Selected tags

Further tags

Η αφόδευση σε δημόσιες τουαλέτες, κατά την οποίαν αποφεύγεται η επαφή με την λεκάνη (δηλ. στον αέρα), προκειμένου να μην κολλήσει μικρόβια (όπως νομίζει), ο χέστης.

Το σχήμα είναι απλό: ο σκληρά δοκιμαζόμενος από τις συσπάσεις του εντέρου του επισκέπτης, κατεβάζει προσεκτικά το πανταλόνι (ή ανασηκώνει την φούστα κατά περίπτωση), ανοίγει καλά-καλά τα ποδαράκια του, τουρλώνει την κωλάρα του, στοχεύει με το μάτι σκύβοντας ανάμεσα στην οπή της λεκάνης και στα μπούτια του (στο περίπου) και στην συνέχεια αμολάει καδένα τα κουράδια του, όπως στον χαλέ.

Βέβαια, έτσι και κυκλοφορούν μικρόβια στην τουαλέτα, ελάχιστα προφυλάσσουν τέτοιες πρακτικές (άσε που όλο και καμιά ζώνη ή κανα μπατζάκι, τσάντα, στρίφωμα παλτού κλπ θ’ ακουμπήσει τη λεκάνη ή το πάτωμα), από την άλλη η λήψη τέτοιας στάσης, πέραν του ότι απαιτεί γερούς τετρακέφαλους και ευλυγισία (δηλ. δεν συμφέρει να κρατά κανείς τον χαρακτήρα τον αλύγιστο), μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τον ψεκασμό της επιφάνειας της λεκάνης (και των πλακακίων) με σκατονίδια, σε περίπτωση κατάληψης του χρήστη από ευκοιλιότητα τύπου σερπαντίνας (κι άμε να βάζεις μετά σε τάξη τ’ ασυμμάζευτα)...

Για το λόγο αυτό, ο γάντζος στην πόρτα της τουαλέτας για το κρέμασμα των προσωπικών ειδών του χρήστη, αποτελεί κεφαλαιώδους σημασίας εφεύρεση για την ανθρωπότητα, μαζί με το μηχάνημα που βγάζει αριθμημένα χαρτάκια για τις ουρές, το copy-paste, το undo, το κουμπάκι που βουλώνει τον ήχο της τηλεόρασης κι αυτό που εναλλάσσει κυκλικά δυο κανάλια μεταξύ τους.

Αλλά, περισσότερα για τα must των αποχωρητηρίων, βλ. ορισμό εδώ και σχόλια εδώ.

- Αμάν! - Τί σ’ έπιασε ρε;
- Μου’ ρθε ένα όσκαρ!
- Δεν περιμένεις κανα μισάωρο να πιούμε το ποτό μας να πάμε σπίτι, ν'αποφύγεις και το αεροχέσιμο σ’ αυτό το μπουρδέλλο;
- Ποιο μισάωρο; Έχει ξεμυτίσει το μολυβάκι σου λέω! - Ε τότε εντάξει, τουαλέτα έχει πίσω απ’ το μπαρ όπως κατεβαίνεις τα σκαλιά, άντε με την ευχή μου και μ’ έναν πόνο να βγει!

Σ.Σ. Στο γλωσσάρι των σηματωρών του ναυτικού Oscar (O) είναι ο κωδικός για το κατεπείγον σήμα, ενώ Romeo (R) = σήμα ρουτίνας και Papa (P) = στα παπάρια σου, όπως λένε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέτσας ή φλούδας είναι ο άνθρωπος που συνεχώς επιδίδεται σε μαλακίες και σπάει τα νευρά της παρέας του. Επίσης, σε μερικές περιπτώσεις, ο πολύ φλώρος που κάνει τον έξυπνο.

  1. - Κοίτα ρε μαλάκα τι κάνει πάλι ο Γιάννης. Ρεζίλι έχουμε γίνει!
    - Ρε πέτσα κατέβα απ' το τραπέζι γκόμενα είσαι κ χορεύεις εκεί πάνω; Γελάει όλος ο κόσμος μαζί σου.

  2. - Λοιπόν, είναι πολύ εύκολο, δεν καταλαβαίνω που κολλάς. Η υποτείνουσα του γ είναι.....
    - Σκάσε ρε πέτσα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγόρια στην ηλικία της πρώιμης εφηβείας. Είναι το αντίστοιχο με το «πιπίνι» σε συνδυασμό με αυτό που ανακαλύπτει ότι έχει στο βρακί του ένας έφηβος, το λιλί του. Τα λιλίνια φέρουνε τρέντυ κόμμωση αχτενισιάς, έχουνε ζόρικο ύφος κι απλανές βλέμμα, επειδή την έχουνε κάνει σφεντόνα από τη μια και από την άλλη επειδή έχουνε κάψει σχεδόν όλα τους τα εγκεφαλικά κύτταρα στα βίντεο γκέημς. Αλλά η γενετήσια ορμή, τα αναγκάζει να συγκροτούνε παρέες 3-7 ατόμων, και να συχνάζουνε στα νυμφοπάζαρα. Είναι συνώνυμο του «τραγάκια».

Ωχ, πλακώσανε τα λιλίνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος «ζεν» αποτελεί Ελληνοκινεζο-σλάνγκ που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που βρίσκεται σε μόνιμη κατάσταση γαλήνης, ψυχοσωματικής ισορροπίας, επικοινωνίας με άλλους κόσμους, προϊόντα διαρκούς υπερβατικού διαλογισμού και πνευματικής άσκησης.

Ευρύτερα, συμπεριλαμβάνει όλες εκείνες τις ιδιότητες του μοντέρνου δυτικού ανθρώπου που θαυμάζει και θέλει να αφομοιώσει την ανατολική φιλοσοφία, χωρίς απαραίτητα να μπορεί να την καταλάβει, αλλά μπορεί να την «καταναλώσει» μέσα από απόπειρες γιόγκα, βιολογική διατροφή, σεμινάρια φιλοσοφίας και διαλογισμού κ.α. τυποποιημένα αγαθά made in Taiwan.

Σε ειδικές περιπτώσεις, πχ. σε αναφορά στη «μόνιμη γαλήνη», αντικαθιστά την μέχρι πρότινος δεσπόζουσα στο στερέωμα των Ινδοελληνο-σλανγκ φράση «είμαι σε φάση Νιρβάνας», η οποία είχε διαδοθεί ιδιαίτερα στα ενενήνταζ, χάρις στην εμφάνιση του ομώνυμου ροκ σχήματος ανακύκλωσης κιθάρων.

Στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, όπου και ο μπάρμπα-Μπρίλιος από το αρβανιτοχώριον μπορεί να συνδεθεί στο ψαχτήρι και να κατεβάσει ταινίες όπως «Τίγρης και Δράκος» και «Kung-Pow», να παραγγείλει να του στείλουν «Μάνγκα» (αυτά είναι γιαπωνέζικα κόμιξ) και να μάθει για τον Κάπταιν-Κόζκο που θα πάρει τον Περαία, η επαφή με την Κινεζική κουλτούρα και φιλοσοφία μπορεί να επηρεάσει την καθημερινή ντοπιολαλιά.

Φυσικά, η χρήση ξένων όρων δεν ταυτίζεται νοηματικά με την εκφορά τους στη μητρική γλώσσα με συχνά αποτελέσματα κακοποίησης, όπως και στη χρήση του όρου «ΖΕΝ».

- Καλά, ε; Αυτός ο διατροφολόγος είναι και πολύ «ζεν» τύπος! Άκου να δεις! Με το που μπαίνω στο γραφείο του και χαζεύω τους βούδες και τους ελέφαντες νίντζα αυτός απλά κοιτώντας με μου έχει βγάλει τα κιλά μου, την ηλικία μου και το όνομα του σκύλου μου! Και καπάκια με ψεκάζει με ένα κινέζικο αδυνατιστικό άρωμα και με κοιμίζει! Και ξυπνάω την άλλη μέρα 2 κιλά ελαφρύτερος! Απίστευτο, σου λέω! Ενώ όλα αυτά τα'χα για τα ούρα, τώρα πιστεύω!

- Ρε μπας και ενώ κοιμόσουν σου έκλεψε κανένα νεφρό και νιώθεις ελαφρύτερος; Για κοιτάξου σε κάναν ουρολόγο και τράβα κατά Ινδία μεριά, μπας και ο δικός σου τα' στειλε πακέτο στο «Μάστερ» να τα σκοτώσει σε καμιά λαϊκή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ευγενικό του χλέμπουρας.

Μήτσος: - Ρε συ, μου μύρισε αστακός σάπιος με σκόρδο! Πείνασα!
Ανδροκλείδωνας: - Είσαι πολύ χλέμπη-χλέμπης ρε αδερφέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως ακριβώς εξηγεί και ο ορισμός με τους γάντζους, το λήμμα αυτό χρησιμοποιείται επίσης για άτομα (κυρίως γυναίκες, αλλά και άντρες) που είναι πολύ φορτικά. Στενός κορσές, ένα πράμα. Η ζήλια είναι το μεσαίο τους όνομα.

Ο όρος είναι βγαλμένος από τη ζωή. Φανταστείτε ένα φρέσκο ζευγάρι, που πηγαίνουν μαζί σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης. Η κοπέλα ζηλεύει διαρκώς, και είναι τυλιγμένη σαν χταπόδι γύρω από τον καλό της, κι έτσι δεν τον αφήνει στην κυριολεξία να πάρει ανάσα.

Το λήμμα μπορεί φυσικά να χρησιμοποιηθεί και χωρίς να υπάρχει φυσική επαφή, όταν κάποιος παίρνει συνέχεια τηλέφωνα, τη στήνει κάτω από το σπίτι μας, έρχεται απρόσκλητος εκεί που είμαστε κτλ.

- Πώς περάσατε χτες ρε; Έμαθα βγήκατε αντροπαρέα μετά από καιρό.
- Ναι ρε φίλε, και ήταν καλά στην αρχή. Αλλά μετά από λίγο, ο μαλάκας ο Θοδωρής έκανε το λάθος να πει στη Μαρία ότι είμαστε στο Ακάνθους.
- Και;
- Ε τι και; Δεν πέρασε μισή ώρα, και το χταπόδι εμφανίστηκε στο μαγαζί. Μετά τυλίχτηκε γύρω από τον Θοδωρή, και τον χάσαμε. Και ο μαλάκας ετοιμαζόταν να κάνει καλό κονέ.
- Ξενέρωμα. Έχουν και τα χταπόδια έκτη αίσθηση τελικά.

Ο Σταυρίδης σε ρόλο χαποδιού στα κίτρινα γάντια (από GATZMAN, 07/07/10)(από Khan, 04/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, η μάχη αεροσκαφώνε με σκοπό την αναχαίτιση ή και την κατάρριψη του ενός από το άλλο.

Σλανγκικώς, η λογομαχία που γίνεται «στον αέρα» μεταξύ σοβαρών κυρίων με διαφορετικές απόψεις. Μπορεί να συμβαίνει στην πάρα πολύ ποιοτική μεσημβρινή ζώνη των καναλιώνε, αλλά και στα επίσης ανυπερβλήτως ποιοτικά δελτία ειδήσεώνε τους.

Ενίοτε γίνεται και στον αέρα των ερτζιανώνε.

Στον απόηχο της χθεσινής «αερομαχίας» Βγενόπουλου, Βαρδινογιάννη και Πατέρα μέσω της συχνότητας του NovaΣΠΟΡ FM 94,6, o Παναθηναϊκός κινείται για την απόκτηση κεντρικού αμυντικού. (από το Nova sport-fm 94,6.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρίχνω φόλα.

Έχουμε έναν γείτονα που συστηματικά φολιάζει τα αδέσποτα της περιοχής, θα τον σκίσω άμα τον πιάσω...

Θα σου ρίξω φόλα στο σκυλάκι σου  (από tryager, 06/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Πιασοκωλείο.

Το ίδιο με το πιασοκωλείο, αλλά για τους γαλλόφιλους... Και κάνει και ρίμα με το μπουζουκλερί !!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

''Οι κοτοπουλάδες'': Γνωστό σαντουϊτσάδικο (αλυσίδα), όπου το κρέας που χρησιμοποιούν είναι κοτόπουλο, εξ ου και η φίρμα. Από το όνομα του μαγαζιού, έφτασε να εννοούμε το ίδιο το σάντουιτς.

Πρέπει να πω πως δεν γνωρίζω αν ο όρος ακούγεται και σε άλλες περιοχές, πλην Περιστερίου (όπου έχω την εμπειρία). Δεδομένου όμως α) ότι τα μαγαζιά είναι αλυσίδα και β) το Περιστέρι καλύπτει αρκετά μεγάλο εύρος πληθυσμού όπου είναι σε χρήση αυτό, το λήμμα ισχύει τελεία και παύλα.

Σημ.: Υπάρχει, εκτός από τους ομώνυμους ''Κοτοπουλάδες'', το επίσης γνωστό ''Αυθεντικόν'', με παρόμοια προσέγγιση στο θέμα βρώσης. Συνεπώς ο όρος ''κοτοπουλάς'' πιάνει και τα δύο.

Ιστορική αναδρομή και pop culture: Τα τρία κυριότερα καταστήματα, στα δυτικά τουλάχιστον, είναι σε καίρια πόστα που έχουν βάλει το λιθαράκι τους ώστε να προκύψει και το λήμμα. Ένα είναι στην καρδιά του Μπουρναζίου, ένα πλησίον μετρό Αγ. Αντώνη (αγιαντώνη) κι ένα στην λεωφόρο Θηβών (για να πιάνει και τις πιο πάνω γειτονιές).

Ένας τυπικός / κλασσικός κοτοπουλάς περιλαμβάνει το ψωμάκι (αρκετά μεγάλο όμως), ένα σουβλάκι κοτόπουλου, πατάτα - τομάτα και από 'κει και ύστερα οτιδήποτε έγκειται στην φαντασία του εκάστοτε πελάτη.

  1. - Πάμε να χτυπήσουμε κανά κοτοπουλά ;
    - ...και δεν πάμε. Καιρό έχω να φάω....

  2. - ...μαλάκα χτες που ήμασταν έξω, ο Χρήστος έφαγε δυο κοτοπουλάδες! - Πλάκα κάνεις!!! Δεν υπάρχει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified