Further tags

Στην αργκό των μαφιόζων και του υπόκοσμου της νύχτας, ξεμπαρκάρω κάποιον σημαίνει κωδικοποιημένα τον στέλνω στα κυπαρίσσια, να βλέπει τα ραδίκια ανάποδα.

Το λήμμα το συναντούμε κατά κόρον σε τηλεφωνικές συνομιλίες εγκληματικής συμμορίας που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, απ΄ όπου και το παράδειγμα.

- Δεν είναι να εμπιστεύεσαι πια κανένα, του δώσαμε και μεγάλο νούμερο. Απορώ πως τον ανέχεσαι.
- Ε... τί να κάνω δηλαδή;
- Ξεμπάρκα, με καταλαβαίνεις;
- Ε, πώς;
- Ξεμπάρκα, με πιάνεις; Ξεμπαρκάρισέ τον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπεριφορά μεθυσμένου ατόμου που δεν συμβαδίζει με τις υπάρχουσες κοινωνικές συμβάσεις και τους αποδεκτούς κώδικες συμπεριφοράς.

- Άσ' τα να πάνε ρε φίλε. Ο Χριστάρας ξεφτιλίστηκε στις μπύρες προχθές, και τρέχαμε να τον μαζέψουμε από την Βριλησσού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν πέφτει άτακτο ξύλο, δηλαδή βρωμόξυλο, μπουκετίδι, κλωτσομπουνίδι, μαπίδι, ταβερνόξυλο, μπακατσέτουλες.

Στην μη σλανγκική, ξυλίκι είναι το όνομα παραδοσιακού παιχνιδιού αγοριών που σχεδόν πάντα κατέληγε σε μπαμπούνες στο κεφάλι. Περισσότερα εδώ.

Πάσα: ο αδικοχαμένος σλανγκιστής ΑΛΛΟΣ (εδώ).

- SMACKDOWN ~ Πραγματικό και βρώμικο ξυλίκι ή στημένες μαλακίες...;;;
(εδώ)

- ΞΥΛΙΚΙ ΜΑΤ-ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ AΓΡΙΕΣ ΟΔΟΜΑΧΙΕΣ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
(εκεί)

- ΘΕΛΩ ΚΙ ΕΓΩ ΝΑ ΣΠΑΣΩ ΣΤΟ ΞΥΛΙΚΙ ΤΗΝ ΜΑΡΩ ΛΥΤΡΑ!!! | Facebook
(παραπέρα)

Πάντα ζω σαν το τζιτζίκι, πάντα ζω σαν το τζιτζίκι
πάντα ζω σαν το τζιτζίκι, όλο μπάλα και ξυλίκι
όλο μπάλα και ξυλίκι
κι ούτε νοιάζομαι για νοίκι.
(Ο Νικολάκης το Τζιτζίκι, Απόστολος Καλδάρας)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Sci-fi κραυγή αυτοηδονισμού που σημαίνει με γουστάρω, με πάω με χίλια, χύνω για την πάρτη μου. Προέρχεται από τους θαμώνες των στριπτιτζάδικων και κωλόμπαρων εις τα οποία ο μετρ (...) υποδεικνύει με χρήση lazer pointer τον δικαιούχο του επόμενου χορού... Είναι όπως τους προβολείς της δημοσιότητας-διασημότητας, αλλά για τις εφήμερες απολαύσεις της ψευτο-large παρακμής... Στο μέλλον, όλοι θα δικαιούνται 5 λεπτά λεϊζεροσύνης....

- Φίλε μου, αυτή τη στιγμή που μου μιλάς, το πέος μου πονάει....
- Γιατί ρε δικέ μου;
- Γιατί έκανα άγριο έρωτα....
- Λέγε ρε μαλάκα....
- Εγάμησα στο όνομα της ανθρωπότητας και του δίκαιου Θεού τη Λίλιαν...
- Ιιιιιιι!!!! αούα!
- Ναι, ναι, ναι, ΝΑΙ, ΝΑΙ, ΕΔΩ, ΕΔΩ ΤΑ ΛΕΪΖΕΡ ΑΠΑΝΩ ΜΟΥ, ΟΛΑ ΕΔΩ, ΣΕ ΜΕΝΑ!!! Αααα, κάτι τέτοιες στιγμές με πάω πολύ ρε πούστη μου.....

(από xalikoutis, 06/11/08)θύμα του πάθους  (από xalikoutis, 06/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οξεία Μπουρναζίτιδα (Bournazitis Tsiftetelius)

Περιγραφή: Ασθένεια ευρέως διαδεδομένη. Μεταδίδεται ταχύτατα, κυρίως από θηλυκούς φορείς σε αρσενικούς. Προκαλεί εξάρτηση σε κιθαρισμούς χαμηλής αισθητικής στάθμης και στίχους ανύπαρκτου περιεχομένου.

Συμπτώματα: Στα αρσενικά, κύριο σύμπτωμα αποτελούν τα κολλητά μπλουζάκια και οι συνεχόμενες, κυκλικές περιστροφές γύρω από μία πλατεία με το ηχοσύστημα στην «τσίτα». Οι θηλυκοί ασθενείς αναγνωρίζονται από τον ανύπαρκτο ρουχισμό, το bleach μαλλί και τις τριώροφες γόβες.

Επιπτώσεις: Αιμορροΐδες και φλεβίτιδα από την ορθοστασία στις εισόδους των κλαμπ. Στομαχικές διαταραχές από την υπερκατανάλωση σκευασμάτων κηροζίνης (μπόμπες - σφηνάκια), καταστροφή εγκεφαλικών κυττάρων από τα ντεκαπάζ. Στις γυναίκες ίσως παρατηρηθούν και μητρικά λόγω της έλλειψης ένδυσης στα κάτω άκρα.

Θεραπεία: Ο ασθενής κλείνεται σε ένα ηχομονωμένο δωμάτιο για ένα μήνα και δένεται σε μία καρέκλα. Γύρω του, βρίσκονται τοποθετημένα 8 ηχεία, 4 μόνιτορ, 3 δορυφόροι και 6 sub-woofer από τα οποία και ακούγεται επί 18 ώρες το 24ώρο deathmetal, grindcore, punk, ska, και νορβηγικό black. Τις υπόλοιπες 6 ώρες της ημέρας επαναλαμβάνονται συνεχώς τα 3 πρώτα τραγούδια από το «Τhe Wall» των Pink Floyd.

Ορισμός σαφής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πασπαρτού εθνικό επιφώνημα (βλ. ορισμό αυτοκτονημένου) εμφανίζεται με μια ειδικότερη σημασία, ως τροπικό επίρρημα με θετική αξιολόγηση, σε περιπτώσεις του τύπου:

- Ως τις δύο η ώρα το μαγαζί ήτανε ύπνος, δεμπά να έκανε ο ντιτζέι παπάδες. Κανείς δε χόρευε, τρελή ξενέρα η φάση. Ώσπου σκάνε ξαφνικά δυο μωρά σπαθάτα, ανέβηκαν στης μπάρας την πλάτη και κάνανε το μαγαζί όπα.

Το όπα είναι, δηλαδή, μια κατάσταση ξεφαντώματος όπου πρυτανεύει το πατροπαράδοτο ελληνικό kefi. To όπα είθισται να προκύπτει αιφνιδίως και να μεταδίδεται δίκην κύματος, αναδυόμενο μέσα από φάσεις αδράνειας / νωχελικότητας / υποτονικότητας, χωρίς ωστόσο αυτό να είναι απόλυτο:

- Φέτος στον Κιάμο το μαγαζί ήτανε όπα κάθε βράδυ. Ο άνθρωπος είναι περφόρμερ, ξέρει να επικοινωνεί με το κοινό, διαδραστικός κάργα.

Υπεύθυνα για την τροπή από υπνοστεντόν σε όπα είναι, συνήθως, δίποδα εγκλήματα με μίνι φούστες και ψηλοτάκουνα.

Ο ορισμός αφιερούται τῳ φιλτάτῳ Khan.

Στον ορισμό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφερόμεθα στον παντελονάτο φραπέ, τη χαρά του αερογάμη εφαψάκια.

Κατά την τέλεση της πράξεως, η φραπεδιάρα λικνιτζού φιλοξενεί τον πελάτη σε πριβέ λαγούμι του φραπενείου όπου ημίγυμνη ηδονοτριβεί επί του κεκαλυμμένου παντελονόψαρου μέχρι ο τελευταίος να ξεροχύσει.

Ο πελάτης στη συνέχεια αποχωρεί αμήχανα, προσπαθώντας να καλύψει το λεκέ στο καβάλο του με καπέλο ή ό,τι βρει.

- Φραπε πανω απ το σωβρακο ειναι σα να τρως τσιχλα με το περιτυλιγμα.
- Καμια φορα παντως και ο «χορος» σε στριπτιτζαδικο μπορει να ειναι πολυ πιο ερεθιστικος απο το να γαμας, αμα πιασεις την καταλληλη σταση μπορει να γινει πολυ καλο τριψιματακι με οργιωδες τελειωμα
- Φιλε καποια μουνια ειναι τοσο ανοιχτα που δεν καταλαβαινεις οτι γαμας. Πραγματικα σε στριπτιτζαδικο με τριψιμο σε χορο μου εχει τυχει ενας απο τους καλυτερους οργασμους που ειχα ποτε.
- Είναι το λεγόμενο παντελονατο, ή αερογαμία.

(ηλεκτρονική φραπεδοκουβέντα, εδώ)

Δες και -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική Σκαρίμπεια έκφραση (κλασσική πλέον), που αναφέρεται στους κουραδόμαγκες και στους βλάχους, που μόλις πιούνε κανα ποτήρι παραπάνω, σερνικώνουνε ευθύς και απαιτούν να χορέψουν ζεϊμπέκικο (δικής τους χορευτικής εμπνεύσεως), χαζοπηδώντας σα να πατάνε σταφύλια, παρά τα θυμηδή χαμόγελα των μουσικών.

Είπαμε. Η κοινωνική αναμόχλευση στην Ελλάδα (ιδίως μετά τη Χούντα), απέβη μοιραία για την ορατότητα των κοινωνικών τάξεων. Αυτά τα «εργάτες-αγρότες-φοιτητές», μας αποτέλειωσαν. Ο Κοεμτζής μπορεί να καθάρισε καμπόσους για μια παραγγελιά (λέει), αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Η αρετή μπορεί να είναι διδακτή, μπορεί και όχι. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον χορό.

Οι περισσότεροι σημερινοί άνδρες θεωρούν καθήκον των να παραλληλισθούν προς τους ασίκηδες ανατολίταις (κι ας φοράνε εβροπαηκό κουστούμι κι ας πιθηκίζουνε τα θέσφατα του Ζαμπούνη), όμοια όπως οι περισσότερες γυναίκες παρασταίνουν το εντεψίζικο νταρντανοθήλυκο της παλιάς (σκατά!) γειτονιάς, λικνιζόμενες σε μελάτα νησιωτο-τσιφτετέλια, χωρίς να τα γνωρίζουν -ενώ πληρώνουν αδρά για μαθήματα ταγκό (sic)- (κι ας φοράνε Ντιορ κι ας έχουν διδακτορικό φιλοσοφίας).

Για την ιστορία, τα κατά τόπους ζεϊμπέκικα, ούτε αποκλειστικά κατά μόνας χορεύονται (βλ. το χορικό στον «Δράκο» του Ν. Κούνδουρου), ούτε ανδρικό προνόμιο είναι (π.χ. Στο τούρκικο ζεϊμπέκικο χορεύει κι η γυναίκα, που όμως κάνει διαφορετικές κινήσεις π.χ. σαν να φέρνει νερό με τη στάμνα κλπ).

Δυστυχώς, ο παραδοσιακός χορός κι η μουσική στην (όποια) Ελλάδα, έχουν κακοποιηθεί βάναυσα και οποιαδήποτε ρετροβασία (κατά το κτηνοβασία) αποβαίνει άκαρπη.

Υφίσταται μια μυθολογία (και παπαρα-φιλολογία) γύρω απ’ το τρίπτυχο ρεμπέτικο-μαγκιά-ζεϊμπέκικο, αλλά δεν προτίθεμαι να ρίξω το άπλυτο φως, γιατί θα σεντονιάσει ο ορισμός.

Άλλωστε, περί τα «βαριά πεπόνια» και τα σεντόνια, υπάρχει και το σκωπτικόν:
«Αντώνη-Αντώνη-μην τρώς πολύ πεπόνι-ο κώλος σου τεντώνει-θα χέσεις το σεντόνι».

- Πώ ρε σύ, κοίτα τί φιγούρες κάνει ο τύπος!
- Χαρά στον κύριο με μί κεφαλαίο! Σα να πατάει σταφύλια κάνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πετάω με αναθυμιάσεις / fly on fumes.

Έκφραση που σηματοδοτεί την έναρξη χρονικής διάρκειας κατά την οποία η ποσότητα του αλκοόλ που βρίσκεται στα ποτήρια ή /και στις κανάτες / μπουκάλια φτάνει σε ενοχλητικά χαμηλά δια τους συνδαιτημόνας επίπεδα.

Δευτερευόντως ανταποκρίνεται και στην φάση του ξενερώματος κατά το μεθύσι κατά την οποία οι εξερχόμενοι από την μέθη αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την κάμψη της χαλαρωτικής επίδρασης του αλκοόλ και ζητούν επαναληπτική δόση δια την επάνοδό τους στην πρωτύτερη κατάσταση όποτε είχαν κάνει κεφάλι.

Προέρχεται ιστορικά από την ταίνια ''Die Hard'' (Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει) 2, αυτή με τον Μπρούς Γουίλις, κατά την οποία ο πιλότος ενός επιβατηγού αεροσκάφους ομιλεί την παραπάνω φράση '' We're flying on fumes'' σε ασύρματη συνομιλία με τον πύργο ελέγχου.

Εκστομίζεται από πότες ή μπύρωες που έχουν κάνει ήδη κεφάλι από το πιοτό και βλέπουν τα καύσιμά τους να τελειώνουν. Άμεσος σκοπός η παραγγελία νέου ποτού ή το γέμισμα των ποτηριών από ήδη αγορασμένη ποσότητα αλκοολούχου σκευάσματος.

Συνώνυμες φράσεις:
''Άναψε το λαμπάκι του ντεπόζιτου'', ''μένουμε από καύσιμα'', οι οποίες έχουν παρόμοιο νοηματικά, πλην όμως φτωχότερο αργκοτικά, περιεχόμενο.

- Τώρα παράγγειλα άλλα δύο διπλά ουίσκια.
- Σωστόόόόός, πετούσαμε με αναθυμιάσεις εδώ και μισή ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τα τσιφτετέλια, τα γύφτικα και γενικά χορευτικά τραγούδια χαμηλής ποιότητας που ανεβάζουν όμως το κέφι.

  2. Ο χορός σε αντίστοιχα τραγούδια, όπου τα χέρια αυτού που χορεύει παίρνουν τη μορφή πιστολιού και κουνιούνται ρυθμικά.

  3. Οι ωραίες γκόμενες που συχνάζουν σε μέρη με τέτοια μουσική.

  4. Η έκφραση ρίχνω πιστόλια είναι το κλασσικό καμάκι-χώσιμο που γίνεται συχνά σε τέτοια μέρη από επίδοξους «πιστολέρο».

- Πάμε σ' αυτό το μαγαζί φίλε, παίζει πιστόλια!

- Πω ρε φίλε τι πιστόλια ειν' αυτά, τρελαίνομαι ρε!

- Έλα ρε μαλάκα, πάμε να πιούμε, να ρίξουμε τα πιστόλια μας να πούμε, να περάσουμε καλά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified