Further tags

Γουστάρω, και γαμώ, ούμπερ, τέλειο, καταπληκτικό, και λοιπά καλολογικά. Επιρρηματική έκφραση των ογδόνταζ.

Προφ επειδή όταν είναι κάτι τόσο καλό το αγοράζουμε (ψωνίζουμε).

Πάσα: μπουρέκι στο μου 'χεις ξύσει τ' άντερα

- Καλό το μαγαζί; - Ψώνιο φάση μιλάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ψυχεδελικές φανέλες έχουν αναπόσπαστα συνδεθεί με τη χίπικη υποκουλτούρα, εξακολουθούν όμως να επιβιώνουν και σήμερα ως ενδυματολογική επιλογή σε διάφορα αλτέρνατιβ περιβάλλοντα. Και μεταλλάδες μπορεί να δεις με ψυχεδελική, και τρανσάδες, και χιπστεράδες, και ανένταχτους αναρχοαριστεροκουλτουριάρηδες παροικούντες το Γκάζι και εσχάτως την πλατεία Καρύτση. Εντούτοις η χρυσή εποχή της ψυχεδελικής έχει περάσει και η ίδια κατατάσσεται στην κατηγορία νοσταλγικό ρετρό - χωρίς ποτέ να αποκλείεται κάποιο αναπάντεχο revival. Η πηγή της ψυχεδελικής φανέλας είναι φυσικά το Μοναστηράκι, όπου κανείς μπορεί να βρει, εκτός από φανέλες, και ψυχεδελικά φούτερ, ψυχεδελικά καμπανιζέ παντελόνια κλπ.

Δεν είναι δύσκολο να φτιάξεις μια ψυχεδελική, ο καθένας μπορεί να το κάνει στη μπανιέρα του με λίγη χλωρίνη. Παίρνεις μια κατά προτίμηση μονοχρωματική φανέλα ή φούτερ και του χύνεις χλωρίνη εκεί όπου θες να ξεβάψει. Το αποτέλεσμα θυμίζει τα λεγόμενα «νερά» του ξύλου ή του μαρμάρου. Βέβαια στις περισσότερες home made ψυχεδελικές το αποτέλεσμα είναι επιεικώς απαράδεκτο και ό,τι να 'ναι, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Για σπέσιαλ σχεδιάκια τύπου «ιστός αράχνης» κλπ, πρέπει να τό 'χεις με το άθλημα, αλλιώς πήγαινε αγόρασε μια έτοιμη απ' το Μοναστήρι να ξεμπερδεύεις.

  1. Λέω να πάρω ένα ολόμαυρο φουτεράκι να το κάνω ψυχεδελικό.

  2. - Λέω να την πέσω σ' εκείνη τη γκόμενα με τη ροζ ψυχεδελική.
    - Αυτή είναι τρίπια ρε μαλάκα, δεν έχει σταματήσει να χορεύει απ' την ώρα που ήρθαμε.

  3. Έτσι, διαμορφώνεται η ροκ σκηνή που στο κλείσιμο της δεκαετίας επισκιάζει την ποπ σκηνή, αντικαθιστώντας τα κοστουμάκια και τις γραβατούλες των συγκροτημάτων με σταμπωτές ψυχεδελικές φανέλες, χαϊμαλιά, τζιν και αμπέχονα. Εδώ

(από Vrastaman, 27/02/11)(από Vrastaman, 27/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για κωδικοποιημένο καθωσπρεπισμό του κάτουρου και / ή του κατουρήματος.

Βλ. και χοντρό.

Αγγλιστί: number one.

- ... η Χαρούλα, μας ενημερώνει «Χαλά, κακά», είτε κάνει ψιλό είτε χοντρό. Βέρα κρητικιά από τα γεννοφάσκια της. Μέχρι να πάρω χαμπάρι ότι στο Ρέθυμνο λένε «κατούρησε» εννοώντας και τα δύο (κακά και τσίσα), πήγα να πάθω.
(εδώ)

(από Vrastaman, 03/09/10)αλατι ψιλό...αλάτι χοντρό (από perkins, 04/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του «ψιλά». Προσδιορίζει τα μικρά χρηματικά ποσά που δίνονται, συνήθως σε κέρματα.

Ρε φιλαράκι, παίζει κάνα ψιλό να πάρω ζουζού;

Got a better definition? Add it!

Published

Απαξιωτική αναφορά στις ψήφους που οι ψηφοθήρες μαυρογιαλούροι διεκδικούν με άκομψες μέθοδες κι αθέμιτα καραγκιοζιλίκια.

1.
Όχι στις συμμαχίες για τα ψηφαλάκια (...) η ηγεσία του ΚΚΕ σημειώνει ότι όποια μορφή κι αν παίρνει η πολιτική συμμαχιών «σε καμία περίπτωση δεν πρέπει το Κόμμα να απεμπολεί το πρόγραμμά του και να υιοθετεί ως δικό του πρόγραμμα το πλαίσιο συμφωνίας των κοινωνικών ή στην περίπτωση που είναι εφικτή των πολιτικών δυνάμεων».

2.
Εκλιπαρεί για ψηφαλάκια η Milf ~ «Νεκρή γλώσσα τα Αρχαία Ελληνικά» «Νεκρή γλώσσα» χαρακτήρισε τα Αρχαία Ελληνικά η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ διψασμένη για προβολή, Μαρία Ρεπούση, επισημαίνοντας ότι θα έπρεπε να είναι προαιρετικό μάθημα στο σχολείο για όσα παιδιά δεν επιλέξουν κλασικές σπουδές.

3.
Καταλαβαίνω πως ως πολιτικός ένα από τα καθήκοντα σας είναι και οι συλλογή «ψηφαλακίων» που θα έλεγε και ο Καφετζόπουλος στην ταινία «Πρώτη φορά νονός», αλλά υπάρχουν και όρια κύριε Πρωθυπουργέ. Ως άνθρωπος της πολιτικής επικοινωνίας καταλαβαίνω πως μία φωτό με κιπά δεν θα καθόταν καλά με τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής που τόσο θέλετε να προσελκύστε τώρα που η οργάνωση αυτή καταρρέει. Αναρωτιέμαι όμως αν πράγματι η ΝΔ και εσείς προσωπικά θέλετε τέτοια άτομα στο κόμμα σας και αν πράγματι ο αριθμός αυτών των ψήφων αξίζει την δυσαρέσκεια των απανταχού Εβραίων, όταν μάλιστα όλοι οι άλλοι ηγέτες που επισκέφτηκαν αυτών τον ιερό χώρο κάλυψαν το κεφάλι τους.

(από σφυρίζων, 15/10/13)(από σφυρίζων, 15/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όχι απλώς κάτι ψεύτικο ή δήθεν ή ντεμέκ, αλλά το ψεύτικο που παρουσιάζεται ως πέρα για πέρα αληθινό, ή που τελικά μας βγήκε μάπα. Συνήθως πρόκειται για αντικείμενο.

- Ρε πστ, ολοκαίνουργια ραφιέρα και μόλις της έβαλα δυόμισυ βιβλία έσπασε, γαμώ το φελέκι μου μέσα! Και να πεις ότι αγόρασα καμιά ψευτουριά... την είχα πληρώσει πανάκριβα!
- Ε και;

Got a better definition? Add it!

Published

  1. (πληθ.) Τα πολύ μικρά γράμματα μιας γραμματοσειράς ή ενός γραφικού χαρακτήρα.

  2. Ο υπερβολικά τακτικός και οργανωτικός άνθρωπος. Στην περίπτωση αυτή το ουσιαστικό γίνεται επίθετο: «ψείρας» (αρσ. και για τα δύο φύλα)

  3. Το πολύ μικρού μεγέθους μικρόφωνο που τοποθετείται μέσα από το ρούχο ενός συνεντευξιαζόμενου και πιάνεται στον γιακά, ώστε να μην φαίνεται αλλά αυτός να ακούγεται καλά.

  4. (πληθ.) Τα ψιλά χριστουγεννιάτικα λαμπάκια, πολλά μαζί (συνήθως καμιά 60αριά) ώστε να σχηματίζουν γιρλάντα.

  1. - Ποιον έχουν καλεσμένο στο πάνελ σήμερα;
    - Δεν τον ξέρω.
    - Δεν έγραφε;
    - Και πού θες να διαβάσω εγώ αυτές τις ψείρες χωρίς γυαλιά;

  2. Ωραίος γκόμενος ο Αποστόλης αλλά πολύ ψείρας βρε παιδάκι μου, όλα πρέπει να είναι στην εντέλεια για να μπορέσει να λειτουργήσει. Και άμα του το λες, απαντά «α, όλα κι όλα, είμαι τελειομανής, το ξέρετε». Ένας υποχόνδριος μαλάκας και μισός είναι.

  3. Χθες στα γυρίσματα έγινε μια κόμπλα άλλο πράμα. Πέθανα στα γέλια. Η κυρία Τομπαίζογλου φορούσε φουστάνι και για να περάσει την ψείρα έπρεπε να την βάλει από κάτω. Της είπε ο Τάκης να το κάνει μόνη της καλύτερα κι αυτή απάντησε «Όχι μωρό μου, βάλτο μου εσύ».

  4. Πάλι αγόρασες ψείρες γαμώ την οικονομική μου κρίση μέσα; Κάθε Χριστούγεννα αυτό το βιολί θα έχουμε;

βλ. και τον ορισμό του χρήστη perkins για συμπλήρωμα στο 4 του παρόντος ορισμού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σπέρμα. Από το χύσι + αμολάω.

Εκεί που παρακολουθούσαμε με αγωνία τον Πήτερ Νορθ να εκτοξεύει τα χυσαμόλια του στο υπερπέραν, άνοιξε η πόρτα και μπήκαν οι γονείς μου που είχαν γυρίσει νωρίτερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νερό και μάλιστα από το δίκτυο ύδρευσης, ως παραγγελία σε καφετέρια. Λέγεται έτσι χάριν αστεϊσμού σε περιπτώσεις μεγάλου στριμώγματος, όταν δεν υπάρχει σάλιο, ούτε για φραπέ/μπύρα. Και γενικά όταν κάποιος για κάποιο λόγο θέλει νερό και μόνο νερό. Έχει πλέον περάσει στα αστεία του μπαμπά και του αστειάτορα.

- Πες ρε τι θα πάρεις;
- Τίποτα...
- Άντε, κερνάω γω....
- Άμα είναι έτσι, ένα χυμό βρύσης....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται από γυναίκες, κοριτσάκια και αδελφές. Σημαίνει βρίσκομαι μέσα σε κάτι μαλακό και ζεστό (μην πάει ο νους σας στο πονηρό, είναι υγρό αυτό το τελευταίο), στεγνό, μπορεί να είναι ρούχο, μαξιλάρι, πάπλωμα, κλπ. Γενικά είμαι προστατευμένη από κάθε κακό και νιώθω πάαρα πολύ άνετα. Ωσεκτουτού δεν χρειάζομαι κανέναν. Συνοδεύεται από το τραγούδι εκείνο που έλεγε: I don't want anybody else, when I think about you I touch myself.

επίθετο: χουχουλιάρικο

Καλά, ε; Αυτό που πήρες είναι πολύ χουχουλιάρικο! Θα το φοράς στο σπίτι όλη μέρα και θα χουχουλιάζεις...

το χουχούλιασμα σε ένα ιδανικό κόσμο (από xalikoutis, 10/10/08)Blondie - I touch myself... ;) (από Cunning Linguist, 28/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified