Ποδοσφαιρική έκφραση που δηλώνει την ανεπάρκεια ενός τερματοφύλακα.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στο γράφει το οποίο σημαίνει μπαίνει γκολ (προφ γράφει ο πίνακας του σκορ στο γήπεδο).

Οπότε συνολικά η έκφραση σημαίνει ό,τι σουτ πηγαίνει προς το τέρμα, γίνεται γκολ.

- Πώς τον λένε τον τερματοφύλακα που πήρε ο πρόεδρας ρε συ;
- Πήτερ Ρουφάϊ από τη Νιγηρία.
- Ποδοσφαιρομάνα η Νιγηρία...και τι λέει; καλός;
- Τι καλός ρε, ό,τι πάει μέσα γράφει. Άμπαλος είναι.

κλασσική περίπτωση... (από notheitis, 20/07/12)(από cristoferino, 20/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτική έκφραση συνήθως προς τερματοφύλακα που, παρά τις προσπάθειές του, καταφέρνει να έχει πάντα το τέρμα του γεμάτο, ή και γενικά προς άτομο που δεν μπορεί να πιάσει κάτι εύκολο.

Η κουβέρτα, που ούτως ή άλλος έχει μεγάλη επιφάνεια, κατά το πέταγμά της έχει την τάση να απλώνει και, σε συνάρτηση με το βάρος της, επιβραδύνει αισθητά κάτι που καθιστά το πιάσιμό της σχεδόν το μοναδικό ενδεχόμενο.

Λέγεται όταν το προς πιάσιμο εύκολο αντικείμενο είναι κινούμενο και όχι σταθερό.

Συναντάται επίσης σαν υπερθετικός βαθμός το «δεν πιάνει ούτε βρεγμένη κουβέρτα», αλλά και το λιγότερο γνωστό «δεν πιάνει ούτε μπουφάν».

Συνώνυμα: μανταλάκιας.

  1. Ρε τήταν εκείνος ο Χαπιάς με την Τότεναμ ρε; δεν έπιανε ούτε κουβέρτα! Πάλι καλά που παίζαμε μπακότερμα με Κοντρέρας!

  2. - Και γιατί δεν μου έδινες το περιοδικό χέρι με χέρι;
    - Ένα μέτρο απόσταση είχαμε, που να ξέρω ότι δε μπορείς να πιάσεις ούτε κουβέρτα και θα σου έπεφτε;

Δεν πιάνει ούτε κουβέρτα. (από PUNKELISD, 24/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται πιθανότατα από την τεχνολογία και συγκεκριμένα από την ηλεκτρική σκούπα η οποία, όπως έλεγε η παλιά διαφήμιση, «η σκούπα Philips ρουφάει την σκόνη».

Το ρούφηγμα προϋποθέτει δύο ικανές και αναγκαίες συνθήκες. Την είσοδο αντικειμένου βαθιά εντός μιας κοιλότητας και την ταυτόχρονη παραγωγή ήχου.

Το λήμμα βρίσκει εφαρμογή σε πολλά πεδία της κοινωνικής μας ζωής.

Ποδόσφαιρο: Αναφέρεται σε τερματοφύλακα με ειδική ικανότητα να τρώει γκολ ακόμη και από σουτ που δείχνουν να πηγαίνουν έξω ή από σουτ με κατεύθυνση προς το σώμα του ή γενικότερα σουτ εύκολα αποκρούσιμα.

Όταν κάποιος τερματοφύλακας το ρουφάει το γκολάκι, ακολουθεί ποικιλία απροβλέπτων και διόλου κολακευτικών αντιδράσεων από την εξέδρα. Συνήθως όταν ένας τερμαρής ρουφάει ένα γκολάκι, ρουφάει και δεύτερο καθώς καταρρακώνεται ψυχολογικά. Ο ρούφους τερμαρής ενίοτε κατηγορείται ότι τα έχει αρπάξει από τον αντίπαλο.

Αφροδισιακά: Αναφέρεται στη παθιασμένη γυναίκα που δεν αρκείται στον παθητικό ρόλο, παίρνει την τύχη στα χέρια της, διεκδικεί όλο το μερίδιο της ηδονής και το ρουφάει το πέος (πραγματικό ή αντίγραφο). Σε αυτή την περίπτωση ο παραγόμενος ήχος διαφέρει ανάλογα με την κοιλότητα ρουφήγματος. Ο δε ο φορέας της ρουφούμενης οντότητας, απλά απολαμβάνει το θέαμα και την αίσθηση και δέχεται την όλη κατάσταση αδιαμαρτύρητα. Συνήθως, όταν κάποια ξεκινήσει το ρούφηγμα δεν το σταματάει, φεύγουν οι αναστολές της, το αναζητεί διαρκώς και γίνεται περιζήτητη από τον ανδρικό πληθυσμό καθώς ... τη ρουφήχτρα πολλοί εμίσησαν, το ρούφηγμα όμως ουδείς.

Το λήμμα προϋπήρχε της εφεύρεσης της ηλ.σκούπας, με περιπαικτική όμως και υποτιμητική διάθεση. Βλέπε ρούφα τ' αυγό σου

- Τι έγινε φιλαράκι; Πάλι χάσατε;
- Τι να κάνεις με τον μαλάκα που μπλέξαμε. Δεν είδες πως τα ρουφούσε τα γκολάκια; Άσε φίλε, πιασμένος ήταν.

(από Vrastaman, 11/06/10)ενα φραπε με προυφάν (από perkins, 11/06/10)Ποδόσφαιρο: Τερματοφύλαξ ονόματι Peter Rufai. (από Khan, 12/06/10)Σεξ/ πολιτική: (S)he sucks dick like Hoover! (από Khan, 12/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση ερασιτεχνικού αγώνα αλάνας / γειτονιάς όπου η μία ομάδα έχει αποδεκατιστεί λόγω διαφόρων παραγόντων (διάβασμα, γκόμενα, η μαμά φωνάζει, έξω μετά από Καλινζτάκειο κλάδεμα νίντζα κλπ.), ενώ η άλλη χαίρεται για το ότι μπορεί και σκοράρει με πλεονέκτημα 34 παιχτών.

Η φράση υπήρξε δόκιμη από τους αθλούμενους εφήβους κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του '90. Αναφέρεται ευθέως στον αγώνα-δυσφήμηση της χώρας μεταξύ ΟΣΦΠ και ΤΣΣΚΑ για τα προκριματικά του φάιναλ φορ της περιόδου 1994-95, όπου 5 από τους 10 (τότε) παίκτες της ρώσικης ομάδας δηλητηριάστηκαν με Haloperidol από το αόρατο χέρι του κρόκους, του παντοδύναμου. Αποτέλεσμα η ΤΣΣΚΑ έφτασε να παίζει στον αγωνιστικό χώρο με 3 εναντίον 5.

Παρ' όλα ταύτα ο ανεκδιήγητος γαύρος (και ο πιο ανεκδιήγητος φίλαθλος κόσμος του) πανηγύρισαν δεόντως (δηλαδή χωρίς καμία απολύτως τσίπα) την ανατροπή της διαφοράς των 30 πόντων του πρώτου αγώνα (96-66) και την πρόκριση στο φάιναλ φορ.

- Άντε μαλάκες το διαλάμε!!
- Ναι ρε σεις μείναμε 4 με 6....δεν παίζουμε μπάλα…κορόιδο παίζουμε!! Γαύρος ΤΣΣΚΑ το καταντήσαμε
- ...όχι τώρα ρε πούστη που βάζαμε και κάνα γκολάκι....!!!

(από Abas, 12/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπάλα (στρογγυλή, λόγω σχήματος) και θεά (και καλά), λόγω τού ότι, πολλές από τις δραστηριότητες που σχετίζονται μ' αυτήν, έλκουν μετά μανίας ευρείες μάζες του πληθυσμού που εκδηλώνουν για αυτές ακραία συναισθήματα, συναισθήματα που αρμόζουν σε μια οντότητα, με θεία υπόσταση (π.χ: υπερβολική λατρεία και εκτίμηση, πάθιασμα, ιερό φανατισμό για την ομάδα τους, κλπ).

Κάποιες από τις αναφερόμενες δραστηριότητες είναι:

- μανιώδης παρακολούθηση ματς (στην τηλεόραση, στο γήπεδο, κλπ).

- αθλητική ενημέρωση για σχετικά θέματα (διάβασμα εφημερίδων, παρακολούθηση ενημερωτικών εκπομπών στην τηλεόραση, στο ράδιο, κλπ). Να μη χαθεί οξεία.

- παθιασμένη συζήτηση μεταξύ οπαδών για θέματα που αφορούν αθλητικά ματς, σχολιασμός φάσεων, κλπ.

- ένθερμη συμμετοχή σε αθλητικά ματς (σε γειτονιές, σε γήπεδα, κλπ), με στόχο την ατομική και την ομαδική διάκριση.

  1. Μπορεί, βέβαια, να μην είναι ένθερμη οπαδός κάποιας ομάδας, ωστόσο δεν κρύβει ότι τη μαγεύει η στρογγυλή θεά.
    Δες

  2. Γέροι, νέοι, παιδιά, εσχάτως κι εκατομμύρια γυναίκες, κι όμως θα καταφέρουν να βυθιστούν για 30 ημέρες στη μαγεία της στρογγυλής θεάς, αίροντας συνειδητά κάθε χυδαία εμπορευματοποίηση, πιστοί στη φυσική ομαδικότητα και λαϊκότητα του ποδοσφαίρου.
    Δες

  3. - Αύριο είναι το ντέρμπι των αιωνίων.
    -Κατάλαβα. Την ώρα του ματς, θα νεκρώσουν τα πάντα. Η προσοχή του πλήθους θα στραφεί στις κινήσεις της στρογγυλής θεάς.

(από GATZMAN, 03/05/09)(από GATZMAN, 03/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολόκληρη η φράση είναι «τράβα σπίτι σου να δεις, το μπουρνούζι σου είναι βρεγμένο» και σημαίνει φυσικά ότι ενώ εσύ λείπεις, η γυναίκα σου σε αναπολεί και κάποιος για κάποιο ανεξήγητο λόγο έκανε ντους και φόρεσε και το μπουρνούζι σου.
Κόσμιος τρόπος να πεις σε κοράκι και -κυρίως - στον πλαϊνό ότι η γυναίκα του γαμιέται, χωρίς να τιμωρηθεί και με πρόστιμο η αγαπημένη σου ομάδα. Νομίζω γενικά περιγράφει νίλα από τις λίγες, αν το πάθεις.

(κατά προτίμηση σε επαρχιακό γήπεδο, σε απόσταση διαλόγου με τον πλαϊνό)
- Τι πέτσινο είναι αυτό, για μπάλα πήγε το παιδί ρε! Θα μας το κλείσεις το σπίτι ρε κοράκι... θα βγάλει και κάρτα ο ... ρε τράβα σπίτι σου να δεις, το μπουρνούζι σου είναι βρεγμένο;....θα φύγεις νύχτα ρεεεεεεεεε!

(από Vrastaman, 30/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικά φέρεται να είναι φράση των κλεφταρματολών επί Τουρκοκρατίας που είχε την σημασία ευχής να σε βρει θάνατος από βόλι κατά την διάρκεια μάχης ή συμπλοκής και έτσι να πεθάνεις ένδοξα, το οποίο θεωρείτο καλύτερο από το να επιζήσεις και να ατιμαστείς.

Επίσης «καλό μολύβι».

Το ενδιαφέρον είναι, ότι αν ισχύει αυτή η αρχική ετυμολογία, που είναι η κυρίαρχη, όσο μπόρεσα να ψάξω, έχουμε αλλαγή σημασίας. Η σημασία αρχικά ήταν καλώς να σε δεχτεί το βόλι ώστε να έχεις τίμιο θάνατο, ενώ αργότερα εμπεδώθηκε η πιο ενεργητική σημασία του να ρίχνεις εσύ καλά το (όποιο) βόλι. Πρόκειται δηλαδή για κάτι παρόμοιο με την φράση ραντεβού στα γουναράδικα, που ήταν επίσης μια ατάκα δήλωσης ότι ο ήρωας αψηφά τον θάνατο.

Εν συνεχεία, η έκφραση χρησιμοποιήθηκε για την ψήφο στις εκλογές, καθώς οι ψηφοφόροι έριχναν σφαιρίδια σε ξεχωριστές κάλπες για το «ναι» και το «όχι», οπότε το σφαιρίδιο παρέπεμπε περισσότερο σε βόλι, από ό,τι η σημερινή διαδικασία. Το σύστημα αυτό που ίσχυσε μέχρι το 1911, και το οποίο περιγράφεται εδώ, μας έδωσε και τις εκφράσεις δαγκωτό και μαυρίζω.

Σήμερα ο κρεψινισμός αυτός είναι πολύ συνήθης και για την ψήφο στις εκλογές, αλλά και στη σεξοσλάνγκ ως ευχή για «καλό σεξ», και στη χεζοσλάνγκ ως ευχή για καλό χέσιμο / χεζοβόλι.

Γενικώς, είναι μια ευχή που περιμένουμε να μας πούνε όταν πάμε προς τουαλέτα για νούμερο δύο, ή όταν ανακοινώνουμε ότι θα βγούμε ραντεβού με κρεβατάμπλ φίλη.

Επίσης, όπως φαίνεται από τα γουγλικά ευρήματα, είναι η βασική ευχή στο ιδίωμα των μπουρδελιάρηδων. Και, όπως γράφει και ο Γκατσανήρ στον έτερο ορισμό, χρησιμοποιείται με την σημασία «καλή επιτυχία» σε πολλές περιστάσεις, λ.χ. ακόμα και σε εξετάσεις.

Με περισσότερο κυριολεκτική σημασία χρησιμοποιείται επίσης από κυνηγούς και ψαροντουφεκάδες.

Ας ελπίσουμε να μην ξαναζήσουμε πόλεμο, ώστε να το λέμε πάλι εντελώς κυριολεκτικά, και ότι η χρήση θα περιοριστεί στην όποια κάλπη ρίχνει ο καθένας το βόλι του.

  1. Δήλωση Αντώνη Μανιτάκη: «Πριν από δύο ώρες ξεκίνησε κανονικά η εκλογική διαδικασία. Δήμοι, Περιφέρειες και υπάλληλοι του Υπουργείου Εσωτερικών είναι στη θέση τους. Οι δικαστικοί αντιπρόσωποι βρίσκονται στα εκλογικά τμήματα και δέχονται τους εκλογείς. Όλα βαίνουν κανονικά, όπως είχαν προβλεφθεί και προετοιμαστεί.
    Καλό βόλι σε όλους μας!»

2. Μάθε τι σεξ κάνει το κάθε ζώδιο και… καλό βόλι!

  1. καβαλαει τον βαρδαβουλαρη μου οπου δεν αργησα να καταθεσω....προσωπικα για εμενα αξιζε το 50 ευρω που εδωσα.στα συν της οτι δεν βιαζοτανε!!καλο βολι στους επομενους!!!! (Από μπουρδελοσάιτ)

  2. -Γεια σου Μαρία, και καλό βόλι με τις εξετάσεις αύριο!
    - Σ' ευχαριστώ, Πέτρο, να 'σαι καλά! (Από ανάλυση για los Armatoles y los Kleftes).

Ρίξε το το τιμημένο! (από Khan, 09/11/13)Σύγχρονη χρήση της έκφρασης. (από Khan, 09/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδρώνω τη φανέλα αλλά στον υπερθετικό βαθμό. Όρος δανειζόμενος από την ποδοσφαιρική αργκό των γηπέδων, κατά την οποία ο ποδοσφαιριστής ο οποίος θα παλέψει με δυνατά τάκλιν, σπρωξίματα, διεκδικήσεις για κεφαλιά κι όλα τα συναφή, είναι αυτός που τελικά θα ματώσει κυριολεκτικά, άρα θα έχει ματώσει και τη φανέλα του. Αντίθετα, αυτός που θα είναι «ατσαλάκωτος» θεωρείται ότι έχει συνήθως παθητικό ρόλο στην ομάδα του.

Στην καθομιλουμένη, το να ματώσει κάποιος τη φανέλα χρησιμοποιείται τόσο όταν αναφερόμαστε σε ποδοσφαιριστές που θα τα δώσουν όλα στο γήπεδο, όσο και σε εκείνους που θα προσπαθήσουν με το 100% των δυνατοτήτων τους στη δουλειά, στις γκόμενες και γενικά στους στόχους που θέτουν.

  1. - Βλέπω αυτά τα σαπάκια που έχουμε σήμερα για επίθεση και θυμάμαι τον Κριστόφ Βαζέχα. Μεγάλη μπάλα.
    - Πω ρε Γιάννη, τι μου θύμισες τώρα...τεράστια παικτούρα. Αυτός μάτωνε τη φανέλα για λίγα εκατομμύρια ευρώ, όχι σαν κάτι άλλους που έρχονται τώρα μόνο για τα ένσημα!

  2. - Τι κάνει αυτός; Έχει πάρει πρέφα ότι συμπλήρωσε 60 ώρες δουλειάς στο γραφείο αυτή τη βδομάδα; Τι θα γίνει, θα ξεκουβαλήσει να πάμε για καμιά μπύρα; Έφτασε η Παρασκευή.
    - Δεν υπάρχει ρε, μην ασχολείσαι. Ματώνει τη φανέλα το παλικάρι.

(από HardcoreGR, 30/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ψηλοκρεμαστή μεταβίβαση της μπάλας, που εκτελείται παράλληλα προς το αντίπαλο τέρμα, από έναν ποδοσφαιριστή που βρίσκεται στη μία πλευρά του γηπέδου, σε ελεύθερο συμπαίκτη που βρίσκεται στην απέναντι. Η κίνηση αυτή γίνεται συνήθως όταν ο κάτοχος της μπάλας είναι μαρκαρισμένος. Με την αλλαγή παιχνιδιού σε ελεύθερο συμπαίκτη, η επιτιθέμενη ομάδα προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τους κενούς χώρους της αμυνόμενης.

- Ρε μαλάκα Λουκά, άλλαξε παιχνίδι με τον Νίκο! Είναι αμαρκάριστος απέναντι, δεν τον βλέπεις;
- Sorry κόουτς.

(από HardcoreGR, 06/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Τα κάνω όλα μόνος μου, δίνω τα ρέστα μου, σηκώνω την ομάδα στις πλάτες μου, ζωγραφίζω, κάνω παπάδες, είμαι μια ορχήστρα μόνος μου. Ενίοτε από ανάγκη γιατί κανείς συμπαίκτης μου δεν τραβάει (όλοι τρομπάρουν) και ενίοτε γιατί είμαι μερακλωμένος και γουστάρω. Σημειωτέον, όταν ο παίχτης σολάρει, όλοι κάθονται ανάμερα άουτ οφ ρισπέκτ και ενίοτε τον σιγοντάρουν χτυπώντας παλαμάκια. Α, τώρα που είπα παλαμάκια, ο πραγματικός σολίστας-μόρτης δεν τα σηκώνει γιατί -και καλά- νιώθει ότι τον μετατρέπουν σε σπετάκολο-περφόρμερ, ενώ αυτός την ώρα του σολάζ κάνει κατάθεση ψυχής.

  1. - Ευτυχώς που έχουμε τον καραφλό να σολάρει από τα δεξιά και ας είναι στα τριανταφεύγα του. Μεγάλη παιχτούρα σου λέω - αν είχε και κεφάλι θα έπαιζε στη Ρεάλ.
    - Σιγά το πάγκρεας που ξεθαρρεύτηκε με το τσικό που έχει απέναντι του. Αν ρίξουν πάνω του τον Σολάρι, θα πάψει να σολάρει.

  2. (σε μάθημα σολφέζ)
    - Όταν εγώ στο πιάνο, εσύ σολάρεις. Δυο, τρία, πάμε!

solaris (από allivegp, 15/05/09)Mount Solaro, Capri, Italy (από allivegp, 15/05/09)Santiago Solari (από allivegp, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified