Selected tags

Further tags

Ο μεγάλον έχων το πέος ως οιονεί τρίτον πόδα. Και μεταφορικώς αυτός που είναι πολύ καλός σε κάτι που γαμάει και σπέρνει ή που έχει πολύ τσαμπουκά. Χρησιμοποιείται πολύ για τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ από οπαδούς του.

  1. Ο τριπόδαρος αυτοκράτορας Τραμπ, ολοκληρωνει την απολυτα επιτυχημενη επισκεψη του στην Σαουδικη Αραβια οπου επεβαλλε Ειρηνη. (ΦΒ).
  2. Τριπόδαρος Τράμπαρος ανοίγει τον φάκελο των Κένεντι.
  3. ΕΦΤΑΣΕ Ο ΤΡΙΠΟΔΑΡΟΣ ΤΡΑΜΠ ΣΤΗΝ ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ: ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΥΠΟΔΟΧΗ ΜΕ ΠΥΡΟΤΕΧΝΗΜΑΤΑ, ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΚΩΜΟΣΙΑ – ΚΛΑΜΑ ΣΤΙΣ ΔΥΤΙΚΕΣ ΕΛΙΤ, ΣΤΙΣ ΜΚΟ, ΣΤΟΥΣ ΘΙΑΣΩΤΕΣ ΤΗΣ WOKE ΠΑΡΑΦΡΟΣΥΝΗΣ, ΣΤΟΥΣ ΛΑΘΡΟΛΑΓΝΟΥΣ – ΑΠΟ ΤΡΙΤΗ ΠΙΑΝΕΙ ΔΟΥΛΕΙΑ ΚΑΙ ΞΗΛΩΝΕΙ ΤΗ ΣΑΠΙΛΑ. (Μακελειό).

Got a better definition? Add it!

Published

Φέρνω κακή τύχη σε σεξουαλικά ζητήματα, ματιάζω μια καλή σεξουαλική συγκυρία, ενίοτε και με κακά αποτελέσματα ως προς τη στυτική λειτουργία.

Μη λες πολλά και το γκαντεμοψωλιάσεις, κράτα χαμηλό πεοφίλ.

Got a better definition? Add it!

Published

Η διεμφυλική κρεατόβεργα. Το πέος μιας διεμφυλικής/τρανσέξουαλ/τρανς γυναίκας.

Εκ μέρους του Dennis Lunarian, που το δημιούργησε στην ομάς "ΧΥΣΕ!", ύστερα από την αντίληψη του δυσοίωνου μέλλοντος της σεξουαλικότητας μας.

Ωραίες οι γυναίκες στην Ταϊλάνδη, αλλά εύκολα πέφτεις σε διεμφυλόβεργα.

Got a better definition? Add it!

Published

To πέος λόγω σχήματος.

Το έχει ξεριζώσει το μανιτάρι του.

Got a better definition? Add it!

Published

Σλανγιωτατισμός για τον αυνανισμό.

Η Τζέσικα πεομαλάσσει στο πριβέ με ένα εξτραδάκι.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυνανίζομαι. (Δες).

Φαλλομυζεί όλη μέρα, θα τυφλωθεί.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά για το πέος.

Το έχει κατσιάσει το σελφοκόνταρό του από το πολύ τάκα-τάκα.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυνανίζομαι. (Δες).

Ο μικρός γιατί έχει κάτσει στην άκρη της παραλίας και πεανίζει;

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά για το πέος.

Δεν τον βλέπω πουθενά τον μικρό, μάλλον καθαρίζει το μονόκαννο. (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Ψευδοαρχαίος σλανγιωτατισμός που σημαίνει αυνανίζομαι.

Πεοταλαντώνει ενδοπαλαμικώς καθ' εκάστην ο μάλαξ.

Got a better definition? Add it!

Published