Selected tags

Further tags

Χτυπάω την μπάλα κάτω και αυτή αναπηδάει. Τριπλάρω. Συναντάται κυρίως στην Κρήτη όπου οι μπασκετμπολίστες «μπιστάνε» τη μπάλα. Επίσης πριν από κάθε φιλικό αγώνα ποδοσφαίρου ακούγεται η φράση: «μπιστάει τρεις!», φράση που σημαίνει ότι η μπάλα θα αναπηδήσει 3 φορές χωρίς κανείς να την ακουμπήσει μέχρι την τρίτη αναπήδησή της.

Άλλος ορισμός είναι ότι θα σε πετάξω κάτω. Θα σε δείρω. Συνοδεύεται κυρίως από το πρόθεμα κωλό-, που κάνει την έκφραση ακόμα πιο σκληρή.

  1. - Ρε τον είδες τον ψηλάγκουρα; Πρώτα έκανε βήμα και μετά μπίστηξε τη μπάλα. Βήηηηματα ρεεε!

  2. - Λοιπόν παίδες έτοιμοι; Άντε δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλο. Λοιπόν ξεκινάμε! Μπιστάει τρείς..

  3. - Μαλάκα κάτσε ήρεμα γιατί θα σε μπιστήξω κάτω.
    - Θα μου κλάσεις..
    - Θα σε κωλομπιστήξω λέμε....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά αγαπημένη σλανγκιά της λεβέντικης αθλητικής δημοσιογραφίας, κυρίως στα σίξτις και τα σέβεντις. Σήμερα έχει μάλλον περιπέσει σε ψιλοαχρησία, λίαν αδίκως κατά τη γνώμη μου, δεδομένης της εξαίρετης παραστατικότητας και των μακάβριων/δρακουλιάρικων συνδηλώσεών της. Πιο συγκεκριμένα, αφορά – τι άλλο – το χώρο της Μπάλας (μία είναι η μπάλα και σίγουρα όχι αυτή με τα καυλόσπυρα).

Ο ποδοσφαιριστής που τρώει παιδιά είναι ο παιχταράς, η παιχτούρα, ο μάγος της μπάλας, ο φοβεγός και τρομεγός, ο μέγας μπαλαδόρος, ο οδοστρωτήρας, ο γαμάουερ, αυτός που κάνει παπάδες, που ζωγραφίζει στο τερέν, που ρίχνει ξύλο μεταφορικά και κυριολεκτικά (άσχετο, τι θυμήθηκα τώρα, εκείνο το ξεγυρισμένο μπουκέτο του Κολλιτσιδάκη σε ματς Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού πριν καμιά δεκαριά χρόνια – απευθείας κόκκινη και τον πούλο).
Από καιρού εις καιρόν η έκφραση ξεθαβόταν από το χρονοντούλαπο της (ποδοσφαιρικής ιστορίας) και σε μεταγενέστερα χρόνια, π.χ. ένας κανίβαλος που τελικά αποδείχτηκε γιαλαντζί ήταν ο Ρασίντι Γεκινί, ο νιγηριανός που μας τον φόρεσε στο μουντιάλ του 1994 και μετά τον τσίμπησε ο γαύρος. Ο εν λόγω αραπάκος αποτελεί τυπική περίπτωση μεταγραφικής φούσκας που στην πορεία ξεφούσκωσε, εν μέρει εξαιτίας των υπερβολικών προσδοκιών με τις οποίες είχε επενδυθεί η περίπτωσή του. Και ιδού το συμπέρασμα δια της επαγωγικής μεθόδου: όταν σκάσει κάποιος φορτωμένος με τη φήμη κανίβαλου, οι αυθέντικ κανίβαλοι της εξέδρας είναι σε επιφυλακή για να τον κατασπαράξουν σε ενδεχόμενη διάψευση φημών-αρκούδων που εκτρέφονται εντέχνως από τα λαμόγια τους παράγοντες, που συντηρούν τη μαστούρα / καψούρα / αρρώστια των φανατικών.

- Πώς με κόβεις φέτος, πάω για πρωτάθλημα ντουγρού, έτσι;
- Τι να σου πω, από χαφ είσαι κομπλίτα, στην άμυνα την παλεύεις, θες όμως ένα φορ που να τρώει παιδιά...

Fransisco Goya: Ο Κρόνος τρώει τα παιδιά του. (από Hank, 19/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μποντιμπιλντεράδικες φλέβες. Δέον όπως προφέρονται «φλεβίδγια» (όπως αρχίδια).

Τα φλεβίδια ουδεμία σχέση έχουν με τις φλατ και φλώρικεςφλέβες των κοινών θνητών (ξέρετε, αυτές που χρειάζεται να σφίγγει κανά μισάωρο η νοσοκόμα μ’ εκείνη τη μαλακία για να μπορέσει τις πετάξει λίγο έξω και να σου πάρει αίμα). Μη σας ξεγελά η κατάληξη –ίδια (που παραπέμπει σε υποκοριστικό). Quite the opposite. Τα φλεβίδια είναι διογκωμένα ορμητικά ποτάμια, που διασχίζουν τα μπράτσα (και όχι μόνο) του φετιασμένουαθλητή, σχηματίζοντας περίπλοκα γραμμικά και πλαστικά μπαρόκ μοτίβα, ανακαλώντας δαιδαλώδεις διακλαδώσεις υπεραιωνόβιου δένδρου (ζωγραφίζω ο πούστης). Εξυπακούεται πως φλεβίδια και γράμμωση πάνε πακέτο. Δεν νοείται το ένα χωρίς το άλλο.

Τα φλεβίδια αναδεικνύονται και πετιούνται (σαν τη Ρωμιοσύνη στα Λιανοτράγουδα του Ρίτσου ένα πράμα) όταν μειωθεί δραματικά το λίπος, πιο συγκεκριμένα αν αρχίσει και πέφτει σε μονοψήφια νούμερα το ποσοστό του επί της όλης σωματικής μάζας. Tip: το σωματικό λίπος δεν είναι μόνο υποδόριο (που περιβάλλει τους μύες) αλλά εισχωρεί ύπουλα και εντός αυτών!

Τα φλεβίδια είναι παράσημα. Διαχωρίζουν τα πρόβατα από τα ερίφια (δηλαδή τους άγριους από τους μπουχέσες) στην άτυπη (κι αλίμονο τόσο αληθινή) ιεραρχία στο χώρο του γυμναστηρίου. Όποιος τα έχει μπόλικα απολαμβάνει το ρησπέκ και το θαυμασμό των συναθλητών του.

All time classic φλεβίδια είναι οι δύο βασιλικές φλέβες, χοντρές σα μακαρόνια σπαγέτο μικρό νούμερο, που διασχίζουν τους δικέφαλους βραχιόνιους μύες (τα ποντίκια εν στενή εννοία). Αν τραβιέσαι με γυμναστικούλα κάποιο καιρό και δεν έχεις πετάξει ούτε αυτά, τότε χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι. Καλύτερα πάψε να το παίζεις βαριτζής και γύρνα το στο πλέξιμο. Παράδεισος του φλεβιδίου είναι επίσης οι μύες του πήχεος, δηλαδή η κερκίδα και η ωλένη (πςς…).

Για πιο εξτρίμ φλεβοκαταστάσεις, το φαρμακάκι επιβάλλεται. Τότε βλέπεις ξάφνου να ξεπετιούνται φλεβίδια στα πόδια (βλέπε Κεντέρης), στους ώμους, το στήθος, την πλάτη. Γενικά χρειάζεται μια προσοχή και μια ρέγουλα, κι αν το παραχέσει κανείς παίζει να φαίνεται λιγουλάκι αντιαισθητικός. Διότι μας έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια κάτι κομπλεξικές γκόμενες που και καλά δε γουστάρουν τους πολύ γυμνασμένους και θέλουν ο άντρας να έχει το μπυροκοιλάκι του. Ου να μου χαθείτε κάργιες!

Ρε φίλε, τελευταία ο Μήτσος έχει φλεβιάσει άσχημα, το ‘χεις προσέξει;
Παίζει να κάνει διατροφή κι έτσι το παλικαράκι..
Καλά τραγούδα. Τέτοια φλεβίδια αγορίνα μου χωρίς να πέσει στο γυαλί φαρμάκι δεν παίζει ούτε με σφαίρες.

O μπαμπας του Dirty (από Vrastaman, 16/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζι έιτς είναι η Αυξητική Ορμόνη (Growth Hormone) στη συνθηματική γλώσσα των μπίλντερς, αλλά και των άλλων αθλητών, των λεγόμενων «ευγενών» αθλημάτων.

Η τζι έιτς δεν συγκαταλέγεται στα steroids, είναι μια κατηγορία μόνη της. Αυξάνει όχι μόνο τη μυική μάζα αλλά και τα οστά, ενώ μετριέται σε μονάδες. Ιδιαίτερα αγαπητή στους κολυμβητές, καθώς μεγαλώνει τα άκρα (μεγαλακρία) και τα κάνει σαν βατραχοπέδιλα, μονίμως ενσωματωμένα. Λέγεται π.χ. ότι αυτός που πήρε σβάρνα τα παγκόσμια ρεκόρ κολύμβησης στην τελευταία ολυμπιάδα (δε θυμάμαι τώρα πως τον λένε) πρέπει να χτυπάει ίσαμε 12 μονάδες αυξητική ημερησίως.

G.H. is magic. Ογκώνει, γραμμώνει, ξανανιώνει, 3 σε 1 κι όλα αυτά συγχρόνως, χωρίς να χρειάζεται να μπεις στη διαδικασία «παίρνω όγκο σαβουριάζοντας και μετά κάνω γράμμωση αυξάνοντας τις πρωτεΐνες και κόβοντας τα υπόλοιπα». Δεν έχει παρενέργειες όπως τα steroids (που αν δεν ξέρεις να τα κουμαντάρεις, παίζει να σου πέσει και το πουλί και να χρειάζεσαι γερανό για να το σηκώσεις).

Η τζι έιτς είναι φρούτο της δεκαετίας του ’80. Σήμερα παρασκευάζεται χημικά, στην αρχή όμως την έπαιρναν από νεκρά έμβρυα (πιο δραστική αλλά και πιο επικίνδυνη λέγεται). Τέτοια έπαιρνε κι ο Αντρέας ο Παπαντρέας κάποτες και γαμούσε κι έδερνε. Ήδη στο Αμέρικα είναι κοινή πρακτική για όσα γερόντια επιθυμούν να παραμείνουν κοτσονάτα.

Γενικά παίδες έχετε υπόψη πως ο άνθρωπος όπως τον ξέραμε αλλάζει. Τα όρια ανάμεσα στο «φυσικό» και το «τεχνητό» γίνονται όλο και πιο ρευστά (τα γράφω αυτά και σαν ένα είδος hommage στον γίγαντα Jean Baudrillard).

- Φίλε παίζει να έχω κάνει και 40 κύκλους φαρμάκι συνολικά, τζι έιτς όμως δεν έχω βάλει. Παίζει κι ένα ιστορικό ζάχαρου στην οικογένεια και το ψιλοφοβάμαι.
- Στ’αρχίδια σου, έτσι κι αλλιώς γράμματα είσαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα κάνω όλα μόνος μου, δίνω τα ρέστα μου, σηκώνω την ομάδα στις πλάτες μου, ζωγραφίζω, κάνω παπάδες, είμαι μια ορχήστρα μόνος μου. Ενίοτε από ανάγκη γιατί κανείς συμπαίκτης μου δεν τραβάει (όλοι τρομπάρουν) και ενίοτε γιατί είμαι μερακλωμένος και γουστάρω. Σημειωτέον, όταν ο παίχτης σολάρει, όλοι κάθονται ανάμερα άουτ οφ ρισπέκτ και ενίοτε τον σιγοντάρουν χτυπώντας παλαμάκια. Α, τώρα που είπα παλαμάκια, ο πραγματικός σολίστας-μόρτης δεν τα σηκώνει γιατί -και καλά- νιώθει ότι τον μετατρέπουν σε σπετάκολο-περφόρμερ, ενώ αυτός την ώρα του σολάζ κάνει κατάθεση ψυχής.

  1. - Ευτυχώς που έχουμε τον καραφλό να σολάρει από τα δεξιά και ας είναι στα τριανταφεύγα του. Μεγάλη παιχτούρα σου λέω - αν είχε και κεφάλι θα έπαιζε στη Ρεάλ.
    - Σιγά το πάγκρεας που ξεθαρρεύτηκε με το τσικό που έχει απέναντι του. Αν ρίξουν πάνω του τον Σολάρι, θα πάψει να σολάρει.

  2. (σε μάθημα σολφέζ)
    - Όταν εγώ στο πιάνο, εσύ σολάρεις. Δυο, τρία, πάμε!

solaris (από allivegp, 15/05/09)Mount Solaro, Capri, Italy (από allivegp, 15/05/09)Santiago Solari (από allivegp, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το σλάνγκ και ρούκι, ο νεοφώτιστος σλανγκίστας που εντυπωσιάζει γιατί αν και νέωπας ανεβάζει όχι λημματολάσπη αλλά καρασπέκ λήμματα, κάτι που τον οδηγεί γρήγορα ανάμεσα στις υψηλές θέσεις της κατάταξης. Kάτι ανάλογο με έναν rookie, νεοεμφανιζόμενο δηλαδή παίκτη που εντυπωσιάζει στα trials του ΝΒΑ. Το ζητούμενο και στις δυο περιπτώσεις είναι η διάρκεια (sic).

- Πολύ σλαγκορούκι αυτός ο dokimos. Με το που μπήκε χτύπησε κορυφή, αλλά χαλάλι του γιατί το παληκάρι σολάρει.
- Ποιός δόκιμος;
- Ο πούτσος μου ο κόκκινος! Πόσες μέρες έχεις να μπεις στο σλάνγκ, ρε πάπαρμαν;

Santiago Solari (από allivegp, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγαπημένη σλανγκιά αθλητικογράφων. Τη χρησιμοποιούν για να αναφερθούν σε κάποιον προπονητή (ποδοσφαίρου συνήθως) που, όπως όλα δείχνουν, πρόκειται να πάρει πόδι οσονούπω.

Συγκεκριμένα θα πάρει τον πούλο πριν τη μεγάλη εθνική μας εορτή της 28ης Οκτωβρίου, κατά την οποία λαμβάνει χώρα εν Θεσσαλονίκη μεγάλη στρατιωτική παρέλασις. Εξυπακούεται ότι η εν λόγω σλανγκιά έχει κάποιο νόημα μόνον όταν εκφέρεται στο πριν την 28η Οκτωβρίου, χρονικό διάστημα, συγκεκριμένα από την περίοδο της καλοκαιρινής προετοιμασίας (όταν γίνονται οι μεταγραφές και κλείνουν οι προπονητές) και μετά.

Κλασική περίπτωση Έλληνα προπονητή που έχει αλλάξει δυόμισι εκατομμύρια ομάδες και συνήθως φεύγει νύχτα, πριν προλάβει να δει την παρέλαση από τον πάγκο, είναι ο τιτανοτρισμεγιστοτεράστιος Αλέ (και μη μου πείτε ποιος Αλέ: αυτός που εξύμνησαν κάποτες τα παιδιά απ' την Πάτρα).

- Φίλε, αν πουλήσει και το σημερινό ματσάκι ο δικός σου, τον βλέπω να φεύγει νύχτα...
- Το χάσει δεν το χάσει είναι τελειωμένη υπόθεση σου λέω. - Τα παραλές ρε μαλάκα, ραδιοαρβύλες είναι...
- Καλά εσύ τραγούδα, πάντως ο κυριούλης παρέλαση δε βγάζει. Τον ξέρεις τώρα τον Κρόκους, τρώει προπονητές για την πλάκα του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεστοστερόνη για τους μπίλντερς. Οι εν λόγω κύριοι (και κυρίες βεβαίως βεβαίως) έχουν αναπτύξει μια ιδιότυπη steroid slang για να συνεννοούνται μεταξύ τους για θέματα τα οποία η μέχρι ξεράσματος υποκριτική ελληνική κοινωνία αρνείται να συζητήσει, επιμένοντας να παραχώνει τη σκόνη κάτω από το χαλί και να μπουκώνει το κεφάλι της στην άμμο ωσάν τη στρουθοκάμηλο...

Η τέστο διατίθεται και σε oral μορφή (χάπι), δραστικότερη όμως είναι σε μορφή ενέσιμη (injection, λέγε με και σουτάρισμα). Ως η κατεξοχήν ανδρική ορμόνη, η τέστο μεταμορφώνει σε μάγκα και το μεγαλύτερο μπουχέσα. Σε κάνει να πρήζεσαι, να γαμάς σαν πούστης, να μην κουράζεσαι κλπ. Προσοχή στα o.d.

– Tι νέα ψηλέ;
– Φίλε χτύπησα κάτι γαμάτες πρωτεΐνες και μέχρι το καλοκαίρι με βλέπω να 'χω τουμπανιάσει...
– Μ' αυτό το πλευρό να κοιμάσαι. Αγορίνα μου στο 'χω ξαναπεί: χωρίς τέστο, χαΐρι δε θα δεις ούτε σε δέκα χρόνια, που να χτυπάς τον κώλο σου κάτω. – Έλα ρε μαλάκα, τα παραλές..
– Αν είναι να συνεχίσεις μ' αυτά τα μυαλά, καλύτερα κόφ' τα βάρη και γύρνα το στο πλέξιμο...

Την πολλή τεστοστερόνη την βαριέται κι ο Stallone (από Vrastaman, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικά: στέλνω για τσάι, κερνάω τσάι.

Όρος του ευγενούς μηχανοκίνητου αθλητισμού και δη των αυτοσχέδιων αγώνων (τις λένε και κόντρες). Το θέμα είναι απλό: αυτός που τσαγιάζει είναι ο νικητής. Ο άλλος, που το ήπιε, καλά θα κάνει ν' αράξει και να απολαύσει το τσαγάκι στο του σπιτάκι του, σε κανά ΚΑΠΗ, ή (αλίμονο!) σε κανά Ίδρυμα Αποκατάστασης Αναπήρων (έτσι κουλάδι που είναι).

Τσάγια σερβίρονται παντού και πάντα, εκεί που δε το περιμένεις. Μια λοξή ματιά σ' ένα φανάρι αρκεί ενίοτε για να στηθεί μια κοντρίτσα ως το επόμενο. Αν είσαι καυλόγκαζος φίλε μου, θα το ρουφήξεις το αφέψημα κάποια στιγμή. Δε το γλιτώνεις ούτε με σφαίρες. Όπως δεν υπάρχει δίκυκλο που να μην έχει φάει σαβούρα, έτσι δεν υπάρχει και οδηγός που να μη τον έχουν τσαγιάσει.

  1. ΣΕΡΒΙΡΩ ΖΕΣΤΟ ΤΣΑΓΑΚΙ (αυτοκόλλητο στο πίσω τζάμι πειραγμένου τουμπανιάρικου αμαξίου)

  2. - ... κι εκεί που γκαζώνει που λες ο χοντάκιας και κωλοχαίρεται, του πατάω ένα κατεβασματάκι κι έφαγε τη σκόνη μου... Ο μαλάκας ο γιάπωνας με τον καρνάβαλο!
    - Σα να λέμε ρε φίλε τον τσάγιασες κανονικά!...
    - Σερβιτόρος καριέρας, αγορίνα μου... Έχω κεράσει εγώ γενιές και γενιές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επώνυμο ποδοσφαιριστή που για μια σεζόν φόρεσε τα χρώματα της ΑΕΚ, διακρίθηκε για τη συνεισφορά του ως παλτό (βλ. λήμμα) στον πάγκο της και έκτοτε καθιερώθηκε ως συνώνυμο της διάψευσης των προσδοκιών για την έλευση ενός «μεγάλου ονόματος» σε μια ομάδα.

- Ρε μαλ, είδε τί υποσχέθηκε ο Πρόεδρος; Θα μας φέρει όνομα φέτος το καλοκαίρι που θα κάνει πάταγο!
- Τσσσ... Πάλι ψιλο γαζί σας δουλεύει. Τον Ραμπεσαντρατανά θα σας φέρει, να μου το θυμηθείς!

Eric Rabesandratana (από allivegp, 14/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified