Selected tags

Further tags

Χωρίς αντίτιμο.

- Αγόρασα σήμερα ένα τασάκι για το ποδήλατό μου, 15 ευρώ.
- Έλα ρε! Τζάμπα πράμα...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φωτιά, ο αναπτήρας.

- Δώσ' μου φόκο να ανάψω το τσιγάρο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται και σαν προσβολή, με την έννοια του πεοθηλασμού.

Πάρε μου μια πίπα ρε μαλάκα, που τολμάς και μου αντιμιλάς κιόλας!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πεοθηλασμός ή πιο απλά τσιμπούκι. Η διαδικασία γλειψίματος του αντρικού μορίου.

Και που λες, μου πήρε μια πίπα μέσα στο αμάξι, άλλο πράγμα.

(από Khan, 03/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κοκαΐνη ή αλλιώς κόκα. Συνήθως την μετράνε σε gr, δηλαδή γραμμάρια.

  1. Θα πιούμε την κοκό μας και θα πάμε στο πάρτι.

  2. Τρία gr κοκό φτάνουν.

Σχετικά: κοκορέτσι, κοκόρι, κοκακόλα, αναψυκτικό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ηρωίνη ή αλλιώς πρέζα ή άσπρη.

Βλ. και ζαμπόν.

Ρε φιλαράκι, ξέρεις που θα βρούμε λίγη ζουζού να γίνουμε;

(από σφυρίζων, 22/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσφώνηση, χρησιμοποιείται όπως το «μάγκα», «φίλε», «αρχηγέ».

Ρε ψηλέ, μήπως έχεις ένα τσιγάρο;

Σχετικά: γιατρέ μου, μάστορας, μεγάλε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified