1. «Μια υποθετική τοπολογική ιδιότητα του χωροχρόνου που σχηματίζει ένα τούνελ που συνδέει δύο απομακρυσμένα σημεία του. Θα μπορούσε να αποτελεί ένα «κόψιμο δρόμου» δια μέσου του χωροχρόνου» (δες εδώ και εδώ για περισσότερα). Πας δηλαδή στο εξοχικό σου στη Λούτσα, κι άμα είσαι τυχερός να πέσεις πάνω σε σκουληκότρυπα, βρίσκεσαι αίφνης στην επιφάνεια του πλανήτη Άρη.

  2. Και μιλώντας για Άρη, σκουληκότρυπα ονομάζεται το γήπεδο Κλεάνθης Βικελίδης ή Χαριλάου λόγω του ότι οι οπαδοί και μέλη της ομάδας του Άρη (σκουληκι-άρη) αποκαλούνται σκουλήκια. Σχετικά συνώνυμα για το γήπεδο: σκουληκοφωλιά, σάπιο μήλο (ή σκέτο μήλο), αλλά και νταχάου

  1. α. Ταξίδια στον χώρο και τον χρόνο μέσω σκουληκότρυπας. (Εδώ).

β. Διαστημική σκουληκότρυπα-εξπρές. Μελέτη Eλληνίδας ερευνήτριας εξετάζει τη δυνατότητα ταξιδιών στο σύμπαν μέσα από χωροχρονικά τούνελ. (Εδώ).

  1. α. Ε ρε το χαριλάου μεγάλη έδρα! ... Έκανα το χειρότερό μου ματς στη σκουληκότρυπα και οι αρειανοί το καλύτερό τους και με νίκησαν. (Εδώ).

β. Δεν το φοβηθήκαμε το ματς. Αυτό θα έλειπε δηλαδή, ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ είμαστε! Και όταν βρεθήκαμε πίσω
δείξαμε χαρακτήρα και... πάθος, ώστε να γυρίσουμε το ματς και να φύγουμε από την σκουληκότρυπα όπως
πρέπει. Νικητές! (Εδώ).

γ. το ματς το πήγε στο Χ ο Novito που ήθελε πρόκριση στην σκουληκότρυπα. (Εδώ).

(από Khan, 09/07/13)Το γήπεδο Χαριλάου άκα σκουληκότρυπα (από Khan, 09/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γήπεδο Κλεάνθης Βικελίδης ή Χαριλάου στην Θεσσαλονίκη, μειωτικά, επειδή είναι έδρα της ομάδας του Άρη που έχει ως παρατσούκλι του το σκουλήκι ή σκουληκιάρης. Επίσης σάπιο μήλο.

Από φόρα φιλάθλων:

  1. ΚΑΙΡΟΣ ΗΤΑΝΕ ΝΑ ΞΑΝΑΜΠΟΥΝΕ ΠΑΟΚΤΣΗΔΕΣ ΣΤΗ ΣΚΟΥΛΗΚΟΦΩΛΙΑ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΑΝ ΘΑ ΞΑΝΑΜΙΛΗΣΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΥΡΚΙΕΣ ΚΑΙ ΜΩΑΜΕΘΑΝΟΥΣ ΟΙ ΣΥΜΠΟΛΙΤΕΣ.

  2. κουραδομαγκιες στη σκουληκοφωλια με θυμα τον χαλκια!!!

  3. Υπάρχει λόγος να ασχολούμαστε με μία ομάδα που ποτέ στην ιστορία της δεν έκανε sold out σε ένα τόσο μικρό γήπεδο όπως η σκουληκοφωλιά;

(από Khan, 09/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή μάλλον, σκουληκιΑρης.

Σκουληκιάρικη προσβόλα για τους εκ Θεσσαλλλονίκης ορμώμενους Αρειανούς.

Πιο στεγνά: σκέτα σκουλήκια.

- Η φωτογραφία είναι από το μπαράζ του Βόλου για την κατάκτηση του πρωταθλήματος, ανάμεσα στον ΣκουληκιΑΡΗ και τον GAYρο (άλλο ένα πρωτάθλημα που το πήρε σε μπαράζ ο Θρήνος). (εδώ)

- Ηττα με κατεβασμενα τα χερια για τον Παναθηναικο μας απο τον παθιασμενο σκουληκιΑρη στου Χαριλαου, μα δεν πειραζει γιατι πολυ απλα πηραμε αυτο που μας αξιζε, δεν παιξαμε καλα, ο Αρης ηταν καλυτερος και δικαια χασαμε...
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα πρώτα KAWASAKI GPz με τα ολόσωμα φέρια από τα μέσα της δεκαετίας του '80, μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Το συγκεκριμένο μηχανάκι θύμιζε «καρχαρία» για αυτό και το τσούκλι. Βέβαια, με τον καιρό το συγκεκριμένο προσωνύμιο, κόλλησε σε όλα τα GPz, με αποτέλεσμα, λέγοντας τώρα καρχαρία, να αναφερόμαστε σε όλα τα GPz πέντε χρόνια πριν και πέντε χρόνια μετά από την διακοπή παραγωγής του καρχαρία. Αυτά έχουν οι μύθοι.... Απλώνουν...

Α! Για μηχανές (με τα σημερινά στάνταρ για «σκοτώστρες») μιλάμε.... Και συγκεκριμένα για την GPz 550, και την GPz 900. Άφθονο γκάζι, μηδέν φρένα.

-Άκουσα ότι η Kawasaki, θα βγάλει πάλι τον καρχαρία...
-Το άκουσε και ο θείος μου και άρχισε να μας λέει πάλι τις ιστορίες. Το σήκωνε λέει το συγκεκριμένο μηχανάκι στον Άλιμο, και το 'ριχνε στο Σούνιο.
-Καρχαρίας είναι, παραλιακά τον πήγαινε..

(από Μάγιστρος, 25/05/10)(από Μάγιστρος, 25/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομάδα του ΜΠΑΟΚ, όπως και το αεκάκι, καθώς και ο οπαδός τους, επειδή αμφότερες και οι δύο έχουν ως σύμβολο τον δικέφαλο αετό. Ο Ρωμαίικος δικέφαλος αετός λαμβάνεται μειωτικά έως βλάσφημα ως κοτόπουλο (έχει και κορδωμένο στήθος), προκειμένου οι οπαδοί αντίπαλων ομάδων να την πούνε στους λαχαναγορίτες και ΑΕΚάρες ότι και καλά είναι κότες ή ότι πρόκειται να τους ξεπουπουλιάσουν. Απαντάται συνήθως ως το δικέφαλο κοτόπουλο, αλλά και γκρηκλιστί ως the two-headed chicken. Το δε αρκτικόλεξο ΑΕΚ αναλύεται ως Άντε Επιτέλους Κοτόπουλα.

Ασίστ: Ραν-Ταν-Πλάν.

  1. Ο Άρης είναι το αφεντικό και χει για χρόνια τώρα γκόμενα του....ένα δικέφαλο κοτόπουλο«ΛΑΛΑ ΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑΛΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ .... μας για πάντα καταραμένα χτικιά. (Δώθε)

  2. ΔΙΚΕΦΑΛΟ ΚΟΤΟΠΟΥΛΟ Η ΑΛΛΙΩΣ ΤΟ ΑΕΚακι !! ΠΟΥ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΛΕΠΕΙ ΚΑΙ ΛΙΓΑΚΙ !!! ΑΕΚ «Αθλητική – Ένωση - Κωνσταντινουπόλεως»Η « Άντε – επιτελούς – κοτόπουλα» για κάποιους, »Ένωση« για κάποιους άλλους,ΑΕΚάκι για τους περισσότερους. η πιο γλοιώδης , ύπουλη , υποχθόνια και άξια της μοίρας της, ομάδα της Ελλάδας μας Αιώνια τρίτη στη βαθμολογία του πρωταθλήματος , και όχι μόνο , φέτος να δούμε γλέντια και μοιρολόγια που θα έχουμε , «κανάρες μου»,μια ζωή στην μιζέρια , στην κλάψα , στο παράπονο και «κλάμα η κυρία ρε παιδάκι μου» !! Κλαψιάρηδες , μίζεροι , και από κόμπλεξ άλλο τίποτα !! Μια ζωή παράπονο και αδικία ΜΑΡΘΑ ΒΟΥΡΤΣΗ ΣΕ ΟΛΟ ΤΗΣ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ !! (Κείθε).

  3. ΔΙΚΕΦΑΛΟ ΚΟΤΟΠΟΥΛΟ BARBEQUE (Παραπέρα).

  4. Σήμερα τσικνήσαμε δικέφαλο κοτόπουλο! (Παρακείθε).

(από Khan, 06/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοκοβιός λέγεται κυρίως ο φλώρος ή φλούφλης ο οποίος είναι ολίγον τι και χαζός ή αγαθιάρης. Χρησιμοποιείται περισσότερο όταν η εμφάνιση συνάδει και με την ιδιοσυγκρασία αυτού που αποκαλείται κοκοβιός.

Το επίθετο κοκοβιός προέρχεται από το ψάρι κοκωβιός (λατ. gobius, αλλά και στα Ελληνικά πολλές φορές γωβιός). Κατατάσσεται μάλλον στα «χαζόψαρα»... πιάνεται εύκολα και δεν μεγαλώνει πολύ.

Το κοκοβιός προέκυψε και ως παρατσούκλι στον ηθοποιό Πέτρο Γιαννακό, από το ρόλο του «Κοκοβιού» σε μια ταινία του Τζαβέλα. Ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου περιγράφει το συγκεκριμένο ρόλο ως εξής: «...Ο τύπος ήταν κάτι ανάμεσα σε καραγκιόζη, φασουλή, αρλεκίνο και κλόουν. Ήταν ο υπερφυσικός μπεμπές, το παιδί που δε μεγάλωσε, χαζοέξυπνος και βλακοϊδιοφυής...».

  1. Κοίτα ρε έναν κοκοβιό με γλειφιτζούρι, τί γκομενάκι που συνοδεύει... Χου ρε!

  2. Καλά ρε πώς σε κουρέψανε έτσι; Πώς θα βγεις έξω σαν κοκοβιός;

(από Malinowsky, 17/03/09)(από Malinowsky, 17/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O αχινός είναι ένα μικρό θαλασσινό ζώο του οποίου το σώμα περιβάλλεται από σφαιρικό ή ωοειδές κέλυφος που αποτελείται από ασβεστολιθικές πλάκες και καλύπτεται από αγκάθια.

Λέξη κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό είναι τα αγκάθια που περιβάλλουν το κέλυφος του αχινού. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε είτε :

α) για προκέ μαλλί όπου τα μαλλιά κάποιου παρομοιάζονται με αγκάθια αχινού, είτε επειδή αυτό συμβαίνει από φυσικού του, είτε επειδή αυτό αποτελεί εσκεμμένη επιλογή του για δημιουργία κάποιου συγκεκριμένου look (π.χ δες εδώ).

β) για άνθρωπο που το αχινωτό μαλλί του μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως χαρακτηριστικό του γνώρισμα και κατ' επέκταση η λέξη αχινός ως παρατσούκλι του.

  1. - Ε... εντάξει γεννήθηκες σαν αχινός, αλλά έχεις πάρει πια ταυτότητα
    ανθρώπου. Στρώσε λίγο τα μαλλιά σου.
    - Ωχου πια. Όλο με τρίχες θα ασχολούμαστε;

  2. Πίσω από την Κιμ και την Σιένα καταφθάνει, αγκαλιά στην νταντά της, ο περίφημος… αχινός! Είναι η δεύτερη κόρη της Κιμ και του Μάκη, την οποία, μετά τη γέννηση της, όλοι φωνάζουν αχινό, γιατί όταν γεννήθηκε είχε μαύρα μαλλιά καρφάκια σαν του αχινού…
    Δες

  3. ...τη ρώτησα πώς μπόρεσε να κάνει σεξ με τον Αχινό; Τον έλεγαν έτσι γιατί ήταν πολύ αδύνατος κι είχε μαλλιά σαν αχινός. Δες

  4. απλά η λέξη κάγκουρας ταιριάζει σε: μαλλί αχινός με ζελέ και πειραγμένο παπί... ή αυτοκίνητο ''UFO'' από λαμπάκια, αυτοκόλλητα, σίτες, πολυεστέρες στους προφυλακτήρες και αεροτομές σιδερώστρες... και μονίμως το CD-PLAYER ''βαράει'' καψουροτράγουδα και ενίοτε τσιφτετέλια... (με πιάνεις;)
    Δες

  5. Μες στο καταπράσινο δροσερό Μέτσοβο, αντίκρισα καταρχάς ένα αγοράκι ποδαρωμένο, με μαλλί αχινό και σκάνταλο βλέμμα να κουβαλιέται για ύπνο μεσημεριανό, ξέπνοο απ’ το παιχνίδι.
    Δες.

]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified