Ντεκολτέ που, παρόλο το ελπιδοφόρο βάθος του, αποκαλύπτει ένα σχεδόν επίπεδο στήθος. Το επίθετο απαντά μόνο στο ουδέτερο γένος και σχεδόν αποκλειστικά στη φράση «αβυζαλέο ντεκολτέ».

- Ωραίο το φορεματάκι της Μαρίας σήμερα ε; Σχίσιμο πίσω, ντεκολτέεε... μπράααβο το Μαράκι.
- Ναι αλλά πέρασα από δίπλα της πριν κι έριξα ματιά. Δε λέει τίποτα, το ντεκολτέ είναι αβυζαλέο...

(από Khan, 25/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο με εξακριβωμένη την (λάθος) σεξουαλική του ταυτότητα, που ωστόσο δεν τον καταλαβαίνουν οι άλλοι πέρα από τους γνωστούς του.

- Αυτός ο φίλος σου πρέπει νά' χει πάρει πολλές, ε;
- Μπα,είναι αξιόπουστος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το πρώτο βήμα προς την διόρθωση του λάθους της φύσης να γεννήσει κάποιον με κάποια πράγματα περισσότερα εκεί ανάμεσα στα πόδια. Ελπίζω μόνο να μην υπάρχουν λήμματα και για τα πιο «βαρβάτα» βήματα. Είναι η λύση, στην οποία καταφεύγει η συμπαθής τάξη των πισωγλέντηδων, ώστε να μεγαλώσει την κόμη των μελών της και να μοιάζουν κατά τι περισσότερο στο θηλυκό γένος (θέλω να ξέρεις εσύ που κοκκίνιζες το λήμμα μέταλ, metal, ότι σε καμιά περίπτωση δεν σε συγκρίνω με τους παραπάνω).

Προέρχεται από το ποστίς ή επί το ευρωπαϊκότερο postiche, παραφρασμένο για να εξυπηρετήσει τους ταπεινούς σκοπούς όσων το χρησιμοποιούν και, θέλω να πιστεύω, όχι κοροϊδευτικά.

Το εξτένσιον των μαλλιών είναι κάτι πολύ φυσιολογικό και, από ότι είδαμε σε γνωστούς τηλεοπτικούς αστέρες, αν χρησιμοποιείται με σύνεση μπορεί να φέρει εκπληκτικά αποτελέσματα! Οπότε πρέπει να γνωρίζουμε την διαφορά του απλού εξτένσιον από το πουστίς γιατί είναι πιθανόν να προκληθούν παρανοήσεις.

Στους φανατικούς πολέμιους του πουστίς συγκαταλέγονται: Ο Άγγελος Πυριόχος, η (Ρεπορτάζ:) Έφη Μαλτέζου, ένας τύπος που είχε πάει σε κάποιο Big Brother αλλά δεν θυμάμαι και ο Νίκος Καρβέλας, που τα προτιμάει φυσικά (Όχι αλήθεια! Στην εκπομπή του Μάκη είδα το καρύδι, οπότε δεν υπάρχει αμφιβολία!).

- Ρε φίλε, ο Τάκης είναι αυτός με το τακούνι και την μαλούρα;
- Άσε, προχτές τον είδα κι εγώ... Μου φοράει ό, τι πιο κιτς κυκλοφορεί και μιλάει σαν τον πουρουπουπού. Αφού έκανε και πουστίς τα πράγματα δείχνουν προς Συγγρού μεριά...
- Καλά, πριν μια βδομάδα δεν σας είδα μαζί στην Ερμού;
- Τι λες ρε συ; Έχω εγώ λεφτά για ψώνια; Ούτε από κοντά δεν περνάω.
- Όχι, εννοώ...
- Κατάλαβα ρε, πού θα πάει αυτό με τα επιτόκια. Κι εγώ το ίδιο αναρωτιέμαι φίλε μου.

Mein Hair, αυτά τα extenstions δεν φιλοτέχνησε χειρ τις, αλλά πους τις! (από Vrastaman, 21/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη πρωκτόκολλο προκύπτει εκ των λέξεων «πρωκτός» και «πρωτόκολλο». Θα μπορούσαμε να εξετάσουμε τις παρακάτω περιπτώσεις:

1)****Χιουμορ - Επικοινωνιακή ανάγκη, αναφέροντας το πρωτόκολλο, ως πρωκτόκολλο με στόχο το γέλιο (βλ. παράδειγμα 1).

2)****Αρνητική Στάση προς το πρωτόκολλο - Δυσλειτουργία πρωτοκόλλου.
Ειρωνικά το πρωτόκολλο (πρωτόκολλο του κώλου) από κάποιους που:

  • Δε δέχονται τις δομές εξουσίας που εκφράζονται εκεί και τις φυτευτές σ' αυτό αποφάσεις.
  • Δεν παίρνουν σοβαρά έναν οργανισμό, οπότε και τα πρωτόκολλα λειτουργίας του.
  • Δε βλέπουν το λόγο να υπάρχει πρωτόκολλο, σε απλές περιπτώσεις. Τουναντίον θεωρούν πως η ύπαρξη κανονισμών σε τέτοιες περιπτώσεις, μπλοκάρει την ανάπτυξη ομαδικού, δημιουργικού κι επικοινωνιακού κλίματος.
  • Έχουν προσωπικά με τους επινοητές του, ή θεωρούν το θέμα ξενέρωτο.
  • Θεωρούν πως αντί να διευκολύνει τη λειτουργικότητα, πραγματεύεται στείρες τυπικότητες, και απαιτεί τις... προϋποθέσεις για να δουλέψει.
  • Θεωρούν πως δεν εξυπηρετεί τις βασικές ανάγκες, ή τις εξυπηρετεί ανεπαρκώς, ή εξυπηρετεί μόνο τις ανάγκες δευτερευούσης σημασίας.

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παραδείγματα: 2, 3, 4.

3) Δύσκολα εντοπίσιμο πρωτοκολλημένο έγγραφο, λόγω του ότι η οργάνωση που αφορά το συγκεκριμένο θέμα είναι οργάνωση του κώλου. Π.χ.: αταξινόμητο εντός στοίβας εγγράφων, σταλμένο σε άγνωστο γραφείο (π.χ.: δεν υπάρχει βιβλίο που κρατούνται οι κινήσεις των πρωτοκολλημένων εγγράφων), κ.λπ. (βλ. παράδειγμα 5).

4)****Κωλοκεντρική (πρωκτοκεντρική) αντίληψη με ποσοτικά - ποιοτικά κριτήρια.

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παραδείγματα 6,7

5)****Συνδυασμός των παραπάνω (βλ. παράδειγμα 8)

Κλείνοντας στέλνω τις ευχαριστίες μου στον Khan για την ωραία ιδέα.

1)
-Πάντως το πρωκτόκολλο επικοινωνίας που υποστηρίζει η συσκευή σου, είναι και γαμώ!

2)
Έλενα (γραμματέας προέδρου): Είπε ο πρόεδρος πως από δω και πέρα πρέπει όλοι σας να φοράτε γραβάτα, είτε πάτε, είτε δεν πάτε σε πελάτες.
Αλέξης: Μα... καλοκαιριάτικα γραβάτα; Τι πρωκτόκολλο είναι αυτό;
Ελενα: Γιατί είναι πρωκτόκολλο;
Αλέξης: Γιατί αντί να διευκολύνει, δυσκολεύει τη δουλειά μας. Είναι μια ακόμα ανούσια τυπικότητα. Γιώργος: Πφ! Πρωτόκολλα κι αηδίες!
Αλέξης: Καλά εσύ... μη δεις κανονισμό. Αντιδράς.
Βάσω: Έχετε δίκιο. Πρωκτόκολλο είναι. Δεν είμαστε εταιρεία. Μπουρδέλο είμαστε.
Γιώργος: Πες τα χρυσόστομη. Τριμπούρδελο!
Βάσω: Αντί να ασχοληθεί σοβαρά με την επιχείρηση, να προσελκύσει πελάτες, να μας εκπαιδεύσει που δεν ξέρουμε την τρίφλα μας, ασχολείται με παπαριές !
Γιώργος: Πάντως ρε παιδιά, μου τη σπάει να μας περνάνε φυτευτά πράγματα χωρίς να μας ρωτάνε. Ζώα είμαστε;
Μάριος: Και για μένα ότι πρωτόκολλο βγάλει η διοίκηση, είναιftp πρωκτόκολλο! (Για την ιστορία, υπάρχει στους Η/Υ, ftp πρωτόκολλο που σημαίνει: file transfer protocol).
Αλέξης: Το λες γιατί έχεις προσωπικά με τον πρόεδρο.
Βάσος: Εγώ πάλι έχω κολλητό τον πρόεδρο, αλλά θεωρώ πως σε θέματα εταιρικής πολιτικής, τα πρωτόκολλα του, είναι πρωκτόκολλα. Καλός φίλος... αλλά κακός επαγγελματίας. Του το ‘χω πει κιόλας!
Νώντας: Ασχολείστε τόση ώρα με πεοδείκτες και πρωκτόκολλα. Και για μένα είναι πρωκτόκολλο το να επιμένει κανείς στη γραβάτα. Ξενερώνω με τέτοια. Τελικά ρε παιδιά, για διαφορετικό λόγο, δεχόμαστε ομόφωνα πως μιλάμε για πρωκτόκολλο.
Η Έλενα γελώντας απομακρύνεται. Σε λίγο ο Μάριος απευθύνεται στους υπόλοιπους πλην της Έλενας λέγοντας:
Μάριος: H Έλενα προηγουμένως, στη συζήτηση που ξεκίνησε από τις γραβάτες και πήγε στα πρωκτόκολλα, είχε εντολή να μας παρασύρει και να μας ηχογραφήσει, για να μάθει ο πρόεδρος τη γνώμη μας για τις κινήσεις του. Και το 'κανε. Έτσι εξηγείται και το λαμόγελο της, στο κλείσιμο της ομαδικής συζήτησης. Οπότε...Ψάχνουμε για δουλειά. Α ρε Νώντα... Ομόφωνα!... Ομόφωνα, πλην της Έλενας!... Ε ρε Πούτσι που της χρειάζεται!

3)
Αν βγεί απόφαση υπέρ της ΑΕΚ απο το CAS, θα έχουμε να λέμε ότι είμαστε πρωταθλητές στα χαρτιά, στην ταυτότητα, στο γήπεδο και στο πρωκτόκολλο της ΕΠΟ!
Δες

4)
Αγόρασα ρε γαμώτο, αυτόν το ρημαδιάρη τον πομπό από την Αμερική, αλλά έχει τέτοιο πρωκτόκολλο επικοινωνίας, που δεν υποστηρίζεται εδώ πέρα.

5)
Απολεσθέν κι αυτό το πρωτόκολλο ανάμεσα σε στοίβες άλλων πρωτοκολληθέντων απολεσθέντων αντικειμένων και ευρεθέντων υποκειμένων (ή πρωκτόκολλο;).
Δες

6) -Πρωκτόκολλο από πρωκτόκολλο διαφέρει.
-Ρίξε ένα παράδειγμα.
-Ας πούμε πρωκτόκολλο έχει κι η Πόπη στο λογιστήριο, που είναι σωστή φάλαινα όρκα με τετράχουφτα ++ οπίσθια, πρωκτόκολλο έχει όμως κι η δίχουφτη Λίζα, που είναι παστάκι πρώτης διαλογής.

7)
Λίλιαν: Τι λέει το πρωκτόκολλο όσον αφορά το ντύσιμο στο αποψινό πάρτι; Κούτσι φόρεμα;
Λάουρα:Με ένα Π κεφαλαίο. Πούτσι φόρεμα (βλ. Δ.Π). Φόρεμα που να ανάβει φωτιές! Πρέπει ο Μένιος να γίνει αναμμένιος κι ο Πέρι, περοσβεστική υπηρεσία.

8)
Hank: Το πρωκτόκολλο! Τώρα Μες μας προσβάλλεις, τόσα λήμματα για το φραπέ, που έχουμε καταχωρίσει, δεν έχεις μορφωθεί κωλομπαρικώς;
Δες στα σχόλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γυναικείο αιδοίο το οποίο απαιτεί φροντίδα και προδέρμ για να ανοίξει, όπως το φερμουάρ δηλαδή που θέλει αργή σχετικά κίνηση, γιατί αλλιώς σε βλέπω βγαίνοντας από το μπάνιο να ψάχνεις για παραμάνα.

Μτφ η γυναίκα που δεν είναι βουρ στον πατσά, που θέλει δυο τρία ραντεβουδάκια, να γνωρίσεις τις πατσόλες τις φίλες της και γενικώς να το παίξεις σύντροφος και όχι γκόμενος. Μόλις όμως ανοίξει, το απολαμβάνεις ταινία δράσης.

Την έπεσα στην Λωλότα (αγαπημένο μου όνομα της Ίλιας Λιβυκού σε ταινία με τον Β. Λογοθετίδη και εκ τούτου θα είναι το επίσημο όνομα που θα παραθέτω σε παραδείγματα), γιατί νόμιζα πως είναι εύκολη γκόμενα και πως θα ταΐσω τα περιστέρια στο φτερό. Αντ' αυτού πήγαμε στο πεντικιουράδικο της φίλης της της Σμαρώς που είχαν μαζευτεί 5 γκιόσες. Την πήδηξα τελικά μετά από μια βδομάδα. Φερμουνάρ μου βγήκε τελικά...

βλ. και το αντίθετο πανταλύνο, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που δεν το έχει καθόλου στο μυαλό. Συνήθως πετάει μαλακίες αλλά παρόλα αυτά έιναι τρελή μουνίτσα. Κάνει μόνο για σεξ.

- Το βλέπεις το εκείνο το μουνί πέρα;
- Πωωω, ναι ρε φίλε... τι φάση;
- Γάμησέ τα... τις προάλλες μιλούσαμε. Μεγάλο τούβλο αδερφέ. Δεν την παλεύεις ούτε δευτερόλεπτο.
- Κατάλαβα... σέξυπνη και αυτή.

(από Galadriel, 22/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταπαιρνίδου (Δις ή Κα): Δεσποινίς ή Κυρία που «τα παίρνει» αδρά για την εκχώρηση οποιασδήποτε «υπηρεσίας» (συνοδείας, παρέας, σχέσης, συμβίωσης, γάμου) προς τον άνδρα. Ο άνδρας αυτός προκειμένου να απολαύσει οποιαδήποτε από αυτές τις υπηρεσίες αναγκάζεται να «τα δώσει» και ως εκ τούτου ονομάζεται «Ταχωνίδης».

Η Δις/Κα Ταπαιρνίδου μπορεί να εμφανιστεί και μόνη ψάχνοντας χορηγό, ενώ ως ζεύγος απαντάται μόνο με τον Κο Ταχωνίδη (ενίοτε το σκέλος Ταχωνίδης είναι κρυφό αν το επίσημο σκέλος του ζεύγους, είναι βλαξ).

-Πήγαμε χθες στο Μέγαρο. Ήταν και η Κυρία Ταπαιρνίδου…
-Η Έρση; Με τον Λέων;
-Ναι ρε, κι ο Ταχωνίδης εκεί, μην λείψει από καμιά φωτογραφία…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταχωνίδης (Κος): Κύριος, γενναιόδωρος πληρώνων αδρώς σε χρήμα ή/και σε είδος την παρουσία μιας Δεσποινίδος ή Κυρίας δίπλα του σαν συνοδεία, παρέα, σχέση, συμβίωση ή σύζυγο. Η Δεσποινίς ή Κυρία ονομάζεται εξ ορισμού Ταπαιρνίδου.

Ο Ταχωνίδης μπορεί να εμφανιστεί και μόνος ψάχνοντας να χορηγήσει ενώ ως ζεύγος απαντάται μόνο με την Ταπαιρνίδου (ενίοτε το σκέλος Ταπαιρνίδου είναι κρυφό αν το επίσημο σκέλος είναι άσχημο, χοντρό και απαίσιο).

-Ρε, μαλάκα Ταχωνίδη, θα σου τα φάει όλα ρε μαλάκα.
-Τι να κάνω ρε συ, αφού με γουστάρει η γκόμενα.
-Τι σε γουστάρει η Ταπαιρνίδου, ρε ζώον! Το πορτοφόλι σου γουστάρει πούναι χοντρό σαν την κοιλιά σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με -υ- σημαίνει: ο παλιόπουστας που έχει αποτύχει στο να τον χύσουν οι γαμιάδες του στη μάπα.

«...Εκτός από καραφλόπουστας σαπιοκοιλιάς, είσαι και αποτυχυμένος...»

(από την Μαύρη Φατρία)

αποτυχυμένη (από Marco De Sade, 30/09/10)Αθάνατες λαϊκές επιτυχίες! (από Khan, 01/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified