Further tags

Ο παλιοροκάς, ο 40-50-60ρης που νομίζει ότι είναι 20 χρονών και ακούει πουρόκ. Από το πουρό και τον ρόκερ.

- Παίζουν οι Whitesnake σήμερα στον Λυκαβηττό. Πάμε;
- Τί λες μωρέ; Σου μοιάζω με πουρόκερ;

(από Khan, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως νεόκοπο σλαγκικώς μπορεί να σταθεί άνετα δίπλα στα περισσότερο ή λιγότερο κλασικά δόντι, bluetooth και χαυλιόδοντας που επίσης περιγράφουν το βύσμα αυτόν δηλαδή που έχει γλείψιμο, κονέ, άκρες, για να πετύχει ένα οποιοδήποτε ρουσφέτι σε μια κοινωνία που ακόμα έχει μεγαλύτερη σημασία το ποιος είσαι, από το τι μπορείς να κάνεις.

Επιπροσθέτως, παρουσιάζει κι άκρως ενδιαφέρουσες ιδιότητες, αφού μια και αποκαλείται και σκυλόδοντο και αποτελεί βασικό γνώρισμα βρικολάκων και μοδάτων βαμπίρ κάθε είδους, η χρήση του μπορεί να δώσει επιπλέον διαστάσεις στο διαχρονικό φαινόμενο.

Η αμφίβολη (;) ανθεκτικότητά του στο χρόνο κι η ευρύτητα της χρήσης του, είναι κάτι που μόνο το μέλλον θα επιδείξει αφού η εμφάνισή του οφείλεται στην απροσδόκητα επιτυχημένη, ομώνυμη πολυβραβευμένη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου που προκάλεσε αντικρουόμενες κριτικές κι έφτασε να διεκδικήσει (δυστυχώς χωρίς επιτυχία) το Όσκαρ Ξένης Ταινίας για το 2011.

Η ομοιότητα του επωνύμου του σκηνοθέτη με το όνομα του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου ήταν ζήτημα χρόνου να αποβεί παραγωγική (έστω και σε επίπεδο λογοπαιγνίου) αλλά ομοίως με τον όρο, μένει στον πανδαμάτορα Χρόνο να αποδείξει αν το «κυνόδοντας του Άνθιμου» θα γνωρίσει επιτυχία παροδική (το πιθανότερο) ή όχι.

Για την ώρα χρησιμοποιείται (το τονίζω: περιορισμένα –δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι αλλιώς-) τουλάχιστον από κάποιους φαντάρους για συστρατιώτες - θρησκευτικά βύσματα (όχι απαραίτητα του συγκεκριμένου ιεράρχη).

Τα περιορισμένα κονέ μου δεν επιτρέπουν την επαλήθευση των (βάσιμων βλ. μήδι) υποψιών μου πως ο όρος παίζει (έστω εν είδει αθώου λογοπαιγνίου αδιάφορου για τον οποιοδήποτε -πλην του εχέμυθου σλάνγκου εξομολογητή) και στα εκκλησιαστικά ή όποια άλλα σινάφια.

  1. Χρειάζεται κυνόδοντας για να μπεις κάπου, σε αυτή τη χώρα.
    - Αυτοί που τα ‘φαγαν, δεν είχαν απλώς γερά δόντια, αλλά κυνόδοντα.

(Απ’ το δίχτυ)

  1. –Θα ‘ρθει τελικά για το τριήμερο;
    - Μπααα. Γαμήθηκε το σύμπαν. Τους βυσμάτωσε όλους ένας κυνόδοντας του Άνθιμου. (sic - σπαρταριστό)

Με έκπληξη (το ομολογώ) το βρήκα στο νέτι (από sstteffannoss, 28/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη που προέρχεται απο το συνδυασμό των λέξεων τρόμπας + ρόμποκοπ.

Δηλώνει τον υπέρτατο βαθμό ηλιθιότητας και μαλακίας (βλ. και τρομπάρω). Συχνά υποψήφιος για το πολυπόθητο βραβείο Τρόμπελ.

  1. - Πήγε κι έπεσε μέσα στην πισίνα ο μαλάκας..
    - Ναι, και;
    - Ήταν άδεια..
    - Ρέ τον τρόμποκοπ

  2. (σε φανάρι πολυσύχναστου δρόμου)
    - Ρε τρόμποκοπ ξεκίνα επιτέλους! άναψε πράσινο εδώ και δύο λεπτά!

"THIS IS A PICTURE OF ROBOCOP ON A UNICORN. YOUR ARGUMENT IS INVALID." (από patsis, 06/08/11)(από patsis, 06/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο με τον παπατζή στην κυριολεκτική έννοια, δηλαδή η παίκτρια του ''παπά''.

Μεταφορικά περιγράφει γυναίκα, ενήλικη, με ευχέρεια λόγου, έντονη πειστικότητα που αφήνει μία εντύπωση αίσθησης ερωτοτροπίας με μη εκπληρώσημες υποσχέσεις και συνήθως με εμπλοκή ανταλλαγμάτων εκ μέρους των μνηστήρων (θαυμαστών).

- Τι κάνει ο Μήτσος με την ''κούκλα'' απέναντι;
- Τίποτα δεν θα κάνει, αυτή είναι γνωστή παπατζού περιωπής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των ψυχαναλυτής / ψυχανάλας και γλυκανάλατος. Υπονοεί ότι η ψυχανάλυση είναι μια φλώρικη, γλυκερή, καραμελοδραματική διαδικασία, οπότε χρησιμοποιείται για να μειώσει τον κάθε επίδοξο ψυχανάλα / γιαλόμα / σρίνκη / ψι.

Πάσα: Χότζας.

  1. Τι να μας πει τώρα κι ο ψυχανάλατος;

  2. ΡΕ ΟΛΟΙ ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΧΟΛΙΑΣΑΤΕ ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ «ΘΩΔΗ» ΣΑΣ ΒΓΑΖΩ ΤΟ ΚΑΠΕΛΟ ΜΟΥ...ΑΝ ΕΙΧΑ! ΞΕΦΤΙΛΙΣΑΤΕ ΟΛΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΥΛΟΛΟϊ, ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΜΟΡΦΟΥΣ (ΑΕΙ ΣΙΧΤΙΡ) ΚΟΣΜΟΥΣ, ΤΙΣ ΜΙΣΟΤΡΙΒΕΣ-ΣΤΡΙΓΚΟ-ΣΤΡΑΒΟΠΟΔΟΥΣΕΣ- ΓΛΑΣΤΡΕΣ, ΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΟΦΥΛΛΑ, ΤΑ ΠΑΝΕΛ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΘΕ ΜΛΚΟΠΙΤΟΥΡΕΣ ΚΑΚΟ-ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΔΕΣ, ΚΥΝΗΓΟΥΣ ΧΑΖΟΚΟΥΤΟΘΕΑΣΗΣ.
    ΛΥΣΣΑΞΑΝΕ ΝΑ ΤΗΝ ΤΡΕΛΑΝΟΥΝΕ! ΤΩΡΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΝΕΛΑΤΖΗΔΕΣ. ΕΙΔΙΚΑ ΟΙ ΨΥΧΑΝΑΛΑΤΟΙ ΨΥΧΙΑΤΡΟΙ.
    ΘΑ ΤΗ ΣΠΑΣΩ ΤΗΝ...42άρα LSD ΜΟΥ. (Φωνακλάς εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος της μπουρδελιάρικης ιδιολέκτου. Προκύπτει από τα στρίπερ (stripper), τρύπα και τρίπα- τριπάκι. Πρόκειται, επομένως, για την χορεύτρια σε στριπτητζάδικο, το παιδί του σωλήνα. Γράφεται και ως τρύππερ, τρίπερ, τρίππερ.

Κατ΄ αρχήν, ανταποκρίνεται στην ανάγκη χάλκευσης ενός όρου που να αντιστοιχεί στην ελληνική πραγματικότητα. Το γαλλικό στριπτιζέζ είναι μπαμπαδοπαππουδισμός που θυμίζει Belle Epoque και Toulouse-Lautrec. Το stripper είναι αμερικλανιά που θυμίζει Demi Moore και Las Vegas. Παραπέμπει σε κιτσογκλαμουράτο αφραπάζ με βλαχάρες Αμερικάνες σιλικονάτες, και όχι στο περιβάλλον φτωχού πλην τίμιου φραπενέ με βιοπαλαίστριες που μοχθούν για το φραπέ ημών το επιούσιον (μιλάμε εξάλλου για τελείως διαφορετικούς σωματότυπους από τα αμερικανικά ευαγή ιδρύματα, συνήθως κυριαρχούν ουκρανάιζερ και τσοκολάτες και όχι οι Αμερικλανοειδείς μπαγκατέλες). Βεβαίως το χορεύτρια είναι υπερβολικά ευφημιστικό, το λικνιτζού λόγιο και το παιδί του σωλήνα άβολο. Οπότε έχει πλέον καθιερωθεί ως κυρίαρχος όρος το τρύπερ, τουλάχιστον στο γνωστό μπουρδελοσάη.

Δεν μπορώ να αποφύγω την ντιριντάχτα προσπέλαση του όρου. Όταν η στρίπερ ορίζεται ως φραπεδιάρα ορίζεται από αυτό που προσφέρει, από την ανάγκη ή, έστω, την κατάφαση. Όταν ορίζεται ως τρύπερ ορίζεται από αυτό που δεν προσφέρει, από την ουτοπική επιθυμία.

Πράγματι, η τρύπα είναι το μόνο που δεν προσφέρει μια στρίπερ. Μπορεί να επιδαψιλεύει φραπέ, ποδοφραπέ, βυζομαλακία, σε οριακές περιπτώσεις μπουκιτσί (με την κρίση βέβαια όλα επαναδιαπραγματεύονται), γκουφουέ γλωσσόφιλα, και γενικά να βγάζει μια διαθεσιμότητα σε όλο το σώμα πλην του αιδοίου. Συνήθως, αν δεν πρόκειται για full nude ούτε καν το δείχνει. Το αιδοίο της κωλοτριβάδος, λοιπόν, καθίσταται κυριολεκτικά η μαύρη τρύπα, που ρουφάει αλλά και συνιστά την αλυσιτελή και πολυδάπανη επιθυμία του στριπτητζόφιλου. Με όρους του Roland Barthes, θα έλεγα ότι το φραπέ είναι το studium, ενώ η τρύπα είναι το punctum της λικνιτζούς, η οποία ορίζεται από την ουτοπία (γαμήσι με στρηπτιτζού) την πυροδοτούσα το τριπάκι της διαλεκτικής της επιθυμίας.

Για τον Έλληνα αγαπούλη, πρόκειται πραγματικά για τριπάκι και όχι μόνο για χαβαλέ ή για κολακεία του ανδρικού εγωισμού, όπως στην Εσπερία, ή για μπριζόλιασμα όπως αλλού. Ο Έλληνας κυνηγάει την τρύπα της τρύπερ και αυτή έχει εκπαιδευτεί σε μία διαλεκτική όπου πάντα τάζει όλο και κάτι περισσότερο για να κρατάει τον αγαπούλη στην πρίζα, ενώ η τρύπα ολοένα και αναβάλλεται. Νταξ μπορεί και να γαμήσεις στρηπτιτζού αν είσαι ωραίος, πλούσιος και στυλάτος, όπερ άτοπον, γιατί τότε δεν θα είχες πατήσει στο φραπενείο ιν δε φερστ πλέης. Ή αν την πρήξεις τόσο πολύ, ώστε στο τέλος αυτή (και το μαγαζί από πίσω) να ενδώσει στο στυλ, «άντε να σου κάτσω, να δούμε ρε μαλάκα επιτέλους τι θα καταλάβεις», όπερ ξυνουσία τις ξινή. Ο αμετανόητος, ωστόσο, στρηπτιτζόφιλος δεν χαλιέται, αφού η τρύπερ του έδωσε το ωραίο τριπάκι (για να παραφράσω τον Καβάφη). Υπάρχει, εξάλλου, πάντα και το Μετάξι για σβήσιμο.

Καβουρευθέντα στον βούρκο εγκρίτου μπουρδελοσάη:

  1. - Το γεγονος ειναι οτι οι περισσοτεροι εχετε δημιουργησει ενα στερεοτυπο για τις στριπερ. Εχετε αποδωσει χαρακτηριστικα σε αυτες και τις εχετε ομαδοποιησει. [...] Αλλο πραγμα οι Ρωσσιδες, Ρουμανες κλπ που εχουν στον χορο 2-3-5 χρονια και παραπανω. Αλλο η τρυπερ που δουλευει σε μαγαζια τυπου Ανατολη- Λιντο - κουκλες. Και αλλο η τρυπα που ερχετε απο Εσθονια- Λετονια κλπ εχει μαξιμουμ 1-2 μηνες εμπειρια και δουλευει σε ποιο χαλαρα μαγαζια. Οχι οτι οι δευτερες ειναι αθωες. Αλλα δεν εχουν αποκτησει ακομα την εμπειρια και το στυλ ψυχρου εκτελεστη.
    Στην πρωτη περιπτωση για να παιξεις και να επιβιωσεις οι πιθανοτητες ειναι μικρες. Και θελει γερα αντερα για να μπορεσεις να τα βγαλεις περα.
    Αλλο το επιπεδο δυσκολιας να παιξεις με τρυπερ εμπειρη (ΠΧ Ρουμανα με 3 χρονια στα κωλομπαρα) και αλλο με τρυπερ που εχει ερθει μεσω πρακτορειου και δεν ξερει ακομα πως να παει απο το παγκρατι στο συνταγμα.

- Τρύπερς, η λέξη τα λέει όλα. Τα λοιπά περί νύχτας, μέρας, απογεύματος, κατηγορίες, λίγκες κλπ τα προσπερνώ. Πληρώνονται για να δείχνουν κώλο και βυζιά (και παραπάνω...), το ίδιο κάνει είτε το κάνουν 3 χρόνια ή μέσω πρακτορείου και δίμηνα ανά περιοχή.

  1. οι τρυπερ σου βγαζουν τα κυνηγετικα σου ενστικτα..
    ως γνωστον του κυνηγου & του ψαρα το πιατο,σπανιως γεμιζουν..

  2. προφανως εχεις μπουκωσει απο την ελλειψη τρυπεροθεαματος..

  3. οχι ρε..το εχω κοψει πλεον..εχω κανει ταμα στην αγια τρυπερ την σωληνου,να ξαναγαμησω οταν ξανασηκωσουμε κουπα..

  4. άντε μη σε βάλω κ πληρώσεις κ τα τρυπεροκεράσματα...(τα σεμνά..μη φοβάσαι, δε θα σε φαληρίσω...

Ημερήσιος τρύπερ (από allivegp, 02/01/11)(από Khan, 05/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ληστής που φέρει μανδύα σοσιαλιστή. Λέγεται περισσότερο για πολιτικούς ή φέροντες σημαντικές θέσεις. Αλλιώς για τους αριστερούς με δεξιά τσέπη υπάρχουν πολλά συνώνυμα, όπως προλεφτάριος, Μαρξ εντ Σπένσερ, αριστεροκράτης κ.ά.

Trivium: Στον γούγλη ο σοσιαληστής δίνει πολύ περισσότερα χτυπήματα από τον καπιταληστή, ασφαλώς όχι τυχαία. Για να το θέσω φιλοσοφικά η σύνδεση καπιταλιστή και ληστή είναι αναλυτική α πριόρι, δηλαδή αρκεί να αναλύσεις την έννοια του καπιταλιστή για να φτάσεις σε αυτήν του ληστή. Ενώ η σύνδεση σοσιαλιστή και ληστή είναι συνθετική α ποστεριόρι, δηλαδή είναι απαραίτητο να έχεις εμπειρία σοσιαληστικών κυβερνήσεων για να την νιώσεις στο πετσί σου. Και η σλανγκ αρέσκεται πολύ περισσότερο από την δόκιμη γλώσσα στον βιωμένο κόσμο της ζωής (Lebenswelt κατά Husserl). Σε μια εποχή βέβαια που και ο Γ.Α.Π. και ο DSK (Dominique Strauss-Kahn) είναι σοσιαλιστές σε λίγο όταν θα βάζεις στον γούγλη τον όρο σοσιαλιστής θα σου βγαίνει ένδειξη μήπως εννοείτε σοσιαληστής;

Πάσα: GATZMAN.

  1. Ελλάδα Από τους Καπιταληστές, στους Σοσιαληστές και τώρα Κανιβαληστές (εδώ).

  2. Γίνεται το συνέδριο των σοσιαλιστηκών κομμάτων της Ευρώπης το 2000 στο Βερολίνο και μετά τις εργασίες του συνεδρίου παίρνει ένας γερμανός τους έλληνες συνέδρους (ρε παιδιά ο Χατζημαρκάκης σοσιαληστής είναι;) και τους πάει στο σπίτι του για φαγητό. Οι έλληνες σοσιαληστές βλέπουν ένα σπίτι με πισίνες,παιδότοπους,χαμάμ κλπ. Τον ρωτούν λοιπόν πως κατάφερε και έφτιαξε ένα τόσο υπέροχο σπίτι και εκείνος αφού τους οδήγησε στο μπαλκόνι τους λέει: Βλέπετε εκείνο το σχολέιο απέναντι; Οι έλληνες σοσιαληστές του απάντησαν ναι φυσικά. Ε τότε αυτός λέει 2% και τους κάνει ταυτόχρονα την κίνηση που δείχνει όταν βάζουμε χρήματα η κάτι άλλο, τσιγάρα ας πούμε, στη αριστερή τσέπη του πουκαμισιού μας. Ε καλά του λένε οι άλλοι (αφού κατάλαβαν αμέσωςτι σήμαινε η κίνηση) με 2% από την μίζα του σχολείου έκανες αυτή την σπιταρώνα; Όχι τους λέει, βλέπετε όμως αυτή την γέφυρα δίπλα στο σχολείο; Ναι του λένε αυτοί. Ε τότε αυτός τους λέει ξανά, 5%. Αφού λοιπόν τα τσακάλια κατάλαβαν τι πρέπει να πράτει ένας σοσιαληστής επέστρεψαν περιχαρείς στην Ελλάδα.
    Μετά από ένα χρόνο ακριβώς γίνεται το συνέδριο στην Ελλάδα.Όταν τέλειωσαν οι εργασίες του συνεδρίου ακολουθεί γεύμα στο υπερπολυτελέστατο σπίτι ενός στελέχους (να μην λέμε ονόματα) του PASOK με καλεσμένους όλους τους Ευρωπαίους σοσιαληστές. Στο σπίτι φυσικά υπήρχαν όλες οι ανέσεις, πισίνες, μπάρμπεκιου, γήπεδα τέννις, ελικοδρόμιο και ότι φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Σε κάποια στιγμή λοιπόν ο γερμανός που τους είχε καλέσει στο σπίτι του όταν το συνέδριο ήταν στην Γερμανία πλησιάζει τον έλληνα οικοδεσπότη και του λέει : Μπράβο, φοβερό σπίτι, πως τα κατάφερες ρε θηρίο;Του λέει λοιπόν ο έλληνας πάμε στην ταράτσα και θα δεις. Ανεβαίνουν λοιπόν στην ταράτσα και ο έλληνας του λέει: Βλέπεις εκείνο το νοσοκομείο απέναντι; Όχι του λέει ο γερμανός, δεν βλέπω τίποτα και του λέει αμέσως ο έλληνας κάνοντας την κίνηση δείχνοντας την τσέπη του πουκαμισιού του, 100%. (Εδώ).

Οι γυναίκες που παραμελεί ο Στρως-Καν όταν γαμάει εμάς, Ι: Η σύζυγος. (από Khan, 17/12/10)ΙΙ: Η ερωμένη. (από Khan, 17/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπέρμαχος του σχεδίου Ανάν για την Κύπρο. Ανήκει και στην δεξιά ιδιόλεκτο στην οποία συνηθίζεται να παρατίθεται παρατακτικώς μετά άλλων ύβρεων, λ.χ. «είσαι γνωστός θολοκουλτουριάρης, εθνομηδενιστής, ευρωλιγούρης, αποδομιστής και ανανιστής», αλλά όχι μόνο, λέγεται και από άλλους επικριτές του αμφιλεγόμενου σχεδίου Ανάν. Επίσης χρησιμοποιείται αρκετά στην μαρτυριάρικη, λ.χ. για να χαρακτηρίσει μερίδα του πολιτικού κόσμου. Προφ λογοπαίγνιο με τον αυνάνα, βλ. και κόφι αυνάν.

Συνώνυμο: μάρτυρας του Αυνάν (πλάκα κάνω!, ξένε μεταφραστή).

  1. Ακόμη και σήμερα, ένα βήμα πριν την επιβολή, απ’ τη Νέα Τάξη, της Παγκόσμιας Διακυβέρνησης, την ανάγκη της οποίας τονίζει και ο ανανιστής πρωθυπουργός της κατεχόμενης Ελλάδας και πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, οι ιδέες παραμένουν το μεγαλύτερο όπλο της ανθρωπότητας. (Εδώ).

  2. είναι σταθερός, συνεπής και στοχοπροσηλωμένος στο 2004. Είναι ένας αδιόρθωτος «Ανανιστής» και όλα όσα λέγει περιστρέφονται γύρω από το Σχέδιο Ανάν. (Εδώ).

Περιοδικό που προδφέρεται για ανανισμό (από Vrastaman, 08/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Την ερώτηση αυτή την χρησιμοποιούμε για να δείξουμε ότι κάποιος είναι και πολύ μαλάκας. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως συνώνυμο του παπούστης.

  1. - Κοίτα κοίτα ρε συ πώς πηγαίνει αυτος! Ή μάλλον αυτή! - Ναι ρε μλκ σαν παπούστης παει!
  1. (διευθυντής)
    - Δεν ακούω κουβέντα νεαρέ!Η αποβολή σου ισχύει! (μαθητής) - Α ρε πούστηριζεται η γη ρε γμτ! (αφού έχει απομακρυνθεί ο διευθυντής)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified