Γουστάρω, και γαμώ, ούμπερ, τέλειο, καταπληκτικό, και λοιπά καλολογικά. Επιρρηματική έκφραση των ογδόνταζ.
Προφ επειδή όταν είναι κάτι τόσο καλό το αγοράζουμε (ψωνίζουμε).
Πάσα: μπουρέκι στο μου 'χεις ξύσει τ' άντερα
Γουστάρω, και γαμώ, ούμπερ, τέλειο, καταπληκτικό, και λοιπά καλολογικά. Επιρρηματική έκφραση των ογδόνταζ.
Προφ επειδή όταν είναι κάτι τόσο καλό το αγοράζουμε (ψωνίζουμε).
Πάσα: μπουρέκι στο μου 'χεις ξύσει τ' άντερα
Got a better definition? Add it!
Έχω λαλήσει, έχω σαλτάρει, έχω πάθει λαλά, ταράκουλο και τραμπάκουλο ένα πράμα, τραγουδώ ♪♫ τραλαλά ♪♫ καθώς με κυνηγάει με την απόχη ο συμπαθής κύριος με την λευκή ποδιά.
Οι λαίουρες και οι τετρατριχοτόμες γιαλόμες προκρίνουν το ψυχικό τραλαλά.
- Η αριστοφανική λέξη (...) έχει καταγραφεί στο βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες. Ο editor αρνείται να την δεχτεί ολόκληρη, παθαίνει ψυχικο τραλαλά και βάζει διαστήματα. Ιδού: «λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκ ρανιολειψανοδριμυποτριμμα τοσιλφιολιπαρομελιτοκατακ εχυμενοκι-χλεπικοσσυφοφαττοπεριστερ αλεκτρυονοπτοπιφαλλιδοκιγ κλοπελειολαγωοσιραιοβαφητ ραγανο-πτερυγών»
(εδώ)
- Είναι γεγονός, μάγκες μου, ότι ο ιμπεριαλισμός τρέμει. Έπαθε ψυχολογικό τραλαλά με τα αυξημένα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ. Η Κάγκελα Μέρκελ πάσχει εδώ και δέκα μέρες από ιλίγγους, κεραυνός έπεσε στο αεροπλάνο που μετέφερε τον Ολάντ...
(εκεί)
- Δεν θα πρέπει κάποιος επιτέλους να πληρώσει για το ψυχολογικό τραλαλά που περνάει όλη η Ελλάδα; (παραπέρα)
Got a better definition? Add it!
Άνδρας ή γκομενίξ με έφεση στο ψυχικό - δεν αναφερόμεθα εις το ομώνυμο ντεμέκ βουπού, αλλά εις το γαμήσι του ελέους. Ή σε κάθε συμπονετική αγαθοεργία του πέοντος, με την ευρύτερη έννοια.
Επίσης, το αρχέτυπο της πουτάνας με την χρυσή καρδιά, όπως μας υπενθύμισε ο Hoxha στο παρακάτω σχόλιό του.
- Ακους εκει που θελει και σεβασμο το τσουλακι του γραφειου!! Δεν της φτανει που βρεθηκε αυτος που ειναι και ψυχικιαρης και την πηρε που θα εμενε στο ραφι η πομπεμενη!
(εδώ)
- εστειλε και γραμμα στη Σουλαρα για παρτη μου καθοτι ψυχικιαρα και μονο καλα κανει στη ζωη της και την εχω σε καργα εχτιμησις και λιγες κουβεντες περι παρτης της μην τραβηχτουμε σαν τα σεντεκλερια 'δω μεσα!
(εκεί)
Got a better definition? Add it!
Χαροπαλεύω, σέρνομαι, σέπομαι. Σπανιότερα, επιθυμώ κάτι διακαώς.
Καρακλασική σλανγκιά, εκ των: ψοφάω και λόγος.
Γαλλιστί: je crève.
- Αντι να εισαι εδω να μου φτιαχνεις κοτοσουπα, που το υποσχεθηκες, μαρτυς μου η μπλογκοσφαιρα και να με τριβεις με βικς, γυρευε που γλεντοκοπας, ενω εγω ψοφολογαω. Ετσι θ' ανοιξουμε σπιτι;
(εδώ)
- Το αποκαλούμενο «έντεχνο» ψοφολογάει, οι περισσότεροι εκφραστές του είναι πλέον σε οίκους ευγηρίας, κάποιοι το παλεύουν ακόμα αλλά δεν δείχνουν κωλαράκι, οπότε δεν τους βάζει η TV. Μόνο καμιά Μπίλιω, στη χάση και στη φέξη. Επίσης, διαδυκτιακή παρουσία μηδέν. Βάλε τον ανηψίο σου, βρε παιδί μου, να σου κάνει ένα blog, ένα facebook, ένα twitter, να ακούγεται η μουσική ντε...
(εκεία)
- Κορινα.... ψοφολογαω για μπιριμπα!!!!! (παραπέρα)
Got a better definition? Add it!
Ο χαμηλών τόνων, δεν έχει ενδιαφέρον, πάντα στάσιμος, ο ξενέρωτος.
Χθες για παρέα ήμουν με κάτι ψόφιες... δεν περνούσε η ώρα με τίποτα...!
Got a better definition? Add it!
Ο εντελώς χύμα στρατιώτης, δεν τον αγγίζει τίποτα και δεν χαλίεται με τίποτα.
Ο εφιάλτης του κάθε καραβανά.
- Χτες στην βραδινή αναφορά ο Γεωργίου κοιμόταν και δεν σηκωνόταν με τίποτα από το κρεββάτι!
- Ναι ρε, δεν καταλαβαίνει τίποτα, μεγάλο χυμείο!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραση με ρίζες στο ελεύθερο κάμπινγκ σε έρημες ακρογιαλιές και άμεσα κατανοητή σε όποιον έχει κάνει αυτό το συγκεκριμένο είδος διακοπών - και ξέρει και τα συν και τα πλην.
Όταν αναφέρεται σε καταστάσεις, χύμα στο κύμα μπορεί να σημαίνει απόλυτη χαλάρωση, ξεκούραση και ξενοιασιά αλλά και ανοργανωσιά, προχειρότητα ως εκεί που δεν πάει άλλο και αυθαιρεσία. Και όταν λέμε ότι κάποιο άτομο είναι χύμα στο κύμα μπορεί να εννοούμε ότι είναι αυθόρμητος, ανεπιτήδευτος και γνήσιος αλλά παράλληλα και αδιάφορος, τσαπατσούλης και εν γένει και ό,τι νάναι.
Όπως το χαβαλέ, που είναι πάνω κάτω συνώνυμο, έκφραση απολύτως σχιζοφρενική και πολύ Ελληνική - κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Σχετικά λήμματα: Ίφκινθος, χαλαρά, χαβαλέ, χαρμπαγιάγκαλος, του μουνιού το πανηγύρι, άρτσι μπούρτσι και λουλάς, τρεις λαλούν και δυο χορεύουν
Camping rules!!!!!! Και φυσικά αν είναι και σε παράνομο μέρος τόσο το καλύτερο. Και τα οργανομένα camping ειναι ωραία φάση, αλλά αν δεν είσαι χύμα στο κύμα... εκεί είναι όλη η γλύκα, να ψάχνεις να βρείς νερό ΑΝ θέλεις να κάνεις μπάνιο ... (Από forum)
Γενικως οι υπηρεσιες ειναι παρα πολλες,τα ατομα σχετικα λιγα και το χωσιμο παει συννεφο απολες τις μεριες.Και το χειροτερο ειναι οτι αυτα συμβαινουν οχι γιατι η μοναδα εγινε 'προβλεπε' αλλα γιατι ειναι χυμα στο κυμα τοσο πολυ που κανεις δεν ελεγχεται για το τι κανει. (Από το OMHROI.gr)
Red30, μην ξεχνάς ότι βρίσκεσαι στο Ελλαδιστάν ( που τείνει να γίνει Αφανιστάν και Αφραγκιστάν ), και εδώ περνάνε τις *ουστιές τους χύμα στο κύμα, ακόμα και με κατοχύρωση νόμου αν χρειαστεί. (Από forum)
Α,ρε Γιάννη!!!μου αρέσει ρε αυτό το άτομο...μου αρέσει!πάει και τελείωσε!είναι χύμα στο κύμα...είναι άμεσος...ειλικρινής...έχει χιούμορ...σίγουρα έχει και τις μαύρες του..αλλά εμένα μου αρέσει και κατάμαυρος!!! :lol: (Από forum)
Το καλύτερο τελικά είναι το μούσι κι εγώ κατά καιρούς βαριέμαι το ξύρισμα και το αφήνω κανα μήνα :p Θέλει πολλή περιποίηση το μούσι πάντως. Αμα το αφήσεις χύμα στο κύμα και δεν το περιποιείσαι φαίνεσαι σαν σκατάνθρωπος. (Από forum)
Οσον αφορά την "ευτυχία"στις εξωσυζυγικές σχέσεις...ευτυχία είναι αυτό ι προσπάθεια αυτοεπιβεβαίωσης και τόνωσης εγωισμού?
Καλύτερα δεν είναι να παίρνει διαζύγιο κανεις και να'χει σχέσεις χύμα στο κύμα αφού αυτό θεωρεί πως τον κάνει ευτυχισμένο? (Από το sxeseis.gr)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χαρακτηρισμός για τον ξεχασιάρη άθρωπα, αυτόν που δεν θυμάται τί έφαγε χτες και γενικώς δεν θυμάται τίποτα.
Η φράση «μνήμη χρυσόψαρου» υποδεικνύει ότι ο χαρακτηριζόμενος πάσχει από μερική αμνησία, η οποία μπορεί να είναι η (πολύ συμφέρουσα συνήθως) επιλεκτική (παρ. 2), ή γενικής μορφής. Παίζει σκέτη ή ως παρενέργεια καψίματος RAM από διάφορες αιτίες ή καταστάσεων Έμενταλ, Αϊζεν(χ)άουερ, D.A.D.A. κ.λπ.
Τώρα πώς προέκυψε, τί να σας πω, ένας διεθνώς διαδεδομένος αστικός μύθος (όπως επιβεβαιώνει η Βικούλα), θέλει τα χρυσόψαρα να έχουν μνήμη 3-8 δευτερολέπτων. Εξ ου και ακούς κάτι συμβουλές για τον νέο κάτοικο της γυάλας σου σε φάση «μην το ταΐζεις πολύ, η μνήμη τους κρατάει μόνο μερικά δευτερόλεπτα, ξεχνάνε ότι έχουν φάει και τρώνε συνέχεια και σκάνε». Μια μάλλον μη επιστημονική θεωρία που δεν είναι και απίθανη, λέει ότι η παρανόηση μπορεί να οφείλεται σε μικρή δυνατότητα συγκέντρωσης του ψαριού, αφού «βαριέται πολύ εύκολα με οτιδήποτε δεν χωράει στο στόμα του» (εχμ, εγώ τώρα δεν σχολιάζω), εξ ου και με κάποιο περίεργο τρόπο η έλλειψη προσοχής έγινε αντιληπτή ως έλλειψη μνήμης.
Η άχρηστη γιαλομιά της ημέρας: Το να 'ναι κανείς χρυσόψαρο παίζει να είναι και κακό και καλό.
Σο, χρυσόψαρο καλό - κακό: 2-1, χρυσόψαρο 'ν'ν' κακό..., χρυσόψαρο ρουλζ. Ετς.
Ασίστ: patsis - ειδική μνεία στον Vrastaman για το τελευταίο μπούλετ.
Παράδειγμα 1 (θετικό):
-Παιδάκι μου ποιος είσαι εσύ;
-Αχ βρε γιαγιά... Ο εγγονός σου ο Κώστας είμαι.
-(Ευχάριστη έκπληξη) Εγγονός; Τί λες!; Έχω εγγονό;
-Εδώ και 23 χρόνια γιαγιά, πάλι δεν με θυμάσαι;
-(Γιούπι γιούπι σε φάση - γυρνάει στην εγγονή) Ακούς; Έχω εγγονό!
Μετά από μισή ώρα:
-Παιδάκι μου ποιος είσαι εσύ;
-Χρυσή μου γιαγιά... Ο εγγονός σου ο Κώστας είμαι.
-(Ευχάριστη έκπληξη) Εγγονός; Τί λες!; Έχω εγγονό;
(Σ.ς. Η γιαγιά έχει μνήμη χρυσόψαρου και είναι χαρούμενη).
Παράδειγμα 2 (θετικοαρνητικό):
-(Αγκαλιά, ψιθύρισμα γούτσικο στο αυτί) Κατερίνα μου... Ήταν τόσο όμορφα χτες...
-Μμμ! ναι... Τι σ' άρεσε;
-Παλιοκόριτσο χε χε θες περιγραφές πάλι;
-Έλααα, πεςςςς
-(Η φωνή χαμηλώνει περισσότερο) μμμ, όταν με πήρες στο στόμα σου... όταν άρχισες να μου μιλάς πρόστυχα...
-(Ψιλοενοχλημένη) Εγώ; Σε πήρα στο στόμα μου; Έλα βρε μωρό μου, τί είναι αυτά που λες...
-(Γλάρωμα) Πω πω, όταν μου είπες εκείνο το «γάμα μου το στόμα» έχασα τον κόσμο...
-(Θυμός) Θανάση! Τί λες! Λέω εγώ τέτοια πράματα!; Για ποια με πέρασες; Τί νομίζεις ότι κάνεις λέγοντάς μου αυτές τις αηδίες τώρα;
Γκλουπ.
-Κατερίνα μου... Πραγματικά δεν θυμάσαι;!
-Τί να θυμηθώ; Δηλαδή όσο γκαυλωμένη και να είμαι δεν το χάνω και τελείως, τι σκατά, τσόντες έβλεπες μετά;
-Γαμώ την πουτάνα μου, με χρυσόψαρο τα χω φτιάξει, ρε Κατερίνα!... Χμμμ εδώ που τα λέμε δε γαμιέται, κάν' τα εσύ, πες τα εσύ και μην τα θυμάσαι μετά, τα θυμάμαι εγώ.
(Σ.ς. Η Κατερίνα το φχαριστιέται, αλλά δεν το θυμάται, γιατί όταν καυλώνει δεν βλέπει μπροστά της κι έχει μνήμη χρυσόψαρου - τύψεις δεν έχει απέναντι στην μάνα της και στην εκκλησία, νιώθει καλό κορίτσι, αλλά δεν το θυμάται το καλό, καλό είναι αυτό τώρα;)
Got a better definition? Add it!
Ανώμαλα παραθετικά του κακός, που προέρχονται από λογοπαίγνιο με τη λέξη «χοίρος» και τα παραθετικά «χειρότερος, χείριστος».
Η έννοια είναι ακριβώς αυτή που καταλαβαίνετε: «πιο γουρούνι», «το απόλυτο γουρούνι». Πβ. και την έκφραση «το μη χοίρων βέλτιστον» (= αυτό που δεν αρμόζει στα γουρούνια είναι το καλύτερο).
Το α΄ συνθετικό «χοιρο-/-χοιρο» μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πλείστες όσες λέξεις, λογοπαίζοντας και με τη λέξη «χειρ-χειρός», π.χ. «χοιρόγραφο», «χοιροτεχνία», «εργόχοιρο», «χοιρούργος», «αυτόχοιρας» (όπου παίζουμε κατά τα γνωστά προπαροξύτονας εις -ας, π.χ. άνθρωπας, έμπορας κ.λ.π.), «χοιραφετημένος», «χοιραφέτηση», «εκεχοιρία»...
Από εδώ:
«Ήρθε ο καιρός να πάρω το αίμα μου πίσω. Τώρα αρχίζει ο αιώνας μου. Ο χοιρότερος αιών»
(διάλογος σε εταιρεία εκτροφής χοίρων):
- Άκου, αύξηση από μένα δεν παίρνεις! Βάλ' το καλά στο μυαλό σου! Και τώρα δίνε του!
- Κύριε διευθυντά, ένα έχω να σας πω: είστε χοιρότερος και από τους χοίρους σας!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ετυμολογικά σχετίζεται με το χάρχαλο.
Κατά τον Αντώνιο Ν. Βάλληνδα (Πάρεργα: Φιλολογικά πονημάτια 1887) σημαίνει «κώδων κακοήχως σημαίνων».
Επίσης, «το βελανίδι που μαζεύεται το φθινόπωρο» (όπως αναφέρει εδώ ο xalikoutis).
Σήμερα:
1. Όταν πρόκειται για γυναίκα,
σήμερα χρησιμοποιείται σαν το πουτάνα και τα συναφή όπως λέει εδώ ο xalikoutis. Συνώνυμο το χαρχάλω (κατά μια έννοια).
Όμως, αρχικά, σήμαινε τη χοντρή και πλαδαρή πουτάνα που ‘χε χρόνια στο κουρμπέτι (οπότε αφενός πεπειραμένη, αφετέρου γριά, για το λειτούργημα) στυλάκι: «κλάσε λιγάκι μωρή, να βρω το δρόμο» -ίσως εδώ(;!) να έγκειται κι η πιθανή συγγένεια με το «χαρχαλεύω».
2. Τρύπα (που εύκολα συσχετίζεται με το πουτάνα).
3. Όταν πρόκειται για κάποια μηχανή (συνήθως αυτοκινήτου ή μοτοσικλέτας, αλλά όχι μόνο) ουσιαστικά έχει την ίδια ακριβώς έννοια με το χάρχαλο, το χάρβαλο και (κατά μια έννοια) με το χαρχάλω με έμφαση στο ό,τι κάνει θόρυβο λόγω παλαιότητας και/ή υπερβολικής χρήσης, ενώ εννοείται πως είναι προς αντικατάσταση (που θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει αλλά αναβάλλεται για οικονομικούς λόγους) γιατί είναι ξεχαρβαλωμένη, σαραβαλιασμένη.
4. 'Οταν πρόκειται για χρήματα σημαίνει
τη μεγάλη μάσα, το φαγοπότι μεγάλων ποσών.
5. Η έκφραση μ’ έφαγε η χαρχάλα κατά το Λαρ’σινό Λεξ’κό σημαίνει τον ήπια, τα ‘παιξα, τα ‘φτυσα, τα είδα όλα.
6. (Στην Κρήτη, κυριολεκτικά), η σφενδόνα. Προέρχεται απ’ τη διχάλα κι αυτή απ’ το αρχαίο χαλή (χηλή) - αφιερωμένο στον xalikoutis που το ‘χε απορία εδώ.
Παρεμπιπτόντως, απ’ εδώ προέρχονται:
«…Όντας όμως πρακτικός άνθρωπος, σκέφτηκε πως αν έλεγε πως παντρεύεται για την περιποίηση του ορνιθώνα του, σίγουρα θα τον εκλάμβανε (η γριά προξενήτρα) για κανέναν αγροίκο ορεσίβιο και ασφαλώς θα του φόρτωνε καμιά χαρχάλα…»
«…Παραπονείται επίσης, στον έναν από τους δυο σιδηροδρομικούς …. ότι στις τουαλέτες του τρένου που πήγε πριν από λίγο να κάνει την ανάγκη της, δεν είχε νερό. Ο σιδηροδρομικός, …., το παίρνει κατάκαρδα. -Έλα εδώ μωρή καριόλα!.. Που θα μου πεις εμένα πως δεν έχει νερό το βαγόνι!.. Που δεν ξέρεις που παν τα τέσσερα, κωλόβλαχα!.. Έλα εδώ μωρή φακλάνα. Να σου δείξω εγώ αν έχει ή δεν έχει νερό το τρένο... Γιατί φεύγεις μωρή χαρχάλα; Έλα ‘δω!....»
«… η ωραία κίνηση ήταν η πάσα πριν το γκολ! Εκεί που αδειάστηκε η άμυνα! Από κει και πέρα ο παίκτης ήταν ελεύθερος πια με καθαρό οπτικό πεδίο είδε την χαρχάλα που άφησε ο πορτιέρο και με ένα καλό τωόντι σουτ έγραψε…»
«…Και με αυτά τα λόγια σηκώνει το μαστίγιο και το κατεβάζει πάνω στον πισινό μου. Αυτή τη φορά, το χτύπημα δίνεται έτσι ώστε η λουρίδα να χωθεί σαν φίδι ανάμεσα στα σκέλια και να προσβάλει την χαρχάλα που χάσκει ανοιχτή…»
«…Ναι, υπάρχει το ταξί. Αλλά κοστίζει περισσότερο από μια κακοσυντηρημένη χαρχάλα που δυστυχώς τα ΚΤΕΟ επιτρέπουν να κυκλοφορεί….»
«…Εδώ συζητιέται αν το Samsung Omnia (WM 6.1) θα είναι καλύτερο από το iPhone και θα είναι η χαρχάλα της Nokia με το «φοβερό» Symbian Touch UI καλύτερο; Χα Χα….»
«…Μα η τελευταία Νομαρχιακή απόφαση του Ψωμιάδη δεν ήταν και πάλι χαρχάλα χρήμα στον εξυπνάκο μας από την καύση σκουπιδιών; έλεος πια!! …»
«…Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης επί ΠΑΣΟΚ έβγαζε από τις επιτροπές 19,000€. Αυτό είναι γραμμένο σε αγωγή Πασοκτζή Προϊσταμένου που αντικαταστάθηκε τον Αύγουστο του 2004 και ζητάει αποζημίωση γιατί αντικαταστάθηκε «παράνομα» και ζημίωσε. Γι' αυτό και το μένος της κυρίας που φαίνεται ότι είχε γλυκαθεί στην χαρχάλα. Όλα τα άλλα (διδακτική εμπειρία κλπ) είναι φούμαρα για αφελείς….»
«…ο “τζάμπα” λιγνίτης δυστυχώς η ευτυχώς τελείωσε για τις επόμενες γενιές. Τώρα τα κοράκια βάλαν μάτι στα υδροηλεκτρικά Αώο, Αχελώο, Αξιό κλπ. Εκεί είναι το ζουμί και η χαρχάλα….»
«…Γιατί μ’ έφαγ’ η χαρχάλα μαζί σ’ πια Νάσου. 2 χρόνια μι πιλατέβεις…»
«…Η χαρχάλα στην κολότσεπη μία φέτα ψωμί με ζάχαρη ή ξυσμένη ντομάτα με ρίγανη στο χέρι, δίπλα μας το αυτοσχέδιο πατίνι με ρόδες τα μεγάλα ρουλεμάν της παλιάς αλωνιστικής και μπρος για κατηφόρες, φωνάζοντας στους άδειους δρόμους και στις όμορφες γειτονιές...»
(όλα απ’ το δίχτυ)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified