομοφυλοφίλων την ίδια την διάλεκτο. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το εξηγεί με την έννοια ότι τα καλιαρντά είναι ένα δύσκολο αργκοτικό ιδίωμα που μπορεί να ακούγεται εξίσου ακαταλαβίστικο στον αδαή όσο και τα λατινικά, σε φάση it's all Greek to me, που λένε οι Άγγλοι. Μπορεί να υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Βαθιά λατινικά είναι τα πιο δύσκολα καλιαρντά.

Βαβέλιασα βαθιά λατινικά και ετρούσκα για να γροικάει η τζασλή να κάμει σολοφλόκιασμα. (Από το μπουντουσουμού).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καλοκαίρι με την ευρεία έννοια της καλοκαιρίας που μπαίνει μέσα στο φθινόπωρο διαψεύδοντας (δεν τον χάλασε) τη φούρια κάθε καλοχειμωνάκια να το κηρύξει νεκρό. Με τη στενή έννοια, γαϊδουροκαλόκαιρο είναι καλές μέρες μέσα στον Οκτώβριο γύρω από την εορτή του αγίου Δημητρίου, ή ακόμη και μέσα στον Νοέμβριο. Σαν να λέμε μια υποτιθέμενη σειρά ημερών που κάνει παραδόξως λατσοτέμπα στην καρδιά του φθινοπώρου, αντίστοιχα με τις Αλκυονίδες μέρες τον Ιανουάριο. Με την ευρεία σήμερα, γαϊδουροκαλόκαιρο είναι κάθε εντυπωσιακή καλοκαιρία, και με καύσωνες ακόμη, μέσα στο φθινόπωρο, όπως τώρα καλή ώρα.

Ως προς την προέλευση, πιθανόν είναι αυτό που φαίνεται. Φανταζόμαστε το καλοκαίρι σαν ένα πεισματικό γάιδαρο ή μουλάρι να τα έχει στυλώσει και να μη φεύγει, προς μεγάλη απογοήτευση των καλοχειμωνάκηδων. Εκτός αν παπαρετυμολογώ και υπάρχει κάποια πιο προσγειωμένη, λ.χ. λαογραφική εξήγηση της ονομασίας, την οποία αγνοώ.

Στα αγγλικά λέγεται Indian summer ή été indien που λέει κι ο Joe Dassin (γαλλικά).

Στα ελληνικά, το βρίσκω στην Αριάγνη του Στρατή Τσίρκα, σε ένα συγκινητικό απόσπασμα, που περιγράφει το πώς αυτοί που θα φύγουν από ένα μέρος (όπως λ.χ. οι Αιγυπτιώτες Έλληνες) μπορούν να μεταφέρουν τα υπάρχοντά τους, αλλά δεν μπορούν να πάρουν μαζί τους την αγάπη τους για τον τόπο, και για ένα ζενεσεκουά που περιλαμβάνει μυρωδιές, το γαϊδουροκαλόκαιρο, εμπειρίες, αναμνήσεις...

Τη λεκάνη και τα εικονίσματα μπορείτε να τα πάρετε. Ακόμα και το τραπέζι με τον κίτρινο μουσαμά. Και την Ουρανίτσα την ίδια μπορείτε να τη στείλετε αλλού. Μα τη νύχτα μέσα στο γαϊδουροκαλόκαιρο, το φως της ασετυλίνης, τους δρόμους και το βουητό του μαχαλά, τα σπασμένα τζάμια και τις μεγάλες φωτισμένες γυάλες με το πράσινο και το κόκκινο νερό, το λαχάνιασμα του Γιούνες, το χαμόγελο του γιατρού, αυτά όλα θα μείνουν πίσω, δεν κλείνονται σε βαγόνια. Και δίχως αυτά τι παίρνετε μαζύ σας; Τίποτα!

Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962, σ. 115

Άλλα παραδείγματα:

  1. Τα ημερομήνια έδειξαν «γαϊδουροκαλόκαιρο», το φεγγάρι είναι όρθιο, όπως και το ηθικό σου και τα αστέρια διάκεινται ευνοϊκά απέναντί σου. (Εδώ).
  2. Βέβαια θα έρθει το γαιδουροκαλόκαιρο του αϊ-Δημήτρη, δεν ανησυχώ, θα γιορτάσουμε κι εμείς μετά βαϊων, κλάδων, τυμπάνων, οργάνων και μαγεροκοπημάτων. Θα σας καλέσω, εντάξει. (Εδώ).

Και λίγο ξενόγλωσση μουσική:

Doors L'été indien

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ένα διπλόμουτζο που το κάνουν οι πατούσες σου στο ταβάνι βασικά σε μία περίσταση: Όταν κάνεις ιεραποστολικό σεξ ως ερωμένη/ος κι έχεις ανοίξει τα πόδια σου τόσο ώστε οι πατούσες σου να είναι φάτσα κάρτα με την οροφή. Αν έχεις τσιτωθεί πολύ απ' το σεχ φανταζόμαστε κιόλας τα δάχτυλα να ανοίγουν σαν επιδεικτική διπλόμουτζα ταρίφα ένα πράμα.

Ωσεκτουτού η έκφραση λέγεται για να περιγράψει με ποιητικό ευφάνταστο τρόπο ότι κάποιος κάνει σεξ ως ερωμένη/ος. Περαιτέρω δηλώνει μια πλήρη αυτοπαράδοση κι αυταπάρνηση τ. "με τα πόδια ανοιχτά, όλα τα περιφρονώ" ή ενίοτε και μια ορισμένου είδους μοιρολατρία. Η έκφραση βεβαίως έχει ενδιαφέρον όταν τη λέει γυναίκα ή γκέι πανηγυρίζοντας την εν λόγω κατά-σταση ή νοσταλγώντας/ επιθυμώντας την σε στυλ λουγκρητίας του Αρκά κ.τ.ό.

Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για τη μόνη εγγυημένη μέθοδο ταβανοθεραπείας.

  1. Διαολεμένα κλισέ... Είναι μερικές φράσεις που δεν αντέχω να τις ακούω. Ανεβάζω νευροπίεση, τεταρταίο πυρετό, τρελαίνομαι, βγάζω φλύκταινες, παθαίνω αμόκ, χολέρα κι έμπολα μαζί! Παράδειγμα: Πες μου τι σου κάνω. Ειλικρινά, μόνη μου είμαι σ' αυτή την κατάσταση και μουτζώνω με τις πατούσες το ταβάνι; Σα να λέμε, από τσαντίλα για τον ιστό αράχνης που ανακάλυψα στη γωνία στο γύψινο λίγο πριν με πάρει ο ύπνος; Εσύ δεν ξέρεις τι μου κάνεις; Ρωτάς από έλλειψη αντίληψης, πλούσιου λεξιλογίου, από εγκεφαλική βλάβη που σου άφησε για κουσούρι μια μνήμη χρυσόψαρου ή λόγω πάθησης στα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου που σε καθιστά ανίκανο να κάνεις αντιστοιχία λέξη με κατάσταση; Ξέρω, ξέρω βρε, για καμιά ξενέρωτη με περάσατε; Το ρωτάει γιατί του αρέσει να το ακούει... αλλά παρόλα αυτά, παραδεχτείτε το... Ακόμα κι έτσι όμως το ίδιο γελοίο ακούγεται, και ο πειρασμός να απαντήσεις "ειλικρινά κι εγώ την ίδια απορία έχω τόση ώρα" είναι μεγάλος! (Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιγραφούσα γυνή).
  2. Όποιος θέλει να δει τη Τζούλια να μουτζώνει με τις πατούσες το ταβάνι (προς το παρόν) πρέπει να πληρώσει είτε 15 ευρώ στα περίπτερα είτε 12 στο site του Σειρηνάκη. (Εδώ).
  3. Του Κοέλιου τα εννιάμερα! (σ.ς.: ανάλυση μισητών ατακών του Πάουλο Κοέλιο). -"Λοιπόν σε αγαπώ γιατί όλο το σύμπαν συνωμότησε να με βοηθήσει να σε βρω" -Έχω βλενόρροια Παυλάκη, πες του σύμπαντος να συνωμοτήσει να μου δώσεις καμιά πενικιλίνη γιατί άμα με πηδήξεις θα σου ξεκολλήσει και θα σου πέσει στο πάτωμα. Αυτό με το σύμπαν είναι τόσο απύθμενη μοιρολατρική παπάτζα που απορώ πως υπάρχει κόσμος που εν έτει 2013 το θεωρεί μεγάλη φιλοσοφία. Αλλά βέβαια, δε μπορούμε να καταφέρουμε τίποτα μόνοι μας. Δε μπορούμε να αντισταθούμε σε καμιά δυσκολία μόνοι μας. Ψάχνουμε πάντα να βρούμε μια φούστα να κρυφτούμε από κάτω, κάτι να μην έχουμε ευθύνη για τίποτα. Ε τώρα βρήκαμε το σύμπαν. (Που μεταξύ μας, μη σοκαριστείτε όμως, δε δίνει δεκάρα για σένα, αλλά φυσικά υπερφίαλο πλάσμα θεωρείς ότι είσαι τόσο σημαντικό που θα ασχολείται ολόκληρη συμπαντάρα με το πως θα μουτζώνεις το ταβάνι με τα πόδια το σαββατοκύριακο). (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά σημαίνει μιλάω ξένη γλώσσα ή τζινάβω μυημένη διάλεκτο σε τζιναβωτούς. Προφάνουσλυ από τη βιβλική ιστορία με τον πύργο Βαβέλ που αρχίσανε για πρώτη φορά οι άνθρωποι να μιλάνε ξένες γλώσσες σύμφωνα με τη Βίβλο κι έγινε μια κατάσταση Βαβέλ.

Βαβέλιασα βαθιά λατινικά και ετρούσκα για να γροικάει η τζασλή να κάμει σολοφλόκιασμα. (Απ' το Μπουντουσουμού).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολοπαίγνιο με τις λέξεις συλλαλητήριο και αλήτης. Χρησιμοποιείται είτε 1) από όσους ενοχλούνται από τα συλλαλητήρια και θεωρούν τσουβαλιστί ότι ένα συλλαλητήριο δεν είναι τίποτα άλλο από μια μάζωξη από α) αλήτες μπαχαλάκηδες στη χειρότερη ή β) συλλαλητήριους στην καλύτερη, είτε 2) για να δηλώσει α) μία μάζωξη από ασφαλήτες που προσποιούνται το συλλαλητήριο ή β) ένα αντιδραστικό κόντρα-συλλαλητήριο από μπάτσους, ή γ) από Αγανακτισμένους Πολίτες, ή δ) απλώς από δυνάμεις της Δεξιάς και της Συντήρησης που κόντρα-διαδηλώνουν ενάντια σε ένα προοδευτικό αίτημα.

  1. Η ΣΧΟΛΗ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙ ΚΛΕΙΣΤΗ ΓΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΣΤΟ ΣΥΝΑΛΗΤΗΡΙΟ. (Εδώ).
  2. Γιατί εάν αριστερά αποκαλείς το ΚΚΕ, ε! τότε τρέξε να βρεις κανά συναλητήριο να κάψεις καμμιά σημαία. (Εδώ).
  3. Κάθε φορά που ο λαός καλείται σε συλλαλητήριο στο Σύνταγμα η Αστυνομία προσκαλεί συναλητήριο από τα Εξάρχεια. (Εδώ).

Σύγκρινε με: συναλητήρια, είσαι ο κρότος, συλλαλητήρια.

Η Ελένη Λουκά είναι ένα συναλητήριο μόνη της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά πρώτον, μια σημασία μάλλον νέας κοπής είναι το νησί, όπου ένα ζευγάρι πάει και κάνει τον γάμο του, κατά κανόνα σε θερινούς μήνες, έτσι, για το φολκλόρ, χωρίς να έχει κάποια ιδιαίτερη σχέση με το νησί που να δικαιολογεί κάτι τέτοιο. Γιατί το γαμονήσι είναι το νέο γαμοχώραφο. Συνήθως το κάνουν: α) Πολύ πλουσιέξ, γιατί μπορούν, και γιατί θέλουν να δώσουν μία χλιδαία νότα επίδειξης. β) Ψαγμένοι και χιπστεράδες (με ευρεία έννοια) που ψάχνουν ερ-emo-νήσια να παντρευτούν για τα μαγικά τοπία και την εξπήριανς. γ) Ορισμένες φορές, όλως αντιθέτως, νεόπτωχοι, οι οποίοι θέλουν να αποφύγουν τα έξοδα του τραπεζιού με τους συγγενείς και πάνε σε ένα ερημικό γαμονήσι να παντρευτούν εκεί σε πολύ στενό κύκλο και η τσιγκουνιά να περάσει και ως άποψη.

Βεβαίως, πρόκειται για λολοπαίγνιο με τα συγγενή γάμος (το μυστήριο, ο θεσμός) και γαμάω, όπως και τα γαμοχώραφο, γαμοβάφτιση, γαμοβάπτιση, γαμιτζής, γαμίστας, γαμοβιντεάς (και βοηθός). Καθώς και στα υπόλοιπα, μπορεί να παίξει και με τη σημασία της βρισιάς (βλ. παράδειγμα).

  1. - Έχουμε που έχουμε τα κάπιταλ κοντρόλζ, πρέπει και να κουβαληθούμε στο γαμονήσι που παντρεύεται ο ξάδερφος! - Πού παντρεύεται; - Αντίπαρο. - Σε χαλούλου; - Αν μας κάνανε και τα έξοδα διαμονής καθόλου, αλλά πρέπει να μαζεύουμε εξήντα εξήντα τα Ευρώ για να κλείσουμε δωμάτιο. Πέρα από το δώρο τους.
  2. Εγώ θα έρθω να κρατάω το πέπλο της νύφης σε όλα τα γαμονήσια που θα πας! (Από μέσο κοινωνικής δικτύωσης).

Για την κατηγορία των πλουσίων, καλά γαμονήσια είναι, νομίζω, η Σαντορίνη και η Αντίπαρος. Για τους ψαγμένους τα Κουφονήσια. Καλά γαμονήσια είναι και τα κοντινά στην Αθήνα, όπως η Κύθνος, που παίζει και στις τρεις κατηγορίες, ή τελείως κοντά η Αίγινα. Από τον γούγλη μαθαίνω ότι τρελό γαμονήσι είναι και οι Σπέτσες. Φαντάζομαι και η Ύδρα και ο Πόρος. Από την άλλη ουδέποτε έχει γίνει γάμος στην Ίφκινθο (μάλλον είναι ελευθεροσχεσίτες εκεί κιέτσ')

Στις Σπέτσες αυτό το Σαββατοκύριακο είχε εφτά γάμους! Φτώχεια, μιζέρια! Νέα μορφή τουρισμού; Τα γαμονήσια. Αποδείξεις έκοψαν στο νησί; Τις φορολογικές δηλώσεις των νιόπαντρων να τις κοιτάξουμε λίγο; Και των κουμπάρων! (Εδώ).

Από τον περίφημο γάμο της Κατερίνας Παπουτσάκη στα Κουφονήσια

Γενικότερα, βεβαίως, με το γαμονήσι βρίζουμε κι ένα οποιοδήποτε νησί. Λέγεται πολύ από κωλοφάνταρα που κράζουν Λάθος Ήταν Μάνα μου Να Ορκιστώ Στρατιώτης και περιμένουν την απολήμνωση, από φοιτητάμπουρες και μετανάστες για το νησί, από γιατρούς που κάνουν αγροτικό ή δασκάλους σε ακριτικά νησιά, από όσους δεν συμπαθούν τους κουμπάρους κ.ά.

  1. Πρωτα ο θεος μακαρι να μπορεσω να παω στο γαμονησι... δεν εχω παει ποτε..και να γυρισουμε με κανα απιστευτω εισητηριο για τους 8... βαλε το χερι σου παναγια μου. (Αναφορά στην Αγγλία στο Μπου).
  2. Και μας λένε καλαμαράδες, θες διαβατήριο για να πας στο γαμονήσι τους, δεν μας χωνεύουν γενικώς, ρε ουστ. (Από έτερο μπουρδελοσάιτ).
  3. Exo akousei diafora alla den tha kathiso na diafimiso tis pustares. Na pesei keravnos na to kapsei to gamonisi. (Βρίζοντας ένα αδερφονήσι).

Μια τρίτη σημασία, ασθενή βεβαίως και όχι παγιωμένη, την οποία βρήκα στο γούγλη, είναι το νησί όπου πάει κάποιος με ειδικό σκοπό να γαμήσει ή να γαμηθεί. Τα γαμονήσια είναι σε αυτήν την περίπτωση νησιά, που θεωρείται ότι θα είναι πιο εύκολο να κάνεις κάτι σαν one night stand up comedy που λέει κι ο Χαλικούτης ή μια αγάπη για το καλοκαίρι στάσου, μύγδαλα! κιετς. Ευτυχὠς ή δυστυχώς, γίνεται και σε εμάς σεξοτουρισμός σε μια εποχή όπου έχουμε γίνει τα γαμονήσια της Ευρώπης.

  1. Οι περισσότερες γυναίκες που χρησιμοποίησαν την εφαρμογή Travelling Woman.com, επέλεξαν την Ελλάδα για να τα φορέσουν στους συζύγους τους. Νούμερο ένα προορισμός είναι η Σαντορίνη για τις παντρεμένες που θέλουν να ζήσουν περιπέτειες με άγρια ελληνικά μωρά και στην λίστα ακολουθούν σαν «γαμονήσια» η Μύκονος, η Κρήτη, οι Σπέτσες, η Ύδρα, η Ίος, η Πάρος και η Νάξος πρόσφατα. (My Lady).
  2. Να ήταν κανένα πιο μεγάλο νησί, να τον έπαιρνες τον άνθρωπο, να τον πήγαινες στο ξενοδοχείο σου και να γίνονταν τα Κουφονήσια γαμονήσια κανονικότατα. Όταν όμως θα είναι και η παρέα σου σε απόσταση αναπνοής δεν γίνεται δεν γίνεται… Ενώ αν ήσουν στη Σαντορίνη, για παράδειγμα, τους έλεγες "πάτε εσείς στα Φυρά, εγώ έχω πονοκέφαλο σήμερα", θα έφευγαν, θα έμπαζες το τεκνό στο δωμάτιο και θα ήξερες ότι πριν από 2ωρο δεν θα επέστρεφαν να σε πιάσουν να φασκελώνεις το ταβάνι με τις πατούσες. (Gay Profusion).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που το ότι συχνάζει σε κωλόμπαρα έχει καταστεί ένα σημαντικό μέρος της ζωής του. Ο κωλομπαρόβιος ψάχνει στα κωλόμπαρα σεχ, έστω υπό τη μορφή φραπέ ή χουρού, ή και ως φουλ μπριζόλα (στην καυλύτερη περίπτωση), ψάχνει όμως και γυναικεία συντροφικότητα υπό τη μορφή πουτού. Αυτοί που είναι πραγματικά κωλομπαρόβιοι (εκτός αν έχουμε να κάνουμε με γεροντόπαιδα με χαμηλή αυτοεκτίμηση) συνήθως είναι μεγαλύτερης ηλικίας αντάρηδες θαμώνες ζαχοπουλάδικων που λόγω μοναξιάς ή αποξένωσης στη συζυγική ζωή ξεβράζονται στο vivere periκωλομπαροsamente.

  1. Ως πεπειραμένος μακροχρόνια κωλομπαρόβιος έχω να πω άπειρα: Μου έχουν πάρει πίπες, έχω πηδήξει, έχουν παίξει ισπανικά cumshots, facials, ανατάξεις πέους από βίαιες παλινδρομήσεις, αλληλοαυνανισμοί δικοί μου και κωλομπαρούς ταυτόχρονα και γενικά τα πάντα!! Σε πρωτάρα (πρώτη μέρα στη δουλειά) έχω τύχει που της εξηγούσα τι κάνουν στα prive και γενικά τον έρωτα, τηλέφωνο έχω πάρει κι έχω βγει για καφέ με κωλομπαρού και μια φίλη της (!!) και γενικά όλα είναι πιθανότητες... Από την άλλη μεριά, σε ποσοστό πλέον γύρω στο 40%, γιατί όσο περνάνε τα χρόνια αποκτάει κανείς πείρα φυσιογνωμιστική, οι prive χοροί είναι ένα άνευρο κρυανάλατο νερομπούλι χωρίς πολλές φορές το ματζαφλάρι να σηκώνεται καν. Οι δε απλοί χοροί δεν αξίζουν καν τον κόπο, εκτός αν είσαι παρθένος αφγανός απ'το βουνό και δεν έχεις πιάσει ποτέ γυναικείο κώλο. (Από το Μπου).
  2. Να σου κάνει ανάλυση ο μέσος Έλλην μπορδελάκιας/ κωλομπαρόβιος για τα πόδια των Ουκρανάιζερ, τα γλυκόλογα των Ρωσίδων, το ξελόγιασμα της Ρουμάνας, την αλαβάστρινη επιδερμίδα και τα μάτια της Λευκορωσίδας, να πάθεις την πλάκα της ζωής σου. Ακούς εκεί λέει δεν έχουμε δουλέψει με ξένους (Εδώ).
  3. Ο Τεστοστερόνης μπουρτζόβλαχος κωλομπαρόβιος, με το που βλέπει την "Μ" και καταλαβαίνει ότι είναι γυναίκα απομακρύνεται. Δεν του αρέσουν μάλλον οι γυναίκες. (Από το Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυρίως χρησιμοποιείται εντός του σχήματος γνωστού αγνώστου ως τα σκατώνω, το οποίο σημαίνει ότι αποτυγχάνω εντελώς σε μία κατάσταση και την κάνω κυριολεκτικά σκατάσταση, δηλαδή μια κατάσταση σκατά, κώλος, θάλασσα, μπουρδέλο. Μπορεί δηλώνει μια αίσθηση ολικής αποτυχίας, όταν κάποιος λ.χ. αποτυγχάνει σαν γονιός, σαν σύζυγος, σαν σχέση, σαν πολιτικός, σαν εκπρόσωπος μιας ιδέας κ.τ.ό.

  1. Με αλλα λογια...ο καθένας είναι υπευθυνος για τις επιλογές του... Kαι δεν του φταιει κανένας άλλος αν τα έχει σκατώσει.. (Πχόρουμ).
  2. Νομίζω πως ο αλγόριθμος "αλλάζω κόμμα δικοματισμού, τα σκατώνω, αλλάζω αρχηγό, αλλάζω κόμμα δικοματισμού, τα σκατώνω, αλλάζω αρχηγό ...." δείχνει περίπου τι θα γίνει κι αν αλλάζουν και τα πρόσωπα. Θα αλλάζουν προφυλακτικό και θα σε ξαναπηδάνε... (4 Τροχοί).
  3. Το πρόβλημα για τον μυστακοφόρο δημαρχοσυνδικάλα Πάρι μέχρι σήμερα, ήταν η ολοκληρωτική ανυπαρξία φωτογραφιών ή οποιουδήποτε ντοκουμέντου που να αποδεικνύει ότι ο Τσίπρας συναντήθηκε με δυο από τα πιο πλούσια κούγκαρ του πλανήτη. Από σήμερα, το πρόβλημα του καμαριού της Κοζάνης είναι ο τρόπος με τον οποίο θα διαχειριστεί την επική κωλοτούμπα που αναγκάστηκε τελικά να κάνει, χωρίς να τα σκατώσει ακόμα περισσότερο. (Luben, Η υψηλή τέχνη της κωλοτούμπας).
  4. Κάθε γενιά είναι αναπόφευκτο να επινοήσει νέους και ευφάνταστους τρόπους για να τα σκατώσει στο θέμα του σεξ. (Vice).
  5. Χριστέ, οι παπάδες σου τα έχουνε σκατώσει. (Στίχος από τραγούδι του Νίκου Καρβέλα).

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με έναν πιο ενεργητικό τρόπο, όταν ρίχνω σκατό, λεκτικό σκατό εννοείται, σε κάποιον. Βασικά, όταν α) τον βρίζω βάναυσα, κάτι σαν ένα σκατοψύχι αλλά σε ζωντανό ένα πράμα, ή β) τον λασπολογώ, συκοφαντώ, ή γ) τον επιπλήττω, ξεχέζω.

  1. ΣΚΑΤΩΝΩ ΤΟΥΣ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥΣ. ΜΗΝ ΜΟΥ ΠΕΙΤΕ ΟΤΙ ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΕΡΙΞΕ ΤΗ ΧΟΥΝΤΑ… ΑΛΛΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ. ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΕΓΙΝΕ ΤΟ 1973….ΚΑΙ Η ΧΟΥΝΤΑ ΕΠΕΣΕ ΤΟ 1974. (Μακελειό).
  2. (Φαντάρος πάει να μπει στους θαλάμους και τον προλαβαίνει άλλος)
    - Σειρά πρόσεχε, είναι πάνω ο στρατοπεδάρχης και σκατώνει κόσμο! - Ωχ, τον πούλο τον τρεχάτο! (Παράδειγμα απ' το σλανγκρ).

Παράγωγα: ανασκατώνω, ξεσκατώνω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κλαμπ που παίζει ελληνικά κομμάτια. Είναι μία μέση λύση (για άλλους χρυσή, για άλλους όχι the real thing) ανάμεσα αφενός στα κλαμπάκια με ξένα και αφεδύο στα μπουζούκια, που είναι ακριβά και ενίοτε ασύμφορα. Ένα άρθρο εδώ εξηγεί πολύ καλά την ανάπτυξη, εξέλιξη και το ρόλο που βαράει το ελληνάδικο, και θα παραθέσω κάποια κομμάτια για να μπούμε στο κλίμα.

Τα ελληνάδικα κρατάνε το clubbing ζωντανό. Η χρυσή τομή ανάμεσα στα club και τα μπουζούκια βρέθηκε και αρέσει και σε πάρα πολύ κόσμο απ’ ό,τι φαίνεται. Προσπάθησε να θυμηθείς λίγο την εξέλιξη των ελληνικών τραγουδιών στα club της πόλης. Το πώς δηλαδή έφτασαν τα ελληνικά από μία μικρή παρανυχίδα στο πρόγραμμα των club να φτάσουν να αποτελούν το ίδιο το club. Με τα μπουζούκια και τις μεγάλες πίστες σε ύφεση, υπήρχε ένα κενό που έπρεπε να καλυφθεί. Και φαίνεται ότι τα ελληνάδικα έχουν βαλθεί να πάρουν την πίτα της νύχτας μπροστά τους και να την μοιραστούν μεταξύ τους. Εν αρχή ην το 15λεπτο. Αυτό ήταν και τίποτα παραπάνω στα club των 90ς. Μια δεκαπεντάλεπτη σφήνα ήταν τα ελληνικά στο πρόγραμμα των club και μάλιστα όχι όλων των club, εκεί γύρω στις 3-4 η ώρα και με τον κόσμο να χρειάζεται αυτή την έκλαμψη τσιφτετελιού για να ξεδώσει λίγο. Στα mainstream club το δεκαπεντάλεπτο δεν άργησε να γίνει μισάωρο και ύστερα δύο μισάωρα με πολλούς από τους θαμώνες που στοιβάζονταν αδιάφορα στα τραπέζια κουνώντας το πολύ λίγο τα γόνατά τους στα house ακούσματα, να τινάζονται κραδαίνοντας χέρια στον αέρα ως άλλοι πολεμοχαρείς σε κάθε σουξέ. Δεν θα άκουγες πολλά ελληνικά. Ή τουλάχιστον αυτά που θα άκουγες θα ήταν κάποια remix σε λαϊκά τραγούδια ώστε να μην ξεφεύγουν πολύ από το πρόγραμμα. Λες και η αλλαγή από Moloko σε Γονίδη θα ήταν ομαλή επειδή το Καταιγίδα είχε γίνει remix. Αλλά ο Έλληνας το ήθελε το λαϊκό του εκεί ανάμεσα στον Spiller και τους Masters at Work. Ήθελε να χορέψει το «Κάτι» της Γαρμπή, να τραγουδήσει το «Σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο» της Βανδή, να μερακλώσει και λίγο με μια uptempo εκδοχή του «Φεύγω» του Γιώργου Μαζωνάκη. [...] Τα ελληνάδικα που ήρθαν για να μείνουν. [...] Γιατί το ελληνάδικο προσφέρει ακριβώς αυτό. Το «μεράκλωμα» ενός μμπουζουκτζίδικου χωρίς την υψηλή ταρίφα και τις μαρτυρικές καρέκλες στα τραπέζια. Πλέον έχεις τον καναπέ σου. Και την μπάρα σου αν είσαι τύπος που θα κάτσει στην μπάρα. Ναι, οκ, το δέχομαι ότι είναι μεγάλο πλήγμα να μην βλέπεις τον καλλιτέχνη επί σκηνής. Αλλά δεν πειράζει. Τον έχει δει μια φορά και φτάνει. Κι άλλωστε ακόμα και στα μπουζούκια πόση ώρα έχεις πια το βλέμμα σου στην σκηνή; Τα ελληνάδικα σού δίνουν αυτό το ποτ πουρί που θες από τα ελληνικά τραγούδια. Γιατί ναι, η καλύτερή σου φάση ακόμα και σε live εμφανίσεις δεν είναι όταν ο καλλιτέχνης επί σκηνής τραγουδάει τις μεγάλες δικές του επιτυχίες. Η καλύτερή σου φάση είναι εκεί στις 4 το πρωί όταν αρχίζει να λέει τραγούδια άλλων, πιο λαϊκά, πιο διασκεδαστικά. Το ελληνάδικο σου επιτρέπει να τα σπάσεις με όλους σου τους αγαπημένους καλλιτέχνες. Να το γυρίσεις από Πάολα σε Ρέμο κι από Μαζωνάκη σε Παντελίδη. [...] Την θέλει την τέχνη του να είσαι dj ελληνικών κομματιών με την τόση ασυμφωνία μελωδιών και χαρακτηριστικών. Κι αυτά τα remix που τώρα αποθεώνεις στα ελληνάδικα κάθε βράδυ, όταν τα έφτιαχνε εδώ και τόσα μα τόσα χρόνια ο Νίκος Χαλκούσης, τα θεωρούσες απλά και δεδομένα. Τα ελληνάδικα ανθίζουν. Και φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Σε όποια περιοχή κι αν είσαι έχεις την επιλογή σου. Β’ Παθολογική στο κέντρο, το Boutique Ελληνάδικο στη Φιλελλήνων, το Φροντιστήριο στη Δάφνη, το Ola Ελληνικά, το Απλά Ελληνικά και το Συνεργείο στα Νότια, το El Greco στο Κολωνάκι και το Έντεκα και Κάτι στο Μαρούσι. [...] Όχι, δεν θα πεθάνουν τα μπουζούκια. Δεν γίνεται να πεθάνουν τελείως. Και νομίζω ότι η τωρινή τους κατάσταση είναι το χείριστο σημείο. Κάτι σαν τις αθλητικές εφημερίδες που νιώθεις ότι είναι απλά πάρα πολλές και πρέπει κάποιες να κλείσουν για να υπάρξει υγεία. Έτσι και με τα μπουζούκια. Δεν με νοιάζει. Ας μαζευτούν όλοι σε ένα πρόγραμμα. Ας μείνουν ανοιχτά τα πολύ μεγάλα μαγαζιά κι ας έχουν μια dream team να τραγουδάει. Να νιώθεις ότι τα 30 σου ευρώ θα πιάσουν τόπο γιατί το πάρτι θα έχει πολλούς οικοδεσπότες επί σκηνής. Μέχρι τότε ο κόσμος θα είναι στα ελληνάδικα. (Εδώ).

Άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  1. καλημέρααα φίλη μου!! Πήγα βέβαια.. είμαι με 3 ώρες ύπνο, άστα πήγαμε σε ελληνάδικο μετά, 20 ώρες στο πόδι!! Ήταν τέλεια! (Από το Ινσταγκράμι).
  2. Πήγαμε σε Ελληνάδικο "ΑΣΤΕΡΙΑ" στο οποίο δεν κάτσαμε καθόλου στις καρέκλες!!! Όλη την ώρα στην πίστα ήμασταν!! (Εδώ).
  3. Σάββατο βράδυ πήγαμε την πήραμε και πήγαμε σε ένα ελληνάδικο. Εκεί γινόταν ο χαμός από κόσμο. Χορεύαμε και κάποια στιγμή ένιωσα ένα χέρι να χουφτώνει τον πούτσο μου. Γύρισα και είδα την Βάσω να μου πιάνει τον πούτσο ενώ η Σοφία είχε πάει τουαλέτα. -«Τι κάνεις εκεί ρε Βάσω;» (Η συνέχεια στο X-stream).

Πολύ δευτερευόντως, μπορεί να χαρακτηρίσει εστιατόριο με ελληνική κουζίνα ή ό,τι ελληνικό, λ.χ. ραδιοφωνικό σταθμό με ελληνικά τραγούδια, αλλά είναι τριτοτέταρτες σημασίες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το θηλυκό του Ελληναράς. Το καταχωρίζω αυτονόμως, γιατί νομίζω ότι έχει τη δική του αυτόνομη σλανγκική ζωή.

Κατ' αρχήν, είναι πολύ πιο σπάνιο από τα Ελληνάρας και Ελληναράς. Κατά δεύτερον, η έρευνα που έκανα στον γούγλη μου έδειξε ότι εντέλει σπάνια έχει σημασία αντίστοιχη με το Ελληναράς, δηλαδή σχετικά σπάνια σημαίνει την εθνικίστρια υπερπατριώτισσα. Και περισσότερο όταν παρατάσσεται με το Ελληναράς στην ίδια πρόταση.

Χαρά και ανακούφιση σε όλους τους Ελληναράδες και Ελληναρούδες από άκρη σε άκρη της Επικράτειας.... Από το ΛΑΟΣ μέχρι το ΚΚΕ. (Βιβλίο ΣΤ' Δημοτικού τέλος!).

Συνηθέστερα δηλώνει ό,τι και τα Ελεεινίδα, Ελλεεινίδα, Ελλεηνίδα, δηλαδή την Ελληνίδα με κάποιες ειδικές θεωρούμενες (σεξιστικώς τε και εθνοφαυλιστικώς) παθολογίες της. Από αυτήν την άποψη είναι πιο κοντά στο Ελληνάρας παρά στο Ελληναράς. Ελληναρού μπορεί λ.χ. να είναι η συχνάζουσα στα Ελληνάδικα. Το βρίσκω με μια ουδέτερη σημασία σε ομώνυμο άζμα:

Ελληναρού ελληναρού είσαι γυναίκα παντός καιρού. (Σε αντίθεση με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, άζμα του Θανάση Πύθουλα)

Ελληναρού

Συχνότερα δηλώνει μια Ελληνίδα με θεωρούμενα (σεξιστικώς και εθνοφαυλιστικώς) ως αρχετυπικά ελαττώματα: Λ.χ. είναι τεμπελληνίδα, κατίνα, κακομαθημένη, κερατώνει τον άντρα της, είναι ζηλιάρα, έχει όλες τις ορμόνες φερτηκαρταρεκαργιόλη, νυφουλίνη, πονοκεφαλίνη, τηλεφωνίνη κ.τ.ό., είναι καλοβλαμμένη μικροαστή και πετάει ανάλογες ατάκες ή ελεεινή βουπού πλουσιέξ ή καγκούρω μπουρναζογκόμενα, σε κάθε περίπτωση ή τριτοδεύτερη ή τελευταία.

Κλασσικές αχαΐρευτες Ελληναρούδες.... Να είναι τυχαίο που όλες τους είναι χωρισμένες; (Σχόλιο στο βιντεάκι πιο κάτω).

Ελληναρούδες στη Μύκονο

Και οι πατροπαράδοτοι ελληναράδες λεβεντομαλάκες του 95%, που πουλάνε πνεύμα και ηθική στη γυναικούλα τους και μετά πάνε στη Ρωσίδα υπάρχουν διότι υπάρχουν και οι αντίστοιχες ελληναρούδες ξινο-κατίνες του 95% που πουλάνε πνεύμα και ηθική στον αντρούλη τους και μετά πηδιούνται με τον γείτονα. (Τριαντάρα μπλόγκσποτ).

Ενίοτε χρησιμοποιείται υβριστικώς χωρίς να προσδιορίζονται περαιτέρω τα χαρακτηριστικά της βρισιάς.

Προς πατσαβουρα αριστεροκεντρωα εκσυγχρονιστρια σημιτικια, παλιοκαργια σε ειδα σημερα στη νεριτ στο πρωινο, εκμεταλλευση για ψηφους εσκουζες η ορθοδοξια και τα λειψανα σου εχω πει και σε σενα καργια και στις αλλες καρακατσουλες ευπορων προαστειων ελληναρουδες ευρωπαιες μουστογριες καρακαξες 150 χρονια μωρή λινάτσα η αριστερα σου τι αλλο κανει απο το να εκμεταλλευεται τα προβληματα του εργατη και του φουκαρα ΓΙΑ ΨΗΦΑΛΑΚΙΑ? (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified