Selected tags

Further tags

Δείχνει τον άνθρωπο που τον έχουν παρατήσει αβοήθητο, χωρίς καμία βοήθεια ή στήριξη.

Τον χώρισε η γυναίκα του και του πήρε το σπίτι, τα παιδιά, το αμάξι και τώρα είναι μόνος του σαν το σκυλί στ' αμπέλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντικείμενο πολυχρησιμοποιημένο, με φθορές, που βγάζει πολλά προβλήματα και δεν συμφέρει να το έχουμε στην κατοχή μας και να το συντηρούμε. Συνήθως πρόκειται για αυτοκίνητα, μηχανάκια κλπ.

Κοίτα καπνούς που βγάζει το μπροστινό αμάξι! Καλά τώρα είναι δυνατόν να πέρασε ΚΤΕΟ αυτό το ρημάδι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρίγγλα και κακιασμένη γυναίκα, της οποίας οι παραξενιές οφείλονται σε άγαρμπες παλιές σχέσεις.

- Μας έχει τρελάνει στο καψόνι αυτή η Καριολίδου στη δουλειά.
- Κακογαμημένη είναι και ξεσπάει στ' αγοράκια η μαλάκω, αγνόησέ την.

βλ. και στραβογαμημένη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κακός τεχνίτης.

Αυτόν φώναξες να σου διορθώσει τη βλάβη; Αυτός είναι σκιτζής!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρακτικός, συνήθως περιπλανώμενος ιατρός (τις παλαιότερες εποχές), ο σκιτζής ιατρός.

Παλιός, κλασσικός όρος, που δεν πρέπει να λείπει από το λεξικό αυτό.

- Δεν φταίει κανείς άλλος, φταις εσύ, που πίστεψες αυτόν τον κομπογαννίτη, ότι με την λοσιόν που σου πούλησε θα έβγαζες μαλλιά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το περιπολικό, επειδή παλιά είχαν ένα φως μόνο από πάνω, σαν καρούμπαλο.

Έγινε φασαρία έξω απο το club και μαζεύτηκαν 4 καρούμπαλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οτιδήποτε το φοβερά κακόγουστο και παρατραβηγμένο, όσον αφορά στην υλοποίηση κάποιου «project».

- Είδες τι έχει φτιάξει αυτός;
- Τι ρε;
- Έχει κοτσάρει μια χέστρα στην καρότσα του φορτηγού ρε φίλε!
- Αμερικανιές...

(από Khan, 05/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται πως η έκφραση αυτή ειπώθηκε απο τον Αλή Πασά, ο οποίος καθισμένος στο Παλαμίδι και έχοντας εμπρός το Μπούρτζι, δεξιά το Άργος, ενώ ταυτόχρονα έπινε ναργιλέ, είπε: «Άρτζι, Μπούρτζι και λουλάς» (Άρτζι = Άργος, λουλάς = ναργιλές). Δηλώνει χαλαρότητα και ξεγνοιασιά.

Άααα ρε... Άρτζι, μπούρζτι και λουλάς είστε όλοι εδώ μέσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Λαϊκιστί: το λάχανο.

  2. Το πρόσωπο, ειρωνικά κυρίως.

  3. Η σφουγγαρίστρα στον στρατό.

  4. Οτιδήποτε κατώτερο ποιοτικά.

  1. Μάπα το καρπούζι.

  2. Θέλει και πιπινάκια το χούφταλο. Δεν πα' να κοιτάξει τη μάπα του στον καθρέφτη;

  3. Νέος, πάρε μάπα-σκούπα και πήγαινε να καθαρίσεις τον θάλαμό σου.

  4. Μην αγοράσεις ηλεκτρικά από κει, βγαίνουν όλα μάπα.

(από xalikoutis, 05/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νταής, ο βαρύμαγκας (ειρωνικά συνήθως). Παρμένο απ' τους μάγκες του Ψυρρή τη δεκαετία του '20, που ρίχναν τα ζωνάρια τους στον δρόμο για να τα πατήσει κάποιος περαστικός και να αρχίσουν καβγά.

Πολύ κουτσαβάκι την έχει δει ο Νταήδης και θα τον τσακίσω στο ξύλο καμιά ώρα.

(από suxumuxu, 26/10/10)

Βλ. και κουτσαβάκης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified