Σαρδαμισμός-παραλλαγή του "μεταλαμπαδεύω". Η διαφορά βρίσκεται στην κυριολεκτική σημασία κατά την οποία πλέον δεν δίνουμε φως αλλά πασάρουμε τη μπάλα. Μεταφορικά εννοείται το ίδιο, σου μαθαίνω μπαλίτσα, σου κάνω πάσα γνώση.

-Έχω ραντεβού με την Δανάη σήμερα και δε ξέρω που να την πάω για φαγητό.
-Να μαγειρέψεις σπιτι, ψητό σολωμό με πατάτες και καμιά σαλάτα με ρόκα,ραπανάκι,παρμεζάνα και καρύδια.
-Όχι ρε θέλω να την εντυπωσιάσω, θα την πάω σε κάνα καλό εστιατόριο να γουστάρει.
-Άκου ρε λελέ την Ποπάρα, σου μεταμπαλαδεύει γνώση και εμπειρία μπας και φορτώσεις άχρηστε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύπουλο κόλπο που χρησιμοποιείται σε αθλοπαιδιές ή πάσης φύσεως συρράξεις με σκοπό την απώλεια ισορροπίας και συνακόλουθη πτώση του αντιπάλου (=να φάει τα μούτρα του ο καργιόλης).

Όπως βλέπουμε στο βιντεάκι του πρώτου παραδείγματος, το σκαμνάκι εκτελείται:

1) συνεργατικά, με τον ένα εμπλεκόμενο να αντιμετωπίζει κατά πρόσωπο τον στόχο και να τον σπρώχνει προς τα πίσω, ενώ ο συνεργάτης του χώνεται ανακούρκουδα πίσω από τον στόχο. Ο τελευταίος υποχωρεί από τη δύναμη του σπρωξίματος, χάνει την ισορροπία του καθώς τα γόνατά του βρίσκουν στο σώμα του συνεργάτη και πάρτο κάτω ανάσκελα το χαϊβάνι.

2) Κατά μόνας, που είναι και πιό δύσκολο κατά τα φαινόμενα. Ο γράφων δεν έχει προσωπική εμπειρία, αλλά απ' όσο καταλαβαίνει πρέπει να εκτελείται σε φάση καταδίωξης, με τον καταδιωκόμενο να έχει στο σβέρκο του την καυτή (και πιθανώς βρομερή) ανάσα του διώκτη. Απαιτείται απόλυτη ψυχραιμία και τέλειο τάιμινγκ για να πετύχει (χωρίς να φάει καμιά φονική κλωτσιά ή γονατιά στο κρανίο) το ξαφνικό κουβάριασμα του σώματός του μπροστά από τον διώκτη που, με τη φόρα που έχει, σκοντάφτει πάνω στο υποψήφιο θήραμα, απογειώνεται και ολοκληρώνει την προσπάθεια με μια μεγαλοπρεπή χύμα με τα μούτρα στον δρόμο.

Αν και ο γράφων έχει σχετικές αναμνήσεις από τα παιδικάτα του (=τα άλλα τα κωλοπαίδια το κάνανε), δε βρίσκει παρά λίγες γκουγκλιές. Θυμάται όμως πολύ καλά πατρική διήγηση περί ενός οικοδόμου που στις διαδηλώσεις για το Κυπριακό το 1955 έκανε ένα επιτυχημένο σκαμνάκι τύπου 2 σε χωροφύλακα που τον καταδίωκε, με άκρως εντυπωσιακά αποτελέσματα (=επιστρέψτε στην παρένθεση της πρώτης παραγράφου και προσθέστε αμμοχάλικο στο οδόστρωμα, άφθονο αίμα, εκτεταμένες εκδορές, μώλωπες, οιμωγές και γογγυσμούς. Διακοσμήστε κατά βούληση με χριστοκάντηλα και γαμοσταυρίδια).

Α, όλα κι όλα, δολοφονίες ανέχομαι, βιασμούς ανέχομαι αλλά σκαμνάκι, φίλε, δεν ανέχομαι.

Συνεργατικό σκαμνάκι εδώ (από το 8:40)

ΟΤΑΝ ΕΝΑΣ ΠΑΙΚΤΗΣ ΜΕ ΠΡΟΘΕΣΗ [...] ΒΑΖΕΙ ΤΡΙΚΛΟΠΟΔΙΑ Ή ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΒΑΛΕΙ ΤΡΙΚΛΟΠΟΔΙΑ Ή ΚΑΝΕΙ ΣΚΑΜΝΑΚΙ ΜΠΡΟΣ Ή ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΑΝΤΙΠΑΛΟ [...] ΘΑ ΤΙΜΩΡΕΙΤΑΙ ΜΕ ΑΜΕΣΟ ΛΑΚΤΙΣΜΑ ΚΑΙ ΕΑΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΘΑ ΔΙΝΕΤΑΙ ΑΜΕΣΟ ΕΠΑΝΟΡΘΩΤΙΚΟ ΛΑΚΤΙΣΜΑ (ΠΕΝΑΛΤΙ).

εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πνίγω γκολ. Αφορά τον τερματοφύλακα που δέχεται τέρμα που κανονικά θα μπορούσε να είχε σώσει και η παραπληγική γιαγιά του.

Συνήθως από υπερβολική σιγουριά. Καμιά φορά σε κάνει να αναρρωτιέσαι αν είχε πρόθεση και το είχε παίξει στοίχημα σε κάποια χώρα της Άπω Ανατολής.

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ το γκολ που «έπνιξε»! (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Τεχνικὸ χτύπημα τῆς μπάλλας μὲ τὴ μύτη τοῦ παπουτσιοῦ, ποὺ στέλνει τὴ μπάλλα ἐκεῖ ποὺ θέλει ὁ παίκτης καὶ συνήθως αἰφνιδιάζει τοὺς ἀντιπάλους. Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα τὸ γκὸλ τοῦ Ρονταλντίνιο στὸν ἀγῶνα Τσέλσυ-Μπαρτσελόνα (8 Μαρτίου 2005), ὅπου πρὶν σουτάρει μὲ τὸ μυτάκι, κάνει τὴ μοναδικὴ προσποίηση "σβήνω τσιγάρο μὲ τὴ σόλα".

Γκολάρα Ροναλντίνιο

"Τύποις" προέρχεται ἀπὸ τὸ μύτο, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ὅμως "οὐσίᾳ" ἀπέχει "παρασάγγας". Εἶναι ἡ διαφορὰ τοῦ παιχταρᾶ , τῆς παιχτούρας ἀπὸ τὸν ἄμπαλο, τὸν τσουρουκά.

Ἀφοῦ ἔκανε δυὸ προσποιήσεις σὰ νὰ σβήνει τσιγάρο μὲ τὴ σὸλα, σούταρε μὲ τὸ μυτὰκι κι ἔστειλε τὴ μπάλλα στὴν ἀπέναντι γωνία, μὲ τὸν Τσὲχ νὰ μὲνει ἄγαλμα!

Καμμιὰ σχέση μὲ τὸ ψάρι μυτάκι, χιόνα ἤ οὔγαινα ( Diplodus puntazzo) τῆς οἰκογενείας τῶν σαργοειδῶν.

μυτάκι, χιόνα ἤ οὔγαινα

Ἐπίσης καμμιὰ σχέση μὲ τὴ θαυμάσια τραγουδίστρια τοῦ δημοτικοῦ καὶ τοῦ ρεμπέτικου Γεωργία Μηττάκη. Στὸ ἐξαιρετικὸ κλέφτικο ποὺ ἀκολουθεῖ, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐρμηνεία της, μποροῦμε ν' ἀπολαύσουμε καὶ τὸ ὑπέροχο κλαρίνο τοῦ Γιώργου Ἀνεστόπουλου (ἠχογράφηση τοῦ 1939).

Μὲ γέλασαν μιὰ χαραυγὴ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάλλον ψιλο-καινουργιοφανές ρήμα που σημαίνει αίρω μια τιμωρία, τις συνέπειες που έχει, δηλαδή, μια ποινή μετά την επιβολή της, π.χ. τον αποκλεισμό από κάτι. Η λέξη βρίσκει νόημα κυρίως εκεί που γίνεται λόγος για τιμωρία που λήγει πριν την κανονική ή αναμενόμενη έκτιση αυτής, ή της οποίας οι συνέπειες απαλύνονται, ή όταν ενδιαφέρει να βρεθεί τρόπος να γίνουν αυτά. Ξετιμωρία, θα λέγαμε, είναι μια τιμωρία που ψευτο-εκτίεται.

Επιβεβαιωμένες χρήσεις

α) σε αθλητικά συμφραζόμενα, που ακούγεται κατά κόρον (πολλά γουγλοπαραδείγματα) όταν ένας παίκτης παίρνει επίτηδες κάρτα για να συμπληρώσει τον αριθμό που προβλέπεται και να τιμωρηθεί με αποκλεισμό στον επόμενο αγώνα και να μην διακινδυνέψει να λείψει από επερχόμενο, πιο κρίσιμο αγώνα.

Εκτός των τριών πόντων που πήρε η ΑΕΛ στην αναμέτρηση με την Αναγέννηση Γιαννιτσών είχε και την ευκαιρία να «ξετιμωρήσει» τρεις παίκτες της. Ντίνο Σέρεμετ, Αποστόλης Σκόνδρας και Δημήτρης Χασομέρης εξέτισαν την αγωνιστική της ποινής του ελέω τεσσάρων κίτρινων καρτών και τίθενται στη διάθεση του Τίμου καβακά για την εκτός έδρας αναμέτρηση με τον Ολυμπιακό Βόλου.
Πηγή

Ο Θόδωρος Ζαγοράκης είχε αποσπάσει την περασμένη Πέμπτη την προφορική δέσμευση του Σοφοκλή Πιλάβιου [...] να εκδικάσει την υπόθεση των γεγονότων του αγώνα Κυπέλλου ΠΑΟΚ- ΑΕΚ. Του έδωσε αυτή την υπόσχεση ο ψηλός γιατί φάνηκε ότι κατάλαβε πως είναι υποχρεωμένη η επιτροπή της ΕΠΟ να εκδικάσει την υπόθεση εγκαίρως [...] Πόσω μάλλον από τη στιγμή που έφτασε πρόσφατα στο σημείο να “σπάσει” την αργία του Σαββάτου, μόνο και μόνο για να ξετιμωρήσει τον Μιραλάς και να του επιτρέψει να παίξει με τον Ολυμπιακό στο Χαριλάου [...]
Πηγή

β) από ταρίφες οι οποίοι, αν κατάλαβα καλά λαθρακούγοντάς τους, έχουν βρει το διάολό τους με ψιλο-αυτόματα συστήματα διεκδίκησης κούρσας κλπ και προφ κάνουν πράγματα που δεν πρέπει (τι είδους δεν ξέρω), το σύστημα τους τιμωρεί, μετά τους ξετιμωρεί ή "ξεχνά" να τους ξετιμωρήσει και τα παίρνουν στο κρανίο κλπ κλπ

- Και παίρνω τηλέφωνο και λέω γιατί δε με ξετιμώρησε...
- Κανονικά έπρεπε μόνο του να σε ξετιμωρήσει...
- Ναι, δεν ξέρω γιατί δε με ξετιμωρεί...[*]

(συγγνώμη για το παραπάνω φανταστικό παράδειγμα, μου έκανε απλά εντύπωση η λέξη αλλά δεν κατάλαβα περισσότερα).

Αλλά φαντάζομαι η λέξη έρχεται ψιλοαυθόρμητα και σε άλλα πλαίσια και χώρους που το %$@#@#$ νεοφιλελέρικο smart σύστημα μας κάνει να κυνηγάμε την ουρά μας με συστήματα επιβράβευσης, τιμωρίας κλπ αναξιοπρεπή ακόμα και για χιμπατζήδες (ουπς, ξέφυγα, συγνώμη, ναι, η ατιμωρησία είναι κακό πράμα).

Χρησιμοποιείται κι αλλού; Παρακαλώ συμβάλετε αν γνωρίζετε.

[*] Όπως βλέπουτε, η αδικιολόγητη μη άρση μιας τιμωρίας οδηγεί σε μαθημένη αβοηθησία, μαύρη απελπισία να το πούμε πιο απλά. Αλλά ας αφήσουμε τα συμπεριφοριστικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αθλητική σλανγκιά για είδος αριστοτεχνικού σουτ ή πλασέ που περνάει πάνω από παίχτες και καταλήγει ακριβώς εκεί που θέλει ο μάστορας. Σλανγκίζεται κι ως σκαφτό, λόμπα, καντήλι και —στην υπέρτατα καγκουριάρικη μορφή του— λαμπρέτα.

Φυστικά παίζει και σε άλλα αθλήματα (μπάσκετ, μπιλιάρδο, κ.ά.)

1. Ψηλοκρεμαστό από τη σέντρα!!! Τα είδε όλα ο γκολκίπερ!

2. Το ψηλοκρεμαστό τακουνάκι του Ενγκμπακότο

Ψηλοκρεμαστός και με την κακή έννοια (από σφυρίζων, 03/04/13)Ψηλοκρεμαστή βάζει φωτιά στην Λεωφόρο. (από σφυρίζων, 03/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες σκαφτού:

  • Στη μπάλα: είδος περίτεχνου ψηλοκρεμαστού σουτ από μικρή απόσταση: ο παίχτης κλωτσάει την μπάλα από πολύ χαμηλά, ωσάν να «σκάβει» το χόρτο.
  • Στο μπιλιάρδο: είδος πικέ όπου ο παίχτης χτυπά την μπίλια κάθετα με τη στέκα έτσι ώστε να εκσφενδονιστεί πάνω από τις μπίλιες του αντιπάλου με (συχνά) παράπλευρο θύμα την τσόχα (ασίστ: johnblack, βλ. παράδειγμα 2).
  • Έγχορδο οργανάκι του οποίο το βυζί «σκάβεται» από ένα κομμάτι ξύλου (συνήθως μπαγλαμαδάκι ή τζουράς).

    Αατα.

1. 39΄: Με ωραίο σκαφτό σουτ από το ύψος του πέναλτι ο Ζιώγας «έγραψε» το 2-0.

2. Υπάρχει επίσης και το σκαφτό χτύπημα ή σκαφτή: χτυπάς την άσπρη (στο αμερικάνικο βιλιάρδο συνήθως) με τέτοιο τρόπο ώστε να σηκωθεί στον αέρα, υπερπηδώντας τυχόν εμπόδια (μπίλιες του αντιπάλου) και να χτυπήσει το χρώμα που θες. Εννοείται πως σκαφτό παίζει μόνο σε συνοικιακά σεφαιριστήρια και πιο πολύ για το τζερτζελέ. Δε στέκει σαν επίσημος κανόνας. Το σκίσιμο τσόχας δύσκολα αποφεύγεται.

3. - Αφου υπαρχει σκαφτος μπαγλαμας και σκαφτος τζουρας, γιατι δεν υπαρχει και σκαφτο μπουζουκι; (η μηπως υπαρχει και δεν το ξερω;)
- Αν θυμάμαι καλά, το παλαιό μπουζούκι με την επιγραφή «ΑΚΡΟΝΑΥΠΛΙΑ» που ανήκει στη συλλογή Ηλία Πετρόπουλου στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη είναι σκαφτό. Το όργανο είναι πάρα πολύ βαρύ. Νομίζω πως αυτός μπορεί να είναι ένας αποτρεπτικός παράγοντας για σκαφτό μπουζούκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στο υπερστιλάτο ιταλικό πραπρά και υπέρτατο φετίχ των Mods, αλλά στην θεαματικότερη ίσως ποδοσφαιρική καγκουριά έβερ: στην ντρίμπλα λαμπρέτα.

Πρόκειται για ελιγμό όπου ο ντριμπλαδόρος εκτινάσσει την μπάλα από πίσω του και πάνω από το κεφάλι του αμυντικού σε τροχιά 360° που θυμίζει ουράνιο τόξο. Η λαμπρέτα είναι φιγουρατζίδικη και γαμάουα αλλά - φευ! - περιορισμένης αποτελεσματικότητας και ωσεκτουτού συναντάται κυρίως σε δρόμικα παιχνίδια και λιγότερο σε επαγγελματικούς αγώνες.

Αγγλιστί: rainbow kick, γαλλιστί coup du sombrero.

1. Ο ποδοσφαιριστής της Ιντερνασιονάλ «άδειασε» τον αντίπαλο αμυντικό με την λεγόμενη ντρίμπλα «λαμπρέτα» αλλά στην συνέχεια στάθηκε άτυχος καθώς το πλασέ που επιχείρησε βρήκε στο δοκάρι.

2. «Κακιά συνήθεια» έχει γίνει στον Λεάντρο Νταμιάο η ντρίμπλα «λαμπρέτα». Ο Βραζιλιάνος άσος βρήκε την ευκαιρία να προσφέρει θέαμα στο φιλικό της Βραζιλίας με την Αργεντινή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλεφάντειος ρήση που αναφέρεται σε ενέργεια που έπιασε υψηλή απόδοση. Η φράση έχει ποδοσφαιρική καταγωγή (για πλασέ του Δημήτρη Σαλπιγγίδη απέναντι στον Ολυμπιακό) όμως πλέον χρησιμοποιείται ευρέως για κάθε ενέργεια που κατάφερε να προκαλέσει πλήγμα στον αντίπαλο σε επίπεδο ισοπέδωσης και εξευτελισμού, πλέκοντας ταυτόχρονα το εγκώμιο του εκτελεστή.

- Τον γάμησε ο Ομπάμα τον Ρόμνεϊ στο ντιμπέιτ! Του είπε ο άλλος ότι η Αμερική έχει λιγότερα πλοία από το 1917 και ο μαύρος απάντησε «όπως και άλογα και ξιφολόγχες, γιατί ο πόλεμος έχει αλλάξει». - Πέτσωμα κανονικό.
- Τι να πω; Κίνηση μεγάλου παίχτου…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το χώρο του ποδοσφαίρου, σημαίνει το να ντριμπλάρω κάποιον, να τον κάνω χαζό. Ο όρος καθιερώθηκε από τον Νίκο Αλέφαντο. Πράγματι, δεν είναι σπάνιες οι φορές που έχουμε ακούσει τον εν λόγω προπονητή να περιγράφει εξαιρετικά ντριμπλαρίσματα με τις φράσεις «τον ζωγράφισε», ή «τους ζωγράφισε όλους», ή «τον εζωγράφισε» κλπ.

Παρ όλ' αυτά ο όρος χρησιμοποιείται και για το κατσάδιασμα, η το μπινελίκωμα. Λέμε, π.χ. «άσε τον φώναξε ο γενικός και τον ζωγράφισε». Ουσιαστικά, όμως, πρόκειται για την ίδια λειτουργία, καθώς και στις δυο περιπτώσεις έχουμε επιβολή της υπεροχής με μη προσχηματικό, αλλά μάλλον με κραυγαλέο τρόπο.

  1. - Πω, ρε μαλάκα. Είδες πώς τους πέρασε όλους;
    -Τους ζωγράφισε.

  2. - Τι σου είπε η Μαίρη; Τσαντισμένη την άκουσα.
    - Άσε, με ζωγράφισε και είχε και δίκιο. Είχαμε ραντεβού χθες και την έστησα.

Νίκος Αλέφαντος (από panos1962, 12/11/09)Ο Πελέ "ζωγραφίζει" (από panos1962, 12/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified