Λεξιπλασία του Τζίμη Πανούση, προερχόμενη δηλονότι από το life-style και τον Ιωσήφ Βησσαριώνοβιτς Τζουγκασβίλι, τουπίκλην Στάλιν.

  1. Η κυρίως έννοια είναι το λαϊφστάιλ των σκληροπυρηνικών κουκουέδων, δηλαδή η απόλυτη αντίθεση στο καπιταλιστικό λαϊφστάιλ. Πρόκειται για το στυλ της Παπαρήγα της καλής, για ένα στυλ, όπου πρυτανεύει η απλυσιά, οι αξύριστες μασχάλες και, στις συντρόφισσες, φούστες τ. χριστιανόφουστα, γενικά όλα όσα μπορούν να εμπνεύσουν επαναστατική αλληλεγγύη και συντροφικότητα, αμέριστη αφοσίωση στον επαναστατικό αγώνα και σεξ απήλ μόνο για τεκνοποίηση των μελλοντικών μελών του κόμματος (trivia: sex στα λατινικά σημαίνει κόμμα). Επίσης, παντελή αδιαφορία για παρακμιακά φαινόμενα, όπως image-making, debates κ.ο.κ.

  2. Η παραπάνω είναι η ορθόδοξη έννοια. Με την ευρεία έννοια ο όρος μπορεί να χαρακτηρίσει το λαϊφστάιλ κάθε αριστερίζοντος, έτσι όπως περιγράφεται γλαφυρά σε λήμματα του athens as it really is, του Χαλικούτη, του Ιησού κ.ά. Λ.χ. πρόκειται για το λατέρνατιβ στυλ ενός νεανία αλτερνιού, που δεν έχει απαραίτητα ασχημindie, αλλά μπορεί και να έχει ομορφindie. Περιλαμβάνει οπωσδηπότουσλυ διακοπές στην Ίφκινθο και μαγείρεμα με το αλάτι από την μπαρικάδα Ιφκίνθου, χαϊμαλιά, τζιβομπίχλες, και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Με ευρύτατη καθόλου ορθόδοξη έννοια μπορεί να δηλώσει και το λάιφσταϊλ συνασπισμένου νεανία με μπόλικη τσίπρα μέσα του, κουκουλοφλώρου ή και το στυλ της διαδήλωσης.

  3. Τέλος, μπορεί καταχρηστικά να χρησιμοποιηθεί και για το ψαγμένο λαϊφστάιλ ψαγμένου αριστεροκράτη Μαρξ εντ Σπένσερ, που στην ιδανική αισθητική περίπτωση μπορεί να αποτελεί το αντίστοιχο του ναζιάρη στο έτερο άκρο του πολιτικού φάσματος (άλλωστε τα άκρα συμπίπτουν). Χαρακτηριστικές περιπτώσεις οι εστέτ Luchino Visconti, Heiner Muller και πολλοί άλλοι.

Ασίστ: Vrastaman.

«Από την εποχή του Λωτ μέχρι την εποχή του Λόττο το λαϊφστάιλ παίζει σημαντικό ρόλο στο πλασάρισμα των πολιτικών αρχηγών εκτός από την περίπτωση της συντρόφισσας της Αλέκας όπου σε αυτή την περίπτωση διαφοροποιείται κάπως και γέρνει προς το λαϊφστάλιν με τα δολοφονικά πατρόν της Ιωσηφίνας της δολοφονικής λούγκρας του βορρά με το παχύ μουστάκι». (Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 1/6/09).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημείο των καιρών, παρατηρείται στη σόουμπιζ (κινηματογράφος-τηλεόραση-θέατρο).
Να μην συγχέεται με εν γένει πουστλέ εμφάνιση στα μήδια (π.χ. πρωινάδες, haute-κοπτοραπτούδες, κορδελλιάστρες κλπ) ή καφενόβιους αφορισμούς του τύπου «οι πούστηδοι κι οι οβραίοι έχουνε πιάσει τα πόστα», διότι είναι ειδικότερη έννοια. Εξ άλλου οι συνεπείς αδερφές είναι αξιότιμες.

Πρόκειται λοιπόν για σύχρονη κακέκτυπη έκδοση του πρωτότυπου στύλ του αξιολογώτατου Μαρίνου, που προβάλλει λουμπινίστικα απωθημένα, αποτυπωμένα σε χαριεντισμούς του τριπτύχου «λίγο σεξισμός, λίγο οτινανισμός και τ’ αγοριμού» δίκην χιούμορ, υποτιμώντας τη νοημοσύνη του κοινού για να τα κονομήσουμε.

Η δε πλάκα είναι οτι στη λούμπα της μίμησης-διάδοσης του πουστρομανιερίστικου ανθυποστύλ «it’s fun 2B gay» ξεπέφτουν τόσον οι γυναίκες (ας μην ξεχνάμε οτι γνωστή και ήδη εκλιπούσα παρουσιάστρια-τραγουδιάρα σημείωσε τεράστια επιτυχία ξεθάβοντας την καλιαρντή), όσο και άντρηδοι που ενσωματώνουν (απο άγνοια της αργκό) στην καθομιλουμένη τους, τα βαθειά λατινικά...

Κλασσικά παραδείγματα τα αστειάκια γνωστού αργυρώνητου τηλε-κήνσορα, η «θεατρική δουλειά» επιφανούς υπέρβαρου (ταλαντούχου ωστόσο) συνθέτη, η «φρεσκάδα» τηλεοπτικής σειράς της οποίας το σήμα έγινε ρίνγκ-τόνε λιπγκλοσσοφόρων πορτοκαλοκοκκινονύχων γκομενακίων προ ολίγων ετών, καθώς και γνωστό ζεύγος σκηνοθετών των μεγάλωνε κινηματογραφικώνε επιτυχιώνε, που διατυμπάνιζε εκδικητικά την ποσοτική υπεροχή των εισιτηρίων του έναντι της αδικομούνας της Υπολοχαγού Νατάσσας!

Αλλά κάτι τέτοιες συγκρίσεις έκανε κι ο Εθνικός μας Στάρ...

Ο Αλμοδόβαρ επεχείρησε απο τα 80’ς επισταμένως διά μέσου της (πραγματικής) ιβηρικής τρέλλας στα πλαίσια της πρωτοπορίας της λεγόμενης «Movida Madrileña», να απενοχοποιήσει την ομοσεξουαλική προτίμηση και καθημερινότητα, ενώ εν Ελλάδι μόλις και περί τα μέσα των 90’ς κατεβλήθη προσπάθεια να νομιμοποιηθεί αρπακολλατζήδικα (πουλώντας τρελλίτσα), η ετεροσεξουαλική συνεύρεση (!) λόγω της άκρατης συντήρησης της μπιρσιμόβιας-γιομπαζολίσιας τηλεόρασης των 80’ς και συν αυτή, όπως-όπως βρήκαν χώρο να ξετσουμίσουν τσόντα κι οι λούγκρες.

Ακολούθησε η λαίλαπα των φυλλάδων του γνωστού επαρχιώτη εστέτ (sic), που διαμόρφωσε «άποψη» συμμεριζόμενος το καλτ του σεξουαλικού τιραμισουρεαλισμού, κατά το δημώδες «στη μάπα πάρε τα ευθύς, που λέει και το Νίτρο - ο γιάπης δεν εμπόραγε και κάθησες στο Μήτρο».

Υπ’ αυτήν την σύγχυση, όντως η Αθήνα κατέστη η Μητρόπολη της Ελλάδας...

Καίτοι είναι συγκινητική μια κραυγή κοινωνικής αποδοχής, εν τούτοις τέτοιες μανιέρες ουσιαστικά αποτελούν το δούρειο ίππο της ψευτο-ανέμελης ταραντέλλας στην μίζερη καθημερινόπιτα της κυρα-Περμαθούλας (η οποία περιφρονείται εμμέσως αφού καταξιώνεται το μοντέλο του σταρχιδιστικού «να περνάμε καλά»).

Η δε «παρεΐστικη» ατμόσφαιρα καθηλώνει τον θεατή σε ρόλο οφθαλμοπόρνου, αφού οι πύλες του χαβαλέ παραμένουν ερμητικά κλειστές γι’ αυτόν.

Άσε που διαιωνίζουν διαδραστικά το μπανάλ πρότυπο του νεήλυδος, που εμφανίζεται ως «βασιλικότερος του βασιλέως», προκειμένου να ενταχθεί στις κοινωνικές δομές, όμοια όπως κάνουν σήμερα οι αλλοδαποί αλλά και οι κνίτες της μεταπολίτευσης, που αμιλλώντο τας κορασίδας της αστικής τάξεως, προκειμένου να ψ/πείσουν το κοινό της Αλλαγής, ότι δεν βαστούν πλέον κονσερβοκούτια, αλλά άνθη...

Κρύβουν υπεραναπληρωματικά έναν βαθύτατο συντηρητισμό, προσκομίζοντας εκπρόθεσμα πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων τύπου «δικαίωμα στον ομόφυλο γάμο» κλπ, ο οποίος αφ’ ενός είναι από μακρού παρωχημένος (δηλ. κλασμένος) θεσμός για την ίδια την «φυσιολογική κοινωνία», αφ’ ετέρου προσβάλλει τον ίδιο τον πυρήνα της κουλτούρας της διαφορετικότητας.

Είναι επίσης γνωστή η μούφα της πλαστής αυτοϋπονόμευσης (έστω και ως αυτοκριτική), η οποία σπεύδει να καλύψει όλα τα τυχόν κενά της επερχόμενης κριτικής, ώστε να την «εκμηδενίσει» a priori και να μην πληγωθεί ο ναρκισσισμός του απολογουμένου (άνευ κατηγορίας).

Τέτοια καμώματα όμως και ανέντιμα είναι και μεταβάλλουν άδικα εκόντες-άκοντες τους κοινωνούς της λοιπής ομόφυλης πραγματικότητας σε τζουτζέδες, όπως κατηγορήθηκε κι ο Ζαμπέτας για τα τερτίπια του, που κατέστησαν προσιτή στους νεόκοπους αστούς τη λαϊκή κουλτούρα για να βγάλει το ψωμάκι του, με την διαφορά ότι ο τελευταίος είχε μιαν ανεπαίσθητη ειρωνική λάμψη στο βλέμμα κι ένα κρυμμένο μαχαίρι στο λόγο...

Αφιερούται τη(ι) Χότζαινα(ι).

-Πάμε κανα θέατρο απόψε;
-Ναι αμέ! Παίζει τίποτα καλό;
-Να, έχει εδώ κοντά το «Σόι του Καστριώτη», μεγάλη επιτυχία. Τι λες;
-Πάλι στην πουστρομανιέρα θα τη βγάλουμε; Χαζογελάκια και ατάκες; Μπούχτισα μωρ’ αδερφάκι μου, τα ίδια και τα ίδια...

Αθάνατος ελληνικός κινηματογράφος! (από Khan, 08/02/10)Παράδειγμα μανιερισμοῦ (από aias.ath, 09/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πεοχειλουδάκι αποκαλείται το χρόνιο πρήξιμο στα χείλη κυρίως γυναικών αμφίβολου γούστου, λουγκρών και τραβελίων που επιδίδονται ομού στην παροχή υπηρεσιών πεολειχίας.

Αντίθετα από την επικρατούσα γνώμη, το φαινόμενο δεν οφείλεται στα συχνά τσιμπούκια per se, αλλά στον ματαιόδοξο πόθο για χυμώδη και φιλήδονα χείλη που αναγκάζει πολλούς να καταφεύγουν στο νυστέρι πλαστικού χειρούργου. Το αποτέλεσμα είναι σχεδόν πάντα κωμικοτραγικό: το χείλος μετατρέπεται σε πεοχειλουδάκι, ήτοι αφύσικα παραμορφωμένο οίδημα που θυμίζει περισσότερο κώλο μαϊμούς παρά ανθρώπινο στόμα.

Η λέξη ετυμολογείται εκ των πέος και χείλος, καθώς τέτοια χείλη είναι μεταφορικά τε και κυριολεκτικά της πούτσας. Η συνειρμική παραπομπή στην Τζένη Χειλουδάκη είναι απόλυτα συμπτωματική.

Σκηνή από το ιατρείο του πλαστικού ιατρού κ. Πουστάνου

- Καλημέρα σας κύριε Βαγγέλη, τι θα επιθυμούσατε σήμερα; Η μυτόγκα σας είναι σκέτο κομψοτέχνημα, μήπως θα σάς ενδιέφερε μια ρινοπλαστική;

- Αχ γιατρέ μου, δεν ξέρω πώς να σας το πω...

- Ελεύθερα αγόρι μου, πες το με δικά σου λόγια...

- Θυμάστε τον Περικλή που του αφαιρέσατε τα βυζάκια πέρσι; Να λοιπόν, όλο με πρήζει ότι το τσουλάκι το Λίλιαν έχει λέει χειλάκια σαν την Αντζελίνα Ζολί. Γκρρρ... λες κει εμείς σε πηγάδι κατουρήσαμε... αχ κ. Πουστάνο μου, τι μπορούμε να κάνουμε;

- Όλα τα 'χει ο μπαξές! Θες εμφύτευση λίπους, δέρματος, κολλαγόνου, σιλικόνης, υαλουρονικού οξέος; Να αρχίσουμε με ένα botoxάκι στα χείλη και μια γενική αποτρίχωση ;

- Γιατρέ μου κάνε ότι νομίζεις, μόνο πεοχειλουδάκι μη με κάνεις και γελάει με την κατάντια μου αυτό το τσόλι το Λίλιαν!

Το ψάρι χειλού (από GATZMAN, 16/12/08)The horror! The horror! (από Vrastaman, 16/12/08)Χάσαμε και την Meg (από Vrastaman, 16/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εμμονή, η τρέλα προς την τελειότητα, την οποία πολλοί βρίσκουν στο νυστέρι του πλαστικού χειρουργού... Δυστυχώς τώρα τελευταία το φαινόμενο αυτό παρατηρείται πολύ πιο συχνά απ' ό,τι παλιότερα...

- Ρε μαλάκα, την είδες τη Λιλιαν; Πώς έγινε έτσι; Τι στο διάολο έκανε στη μάπα της;;
- Ε, φαίνεται έχει αγαμίες και την έπιασε νυστερία..

(από nick, 25/03/09)(από EvoOz, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπάζο που καίει μαζούτ, σε ένα super pack υπερπροσφοράς 2 σε 1.

Και για όποιον δεν κατάλαβε: η βραδύπω ψαροκασέλα, η αργοκίνητη μπατάλω, η ανήκουσα στον Κώδικα ξανθιά, η ούτε-με-ξένο-πούτσο χαζομούνα, η τα-ζώα-μου-αργά χλαμούτσα.

Λολοπαίγνιο του εν Φραπέ αδελφός GATZMAN από το δουπού.

  1. - Η Φεβρωνία εθεάθη εις το νυφομπάζαρο, σπεύδω μην με προλάβει έτερος ήρωας...
    - Σπεύσε όμως βραδέως Καυλαγόρα, το μπαζούτ δεν αναμένεται να απομακρυνθεί από το πόστο του any time soon...

2.
ΡΕ ΜΟΥΝΟΣΚΥΛΟ ΑΝΤΕ ΓΑΜΑ ΚΑΝΑ ΠΟΥΤΣΟ ΝΑ ΣΤΑΝΙΑΡΕΙΣ! Η ΚΑΙ ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΒΑΤΙΝΑ! [...] ΕΙΣΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣ ΜΠΑΖΟΥΤ ΡΕ ΓΥΦΤΟ!! ΑΙΩΝΙΑ ΠΕΜΠΤΟΣ ΘΑ ΕΙΣΑΙ!!ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΗ ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα διάφορα καμουφλάζ που κάνεις για να βγεις στην πλαζ χωρίς να φανεί πόσο χοντρός είσαι, όπως τεράστια πουκάμισα που κρύβουν τη μπάκα, παρεό κτλ.

Ντάξει να πάμε στην παραλία, αλλά να ετοιμάσω το καμουπλάζ μου πρώτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διαδικασία κατά την οποία οποιοδήποτε έμβιο ον μετατρέπεται σε κάτι που μοιάζει με κουνέλι. Κύρια χαρακτηριστικά είναι η σταδιακή λεύκανση και το μαλάκωμα των τριχών, η μεγέθυνση των δύο άνω μπροστινών δοντιών (κοπτήρες) και η έντονη διάθεση για πήδημα. Κουνελοποίηση παρατηρείται μετά από έντονο στρες, αλκοολικό σοκ και υπερβολική κόπωση των ματιών μπροστά σε οθόνες υπολογιστών.

- Ο Βαγγέλης χθες μου έκλεψε τα καρότα και προσπάθησε να πηδήξει από πάνω μου. - Κουνελοποίηση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπαγαποντοπλαστική που γίνεται από τον πλαστικό χειρουργό Tom Pousti (και τους ομοίους του).

Βλ. σχόλιο Χάνκι.

Κάνει κι ο Φουστάνος πουστιές, αλλά σαν τον Pousti κανείς! Έχει το όνομα έχει και την χάρη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Σκεμπελοσκάμπιλο» ή «σκαμπιλοσκέμπελο», λέξεις σύνθετες εκ των σκαμπίλι + σκεμπές. Είναι το χαστούκι με τον σκεμπέ. Ένα είδος χτυπήματος που μόνο οι ευτραφείς άνθρωποι μπορούν να δώσουν. Λέγεται συνήθως ειρωνικά για τους παχύσαρκους.

Καλύτερα να φύγουμε από εδώ μη μας αστράψει ο χοντρός κανένα σκεμπελοσκάμπιλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαινόμενο κατα το οποίο εκτός από τον κώλο (κωλοχωριστρίαση) φαίνεται και η κωλοχωρίστρα του ατόμου για το οποίο μιλάμε. Κατά κανόνα δεν υφίσταται κωλοχωριστρίαση αν δεν υπάρχει εξωκώλιαση, αλλά από προσώπικη πείρα λέω ότι δυστυχώς υπάρχουν και τέτοια φαινόμενα. Μάλιστα μια κοπέλα το έχει καταφέρει και -προς λύπη των υπολοίπων- με μεγάλη επιτυχία.

- Ευσταθία, πάλι έχεις κωλοχωριστρίαση. Έλεος! Θα πέθανουμε από τη θέα!
- Για ήρεμα γιατί θα πώ στη Σακκά να σε πλακώσει στο ξύλο!
- Πες της να μαζέψει και αυτή τον κώλο της μη της βάλω τη γλώσσα στον κώλο!

(από patsis, 13/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified