Ο τρύπας τερματοτύφλακας-σουρωτήρι που τρώει ό,τι πάει μέσα ωσάν γκολομαγνήτης.

Βλ. και: χαρταετός, μεσολογγίτης. Αντιπαραθέστε το με τον Νιγηριανό τερματοφύλακα Πήτερ Ρουφάι.

1. ΤΕΡΑΣΤΙΟΣ ρούφας ο Γιώργης - στην θητεία του στον Ολυμπιακό τουλάχιστον - αποτελεί ακόμα και σήμερα σημείο αναφοράς για παλαιότερους και νεότερους.

2. ΣΚΑΡΤΟΣ ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ.... ΝΑ ΜΗΝ ΕΡΘΕΙ ΣΤΗΝ ΑΕΚ....ΠΝΙΓΕΙ ΓΚΟΛ ΕΙΝΑΙ ΡΟΥΦΑΣ...ΣΙΓΑ ΤΟ ΠΕΝΑΛΤΥ ΚΙ ΕΓΩ ΘΑ ΤΟ ΑΠΙΑΝΑ ΛΕΕΙ Ο ΑΛΟΣ.....Π Ρ Ο Π Ο Ν Η Τ Α Ρ Α Δ Ε Σ ΜΟΥ ΕΔΩ ΜΕΣΑ.......!!!!!!!!!!!!!!!!!

3. Οφείλω να ομολογήσω πάντως πως ο ΕΠΟ έχει συμπαθέστατους (κατα τ' άλλα, βεβαίως) οπαδούς και αντιπάλους. Ακόμα κι ο ρούφας ο τερματοφύλακάς τους «τρώγεται»!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική μεταγραφή παίκτη, που μπορεί να χαρακτηριστεί ως παλτό. Ειδικά αγνώστου μέχρι πρότινος παλτού, αφρικανικής προέλευσης. Κατά τον παρόντα χρόνο (Ιούνιος 2012) δεν έχει αποκτήσει τη διάδοση που απαιτείται για να χαρακτηριστεί λήμμα του σλανγκρ αλλά αυτό αναμένεται να συμβεί, ειδικά μετά τον βομβαρδισμό με το διαφημιστικό μήνυμα (εταιρείας κινητής τηλεφωνίας) απ' όπου προέρχεται.

Γενικά, αποτυχημένη μεταγραφή με στόχους σκοτεινούς και πάντως άσχετους με την αγωνιστική βελτίωση μία ομάδας.

Μετά τον πίου, μπαίνουν ξανά ιδέες στον πρόεδρο για μεταγραφές.

(από Vrastaman, 25/06/12)(από Khan, 26/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καθιερωμένη αργκό της ποδοσφαιρικής κερκίδας που έχει περάσει πια ευρύτατα και στις στήλες των αθλητικών εφημερίδων.

Ο όρος χαρακτηρίζει πλέον τον άχρηστο παίκτη γενικά αλλά η αρχική σημασία είναι πιο συγκεκριμένη. Παλτό, λοιπόν, λέμε ειδικότερα τον ποδοσφαιριστή που έρχεται στην ομάδα μετεγγραφή από το εξωτερικό με τυμπανοκρουσίες και ταρατατζούμ αλλά γρήγορα αποδεικνύεται λίγος και διαψεύδει παταγωδώς τις προσδοκίες των φιλάθλων.

Η λογική του χαρακτηρισμού είναι ευφυέστατη. Το παλτό, το ρούχο, το αγοράζουμε τέλη καλοκαιριού, αρχές φθινοπώρου, το φοράμε στα βαριά κρύα και με το που θα μπει ο Μάρτιος τόχουμε σηκώσει στη ντουλάπα με τη ναφθαλίνη. Το παλτό, τον παίκτη, τον φέρνουμε στις μετεγγραφές του Αυγούστου, παίρνει μια πίστωση χρόνου για να προσαρμοστεί και καλά στην «Ελληνική πραγματικότητα», παίζει κάποια ματς πριν και μετά τα Χριστούγεννα, τον παίρνουμε χαμπάρι και από τον Μάρτιο είναι πλέον μόνιμος ούτε καν στον πάγκο αλλά στην κερκίδα των επισήμων - που είναι, βέβαια, το ποδοσφαιρικό ισοδύναμο της ντουλάπας με τα χειμωνιάτικα.

Εκτός από παλτό, χρησιμοποιούνται και οι λέξεις πάλτουρας, παλτουδιά και (το προσωπικό μου φέιβοριτ) ημίπαλτο.

Η πανάκριβη μετεγγραφή που επίσης απογοητεύει λέγεται, βέβαια, βιζόν.

  1. Ακριβά χειμερινά ψώνια και βαριά θερινά «παλτά»,
    (Τίτλος από ΤΟ ΒΗΜΑ, 03/02/08)

  2. Είναι παλτό ή παίκτης κλάσης ο Σισέ; Πρέπει να σταθούμε στο γκολ, το δοκάρι, το έμμεσο, την κόκκινη που «κέρδισε» από τον αντίπαλό του ή πρέπει να σταθούμε στα άχαστα που έχασε σε έναν αγώνα που τροφοδοτήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη φορά; Από εδώ

  3. Τον πήραμε παλτό! Τον πήραμε παλτό! Και μέσα σε έναν χρόνο, τον κάναμε Ετο'ο! (Χιουμορώδες γηπεδικό σύνθημα)

Η νέα σύνθεση του Παναθηναϊκού (από poniroskylo, 08/12/09)Ο Ετό\'ο. Δεν είναι παλτό. Και εδώ, δεν είναι και τραυματίας. (από poniroskylo, 08/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαιος σλανγκ όρος. Με πολλαπλές χρήσεις. Αναφέρω τις κυριότερες:

  • Ποδόσφαιρο: Ένας παίχτης που κυριολεκτικά σέρνεται μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Είτε παίζει είτε δεν παίζει, ένα και το αυτό.
  • Ιππόδρομος: Ένα άλογο που σπανίως τερματίζει, και αν γίνει το θαύμα και τερματίσει καταλαμβάνει την αριθμητική θέση των συμμετεχόντων αλόγων (π.χ. όγδοο στα 8 που έτρεχαν). Υπάρχει και ιπποδρομία κουτσάλογων (όλα τα κουτσάλογα τρέχουν μαζί).
  • Υπάλληλος: Κάνει εντελώς τα ανάποδα απο αυτά που του λες. Όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά καταστρέφει κιόλας.
  • Κωλόμπαρο: Η κονσοματρίς που στο τέλος της βάρδιας της, αντί να πληρωθεί, το αφεντικό της ζητάει να πληρώσει τα ποτά που ήπιε.

    Ο όρος προέρχεται από την χρηστικότητα του συγκεκριμένου συμπαθέστατου ζώου, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το γεγονός ότι πρέπει να πατάει γερά και στα τέσσερα πόδια του. Δυστυχώς, ένα κουτσό άλογο ισοδυναμεί με ένα άχρηστο στην αρχή και νεκρό στη συνέχεια άλογο.

-Ο πρόεδρος υποσχέθηκε ότι θα κάνει μεταγραφές του χρόνου. -Ποιος ξέρει τι κουτσάλογο θα μας κουβαλήσει πάλι...

-Όλα τα λεφτά στο 5, έχω πληροφορία.
-Άσε μας ρε Λάκη. Όλο σότα μας δίνεις. Ο ΤΡΕ ΜΠΙΕΝ (το 5) είναι γνωστό κουτσάλογο. εγώ σε πάω στοίχημα, ότι δεν θα τερματίσει καν...

(από electron, 02/09/09)(από electron, 02/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επώνυμο ποδοσφαιριστή που για μια σεζόν φόρεσε τα χρώματα της ΑΕΚ, διακρίθηκε για τη συνεισφορά του ως παλτό (βλ. λήμμα) στον πάγκο της και έκτοτε καθιερώθηκε ως συνώνυμο της διάψευσης των προσδοκιών για την έλευση ενός «μεγάλου ονόματος» σε μια ομάδα.

- Ρε μαλ, είδε τί υποσχέθηκε ο Πρόεδρος; Θα μας φέρει όνομα φέτος το καλοκαίρι που θα κάνει πάταγο!
- Τσσσ... Πάλι ψιλο γαζί σας δουλεύει. Τον Ραμπεσαντρατανά θα σας φέρει, να μου το θυμηθείς!

Eric Rabesandratana (από allivegp, 14/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άτεχνος ποδοσφαιριστής, ο αδέξιος, ο άμπαλος. Πολύ συχνός χαρακτηρισμός της κερκίδας για παίκτες που στερούνται κάθε φινέτσας και στηρίζονται αποκλειστικά στη δύναμη.

Συνήθως αναφέρεται σε αμυντικό κριάρι, αλλά ξυλοκόπος μπορεί να είναι και κάποιος ανασταλτικός μέσος ή το βαρύ σέντερ φορ με το κλασικό Βρετανικό στυλ. Συχνά, αλλά όχι απαραίτητα, ο ξυλοκόπος είναι και αντιαθλητικά σκληρός, το γνωστό δρεπανηφόρο άρμα.

Ως ξυλοκόποι, στον πληθυντικό, μπορεί να χαρακτηρισθεί και μια ολόκληρη ομάδα που έχει μεν πάθος και δύναμη αλλά που συλλογικά και από παράδοση ταλαιπωρεί το τόπι - σε επίπεδο εθνικών ομάδων π.χ. Σκανδιναβοί, Βρετανοί κ.ο.κ.

Και γιατί ξυλοκόποι; Ασαφές, αλλά ίσως διότι οι παίκτες αυτού του στυλ μεταχειρίζονται τη μπάλα με την ίδια χάρη που ο γνήσιος ξυλοκόπος πελεκάει το κούτσουρο ...

  1. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλος ο κόσμος θέλει να βλέπει Μέσι και Ρονάλντο στα γήπεδα, αλλά αφ'ενός είναι λίγοι αυτής της ποιότητας οι ποδοσφαιριστές και αφ'ετέρου τους τίτλους τους δίνουν οι νίκες και όχι οι περίτεχνες ενέργειες. Και δυστυχώς το σύγχρονο ποδόσφαιρο, με το πολύ πρέσιγκ, την δύναμη και την ταχύτητα ευνοεί τους ξυλοκόπους παρά τους τεχνίτες. (από το http://www.bluefans.info/)

  2. Δεν μπορώ να παραδεχθώ ότι η Σουηδία είναι κλάσεις ανώτερη από εμάς. Τρεις παικταράδες έχει και τίποτα παραπάνω. Οι υπόλοιποι είναι ξυλοκόποι που χρειάζονται πέντε κοντρόλ για να κατεβάσουν την μπάλα. (από το http://blogs.contra.gr, πίκρα μετά τον αποκλεισμό της Εθνικής από τη Σουηδία στο Euro 08)

  3. O Irwin έπαιζε τόσα χρόνια μπάλα και δε θυμάμαι να έχει χτυπήσει άλλον παίκτη... μια άτυχη στιγμή δε νομίζω να στιγματίζει ως ξυλοκόπο τον φιλότιμο Ιρλανδό μπακ... (από το http://www.fmgreece.gr)

  4. Οι ηρωϊκοί πλην ξυλοκόποι σκωτσέζοι το πάλεψαν όσο μπορούσαν αλλά είναι πολύ μονοδιάστατοι ... ((από το http://www.bluefans.info/, σχόλιο για τον τελικό του κυπέλου ΟΥΕΦΑ Ζενίτ-Ρέιντζερς)

  5. - Κάτσε ρε, πού να τρέχουμε ... έχει και ματς στη δορυφορική ... Φινλανδία - Ελβετία ...
    - Ωραίο ματς ... Ξυλοκόποι εναντίον αγελαδοτρόφων ... ψηφίζω μπυρίτσουαλς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό της κερκίδας. Κριάρι είναι ο δυνατός και άτεχνος παίκτης. Γεροδεμένος και καλός στις κουτουλιές - συγνώμη, κεφαλιές - αλλά δυσκίνητος και απελπισία όταν η μπάλα είναι κάτω. Μηδέν τρίπλα, μηδεν πάσα, μηδέν αντίληψη - αλλά παληκάρι και συχνά σκληρός. Συνήθως σέντερ μπακ. Μια-δυο φορές σε κάθε ματς επιχειρεί κατεβασιά με τη μπάλα στα πόδια - πολύ γέλιο. Μπορεί να είναι και σέντερ φορ με ανάλογα χαρακτηριστικά - το λεγόμενο «φουνταριστό» σέντερ φορ που ρίχνει άγκυρα στη μικρή περιοχή των αντιπάλων και προσπαθεί να πάρει τις κεφαλιές.

Κριάρια, από το Rams, είναι και το παρατσούκλι της Αγγλικής Derby County. Δεν υπάρχει - απαραίτητα - σχέση.

ُΣχετικά λήμματα: άμπαλος, Ampalinho (Αμπαλίνιο), δεν τη βρίσκει με τίποτα, δεντηβρίσκοβιτς, δεν κόβει ούτε με βαλέ, δρεπανηφόρο άρμα

  1. O Aβραάμ μέχρι πρότινως ήταν ένα κριάρι. Ένα άμπαλο κριάρι, του οποίου το καλό όνομα ήταν δημιούργημα των δημοσιογράφων της Θεσσαλονίκης (σχόλιο για τον κεντρικό αμυντικό του Ολυμπιακου Αβράαμ Παπαδόπουλο στο φόρουμ ΑΕΚΑΡΑ, www.rocking.gr)

  2. Οτι είναι άτεχνος και ατσούμπαλος συμφωνώ,αλλά δεν αμφισβητώ πως είναι δυνατός και γρήγορος..Εξάλλου ο ¨Αντζας ξέρει πολλή μπάλα για σέντερ μπακ,αλληλοσυμπληρώνονται..Όλες οι ομάδες έχουν έναν κουμανταδόρο και ένα κριάρι στην άμυνα για να κάνει τη βρώμικη δουλειά... (από το www.fmgreece.gr, πάλι για τον Αβράαμ)

Ο Αβράαμ - αν η μπάλα ήταν τόσο μεγάλη θα την είχε βρει (από poniroskylo, 24/02/09)Το σήμα των "Κριαριών" (από poniroskylo, 24/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified