Further tags

Σε πολλά νυκτερινά καταστήματα διασκεδάσεως παρατηρείται το φαινόμενο της ακατάσχετης οινοπνευματοποσίας (και άλλων... μεθυστικών ουσιών...!), τόσο εκ μέρους των πελατών, όσο και των υπαλλήλων του καταστήματος και βέβαια των τραπεζοκόμων.

Αυτό το φαινόμενο καθιστά την συνεννόηση δύσκολη. Στην περίπτωση δε, κατά την οποία ο τραπεζοκόμος έχει κάμει χρήση των άλλων... πιο μεθυστικών ουσιών, ε, τότε μιλάμε για τραπρεζοκόμο και η συνεννόηση καθίσταται αδύνατη αλλά και διασκεδαστική!

Καυλαγόρας (πελάτης): «Θα μπορούσα να έχω ένα ουίσκι με πάγο παρακαλώ;»
Μήτρουλας (τραπρεζοκόμος): «Χε χε χε! Ιγώ δηλαδίς... Δε γίνιεται φλαράκιε, χε χε, ετελείωshε το Ντραμπούιε...»
Καυλαγόρας: «Μα περί ποίου Ντραμπούι ομιλείτε;»
Μήτρουλας: «Ούι ούι ούι, τελείωshε το Ντραμπούι! Χα χα χα»
Καυλαγόρας: «Ωχ... εις τραπρεζοκόμο ήπεσα...»

(από jesus, 29/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά από την μασχάλη. Εννοείται ο άνθρωπος που μυρίζει μασχαλίλα απο χιλιόμετρα, ο άνθρωπος που μάλωσε με το σαπούνι.

Πωπώ μπόχα. Μη τον πλησιάζεις αυτόν, σκέτος Πασχάλης είναι.

Ο Χήνος Πασχάλης (από poniroskylo, 14/06/09)Ένας άλλος Πασχάλης (από poniroskylo, 14/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τον συναντάμε σε ηλικίες από 15 έως και 23. Είναι αυτός που έχει ξεχάσει το εσώρουχό του (συνήθως μποξεράκι με σχεδιάκια) λίγο πιο πάνω από το κανονικό και το τζιν του πέφτει διαρκώς. Αυτό το τζιν είναι συνήθως βρώμικο και μάρκας Lee (εξ ού και το ντερτιλής > dirty Lees) ή κι αν δεν είναι, θα είναι ξεβαμμένο και πάντα θα πέφτει όλως τυχαίως προς τα κάτω...

Ο ντερτιλής επίσης σιχαίνεται καθετί trendy αλλά όταν έγιναν τα Αll Star της μόδας όλως τυχαίως πάλι έτρεξε να τα αγοράσει. Του αρέσει να τον κοιτάνε σε κείνο το σημείο όπου πέφτει το τζιν και φαίνεται το εσώρουχο.

Φιλική σημείωση: δεν κάνει για άτομα τα οποία έχουν λίγη παραπάνω κοιλίτσα.

Οι γυναίκες το χρησιμοποιούμε για να δείξουμε και το ότι κάποιος έχει μείνει ακόμα στα λυκειακά χρόνια.

Επίσης τα προσόντα που πιθανόν να είχε ένας ντερτιλής δε διαγράφονται με το συγκεκριμένο είδος ντυσίματος άρα εντελώς δημοκρατικά κατηγορείται πολλές φορές για μικρότητες... κάθε είδους!

*Ουδεμία σχέση με τον κρατούμενο Νίκο Ντερτιλή για όσους τον έχουν ακουστά.

– Αν εσύ καταλάβεις πες το μου και μένα...
– Το ότι είναι ντερτιλής δεν σημαίνει ότι δεν έχει, απλά δεν του αρέσει να φαίνεται, προτιμά να επιδεικνύει το μποξεράκι του...

O Nικόλαος Ντερτιλής εν δράσει (από allivegp, 16/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γυναικείο αιδοίο το οποίο απαιτεί φροντίδα και προδέρμ για να ανοίξει, όπως το φερμουάρ δηλαδή που θέλει αργή σχετικά κίνηση, γιατί αλλιώς σε βλέπω βγαίνοντας από το μπάνιο να ψάχνεις για παραμάνα.

Μτφ η γυναίκα που δεν είναι βουρ στον πατσά, που θέλει δυο τρία ραντεβουδάκια, να γνωρίσεις τις πατσόλες τις φίλες της και γενικώς να το παίξεις σύντροφος και όχι γκόμενος. Μόλις όμως ανοίξει, το απολαμβάνεις ταινία δράσης.

Την έπεσα στην Λωλότα (αγαπημένο μου όνομα της Ίλιας Λιβυκού σε ταινία με τον Β. Λογοθετίδη και εκ τούτου θα είναι το επίσημο όνομα που θα παραθέτω σε παραδείγματα), γιατί νόμιζα πως είναι εύκολη γκόμενα και πως θα ταΐσω τα περιστέρια στο φτερό. Αντ' αυτού πήγαμε στο πεντικιουράδικο της φίλης της της Σμαρώς που είχαν μαζευτεί 5 γκιόσες. Την πήδηξα τελικά μετά από μια βδομάδα. Φερμουνάρ μου βγήκε τελικά...

βλ. και το αντίθετο πανταλύνο, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωδική ονομασία για τον νέγρο, τον άνθρωπο της μαύρης φυλής. Ακουσμένο στο Γιοχάνεσμπουργκ, χρησιμοποιείται από Έλληνες όταν θέλουν να μιλήσουν, παρόντος κάποιου μη ελληνόφωνου μαύρου, για κάποιον ή κάποιους ανθρώπους της ίδιας με αυτόν φυλής. Κι αυτό διότι η λέξη νέγρος παραπέμπει στο nigger, λέξη με μειωτική σημασία στα αγγλικά, η δε λέξη «μαύρος» είναι από καιρό σταμπαρισμένη στο περιβάλλον των εκεί Ελλήνων. Η λέξη, άλλωστε, αράπης και σταμπαρισμένη να μην είναι, είναι ή έχει εξελιχθεί στα ελληνικά σε σαφώς ρατσιστική.

Η αναλυόμενη λέξη από μόνη της δεν είναι ρατσιστική. Η χρήση της γίνεται λόγω του φόβου που επικρατεί στην μειονοτική λευκή κοινότητα μετά την πτώση του απαρτχάιντ και την εκτεταμένη εκεί εγκληματικότητα.

- Έλα ρε! Μ' ακούς;
- Ναι, ναι, τι λέει εκεί; Έχετε χειμώνα τώρα ε;
- Γάμησέ τα, κλεισμένοι στο σπίτι. Κόπηκε και το ίντερνετ ρε γαμώτο, και με τα αγγλικά των μελαχρινών δεν βγάζω άκρη. Δεν μπορώ να καταλάβω πού σκατά είναι το πρόβλημα.
- Ποιων μελαχρινών ρε, τι λες;
- Είναι εδώ ο μάστορας, μπροστά μου, θα σου εξηγήσω μετά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

η εργαζόμουνα: Λέξις χυδαίας φαλλοκρατικής αργκό - η πόρνη.

Ποιά, η Πόπη; Μεγάλη... εργαζόμουνα! Μη βλέπεις τώρα που την έχουν πάρει τα χρόνια. Και πού 'σαι; Με πελατεία εκλεκτή, μέχρι και υπουργούς είχε…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλο και κερδίζει έδαφος τούτο το σκατολογοπαίγνιο (σκατολογικό λογοπαίγνιο, δεν αναφέρομαι στην ποιότητά του) για την «Σέχτα Επαναστατών», τη νεόκοπη αυτή ομάδα «αντάρτικου πόλης» ή «τρομοκρατική οργάνωση» ή, σύμφωνα με τα γραφόμενά της, «ευρύτερης συνιστώσας που συναντιούνται όλες οι αντάρτικες αποκλίνουσες τάσεις που δεν συμμορφώνονται με τη τεχνική της πολιτικής αντιπαράθεσης, ούτε με τα κλασσικά ορθόδοξα επαναστατικά δόγματα».

Το λογοπαίγνιο με viral τρόπο (κυρίως γραπτό λόγο στο διαδίκτυο) προέκυψε μετά το τελευταίο χτύπημα μάλλον ως εξής

σέχτα > σ(χ)έστα [ή (σ)χέστα] κι άστα > [i]χέστα
[/i]
Το λογοπαίγνιο υιοθετούν κυρίως όσοι αναρχικοί και αριστεροί δε συμφωνούν με τη δράση της και έχει την πλέον ευρεία διάδοση σε sites που κατά την ίδια την οργάνωση θα χαρακτηρίζονταν ως απεύθυνσης «Λ.μ.Α.Τ.» (λούμπεν μικροααστική τάξη - προτείνω το μικρό «μ» για να δηλώνει το «μικροαστική» και να διακρίνεται από το «Μ» = μεγαλοαστική« τάξη) όπως το tvxs.gr. Αλλά αν και η προέλευση του όρου σίγουρα πρέπει να εντοπιστεί στην πλευρά της εξ αριστερών κριτικής, την χρησιμοποιούν πλέον και εθνικο-δεξιοί (είναι το επίπεδο λογοπαιγνίων που «πιάνουν»).

Τη γράφω δε με κεφαλαία τη ΧΕΣΤΑ διότι, στο κλίμα τρομοκρατίας που καλλιεργούν ευρύτατοι κύκλοι αμόρφωτων-με-αυτοπεποίθηση συμπολιτών μας, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι ίσως κάπου κάπως να είναι αρκτικόλεξο, γεγονός που εξηγεί και την κλίση «η σέχτα, της σέχτα» κ.λπ. αυτής της από χρόνια εξελληνισμένης λέξης.

Οι Χεστα γαζωσαν τον Αλτερ...εδω που τα λεμε δεν ηταν δελτιο ειδησεων αυτο ... (από εδώ)

Είναι οι ίδιοι, αυτοί που κρύβονται πίσω από τις Χέστες Επαναστατών και από τους Κλανοπορδικούς Αγώνες (από εδώ)

Από την ακραία πτέρυγα του ΕΛΑ τα μέλη της Σέχτα (από εδώ)

Και όπλο της ΣΕΧΤΑ στην επίθεση κατά του αστυνομικού (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα που χρησιμοποιείται συνήθως αργά το βράδυ, όταν σε πρήζει η γκόμενα.

Έχει διφορούμενο νόημα: ως κοι-μήσου υπονοεί και γα-μήσου (και αντιστρόφως).

- Είσαι ένας άχρηστος. Δεν σε αντέχω άλλο.
- Καλά, μήσου τώρα και τα λέμε αύριο.

(από allivegp, 09/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως chatσος, είναι αυτός που συμπεριφέρεται ως τσατσόνι στα chat-rooms, άλλως κουβεντοδωμάτια.

Ετυμολογία του κανονικού τσάτσου:

θεία > θεια > τσα > τσατσά > τσάτσος.

Μπήκε χτες ένας chatσος στο chat και τά 'κανε όλα λίμπα!

Κωνσταντίνος Τσάτσος (από Dirty Talking, 26/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμάλγαμα των λέξεων μπύρα και του μυθικού ήρωα Ηρακλέους. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την περιγραφή μίας συγκεκριμένης κατηγορίας μπυρόβιων, οι οποίοι υπό κανονικές συνθήκες είναι εσωστρεφείς φλώροι αλλά μετά την πόση του θαυμαστού αυτού ποτού γίνονται θαρραλέοι μπήχτες και επιτυγχάνουν λαμπρά κατορθώματα.

- Λοιπόν τη βλέπεις αυτή εκεί στο απέναντι τραπέζι; Τόση ώρα που μιλάμε με καρφώνει με τα μάτια. Θα πάω να της μιλήσω!
- Άσε ρε Μπυρακλή να πούμε, που πριν πιεις τις Franziskaner έλεγες ότι όλες σε έχουν χεσμένο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified