Το μπραζίλιαν είναι το νέο κι απείρως πιο καβλιάρικο στρινγκ, η χαρά του κωλάκια.

Αφήνοντας κάποια κρίσιμα τετραγωνικά εκατοστά στην νοσηρή μας φαντασία, καθίσταται τα μάλα κωλακευτικότερο για τους γλουτούς από οποιαδήποτε συμβατική στρινγκαδούρα.

Αγαπάμε Βραζιλία.

1.
Έφερε πανικό στην παραλία η Ελεονώρα Μελέτη… κρεμασμένη ανάποδα φορώντας μαγιό μπραζίλιαν! (ΦΩΤΟ).

2.
Φορώντας ένα μπραζίλιαν μαγιό σε κόκκινες αποχρώσεις και ένα λευκό πουκάμισο, κατάφερε να κάνει τα αρσενικά να αναστενάζουν και τις γυναίκες να ζηλεύουν.

3.
Η σέξι δημοτική σύμβουλος με μπραζίλιαν μαγιό! Διαβα΄στε περισσότερα στο sportdog.gr

4.
Για κάθε χοντρή με μπραζίλιαν που φασώνεται παθιασμένα στη θάλασσα, υπάρχει μια ντίβα, χωρισμένη, ανορεξική απ' έξω που την καταριέται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερτούμπανο είναι το νέο θεόμουνο (ή ακόμα και θεόμουνο): το αψηλό, γυμνασμένο, γραμμωμένο κι έκφυλο ούμπερ-τούμπανο νέας κοπής. Κάνει και τα τρένα ακόμα να εκτροχιάζονται.

Εκφέρεται και για υπεργαμάτα αντικείμενα πόθου, π.χ. κωλοφτιαγμένες μηχανές.

1.
Αποκάλεσε την Φαίη Σκορδά «υπερτούμπανο»! Δείτε πως αντέδρασε η παρουσιάστρια!

2.
Το «υπερτούμπανο»! Η Nicolette Shea είναι νέα, κορμάρα, κούκλα (πωλείται και ως παιχνίδι – δείτε δεξιά στις φωτογραφίες), και με το θεϊκό ύψος της που ξεπερνάει το 1 μέτρο και 80 εκατοστά...

3.
«New Entry»...μελός μας, με νεο «υπερτούμπανο»...αξιοτιμο και γνωστο μελος του Βόρειου κλιμακίου εν Ελλαδι...αποφασισε να προχωρησει σε αγορα «βρωμόγκαζου ...ζούπερ/ντούπερ» μοτέρ .... εισαγωγη απο Γερμανια ... , με πάμπολλες παρουσίες σε πολλές πίστες, ......από πρώην αγωνιζόμενο που σταμάτησε να τρέχει λόγω ηλικίας !

4.
Υπερτουμπανο Νιντζα 250. Σιγουρα απο SS 600 εχει 2 δισοφρενα αν τα ειδες.... Το Ohlins πισω το ειδατε;; Και το ψαλιδακι - κοσμημα;

"Το υπερτούμπανο-φίλη/ξαδέρφη της νύφης… Όλες μα όλες οι νύφες του κόσμου έχουν και μία καλεσμένη φίλη/ξαδέρφη που τραβάει τα βλέμματα των αντρών καλεσμένων..." (από σφυρίζων, 01/09/14)"Αυτό το υπερτούμπανο XRV 750 είναι γνωστού μας συμφορουμίτη!!! Υ.Γ. Δεν περίμενα να είναι τόσο μανιτζέβελο ένα τέτοιο μηχανάκι κ\'όμως με άφησε με το στόμα ..." (από σφυρίζων, 01/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον τέσσερις μεγάλες κατηγορίες:

Πάσα από Δ.Π. - Kilerakias.

Κατηγορία α'

- Είναι και ναζιάρα κορδελιάρα, ε δεν θέλει και πολύ Mr. Green

- Και εσυ εισαι ψευτοκαλλιτεχης, μηχανοραφτης σπουδαρχιδης φαυλος κορδελιαρης.

Κατηγορία β'

- ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ ΠΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦ Την τύχη μου την κορδελιάρα.........

Κατηγορία γ'

- Το είχα ακούσει στο ΟΑΚΑ από αεκτζή ως προσβολή σε βάρος του διαιτητή. Λίγα χτυπήματα στον γκούγκλη
(πάσα από Δ.Π. - Kilerakias)

- Γαμα το παιχνιδι σημερα, αλλα τον Νινη τον εχεις κανει σαν τα μουτρα σου Καραγκουνη ακους;;; Να πηγαινει για το φαουλ και για την τριπλιτσα και την κορδελιαρα μπαλια στο κεντρο σε καποιον πουναι αντε 10μ διπλα του. Καραγκουνη ΕΣΥ φταις

Κατηγορία δ'

- κορδελιασμένη ή χωρίς ;
- κορδελιάρα κορδελιάρα :msn-wink:

Got a better definition? Add it!

Published

Ας αρκεστούμε σε τρεις ορισμούς:

  • Ποδοσφαιρικά, το σκορ μηδέν-μηδέν (παρ. 1,2)
  • Μπουρδελιστί, κωλαράκια που υπόκεινται σε πρωκτικό νταχτιρντί (παρ. 2)
  • Αυτοαναφορικά, αυτά που κερνάει ο μπαμπέσης μπαγαποντοδότης (παρ. 3)
  1. Δίκαια…κουλουράκια. Παρά τις προσπάθειες των δυο ομάδων, το 0-0 παρέμεινε έως το φινάλε του πρώτου μέρους και με λίγες φάσεις μπροστά στις δυο εστίες.
    (Φίλαθλος, εδώ)

  2. -κοντα στο ημιωρο προς το παρων κουλουρακια το σκορ αλλα κουλουρακια δεν γευτηκαμε χτες το βραδυ αν και αρκετοι οι πειρασμοι.
    (Μπουρδελιάρης φίλαθλος, εκεί)

  3. - βάζω διπλό μηδενικό στο λήμμα συσσλανγκιστή, το γνωστό ως «διπλοκούλουρο»
    (Σλάνγκος, παραπέρα)

βρείτε τα ρε modουλέοι! (από MXΣ, 16/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

παπαροτούλι)

Η εσωτερική επένδυση του ανδρικού μαγιού (που μίσεψε) ή αθλητικού σορτσακίου, συνήθως καμωμένη από κάποιο συνθετικό πολυμερές και διάτρητο υλικό, προκειμένου να μην αιωρούνται ή να μην τσουγκρίζουν μεταξύ τους τα καμπανέλια, που όμως αποτελεί τον κύριο λόγο δημιουργίας τοπικών εκζεμάτων (μαζί με την απλυσσά)…

Αν το υλικό είναι καλύτερης ποιότητας (δηλ. στη σπάνια περίπτωση που δεν εισάγεται από κάποια μακρινή Λαϊκή Δημοκρατία), υποτίθεται ότι διευκολύνει την ομαλή εφίδρωση, ώστε να μην ζέχνουν τραγίλα τα αχνίζοντα γκογκόβια, π.χ. ιδίως μετά από ένα κοπιώδες μάτς ποδοσφαίρου το θέρος (εμένα μου λές;)

Εκ του ισπανικού ταυτοσήμου: Huevera (<huevo = αβγό, τομπολίνι).

Ρε συ τι περπατάς έτσι σαν καουμπόης; — Ναι ρε καλά σου λέει, τώρα ξεπέζεψες απ’ τη Ντόλη;
— Τους έφαγες όλους τους Ινδιάνους ρε;
Άει γαμηθείτε μαλάκες, όρεξη έχετε! Μ’ έκοψε το ρημάδι το λάστιχο της αρχιδιέρας…

Σκληρή αρχιδιέρα για μποξέρ (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 29/05/10)Κλαπαρχιδιέρα (από Stravon, 08/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τερατώδης ψευτιά. Απαντάται συχνότερα στον πληθυντικό: φίδια. Πρόκειται συνήθως για ψευτιά που λέει κάποιος όταν θέλει να παινευτεί, να κομπάσει, να το παίξει ιστορία. Υπερθετικός: ανακόντα.

Αν φίδι είναι το ίδιο το ψέμα, η πράξη του ψευδολογείν είναι ακριβέστερα η φιδιά (η λέξη υπάρχει με άλλη σημασία εδώ). Στην πράξη οι δύο όροι χρησιμοποιούνται συχνά αδιακρίτως.

Συνώνυμα:

- δράκος / δρακιά
- αρκούδες / αρκουδιές (μόνο πληθ.)
- μούσι (συνήθως πληθ., μούσια)

Αυτός που αμολάει φίδια είναι ο φιδέμπορας ή φιδίας.

  1. Το πέος και ειδικότερα το μεγάλο πέος. Οι λόγοι της παρομοίωσης πολλοί.

α. Το επίμηκες σχήμα και των δύο (ο πλέον προφανής λόγος)

β. Το φιδοκέφαλο είναι πλατύτερο και παχύτερο από το σώμα του φιδιού, όπως ακριβώς και ο πουτσοκέφαλος σε σχέση με το υπόλοιπο πουλί.

γ. Το δέρμα στην περιοχή του πέους και του οσχέου είναι εκπληκτικά λεπτό, σαν τσιγαρόχαρτο. Δεν υπάρχει λίπος ούτε για δείγμα, εξού και τα πολλά φλεβίδια που διαγράφονται επί του πέοντα. Το ίδιο λεπτό σαν τσιγαρόχαρτο είναι και το δέρμα του φιδιού, το «κουστουμάκι» του όπως λέγεται, που, ανά τακτά διαστήματα, το πετάει και βγάζει καινούριο.

δ. Η μεταξένια αίσθηση που αφήνει στο χέρι το φίδι όταν το χαϊδεύεις και η εξίσου μεταξένια αίσθηση που αφήνει - σύμφωνα με μαρτυρίες - στο στόμα ο πούτσος όταν τον γλείφεις.

ε. Το φίδι τυλίγεται, κουλουριάζεται. Όπως ακριβώς γίνεται με το μεγάλο πέος, και καλά. Οι προσοντούχοι αρέσκονται σε τέτοιου είδους κωμικές υπερβολές, π.χ. «την έχω τόσο μακριά που αναγκάζομαι να την τυλίγω για να βγω έξω» ή «την χρησιμοποιώ και για ζωνάρι άμα λάχει». Οι ίδιες υπερβολές χρησιμοποιούνται και προς χλευασμό των μονίμως κομπορρημονούντων προσοντούχων: «άμα την έχεις τόσο μακριά όσο λες, για δες αν φτάνει και στον κώλο σου!»

στ. Το φίδι, όπως και ο πέοντας, είναι ευλύγιστο και χώνεται σε τρύπες.

  1. Ως μπιλντεράδικη έκφραση, φίδι είναι ο φοβερά γραμμωμένος, ο σφαγμένος ή φέτας, ο οποίος όμως διαθέτει και έναν αξιοπρεπή όγκο (μυική μάζα). Κοινώς, τούμπανο, χάρμα οφθαλμών. Oι λόγοι της παρομοίωσης δύο:

α. Οι σωστοί σφίχτηδες έχουν καταφέρει να λεπτύνουν υπερβολικά τη μέση τους και να ογκώσουν το άνω μέρος του κορμού (στήθος, πλάτη, χέρια). Δες μήδι #1. Στα δε φίδια, ιδίως τις κόμπρες, εκπτύσσεται με εντυπωσιακό όσο και κομψό τρόπο το άνω άκρο του κορμού, που καταλήγει στο κεφάλι. Δες μήδι #2.

β. Στους γραμμωμένους / φετιασμένους τύπους, τα τετραγωνάκια που σχηματίζουν οι κοιλιακοί (πρωτίστως) αλλά και οι υπόλοιποι μύες, θυμίζουν έντονα το φολιδωτό δέρμα του φιδιού. Τα φίδια μοιάζουν να έχουν εξαπάκετο και βάλε... Δες μήδι #3.

1α. - Μαλάκα τι φίδι πέταξε πάλι ο γκιόζης ο Λάμπρος! Είπε πως είχε τη Δήμητρα σπίτι του και της έπαιζε κιθάρα, αυτή καύλωσε και μετά τη γάμησε. Έλεορ!

1β. - Τι αμετανόητος φιδέμπορας είν' αυτός ο Λάμπρος! Χτες καθόταν και μου έλεγε πως έχει πάει με περίπου 300 γυναίκες στη ζωή του. Και να μου περιγράφει και σκηνικά απ' τα γαμήσια. Αυτά πλέον δεν είναι φίδια, είναι ανακόντες αγόρι μου του είπα.

1γ. - Έπρεπε να ήσουν χτες βράδυ που προσπαθούσε ο Λάμπρος να ψήσει τη Χρυσούλα. Την άρχισε πάλι στις γνωστές φιδιές για τον πατέρα του που έχει εκατομμύρια σε καταθέσεις στην Ελβετία...

  1. - Μωρό μου ουάου! Τι φίδι είν' αυτό που έχεις; Και θα μπει μέσα μου τώρα όλο αυτό;

2β. - Πρόσεχε μη λες μαλακίες γιατί θα βγάλω έξω το φίδι και θα σε πουτσίσω...

  1. - Όσο και να κωλοχτυπιέσαι αγορίνα μου στα δικέφαλα και στα κοιλιακά, έτσι φίδι σαν τον Αλεξάκη δε γίνεσαι. Αυτός τραβιέται με τα σίδερα από 15 χρονώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται στο βραζιλιάνικο μπικίνι, το λεγόμενο και 2/3, ή 3/4 (Θα σας γελάσω, γιατί με τα κλάσματα δεν τα πάω καλά από το δημοτικό).

Το συγκεκριμένο καβλωτίκ κυλοτάκι αποτελεί έναν από τους τρεις λόγους λατρείας στο λατινοαμερικάνικο αυτό κράτος! Οι υπόλοιποι δύο, είναι η τέχνη της στρογγυλής Θεάς, και το περήφανο (από άποψη στάσης) όπισθεν περιεχόμενο του εν λόγω αξεσουάρ.

- Βάλε eurosport ρε μπουχεσίδη, που έχεις και βλέπουμε τις national geographic!
- Τι έχει;
- Τελικό ευρωπαικού μπιτς-βόλεϋ γυναικών. Βάλε να δούμε τα βραζιλιάνικα...
- Τι δουλειά έχουν οι Βραζιλιάνες σε ευρωπαϊκό τελικό. ρε κατεστραμμένε;
- Αϊντε άϊντε.... Όλες, βρε βλάκα, φοράνε βραζιλιάνικα κυλοτάκια στο μπιτς. - Ε, τότε αξίζει.... Θα ενημερωθώ για τα του πλανήτη κάποια άλλη φορά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσδιορισμός άσχημης γκόμενας, σύνθετο από τις λέξεις πούτσα και μούρη, συνώνυμο του πατσαβούρα, προερχόμενο από το γνωστό ψάρι κουτσομούρα.

Πέτρος: Πω, πω Νίκο κοιτά ένα μουνί!!!
Νίκος: Τι μουνί ρε Πετράν, σαν πουτσομούρα είναι!!!
Αλέκος: Από τα Δουνέικα θα είναι ρε!!!

Δες ακόμη: αστερίας, γκόμενα-γαρίδα, γκόμενα-μέδουσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το γυναικείο εσώρουχο τύπου στρινγκ, που η πίσω όψη του αποτελείται από λεπτό κορδόνι που χάνεται ανάμεσα στα κωλομέρια.

  2. Η γυναίκα που ανάμεσα στο παντελόνι και τη μπλούζα της διαφαίνεται το πάνω μέρος του εσώρουχού της, είτε είναι τύπου στρινγκ είτε παρεμφερές.

Προέλευση:

Προέρχεται από το όνομα του ποδοσφαιριστή Παναγιώτη Κορδονούρη λόγω προφανούς ηχητικής συγγένειας και ενδέχεται να πρωτοδιαδόθηκε ως όρος από αθλητικό ραδιοφωνικό σταθμό της Θεσσαλονίκης.

  1. ...κάνω που λες στην άκρη τον κορδονούρη με το μικρό μου δαχτυλάκι, παίρνω φόρα και βουρ για το γκρόβερ!

  2. - Σσσσσσσσσσσσσ! Πιάσε ρε μαλάκα ένα κορδονούρη που περνάει...
    - Αυτό δεν είναι σώβρακο ρε φίλε, αυτό είναι μεσινέζα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified