Further tags

Καταλήγω να βρίσκομαι σε κατάσταση απόλυτης νωθρότητας.

Προέρχεται από τη συνειρμική εικόνα του τρεμάμενου κομματιού ζαμπόν (κατακερματισμένο, επεξεργασμένο κρέας) και όχι όπως λανθασμένα αναφέρεται σε ορισμένες περιπτώσεις στη βιβλιογραφία, από την πρέζα.

Μαλάκα, ζαμπονιάστηκα. (Μετά από εκτενή ηλιοθεραπεία)

Μαλάκα, ζαμπονιάστηκα. (Μετά από εκτενή σεξουαλική δραστηριότητα)

Μαλάκα, ζαμπονιάστηκα. (Μετά από εκτενή Ανίτα Πάνια)

βλ. όλες τις σημασίες και στα παρακάτω λήμματα: ζαμπόν, ζαμπονιάζω, ΤΕΙ Ζαμπονοκοπτικής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταλιμπάν αποκαλούνται τα μέλη φονταμενταλιστικής σέχτας Αφγανών ισλαμιστώνε.

Ο όρος παρείσφρησε στην εγχώρια σλανγκ, και έχει ήδη καταγραφεί με την έννοια του ριψοκίνδυνου που κάνει ταλιμπανιές, του ασυλλόγιστου, του θεούσου χριστιανοταλιμπάν, του ελλημπάν, και ταλιμπάν.

Σλανγκιστί, χρησιμοποιείται επίσης με την ευρύτερη έννοια του υπέρ το δέον πυροβολημένου ζηλωτή, ψυχάκια ή σπασίκλα. Για παράδειγμα, ταλιμπάν αποκαλούνται στον ιδιωτικό τομέα οι συνήθως νεαροί και χαμηλόμισθοι πλην φιλόδοξοι υπάλληλοι που ξημεροβραδιάζονται στο γραφείο για να τελειώσουν σήμερα αυτό που θα μπορούσαν να τελειώσουν αύριο.

Πληθυντικός του Αραβικού طالبان (ταλίμπ), μαθητής.

Πέρυ: - Το κομμωτήριο βάρεσε κανόνι και έχω μείνει χωρίς δουλεία, τον δονητή μου μέσα!

Ρένος: - Συμπάσχω φιλενάδα, κι εμένα με πέταξε στο δρόμο η Μεσσαλίνα κι έχω μαύρες αψιλίες. Για δεν στέλνεις κουκουρίκουλουμ στα Κεντρικά, μαθαίνω ότι προσλαμβάνουν μοντέλα. Εγώ έστειλα!

Πέρυ: - Σιγά μην πάρει γιαουρτομούνες σαν εμάς ο Ρουμάνος! Εκεί προσλαμβάνουν μόνο κάτι δεκαοχτάχρονα δίμετρα ταλιμπάν ουκρανάϊζερ για να μοντάρουν από το πρωί μέχρι το βράδυ!

Ρένος: - Κενωνία ψεύτρα…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δάνειο εκ του γαλλικού επιθέτου petit (μικρός, μικροκαμωμένος), που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα εξής:

  1. Τις μικροκαμωμένες και λεπτές (πάντα στα πλαίσια της κομψότητας και όχι της ανορεξίας) κοπέλες ή γυναίκες. Ο χαρακτηρισμός πετίτ για άντρες είναι μάλλον σαρκαστικός, εκτός κι αν υποδηλώνει άλλα προτερήματα (πετίτ στο μάτι...).

  2. Τα μικρά (αλλά όχι απαραίτητα μικροσκοπικά) σε μέγεθος αντικείμενα ή πράγματα πάσης φύσεως, ή ακόμη και τους χαμηλών διαστάσεων χώρους.

Η χρήση του πετίτ πιο γενικά χρησιμοποιείται για να δηλώσει -ενίοτε με ειρωνική διάθεση εκ μέρους του ομιλητή, ενώ άλλες φορές με έκδηλη χαριτωμενιά- τον μινιμαλισμό και την ομορφιά και χάρη που υποτίθεται πως υπάρχει στα μικρά πράγματα, με άλλα λόγια το άκρως αντίθετο του think big, δηλαδή τις διδαχές της τάσης που δηλώνει πως η ευτυχία βρίσκεται στην υπερβολή.

  1. Η Ελένη που λέτε είναι μια γυναίκα η οποία φαίνεται 10 χρόνια νεώτερη της ηλικίας της, αφού είναι petit κορίτσι! Φοράει να φανταστείτε νούμερο παπουτσιών 35. Τόσο petit είναι!!!! (Εδώ)

2.αλλα η απορια μου ειναι γιατι τα θελεις ολα με μπρασελε και μαλιστα τοσο λεπτο; κατι σε λουρακι δε σου αρεσει; εισαι λεπτοκαμωμενη, αλλα αυτο δε σημαινει οτι και τα πραγματα πανω σου θα πρεπει να ειναι petit. (Εκεί)

  1. Τι άλλο να κάνετε στο Ηράκλειο; Να πάτε στο Ιστορικό Μουσείο που είναι πετίτ και συμπαθέστατο και κεντρικό και είχα ξεχάσει ότι είχα πάει μέχρι που το είδα και κάπως μου 'ρθαν ένα ένα χρόνια δοξασμένα. (Παραπέρα)

  2. Μιας και τα ηχειακια ειναι petit κατασταση...σχετικα με ενισχυτη εχετε καμια προταση σε κατι πιο slim, compact και designατο;(το ξερω δεν ζητω τιποτα) (Παρακεί)

(από perkins, 02/09/10)μπισκοτακιααααααααααα!!! (από perkins, 02/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που παίρνει το όνομα του από το γνωστό ιταλικό ζυμαρικό, προσδίδοντας στη λέξη μια πιο αστεία χροιά.

Αποδίδεται στο γνωστόν φέτα-γυμνασμένο.

- Φετουτσίνι ο Αλέξης μας, φοράει και τα στενά τα καλτσόν του, κατάλαβες!
- Έτσι είναι. Όλη τη χρονιά έλιωνε τα σίδερα όμως και μεις τρώγαμε και πίναμε αβολοντέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους μυημένους στα μυστικά και απόκρυφα της Ανατολής (και δη του Ινδουισμού)...

Πολύ χοντρικά (καθότι δεν θεωρώ τον εαυτό μου έναν από αυτούς) τα τσάκρα είναι κάποια «ενεργειακά κέντρα» κατανεμημένα με συγκεκριμένο τρόπο στο ανθρώπινο σώμα, από τα οποία ελέγχεται ή ρυθμίζεται (μέσω κάποιας ανατολίτικης μεθόδου θεραπείας) η ενεργειακή ισορροπία, ψυχική και σωματική, του ανθρώπινου όλου. Αποτελούν, δηλαδή συνδέσμους μεταξύ του υλικού και του ψυχικού σώματος (αυτό που λέμε «αύρα»).

Η αποκατάσταση της ενεργειακής ισορροπίας του ανθρώπου γίνεται με εφαρμογή συγκεκριμένων βιολογικών και ψυχικών θεραπειών από τον ανατολίτη θεραπευτή, αλλά και σωματική και πνευματική άσκηση και υγιεινή διατροφή από τον πάσχοντα.

Επομένως, ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος, ο οποίος πνίγεται κυριολεκτικά από τα καθημερινά του προβλήματα και δεν εφαρμόζει καλές συνήθειες πνευματικής και σωματικής άσκησης και διατροφής, παρουσιάζει προβληματάκια υγείας τα οποία εντοπίζει ο θεραπευτής από την κατάσταση των δεικτών («Indicators» - ελληνιστί) που λέγονται «τσάκρα». Έτσι, ένα κλειστό τσάκρα σημαίνει ότι το άτομο παρουσιάζει κάποιο συγκεκριμένα πρόβλημα υγείας στο αντίστοιχο όργανο, ή κάποια συγκεκριμένη ψυχική διαταραχή που εντοπίζεται στο τάδε εγκεφαλικό κέντρο, κουτουλού...

Καθ' υπερβολήν, επομένως, μπορούμε να εκφέρουμε στην δυτική -που θέλει να γίνει ανατολικότροπη- σλανγκ «είναι και τα 7 τσάκρα μου κλειστά», εννοώντας την πολύ κακή φυσική κατάσταση ή ψυχολογική διάθεση, συν το λόγω ότι κάποια θεωρία λέει ότι τα τσάκρα του ανθρώπου είναι 7.

Όταν δε κάποιος τύπος απευθυνόμενος σε κάποιον άλλο είναι υπερβολικά ενοχλητικός, ψυχαναγκαστικός έως εξοργιστικός και εκπέμπει αρνητική ενέργεια με αποτέλεσμα να επηρεαστεί η διάθεση και η υγεία του αποδέκτη, τότε, πάλι καθ' υπερβολήν, λέγεται από τον αποδέκτη το «αυτός μου 'κλεισε και το 8ο τσάκρα»...

- Άκου να δεις! Χτες βράδυ μου 'ρθε ένας παλαβός στο μπαρ και μου άρχισε τα «κάπου σε ξέρω...». Του λέω, «δε με ξέρεις»...Αυτός να επιμένει... Με ρώτησε που μένω. Του είπα «Κολωνάκι». Και μου πετάει το αμίμητο «σιγά μη μένεις Κολωνάκι μωρή βλάχα! Άντε τράβα στο χωριό σου!» Και όπως κατάλαβες, εκείνη την ώρα μου έκλεισε και το 8ο τσάκρα και άρπαξα μπουκάλι...

Τα 7 βασικά τσάκρα (από poniroskylo, 08/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιθανότατα προέρχεται από το αγγλικό cockblocked που δηλώνει την διακοπή της σεξουαλικής πράξης από τρίτο πρόσωπο, από αμέλεια ή δόλο.

- Και πάνω στην ώρα που είμαι έτοιμος να μπω, χτυπάει η πόρτα και είναι η ξαδέρφη της που έχουν να μιλήσουν από πέρσι και έπαθα κοκομπλόκο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύγχρονη διασκευή της φράσης λίθοι, πλίνθοι, κέραμοι, ατάκτως ερριμένοι, όπως αποδόθηκε από διάσημο μηχανουργό, εργαζόμενο στα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά, (περί των οποίων πολύς ο ντόρος τελευταίως) και η οποία έχει ευρέως εξαπλωθεί στο σινάφι εκεί κάτω, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται από πολλούς που αγνοούν την «αυθεντική» της μορφή.

Η έκφραση περιγράφει μία γενική κατάσταση μπουρδέλο, με πεταμένα αντικείμενα δεξιά και αριστερά, γενικώς μία κατάσταση σπατάλης ή ζημιάς που φέρει καταστροφικές συνέπειες. Η εν λόγω φράση απενδεδυμένη πλήρως της πρωταρχικής αρχαϊκής εκφοράς της, προσαρμόζεται στα σημερινά δεδομένα χρησιμοποιώντας ιδιώματα «της πιάτσας» (πούτσες)...

- Μας φέραν το φορτηγό για επισκευή... Και το θένε σε 3 μέρες! Τι λέει ρε το αφεντικό! Εδώ μέσα γίνεται «βίδες, πούτσες, λάστιχα, ατάκτως ερριμμένα»! Εκτός από τα διαφορικά και το φανάρι, ο πούστς είχε βρει και από κάτω, στο σασί! Να μην πω για τη βαλβίδα κεφαλής που μάλλον έχει κάψει... Αύριο θα ξέρω πόσο θα κοστίσει και μετά θα του πούμε το πότε θα το πάρει, πες στο αφεντικό!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι χαζός.

Έχει διαφορετική χρήση από το χαζεύω, καθώς το χάζεμα έχει στιγμιαία επιρροή στο άτομο, ενώ το χάζωμα διάρκεια, δηλαδή κάποιος που χαζώνει δεν είναι σίγουρο ότι θα επανέλθει σε φυσιολογική κατάσταση.
Άλλο το «χαζεύω τις βιτρίνες» και άλλο το «χαζώνω με τις ειδήσεις».

  1. - Πάμε για κανένα ποτό το βράδυ;
    - Μπα, θα χαζώσω στην τηλεόραση και μετά θα πέσω για ύπνο.

  2. - Τι κάνει ο Γιώργος;
    - Από τότε που έμπλεξε με την Γιώτα έχει χαζώσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν της παραδοσιακής έννοιας, σημαίνει ότι αναλαμβάνω να εκτελέσω σωρηδόν εργασίες, συχνά συναφείς μεταξύ τους ώστε να μού είναι πιο εύκολο, ίσως όμως με λίγο βιασύνη, τσαπατσούλικα και επιπόλαια, ίσα-ίσα για να ολοκληρώσω τις υποχρεώσεις μου, που μάλλον τις βαριέμαι.

Συντάσσεται πάντα με το ρήμα «παίρνω», έτσι ώστε να αναδεικνύεται η εργολαβία της υπόθεσης, το μαζικό της συμπεριφοράς μου.

- Θα κάνουμε τίποτα απόψε το βράδυ, αγάπη μου;
- Άσε ρε μωρό, λέω να κάτσω σπίτι απόψε να πάρω παρτούζα εκείνες τις αγωγές που σέρνω από το καλοκαίρι να τις τελειώσω γιατί ο πελάτης μού έχει πρήξει τον πάπαρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified