Πληθυντικός: μπαρτέντες. Απ’ το αγγλικό bartender.
Ειρωνικά μειωτικό λογοπαίγνιο που αποδίδεται σε μπάρμαν για τον πούτσο.

Άμπντάλης, ζημιάρης, αφηρημένος, άλλα λες - άλλα ακούει - άλλα σερβίρει, καρμίρης στα παρελκόμενα και το κέρασμα, συνήθως γκάβακας στο σπορ, μια κι αντικαθιστά κάποιον αξιότερο. Μπορεί νά ‘χει στυλάκι Τομ Κρουζ στο «Κοκτέιλ» και να παραμελεί τους μόνιμους πελάτες για να κερνά γκομενάκια.

- Φωνάξτε ρε γαμώτο, τον μπαρτέντα, και κάνω τον τροχονόμο τόση ώρα.
- Άσ' τονα. Προσεύχεται.
- Και τι; Θα τη βγάλω με αμίτα;

Ο Σαϊντολόγος σερβίρει (από sstteffannoss, 28/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφαρμόζω μετασχηματισμό Λαπλάς.

Για τη μεταβατική κατάσταση λαπλασίασε και –τσουπ!– σου βγήκε η κρουστική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομμωτής, που έχει το τακτ και την ευαισθησία του Ράμπο σε εξόρμηση στο Βιετνάμ και που, σε κουρεύει όπως θέλει εκείνος, παρά τα δάκρυά σου.

Οι Ραμπωτές αξίζουν να πάθουν ό,τι έπαθε η καριέρα του Συλβέστερ Σταλόνε.

Ραμπωτής που σου χρειάζεται ρε μάλετ!

από το Πλαθολόγιο του Λύο Καλοβυρνά, εκδ. Intro 2007.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού edit (έντιτ).

Σημαίνει την μικροαλλαγή, το μερεμέτι, την ψιλο- ανακαίνιση, τη μικροπαρέμβαση.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πράγματα, σπίτια, ρούχα, τροχοφόρα οχήματα, κείμενα, τραγούδια, προγράμματα υπολογιστή, ακόμα και για τη μάπα, βυζιά κ.λπ. (μέσω πλαστικής).

Τέλος, χρήσιμο είναι και στα φόρουμ, όταν δεν επιτρέπεται να κάνουμε edit το κείμενο που έχουμε ήδη postάρει: Αν θέλουμε να δώσουμε έμφαση στο ότι ξαναποστάρουμε διότι θα θέλαμε να είχαμε κάνει edit στο αρχικό μας κείμενο, ξεκινάμε με τη λέξη «εντιτιά», πατάμε enter, και γράφουμε.

  1. Έκανα 2-3 εντιτιές στο παπάκι και έχει να μου μείνει μια βδομάδα!!!

  2. Η Σούλα έκανε κάτι εντιτιές στα χείλη της (υπονοεί με πλαστική) και τώρα παίρνει κάτι πίπες...

  3. Καλό το σεναριάκι σου, αλλά με 2-3 εντιτιές θα γίνει πιο πιασάρικο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχηματίζεται αναλογικά προς το «political correctness», αλλά καθώς αναφέρεται στην σλανγκ παρουσιάζει διαφορές. Περιλαμβάνει μια σειρά από άγραφους κανόνες που αφορούν αφενός στην αξιοπρεπή, εποικοδομητική και αψεγάδιαστη παρουσία μας στο slang.gr, και αφεδύο στην ίδια την πράξη του σλανγκίζειν. Θα εξηγηθώ σταδιακά.

Καταρχήν political correctness και slangical correctness έχουν κάποια κοινά. Λ.χ. ο σλανγκιστής πρέπει να κρατά ορισμένες ισορροπίες και δεν του επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει το σάιτ ως βήμα για να προπαγανδίσει τις ατομικές του πολιτικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές ή και αθλητικές απόψεις. Υπάρχει βέβαια ένας κοινός τόπος, όπου οι σλανγκιστές μπορούν να συμφωνήσουν (τη εξαιρέσει ίσως ανορθογραφιστών τινών), λ.χ. ότι η ακροδεξιά είναι σκανδαλώδης κι η ακροαριστερά δογματική, αλλά από κει και πέρα ο σλανγκιστής πρέπει να προσέχει να ασκεί ισόρροπη κριτική. Ούτε μπορείς λ.χ. αν θέλεις να είσαι slangically correct να μπεις μέσα για να λημματογραφήσεις λ.χ. εναντίον των βάζελων, επειδή είσαι γαύρος.

Εκεί εξαντλείται και η όποια ομοιότητα με την political correctness. Γιατί η τελευταία προϋποθέτει μια αυξημένη ευαισθησία προς ευεξοβέλιστες και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι ομοφυλόφιλοι, οι ξένοι, ή και οι γυναίκες. Αντιθέτως, είναι απολύτως slangically correct λ.χ. να καταγράψεις μερικές εκατοντάδες συνώνυμα του γκέι, ακόμη και τα πλέον υβριστικά, ή της πόρνης, ή να καταγράψεις λ.χ. εθνικά ονόματα, που ευνοούν τον εντοπισμό λ.χ. της πορνείας ή της δουλείας σε ένα έθνος. Πράγματα βέβαια που βρίσκονται στους αντίποδες της political correctness. Υπάρχει μάλιστα ένας σχετικός προβληματισμός. Αφενός η σλανγκ ως εναλλακτική γλώσσα έχει κάτι το βέβηλο και το ανατρεπτικό προς το status quo και είναι φορέας επαναστατικής δυναμικής με το γυμνό και μόνο γεγονός του σλανγκίζειν. Αφεδύο, όμως, με το να φέρει εντός της όρους που εκφράζουν τόσα απωθημένα και φοβίες εναντίον λ.χ. ομοφυλόφιλων, γυναικών, ξένων, τελικά ευνοεί κι ένα είδος ομοφοβίας, φαλλοκρατισμού και ξενοφοβίας, εντέλει συντηρητισμού. (Εξάλλου το χιούμορ γενικά ενέχει ένα στοιχείο συντηρητισμού, λ.χ. ο Αριστοφάνης ήταν ο πλέον συντηρητικός συγγραφέας της αρχαιότητας, και συνέβαλε έστω πολύ έμμεσα στην καταδίκη του Σωκράτους).

Η γνώμη μου είναι ότι πρέπει να διακρίνουμε τον διττό χαρακτήρα του σλανγκίζειν. Αφενός είναι επιστήμη. Είναι περιγραφική γλωσσολογία που απαιτεί κατά το δυνατόν αντικειμενική καταγραφή, ερμηνεία και ετυμολόγηση οποιουδήποτε όρου ακουστεί μες στην γλωσσική κοινότητα. Και ως τέτοια επιστήμη είναι υπεράνω της ηθικής, οπότε ορθώς η σλανγκική ορθότης ίσταται επέκεινα της πολιτικής τοιαύτης. Αφεδύο, όμως, η σλανγκ είναι και τέχνη ως λεξιπλαστικό όργιο αποκλινόντων συνειρμών, οι οποίοι παράγουν γλώσσα και όχι μόνο την καταγράφουν. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο σλανγκικώς ορθός σλανγκιστής οφείλει να αδιαφορεί για την πολιτική ορθότητα όταν ασκεί το σλανγκίζειν ως περιγραφική επιστήμη, αλλά ταυτοχρόνως όταν το ασκεί ως τέχνη να εμμένει στην διάστασή του που είναι η πλέον κοινωνικώς κριτική και εξάπτουσα την πολιτική εγρήγορση.

Για να το πω πιο απλά, νομίζω ότι ο σλανγκιστής μπορεί να διακρίνει: α) πότε καταχωρίζει ένα λήμμα, επειδή έχει ακούσει μια έκφραση να επαναλαμβάνεται από διαφορετικά πρόσωπα στο περιβάλλον του, και τότε είναι σλανγκικώς ορθόν να την καταχωρίσει, ακόμη κι αν προσβάλλει λ.χ. τους ομοφυλόφιλους ή τις γυναίκες, και β) πότε αφήνεται να παρασυρθεί σε μια λεξιπλαστική έμπνευση, ή καταγράφει μια τεχνητή από σλάνγκαρχο λέξη, και τότε οφείλει να είναι σε εγρήγορση για το αν η λέξη αυτή συνάδει με τον ανατρεπτικό και βέβηλο χαρακτήρα της σλανγκ.

Και για να πάω και σε μερικά απτά θέματα σλανγκικής ορθότητας. Slangically incorrect είναι αυτός που λ.χ.:
1. καταχωρίζει γνωστές από παλιά παροιμίες, που είναι καταγραμμένες στη λαογραφική μελέτη και έχουν παγιωθεί στη συνείδησή μας ως κοινό κτήμα.
2. καταχωρίζει εφήμερα λογοπαίγνια και ατάκες προσώπων εξουσίας ή σεσημασμένων λογίων. Περιθώριο να καταχωρισθεί κάτι τέτοιο υπάρχει μόνο εφόσον ένα τέτοιο λογοπαίγνιο έχει διαπεράσει σε κάποιο βάθος χρόνου την ομιλούσα κοινότητα. Και καλύτερα να έχει και κάποιον κριτικό/ ειρωνικό/ ανατρεπτικό χαρακτήρα ή αντιθέτως να είναι μαργαριτάρι που χρησιμοποιήθηκε μετά απ' την κοινότητα αντίθετα προς τις προθέσεις αυτού που το εκστόμισε.

Slangically correct είναι αυτός που λ.χ.:
1. θα βάλει στο Δημόσιο Πρόχειρο καλά λήμματα, και όχι τα σλανγκενεργά του απόβλητα, καθιστώντας το σκουπιδότοπο.
2. θα καλλιεργήσει ένα πνεύμα ευγενούς άμιλλας και αμοιβαίων φιλοφρονητικών ενθαρρύνσεων με τους συσλανγκιστές, αλλά όχι τόσο ώστε να δώσει βάση σε κατηγορίες για σπεκουλαδορία.
Κ.ο.κ. Οι λίστες δεν είναι εξαντλητικές.

Ο (υποθετικός) χρήστης Νεοκλής καταχωρίζει λήμμα: «Όποιος δεν ξέρει να ζυμώσει, πέντε μέρες κοσκινίζει». Σχόλιο: Όπα μεγάλε, είσαι slangically incorrect.
Δεύτερη προσπάθεια με λήμμα: «το τρένο της αλλαγής».
Σχόλιο: Παραμένεις slangically incorrect. Πάρ' το αλλιώς!
Τρίτη προσπάθεια με λήμμα: «γαμιολόπουστας». Ορισμός: Ο γαμόπουστας, η σκατίπουστα.
Σχόλιο: Α γεια σου! Τώρα είσαι slangically correct!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει με παράφραση της αγγλικής λέξης user (γιούζερ), που σημαίνει: χρήστης.

  1. Ο όρος μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον ουζοπότη (που χρησιμοποιεί ούζο, ως υγρό καύσιμο, βλ. παρ. 1).

  2. Θα μπορούσε να αναφέρεται και σε κάποιον κατ' επίφαση χρήστη (γιούζερ) μηχανήματος, εφαρμογής κ.λπ., που απαξιωτικά ή χιουμοριστικά μπορεί, να αποκαλεστεί ή να αυτo-αποκαλεστεί ούζερ (λόγω παραπομπής της λέξης ούζερ, στη λέξη ούζο και στις αρνητικές συνδηλώσεις της αρχικής συλλαβής της, ου).

Κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις της χρήσης του όρου, παρουσιάζονται παρακάτω. Θα μπορούσαμε να μιλάμε λοιπόν για κάποιον:

- Kαθ' όλα εντάξει χρήστη, στα πλαίσια τριγκαρίσματος (βλ. παρ. 2).

- Tζακντανιελίστα χρήστη, που δεν έχει καμιά συναίσθηση του καθήκοντος κατά την επιτέλεση μιας εργασίας, π.χ.: λόγω ιδιοσυγκρασίας, λόγω ταπηροκρανίασης με τον προϊστάμενο του, κ.λπ. (βλ. παρ. 3)..

- Aνεπίδεκτο μαθήσεως με μυαλό αϊκιού ραδικιού, ή για κάποιον κακό εφαρμοστή των όσων έμαθε. (βλ. παρ. 4).

- Που του ανατίθεται στο εταιρικό περιβάλλον, ένα σύνθετο έργο, άνευ: εκπαιδεύσεως, παροχής του κατάλληλου υλικοτεχνικού εξοπλισμού, λοιπής υποστήριξης, κλπ. Έτσι ο όρος θα μπορούσε να λεχθεί, π.χ: στα πλαίσια αυτοσαρκασμού κάποιου για τον εταιρικό ρόλο του. (βλ. παρ. 5).

.

  1. - Ωχ πάλι, ο κ. Ουζούνογλου πίνει τα ουζάκια του σήμερα. Χάλια θα γίνει πάλι.
    - Ούζερ, όνομα και πράγμα ο τύπος. Σαν το ούζο 12 πίνει!

  2. - Γεια σου ρε ούζερ!
    - Ούζερ; - Έλα ρε σε πειράζω. Αφού είναι γνωστόν πώς είσαι ο μόνος στην εταιρεία, που ξέρεις την εφαρμογή απέξω κι ανακατωτά, γι’ αυτό και δεν παίρνεις κι ανάσα.
    - Ούτε γιούζερ, ούτε ούζερ. Λούζερ είμαι φίλε.

  3. - Σ' αυτόν θέλεις να αναθέσεις τη δουλειά; Σώθηκες. Μη βασιστείς σ' αυτόν. - Μα ξέρω πως είναι εύκαιρος τώρα και ξέρω επίσης πως ξέρει να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο μηχάνημα.
    - Κοίτα γιούζερ του μηχανήματος δεν τον λες, ούζερ σίγουρα, γιατί τη δουλειά που θέλεις να σου παραδώσει μέχρι αύριο, θα στη δώσει την επόμενη βδομάδα. Ο άνθρωπος, παίρνει τις...δόσεις γραψαρχιδίνης.

  4. - Τον έχω εκπαιδεύσει όσο δεν πάει. Το....ντουβάρι! Σιγά μη γίνει γιούζερ αυτός! Ούζερ μπορεί!

  5. - Άσε, μου 'χουν, αναθέσει μια πολυσύνθετη εργασία. Αλλά ούτε εκπαίδευση μου 'χουν κάνει, ούτε άλλη βοήθεια έχω, ενώ παράλληλα με έχουν βαφτίσει και εξπέρ γιούζερ της εφαρμογής, για να μου φορτώσουν την ευθύνη σε περίπτωση μαλακίας. Ούτε καν γιούζερ, δεν μπορείς να με πεις. Ούζερ είμαι o μαλάκας, αφού παρά τις ελλείψεις συνεχίζω να την παλεύω. Θα πρέπει να 'μαι και το... ψώνιο αν κάποιες στιγμές καυλώνω στη σκέψη, πως είμαι εξπέρ γιούζερ.

Βλ. και luser

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά εκ του αγγλικού post-op, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από σύντμηση του post-operation, δηλαδή μετά την εχγείρηση. Όπου βέβαια «εγχείρηση» δεν είναι ούτε σκωληκοειδής απόφυση, ούτε αμυγδαλές, αλλά η αφαίρεση του κάτω συστήματος, της οικογένειας ολόκληρης, μπαργαλάτσου και αρχιδόμπαλων συμπεριλαμβανομένων. Στην θέση τους προφανώς προστίθεται ψωλότσεπη, η επονομαζόμενη και χοάνη, για τους μη μυημένους μουνί.

Το τραβέλι που έχει κάνει το μεγάλο βήμα είναι πλέον ποστόπι, ενώ οι άλλες οι κραγμένες είναι απλά pre-op και άρα έχουν ακόμη ένα στάδιο μέχρι να χαρακτηρισθούν εντελώς τελειωμένες.

Η έκφραση χρησιμοποιείται τόσο για να περιγράψει κυριολεκτικά άτομο της κατηγορίας Αναΐς από το Παναής, όσο και για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά κάποιον που είναι εντελώς φλωρόκουπας και συμπεριφέρεται σαν να μην έχει αρχίδια και τσαγανό.

Το ποστόπι μόνο καταχρηστικά μπορεί πλέον να χρησιμοποιεί εκφράσεις όπως ζμπούτσαμ, στον πούτσο μου λουλούδια και θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια, μπορεί όμως θαυμάσια να λέει στο μουνί μου το ιδιότροπο και, αν είναι της περιοχής, μουνί απ' τα Καλάβρυτα.

Απαντάται ενίοτε και στην εισέτι υποτιμητικότερη εκδοχή η ποστόπα, οπότε και συντάσσεται αποκλειστικά με το «ου μωρή».

Προσοχή: Να μη συγχέεται με το τυφλοκόπι. Καμμία σχέση...

  1. - Τι θεόμουνο είναι αυτή η Τζίλντα ρε μεγάλε...
    - Νννναι... Τώρα που είναι ποστόπι εννοείς, διότι πριν από λίγο καιρό ήταν ψωλαρέος με βυζιά.
    - Τι λες τώρα;!!

  2. - Και πώς να της το πω δηλαδή; Θα πάω έτσι εκεί και θα της το ξεφουρνίσω; Θα με πάρει με τις πέτρες. Πώς να το κάνω; Φοβάμαι...
    - Πω πω ρ' αδερφάκι μου, τι ποστόπι είσαι 'συ; Grow some balls ρε μαλάκα! Κι άμα σου πει και τίποτα, ρίξε και κανά δυό ψιλές να κουλάρει το μουνί της λάσπης και του αγρού...

  3. - Σιγά μην πάω να του κάνω θέμα του κυρίου Σκορδοπούτσογλου. Δεκαπέντε τοις εκατό μείωση μισθού δεν είναι και τόσο άσχημα υπό αυτές τις συνθήκες της παγκόσμιας κρίσης και...
    - Ου μωρή ποστόπα! Ου ρε! Χεζμεντέν έτσι; Νταξ ρε μαλάκα, θα πάω μόνος μου να καθαρίσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ρήμα τζαμάρω αποτελεί εξελληνισμένο δάνειο του αγγλικού jam και δηλώνει την ενεργή και ενεργητική συμμετοχή σε μουσικό τζαμάρισμα.

Joe Satriani: Μου τηλεφώνησε ο Sammy το Φεβρουάριο του 2008 και μου ζήτησε να τζαμάρω μαζί του στο encore μιας από τις συναυλίες του στο Las Vegas. Εκεί ήταν επίσης ο Chad και ο Mike και μετά από αυτό ήμασταν μπάντα. (Πηγή: εδώ )

-Seven Mile Beach, Negril, Jamaica. Συγκλονιστικά ηλιοβασιλέματα (χωρίς τους Γιαπωνέζους της Oίας), οι κιτρινωποί φοίνικες που σκιάζουν ευεργετικά κι εγώ με τα ντόπια φιλαράκια στο στέκι του Alfred’s «τζαμάρω» σε ρυθμούς ρέγκε κάθε βράδυ. Κάπου από εκεί ψηλά, είμαι σίγουρος, ο Mπομπ μάς κοιτάζει. Kαι γουστάρει. Mόνο παράδεισος; Θα αστειεύεστε. Μένω ακριβώς πάνω στην παραλία, στο Couples Swept Away.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προκύπτει από εκ της αγγλικής λέξης fuck (φακ) που σημαίνει συνουσιάζομαι και της επίσης αγγλικής λέξης backup (μπακάπ), που σημαίνει εφεδρικός, λέξης που χρησιμοποιείται κατά κόρον στην ορολογία των Η/Υ, με την έννοια του αντιγράφου ασφαλείας των δεδομένων (π.χ. μεταφορά των αρχείων του σκληρού δίσκου σε DVDs, σε άλλον σκληρό δίσκο, στο σκληρό δίσκο ενός άλλου Η/Υ ενός δικτύου Η/Υ, κλπ).

Όταν λοιπόν οι δυο παραπάνω λέξεις (φακ και μπακάπ), παντρεύονται (εκκλησιαστί έσονται εις σάρκα μία), προκύπτει ο όρος φακ απ. Τι θέλει να πει ο Δροσίνης εδώ πέρα;

Όταν εκφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε στο γεγονός πως το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας bakup είναι: γάμησε τα στην κασέτα.

Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, π.χ: όταν συμβεί διακοπή ρεύματος, ή πτώση τάσης κατά τη διαδικασία (μ' αποτέλεσμα να διακοπεί η ροή των δεδομένων, ή ακόμα χειρότερα, θα μπορούσε και να καταστραφεί κι ο σκληρός δίσκος που περιέχει τα πρωτότυπα αρχεία), όταν γίνεται η μεταφορά των αρχείων στο δίσκο προορισμού χωρίς να υπάρχει εκεί ο απαιτούμενος χώρος, όταν το σετ των πρωτότυπων αρχείων είναι μολυσμένο από ιό κλπ.

  1. – Που λές χθες πήγα να γράψω τα αρχεία του σκληρού μου δίσκου σε ένα DVD και τσουπ στην τηλεόραση εμφανίζεται ο Μητσοτάκουλας κάνοντας δηλώσεις για την οικονομική στύση και τσουπ πέφτει το ρεύμα, και τσουπ έρχεται το ρεύμα, και τσουπ, το back up είχε γίνει φακ απ, ενώ... ο εθνικός γκαντέμης συνέχιζε απτόητος να κάνει δηλώσεις.
    – Καλά άσ' τα αυτά. Τι είπε ο Μητσοτάκης; Αυτό μας καίει!
    – Ε... είσαι και ο... μαλάκας.
    – Εντάξει μωρέ. Μια τουκανιά έκανα για να γελάσουμε.
    Βάλε τη γαργαλιέρα στο maximum.

  2. Πέρι: Που λές Μιστόκλα, χθες πήγα να πάρω backup τα αρχεία του Η/Υ μου, σε ένα δίσκο, στο τοπικό μου δίκτυο. Βάζω να γίνει κόπι το πίτα, λέω στον αδελφό μου να προσέχει τη διαδικασία και φεύγω για να πάω σε ένα μπαράκι για να συναντήσω το Λίλιαν. Και αυτός μου τα 'κανε μούτι.
    Μιστόκλας: Γιατί;
    Πέρι: Παρακολουθούσε βλέπεις παράλληλα και Star channel. Κι όταν βγήκε η Πετρούλα να πει τον καιρό, αποσβολώθηκε. Κι όταν την άκουσε να λέει: «μόλις τελείωσα», ενστικτωδώς σταμάτησε κι αυτός το backup. Οπότε το βράδυ που γύρισα, δε βρήκα backup, φακ απ βρήκα. Ευτυχώς αυτό διορθώνεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από παραφθορά του αγγλικού «Check it out» και προτρέπει τον συνομιλητή μας να παρατηρήσει το υπό διερεύνηση πρόσωπο / κατάσταση / αντικείμενο με κριτικό πνεύμα, διερευνητική οπτική γωνία και σκωπτική διάθεση.

- Τσεκεράου τον πουτσομεζέ που κάθισε απέναντι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified