Εξελληνισμός του γερμανικού μουσικού καταστήματος Thomann, το οποίο έχουν τιμήσει και τιμούν ουκ ολίγοι έλληνες οργανοπαίχτες, μουσικοί, στουντιάδες και λαϊβάδες, όλων των επιπέδων εξειδίκευσης και από όλα τα είδη μουσικής, εξ ου και η ελληνοποίηση του με καθ' όλα λαϊκό όνομα, δίνοντας έτσι στους μη γνώστες την αίσθηση ότι ο Θωμάς είναι κάποιος οργανοποιός κρυμμένος πίσω από τα τσιμέντα σε κάποιο στενό του Πειραιά, του Ψυρρή ή των Εξαρχείων.

Η σχεδόν κωδική αυτή ονομασία είναι σε ευρεία χρήση μεταξύ όσων επιθυμούν να επενδύσουν σε κάθε είδους μουσικό εξοπλισμό, αλλά δεν θέλουν να τους πιάσουν και τον κώλο, αλλά ούτε και να τους πιάσουνε μαλάκες.

Ας τονιστεί, ωστόσο, ότι το παρόν λήμμα δεν έχει σε καμία περίπτωση την πρόθεση να διαφημίσει το εν λόγω μουσικό κατάστημα. Έμποροι είναι κι αυτοί, οπότε οι τιμές προσαρμόζονται ανάλογα με τις επικρατούσες οικονομικές τάσεις και συνθήκες. Συν τοις άλλοις, επίδοξε επενδυτή, caveat: το γεγονός ότι ο Θωμάς θεωρείται μία καλή γενικά λύση και σοβαρό κατάστημα στο είδος του, δεν σημαίνει ότι το στοκ του δεν αποτελείται σε ένα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό από κινεζιές, με ό,τι ενδέχεται να συνεπάγεται κάτι τέτοιο.

Και όπως πάντα, πριν βάλεις το χέρι στην τσέπη, σκέψου πολύ καλά ποιόν πας να κάνεις πλούσιο.

  1. στο ηλεκτρονικάδικο της γειτονιάς σου ζητάς τροφοδοτικό 9 βολτ και τουλάχιστον 500μιλιαμπέρ, με την ίδια πολικότητα, και αντάπτορα που ταιριάζει στην πεταλιέρα. Πάντως κάτω από την τιμή του θωμά δεν θα βρεις πιστεύω (βέβαια από θωμά θα σου έλθει τόσο μόνο αν παραγγείλεις και πολλά άλλα πράγματα).Συμπέρασμα, αν δεν παραγγέλνεις από θωμά, πάρτο από artsound να είσαι σίγουρος. (Από εδώ)

  2. μετά από πολλά παζάρια στον Νακα για το presonus eureka μου το έδινε χαλαρά 15% πιο ακριβά από τον Θωμά, οπότε το αγόρασα από Θωμά χωρίς παζάρια και χάρες. (Από εδώ)

  3. καλησπερα,θα ηθελα να ρωτησω τους πιο γνωστες εδω μεσα ποια ψηφιακη κονσολα θα προτειναν για στουντιο...εχω δυο στο μυαλο απο θωμα (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το γαλλικικοφανές bouzouklerie, όπως λέμε «pâtisserie» (φούρνος), boucherie« (χασάπικο), »pêcherie« (ψαράδικο),»bijouterie« (κοσμηματοπωλείο), κτλ. Αυτονόητο ότι η λέξη είναι ελληνικής εμπνεύσεως, μεταφράζοντας τη λέξη μπουζουξίδικο σε μπουζουκλερί. Επειδή κάθε τι γαλλικό έχει μία φινέτσα ξεχωριστή, πιστεύω ότι ο ποιητής είχε ειρωνική διάθεση, εννοώντας το παρακμιακό μπουζουξίδικο που συναντά κανείς μόνο στην εθνική οδό, έξω από την Αθήνα, σε επαρχιακούς δρόμους έξω από μεγάλες πόλεις της επαρχίας, και φυσικά σε όλες τις μεγάλες πόλεις του εξωτερικού (βλέπε παράδειγμα). Τα ονόματα των μπουζουκλερί δεν περιλαμβάνουν λέξεις όπως studio, live, arena και palace, τα συνηθέστερα ονόματα είναι του στυλ Χάραμα, το Χρυσό φεγγάρι, Σκορπιός, Αριζόνα, Elise κτλ. Εννοείται ότι όλα τα ποτά είναι μπόμπα, οι λαϊκοί βάρδοι τις περισσότερες φορές είναι παράφωνοι, οι τραγουδιάρα απαραίτητα είναιαπό φωνή μουνί, αλλά από μουνί φωνάρα (Ζαμπέτας). Τα οχήματα που βλέπει κανείς αραγμένα έξω από το μαγαζί είναι τύπου Navara, Hilux, (αγρότες πελάτες), αλλά πού και πού Skania, Daf και Volvo (νταληκιέρηδες πελάτες), ενώ, αν το μαγαζί είναι στο εξωτερικό, οι περισσότεροι πελάτες είναι φοιτητές που διασκεδάζουν, όχι για την πάρτη τους, αλλά να...για τη φουκαριάρα τη μάνα τους..., που δεν βγαίνει ποτέ για να σπουδάζουν αυτοί στις Ευρώπες και τις Αμερικές.

Όσοι Έλληνες πέρασαν από το Λίβερπουλ για σπουδές ή άλλους λόγους και είχαν την τύχη να επισκεφτούν το θρυλικό σκυλάδικο χωρίς όνομα που λειτουργούσε στο υπόγειο του Κυπριακού εστιατορίου «The kebab», θα συμφωνήσουν ότι είναι η απόλυτη μπουζουκλερί. Το κεμπάπ, (έτσι το έλεγαν όλοι) ήταν σε ένα σκοτεινό υπόγειο, που για μοναδικό φωτισμό είχε 2 μπλε λάμπες, και ένα black light πάνω από την ορχήστρα. Όλοι οι μουσικοί με μουλέτι, και μαλλί δαχτυλίδι όπως ο Βαμβακούλας, με τζινάκι, μυτερή καουμπόικη μπότα και σατέν πουκάμισα (ο μπουζουξής κόκκινο, ο πληκτράς μπλε ηλεκτρίκ, ο ντραμίστας χρυσαφί), με μαύρο δερμάτινο γιλέκο από πάνω. Ο βάρδος φόραγε ψάθινο παπουτσάκι χωρίς κάλτσα, λευκό παντελόνι και χαβανέζικο πουκάμισο. Παραγγείλαμε ένα μπουκάλι Bells, ο σερβιτόρος μας έφερε (ανοιγμένο) ένα μπουκάλι Grants, και όταν του είπαμε ότι παραγγείλαμε Bells μας είπε μην ανησυχείτε Bells έχει μέσα... Θέλω άλλες 100 σελίδες για να περιγράψω όσα είδα εκείνο το βράδυ, νομίζω ότι μπήκατε στο κλίμα....

(από slangprof, 17/01/09)(από slangprof, 17/01/09)Η πύλη της κολάσεως... (από slangprof, 17/01/09)Σε συνεχεια του σχολιου του Προφεσορα για το ξυλο. Να φυγει το βιντεο... (από acg, 18/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αρχική χρήση της λέξης «σκυλάδικο» σχετίζεται με αυτά που άκουσα από έναν γνωστό μου με τα εξής:

Την δεκαετία του 30 και έξω από την Αθήνα λειτουργούσαν μαγαζιά που συνήθως αποτελούνταν από δύο δωμάτια. Στο ένα υπήρχε ένα υποτυπώδες φαγητό (αυτός μάλιστα που μου το διηγήθηκε μου είπε συγκεκριμένα: «Υπήρχε ένα τραπέζι όταν έμπαινες και εκεί υπήρχε κάποιο βραστό κοτόπουλο ή κάτι παρεμφερές και έτρωγες»), παράλληλα υπήρχε ένα συνήθως όργανο που έπαιζε, στο δίπλα δωμάτιο υπήρχε γυναίκα και πήγαινες και πηδούσες. Η πληρωμή ήταν για όλο το πακέτο.

Αυτά ήταν τα μαγαζιά. Ο λόγος που τα λέγανε σκυλάδικα ήταν γιατί, για να μην τους ελέγχουν τόσο πολύ, τα στήνανε πολλές φορές έξω από το κέντρο της Αθήνας. Αυτό όμως τότε σήμαινε εξοχή, ερημιά, και βέβαια και σκυλιά τα οποία ουρλιάζανε στις γύρω περιοχές. Έτσι, όταν πήγαινες σε αυτά τα μαγαζιά, πήγαινες στα «σκυλάδικα».

Μια άλλη εκδοχή αναφέρει κάτι παρόμοιο, ότι δηλαδή την δεκαετία του '50 υπήρχαν μαγαζιά τα οποία σερβίρανε μόνο ποτό, το οποίο, εξαιτίας του ότι ήταν σε διατίμηση, είχε συγκεκριμένες χαμηλές τιμές. Αυτό τους ανάγκασε να βάλουν και φαγητό στον κατάλογο, το οποίο όμως ήταν για τα μπάζα -συνήθως κάποιο βραστό κρέας που δεν τρωγόταν με τίποτα. Έτσι, οι θαμώνες τα δίναν στα σκυλιά τα οποία μαζευόντουσαν για να φάνε τα κρέατα που αφήνανε. Σε αυτή την εκδοχή αυτό γινότανε γιατί τα μαγαζιά αυτά ήταν κατά κύριο λόγο καλοκαιρινά και συγκεκριμένα στο τέρμα της Καλλιθέας, δηλαδή στις Τζιτζιφιές. Εκεί τραγουδούσαν πολλά από τα γνωστά τότε ονόματα του λαϊκού τραγουδιού, όπως ο Τσιτσάνης κ.α.

Μια άλλη εκδοχή που υπάρχει, έχει να κάνει γενικά με την ποιότητα του μαγαζιού και του ήχου: ο τρόπος που τραγουδούσαν και η ποιότητα των τραγουδιστών έφτανε να μοιάζει με γάβγισμα. Αλλά νομίζω ότι οι δύο πρώτες εξηγήσεις είναι κοντύτερα στην αλήθεια.

«Σκυλάδικο», στις δεκαετίες '70 και '80, ονομάστηκε το μαγαζί που έπαιζε λαϊκά τραγούδια και όπου οι τραγουδιστές ήταν δεύτερης κατηγορίας και όχι γνωστά ονόματα, αλλά και τα μαγαζιά τα ίδια ήταν μπασκλασαρίες. «Σκυλάδικα» υπήρχαν και στην επαρχία, όπου εκεί ήταν πιο έντονο η «βίζιτα» να συνδυάζεται με τις τραγουδίστριες.

Σήμερα πολύς κόσμος χαρακτηρίζει «σκυλάδικα» όλες τις μουσικές πίστες που παίζουν λαϊκοπόπ , άσχετα αν σε αυτές είναι πρώτες μούρες ή δευτεράντζες αυτοί που εμφανίζονται.

Σκυλάδικα χαρακτηρίζονται όλα τα «μάπα» τραγούδια, που κινούνται σε κλασικά μουσικά μοτίβα και αποτελούνται από στίχους που «γράφονται στο πόδι».

Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή (απο τον Καρκαγιάνη της Καθημερινής ) και λέει τα παρακάτω:

«Πριν από τον πόλεμο, στην περιοχή Aγίου Διονυσίου Πειραιώς, όπου και η ομώνυμη γέφυρα της σιδηροδρομικής γραμμής, ακριβώς πίσω από τη σημερινή παράταξη ταβερνών και σουβλατζίδικων, υπήρχε μεγάλο και άθλιο οικοδομικό συγκρότημα, με το όνομα Bούρλα. Λίγο μετά την εποχή στην οποία αναφέρεται η αφήγησή μας το συγκρότημα αυτό, καταλλήλως αλλά επιπολαίως μετασκευασμένο, λειτούργησε ως φυλακή, η περίφημη φυλακή των Bούρλων, η οποία έμεινε στην ιστορία γιατί από εκεί, το 1955, διανοίξαντες υπόγειο σήραγγα πενήντα μέτρων, απέδρασαν μέρα-μεσημέρι περίπου τριάντα πολιτικοί κρατούμενοι, στελέχη του τότε παρανόμου KKE.

Tο οικοδομικό συγκρότημα λέγεται ότι ανήκε στην οικογένεια του πρέσβεως και κατόπιν υπουργού Eξωτερικών και πρωθυπουργού, του Παναγιώτη Πιπινέλη, φίλου, συνεργάτη και υποτακτικού της βασιλικής οικογενείας και τελικώς, της χούντας, όταν κατά κει γύρισε ο άνεμος. Tο κτίριο, λοιπόν, αυτό πριν από τον πόλεμο νοικιαζόταν σε ωραίες και λιγότερο ωραίες κυρίες, οι οποίες στα μικρά δωμάτια που κατόπιν έγιναν κελιά φυλακής, ασκούσαν ευδοκίμως το αρχαιότερο των επαγγελμάτων. H περιοχή είχε τότε αίγλη και φήμη, κάθε βράδυ δε, προσήλκυε πλήθος επισκεπτών πάσης τάξεως και ηλικίας, κυρίως ναυτεργάτες, ναύτες και στρατιώτες, αλλά και μεσοαστούς, θλιβερούς εργένηδες, κουρασμένους οικογενειάρχες και πολλούς άλλους.

Oι εγκατεστημένες στο συγκρότημα Πιπινέλη, δηλαδή στα Bούρλα κυρίες, επειδή ακριβώς διέθεταν τα στοιχειώδη σύνεργα του επαγγέλματος, ήτοι στέγη και κλίνη, δούλευαν με τιμές σχετικώς υψηλές και κατά κάποιο τρόπο αποτελούσαν τη διακεκριμένη τάξη της περιοχής. Υπήρχαν όμως και οι άλλες, εκείνες που με την πάροδο του χρόνου, τον μόχθο και τις άλλες ταλαιπωρίες του επαγγέλματος, είχαν χάσει τα νιάτα και την ομορφιά (αν τα είχαν ποτέ) και αναγκάζονταν να δουλέψουν με τη φτωχή πελατεία σε τιμές τόσο χαμηλές, που δεν επέτρεπαν ενοικίαση στέγης και κλίνης στο συγκρότημα των Bούρλων. Eθεωρούντο δευτέρας και τρίτης κατηγορίας και μαζί με τη φτωχή ανδρική πελατεία περιεφέροντο στα γύρω σοκάκια και χαμαιτυπεία, όπως οι αγέλες των αδέσποτων σκύλων. Γι' αυτό και τους κόλλησαν το προσωνύμιο «σκύλες» και «σκύλους» τους πελάτες. Eίχαν και το προσωνύμιο «λαμαρίνες», επειδή η ερωτική συναλλαγή ολοκληρωνόταν, άνευ στέγης και κλίνης, πίσω από τις λαμαρίνες της γέφυρας του Aγίου Διονυσίου. Eδώ η περιγραφή του Mηνά ήταν πολύ ρεαλιστική και σκληρή και γι' αυτό την παραλείπω.

Πώς όμως από τη γέφυρα του Aγίου Διονυσίου φτάσαμε στα καλλιτεχνικά «σκυλάδικα» της εθνικής οδού και άλλων ευπρεπεστέρων περιοχών, με λαμπερά ονόματα, τα οποία τόσο συχνά εμφανίζονται στις τηλεοπτικές οθόνες, αλλά και τόσο συχνά οι τηλεοπτικοί αστέρες μας και γενικώς η άρχουσα ανωτέρα τάξη εμφανίζονται και λικνίζονται σε αυτά τα «μαγαζιά»; Eδώ είναι που μεσολαβεί η Tρούμπα, αλλά και θεμελιώδεις κανόνες της... γλωσσολογίας και ιδού πώς, κατά την αφήγηση πάντοτε του αξέχαστου Mηνά:

Στην Tρούμπα, μετά τον πόλεμο, άνοιξαν μερικά «καλά μαγαζιά», με καλλιτέχνιδες πρώτης κατηγορίας και δημοφιλείς, το θυμάστε και από τον ελληνικό σινεμά. Tα ονόμαζαν «καμπαρέ», αλλά η ακριβής υπόστασή τους παραμένει αδιευκρίνιστη. Σημασία έχει ότι σε αυτά είχε συγκεντρωθεί η καλή ποιότητα της περιοχής, όπως, λίγα χρόνια πριν, η καλή ποιότητα στην περιοχή Bούρλων, είχε συγκεντρωθεί στο... μέγαρο Πιπινέλη. Έτσι διαμορφώθηκε η πρώτη αναλογική σχέση σημαινομένων μεταξύ Bούρλων και Tρούμπας.

Στην αρχή τα «καλά μαγαζιά» της Tρούμπας δούλευαν με τα παρεπιδημούντα στρατεύματα της Bρετανικής Aυτοκρατορίας, η οποία όμως διήγε περίοδο έσχατης παρακμής και ένδειας. H δουλειά ήταν λίγη και ακόμη λιγότερο το χρήμα. O μεγάλος πλούτος στην οδό Φίλωνος και τις γύρω παρόδους έπεσε λίγο αργότερα με τους Aμερικανούς ναύτες και πεζοναύτες του 6ου Στόλου, ο οποίος κάθε τόσο ναυλοχούσε στα πειραϊκά και φαληρικά ύδατα. O Mηνάς υπήρξε αυτόπτης μάρτυς των ιστορικών γεγονότων εκείνης της νύχτας του 1958, όταν ο πρόεδρος των HΠA Aϊζενχάουερ διέταξε αιφνιδίως τον ναυλοχούντα στα ανοιχτά του Πειραιώς 6ο Στόλο να πλεύσει ολοταχώς προς τον Λίβανο και να αποβιβάσει πεζοναύτες. Tα στρατεύματα όμως είχαν από νωρίς εκείνο το βράδυ διασκορπιστεί στην οδό Φίλωνος και στις γύρω παρόδους και χρειάστηκε η αμερικανική στρατονομία, τις πρωινές ώρες εκείνης της νύχτας, να οργανώσει ολόκληρη επιχείρηση στην Tρούμπα, για να συγκεντρώσει το στράτευμα. Πετούσαν έξω από τα «μαγαζιά» και τα άλλα «σπίτια» τους ημιθανείς από τη νυχτερινή κραιπάλη ναύτες και πεζοναύτες, τους φόρτωναν σαν σάκους με σιτάρι σωρηδόν στα καμιόνια και κατ' ευθείαν... στον Λίβανο. Aξέχαστες εποχές...

Mε τον 6ο Στόλο, στην Tρούμπα έπεσε μεγάλη ζήτηση και πλούτος και για να ικανοποιηθεί η ζήτηση, όπως συμβαίνει πάντα και με όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες, δίπλα στα καλά και ακριβά «μαγαζιά» άνοιξαν και μερικά πολύ δεύτερα και φθηνότερα και ανταγωνιστικά έβγαλαν «κράχτες» στο λιμάνι, εκεί που αποβιβάζονταν οι ναύτες και πεζοναύτες όταν είχαν «έξοδο». Tότε ήταν που διαμορφώθηκε η δεύτερη και κρίσιμη για το θέμα μας αναλογική σχέση «σημαινομένων» μεταξύ Bούρλων και Tρούμπας. Kαι αμέσως ακολούθησε η πάντα πιο σημαντική αναλογική σχέση των «σημαινόντων»: Kατ' αναλογία με τις «σκύλες» και τους «σκύλους» της γέφυρας του Aγίου Διονυσίου τα δεύτερα μαγαζιά της Tρούμπας ονομάσθηκαν «σκυλάδικα» και οι καλλιτέχνες «σκυλούδες».

Aπό την περιπέτεια αυτή «σημαινόντων και σημαινομένων» φαίνεται ότι παρασύρθηκε ο Γιώργος Mπαμπινιώτης και στο Λεξικό του, χαρακτηρίζει «χαμηλής ποιότητας» τη μουσική, τους καλλιτέχνες και τους θαμώνες των σκυλάδικων.»

Πήγαμε με τους κολλητούς χθες σε ένα σκυλάδικο στην Καβάλας και έγινε της πουτάνας το κάγκελο.

(από Vrastaman, 11/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κλαμπ που παίζει ελληνικά κομμάτια. Είναι μία μέση λύση (για άλλους χρυσή, για άλλους όχι the real thing) ανάμεσα αφενός στα κλαμπάκια με ξένα και αφεδύο στα μπουζούκια, που είναι ακριβά και ενίοτε ασύμφορα. Ένα άρθρο εδώ εξηγεί πολύ καλά την ανάπτυξη, εξέλιξη και το ρόλο που βαράει το ελληνάδικο, και θα παραθέσω κάποια κομμάτια για να μπούμε στο κλίμα.

Τα ελληνάδικα κρατάνε το clubbing ζωντανό. Η χρυσή τομή ανάμεσα στα club και τα μπουζούκια βρέθηκε και αρέσει και σε πάρα πολύ κόσμο απ’ ό,τι φαίνεται. Προσπάθησε να θυμηθείς λίγο την εξέλιξη των ελληνικών τραγουδιών στα club της πόλης. Το πώς δηλαδή έφτασαν τα ελληνικά από μία μικρή παρανυχίδα στο πρόγραμμα των club να φτάσουν να αποτελούν το ίδιο το club. Με τα μπουζούκια και τις μεγάλες πίστες σε ύφεση, υπήρχε ένα κενό που έπρεπε να καλυφθεί. Και φαίνεται ότι τα ελληνάδικα έχουν βαλθεί να πάρουν την πίτα της νύχτας μπροστά τους και να την μοιραστούν μεταξύ τους. Εν αρχή ην το 15λεπτο. Αυτό ήταν και τίποτα παραπάνω στα club των 90ς. Μια δεκαπεντάλεπτη σφήνα ήταν τα ελληνικά στο πρόγραμμα των club και μάλιστα όχι όλων των club, εκεί γύρω στις 3-4 η ώρα και με τον κόσμο να χρειάζεται αυτή την έκλαμψη τσιφτετελιού για να ξεδώσει λίγο. Στα mainstream club το δεκαπεντάλεπτο δεν άργησε να γίνει μισάωρο και ύστερα δύο μισάωρα με πολλούς από τους θαμώνες που στοιβάζονταν αδιάφορα στα τραπέζια κουνώντας το πολύ λίγο τα γόνατά τους στα house ακούσματα, να τινάζονται κραδαίνοντας χέρια στον αέρα ως άλλοι πολεμοχαρείς σε κάθε σουξέ. Δεν θα άκουγες πολλά ελληνικά. Ή τουλάχιστον αυτά που θα άκουγες θα ήταν κάποια remix σε λαϊκά τραγούδια ώστε να μην ξεφεύγουν πολύ από το πρόγραμμα. Λες και η αλλαγή από Moloko σε Γονίδη θα ήταν ομαλή επειδή το Καταιγίδα είχε γίνει remix. Αλλά ο Έλληνας το ήθελε το λαϊκό του εκεί ανάμεσα στον Spiller και τους Masters at Work. Ήθελε να χορέψει το «Κάτι» της Γαρμπή, να τραγουδήσει το «Σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο» της Βανδή, να μερακλώσει και λίγο με μια uptempo εκδοχή του «Φεύγω» του Γιώργου Μαζωνάκη. [...] Τα ελληνάδικα που ήρθαν για να μείνουν. [...] Γιατί το ελληνάδικο προσφέρει ακριβώς αυτό. Το «μεράκλωμα» ενός μμπουζουκτζίδικου χωρίς την υψηλή ταρίφα και τις μαρτυρικές καρέκλες στα τραπέζια. Πλέον έχεις τον καναπέ σου. Και την μπάρα σου αν είσαι τύπος που θα κάτσει στην μπάρα. Ναι, οκ, το δέχομαι ότι είναι μεγάλο πλήγμα να μην βλέπεις τον καλλιτέχνη επί σκηνής. Αλλά δεν πειράζει. Τον έχει δει μια φορά και φτάνει. Κι άλλωστε ακόμα και στα μπουζούκια πόση ώρα έχεις πια το βλέμμα σου στην σκηνή; Τα ελληνάδικα σού δίνουν αυτό το ποτ πουρί που θες από τα ελληνικά τραγούδια. Γιατί ναι, η καλύτερή σου φάση ακόμα και σε live εμφανίσεις δεν είναι όταν ο καλλιτέχνης επί σκηνής τραγουδάει τις μεγάλες δικές του επιτυχίες. Η καλύτερή σου φάση είναι εκεί στις 4 το πρωί όταν αρχίζει να λέει τραγούδια άλλων, πιο λαϊκά, πιο διασκεδαστικά. Το ελληνάδικο σου επιτρέπει να τα σπάσεις με όλους σου τους αγαπημένους καλλιτέχνες. Να το γυρίσεις από Πάολα σε Ρέμο κι από Μαζωνάκη σε Παντελίδη. [...] Την θέλει την τέχνη του να είσαι dj ελληνικών κομματιών με την τόση ασυμφωνία μελωδιών και χαρακτηριστικών. Κι αυτά τα remix που τώρα αποθεώνεις στα ελληνάδικα κάθε βράδυ, όταν τα έφτιαχνε εδώ και τόσα μα τόσα χρόνια ο Νίκος Χαλκούσης, τα θεωρούσες απλά και δεδομένα. Τα ελληνάδικα ανθίζουν. Και φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Σε όποια περιοχή κι αν είσαι έχεις την επιλογή σου. Β’ Παθολογική στο κέντρο, το Boutique Ελληνάδικο στη Φιλελλήνων, το Φροντιστήριο στη Δάφνη, το Ola Ελληνικά, το Απλά Ελληνικά και το Συνεργείο στα Νότια, το El Greco στο Κολωνάκι και το Έντεκα και Κάτι στο Μαρούσι. [...] Όχι, δεν θα πεθάνουν τα μπουζούκια. Δεν γίνεται να πεθάνουν τελείως. Και νομίζω ότι η τωρινή τους κατάσταση είναι το χείριστο σημείο. Κάτι σαν τις αθλητικές εφημερίδες που νιώθεις ότι είναι απλά πάρα πολλές και πρέπει κάποιες να κλείσουν για να υπάρξει υγεία. Έτσι και με τα μπουζούκια. Δεν με νοιάζει. Ας μαζευτούν όλοι σε ένα πρόγραμμα. Ας μείνουν ανοιχτά τα πολύ μεγάλα μαγαζιά κι ας έχουν μια dream team να τραγουδάει. Να νιώθεις ότι τα 30 σου ευρώ θα πιάσουν τόπο γιατί το πάρτι θα έχει πολλούς οικοδεσπότες επί σκηνής. Μέχρι τότε ο κόσμος θα είναι στα ελληνάδικα. (Εδώ).

Άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  1. καλημέρααα φίλη μου!! Πήγα βέβαια.. είμαι με 3 ώρες ύπνο, άστα πήγαμε σε ελληνάδικο μετά, 20 ώρες στο πόδι!! Ήταν τέλεια! (Από το Ινσταγκράμι).
  2. Πήγαμε σε Ελληνάδικο "ΑΣΤΕΡΙΑ" στο οποίο δεν κάτσαμε καθόλου στις καρέκλες!!! Όλη την ώρα στην πίστα ήμασταν!! (Εδώ).
  3. Σάββατο βράδυ πήγαμε την πήραμε και πήγαμε σε ένα ελληνάδικο. Εκεί γινόταν ο χαμός από κόσμο. Χορεύαμε και κάποια στιγμή ένιωσα ένα χέρι να χουφτώνει τον πούτσο μου. Γύρισα και είδα την Βάσω να μου πιάνει τον πούτσο ενώ η Σοφία είχε πάει τουαλέτα. -«Τι κάνεις εκεί ρε Βάσω;» (Η συνέχεια στο X-stream).

Πολύ δευτερευόντως, μπορεί να χαρακτηρίσει εστιατόριο με ελληνική κουζίνα ή ό,τι ελληνικό, λ.χ. ραδιοφωνικό σταθμό με ελληνικά τραγούδια, αλλά είναι τριτοτέταρτες σημασίες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φοιτητική μπουάτ με ροκ κι έντεχνη μουσική.

Συνήθως ο κιθαρωδός (είτε ελπιδοφόρος εικοσάχρονος είτε αποτυχημένος τριάντα-και-κάτι), υποχρεούται απ' τους θαμώνες να παίξει το «Να μ' αγαπάς» του Παύλου Σιδηρόπουλου κατά ν φορές ανά βραδιά, όπου ν ο εκάστοτε μέσος όρος ηλικίας στο κοινό. Συνήθεις τιμές ν: 17≤ν≤23.

  1. (ροκ πρωτοετής και κιθαρωδός)
    - Φίλε θα παίξεις άλλη μια φορά το «Να μ' αγαπάς»;
    - (Μέσα απ' τα δόντια του) ...Να σας γαμήσω κωλόπαιδα... (Φωναχτά) Έγινε φιλαράκι!

  2. - Πάμε στο ναμαγαπάδικο ν' ακούσουμε τον Τέλη και την κιθάρα του;
    - Και να φάμε και κανένα πρωτοετάκι; Γαμώ... Βάζω τη μπαντάνα μου και φύγαμε.

Επιτέλους! Ο γουτσισμός υφίσταται βαρύ πλήγμα από τους Χατζηφραγκέτα! (από Khan, 14/10/10)(από Τσακ εις την μέσην, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαγαζί τύπου κλαμπ ή μπαρ που εξειδικεύεται στην διοργάνωση και πραγματοποίηση συναυλιών (live < λάιβ στο ελληνικότερο).

Η διαφορά του κατ' εξοχήν λαϊβάδικου σε σχέση με τα διάφορα μπαράκια ή κλαμπάκια που διοργανώνουν περιστασιακές εμφανίσεις μουσικών ή συγκροτημάτων, έγκειται στην ειδική διαμόρφωση του χώρου (ύπαρξη σκηνής, υπερυψωμένης ή στο επίπεδο του πατώματος) έναντι της δημιουργίας χώρου μέσω της αφαίρεσης τραπεζιών, πάγκων, καναπέδων στα δεύτερα, καθώς και στον ιδιόκτητο ηχητικό και μουσικό εξοπλισμό (π.χ. ολοκληρωμένο σετ ντραμς, ενισχυτές, κονσόλες, P.A. κλπ συναφή), αν και το δεύτερο δεν αποτελεί πάντα κανόνα. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι τ' ότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν στάνταρ εβδομαδιαίο πρόγραμμα εμφανίσεων, αλλά φιλοξενούν διάφορες διοργανώσεις, συχνά με συνεχή ροή διαφορετικών συναυλιών.

Τα λαϊβάδικα δεν περιορίζονται σε συναυλίες συγκεκριμένων μουσικών ιδιωμάτων, αν και στα καθ' ημάς ασχολούνται περισσότερο με ροκ / μέταλ και έντεχνη ελληνική μουσική. Πρέπει επίσης να αναφερθεί τ' ότι όσον αφορά το σκέλος της παροχής αλκοολούχων, τα λαϊβάδικα δεν διαφέρουν σχεδόν σε τίποτα απ' τα παραδοσιακά κλαμπάκια-μπαράκια-ελληνάδικα, είτε ως προς τις τιμές και την ακρίβεια, είτε ως προς την ποιότητα - η μπόμπα πάει σύννεφο και στα μεν και στα δε.

Οι ιδιοκτήτες των μαγαζιών αυτών λέγονται λαϊβάδες.

  1. Τον θυμάμαι στις αρχές τις δεκαετίας του 80 να παίζει συχνά-πυκνά σε ένα λαιβάδικο στην Μεσογείων στο ύψος της Αγ.Παρασκευής . «Ρόδα» το λέγανε το μαγαζί αν θυμάμαι καλά και μάζευε 50-100 άτομα.Όταν δεν έπαιζε ο Nick,παίζανε οι «Μουσικές Ταξιαρχίες».Τέλειο line up για τότε.Ιδανικό. (Εδώ)

  2. Το ΑΝ είναι για το πολύ 350 άτομα. Παραπάνω χωράει μεν, αλλά δεν φχαριστιέσαι συναυλία, εκτός εάν είσαι στις 5 πρώτες σειρές. Βασικά πιο πολύ κοντά σε προβάδικο πάει παρά σε λαιβάδικο. (Εκεί)

  3. Εδω θα ηθελα να αναφερω ενα μαγαζι το οποιο δεν ηταν μεταλ, αλλα αποτελουσε μια πολυ καλη προσπαθεια προς την κατευθυνση αυτου που λεω ''σωστο ροκ κλαμπ''. Τελη 90 και το μαγαζι ηταν το Bug στο Γκαζι. Αρκετα μεγαλος χωρος, industrial σκηνικο με σωληνες τεραστιους ανεμιστηρες κτλ. Η μουσικη ηταν αυστηρα ξενη και κινουνταν απο το mainstream rock της εποχης, στο ανερχομενο crossover (μετεπειτα numetal), industrial και στο τσακιρ κεφι επιλεγμενα μεταλ κομματια. Μπορει μουσικα να μην με καλυπτε 100% αλλα ηταν ενας πολυ ωραιος χωρος, προπαντως με καλο κοσμο και οχι καμμενους και πρεζακια. Σωστος ηχος και πολλες ωραιες παρουσιες χεχε, μιας και ηταν παντα τιγκα. Μετα εγινε αποτυχημενο λαιβαδικο και τελικα απ οτι εμαθα gay bar (ε ρε νηλες που θα επαιξαν τις πρωτες μερες) (Λίγο πιο πέρα)

(από Khan, 25/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος μαγαζιού νυχτερινής διασκέδασης, εξέλιξη του ορθάδικου, που γνώρισε μεγάλη άνθηση προς τα τέλη της δεκαετίας του '90. Στα χαρακτηριστικά του χοροπηδάδικου συμπεριλαμβάνονται η έλλειψη τραπεζοκαθισμάτων (με εξαίρεση μια σειρά σκαμπώ για πελαργούς κατά μήκος του μπαρ) σε έναν πολύ στριμόκωλο άλλωστε χώρο, το στριμωξίδι που αποτελεί πόλο έλξης για εφαψίες, κοινό αυστηρά από 16 ως 23 και την ασταμάτητη ντάπα ντούπα μουσική υπόκρουση (πριόνια) σε εκκωφαντική ένταση.

Οι θαμώνες ενός χοροπηδάδικου επιδίδονται ανηλεώς σε μια ιδιόμορφη χορογραφία που περιλαμβάνει αδιάκοπα επιτόπια άλματα που συνοδεύονται από ακανόνιστα τινάγματα (jerks) της κεφαλής και των άνω (κυρίως) άκρων.

Όπως όλα τα πράγματα γνωρίζουν ακμή και παρακμή, έτσι και το συγκεκριμένο είδος νυχτερινής διασκέδασης έχει πάρει την κατιούσα και κινδυνεύει μάλιστα με ολική εξαφάνιση, προς μεγάλη βέβαια τέρψη των περιοίκων των χοροπηδάδικων. Μουσειακά δείγματα διατηρούνται ακόμη στα Λαδάδικα της Θεσσαλονίκης (Verykoko) και στο 12ο χλμ Θεσ/νίκης - Βασιλικών (Therapy).

(από εδώ:)

Τι έκαναν τέλος, ο Δήμος Αθηναίων και η Νομαρχία, που τώρα άρχισαν να φωνάζουν για το Εφετείο; Το μόνο που τους ενδιέφερε, φαίνεται, ήταν να μαζέψουν όλα τα νυκτερινά κέντρα για να εισπράττουν έσοδα από τη νύκτα. Και κάτι ακόμα: Στη δεκαετία του 1990 όταν ήθελαν να μετατρέψουν το Γκάζι σε περιοχή-απέραντο νυκτερινό χοροπηδάδικο, άφησαν να κουβαληθούν εκεί εκατοντάδες εξαθλιωμένες οικογένειες τσιγγάνων. Έτσι, κατάφεραν να διώξουν και τους τελευταίους κατοίκους που αντιστέκονταν και είχαν σχηματίσει μάλιστα και συλλόγους.

Πελαργός σε χαρακτηριστική στάση (από allivegp, 02/08/09)Γκρεμίστε τα τρελάδικα και κάντε τα χοροπηδάδικα (από johnblack, 02/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κέντρο διασκέδασης ορθίων.

Όρος του '90 για μαγαζιά, κυρίως ελληνάδικα, με χαρακτηριστικότατη απουσία τραπεζιών και καθισμάτων και διακριτική παρουσία ελάχιστων σκαμπό στην μπάρα.

Η απουσία τον καθισμάτων αποσκοπούσε στην δραματική αύξηση της χωρητικότητας -και κατά συνέπεια του συνολικού τζίρου, ειδικά αν υπολογιστεί πως ο αριθμός των ατόμων δεν ήταν ανάλογος του χώρου, αλλά ανάλογος τις ανοχής και αντοχής των ήδη ευρισκομένων, εντός του μαγαζιού, ατόμων. Κάτι τέτοιο βέβαια παρείχε επιπλέον ασφάλεια, καθώς σε περίπτωση λιποθυμίας δεν υπήρχε φόβος πτώσης και άρα τραυματισμού.

Άλλα χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής, της διαρρύθμισής και της γενικότερης λειτουργίας τους ήταν η έντονη μουσική και τα φωτορυθμικά σε σχέση με την επιφάνεια του μαγαζιού, η υπερυψωμένη πίστα ελάχιστων τετραγωνικών (προαιρετικά) και τέλος η απουσία κλιματισμού και εξαερισμού, κάτι που πρόσδιδε ζεστασιά στο χώρο και ατελείωτες στιγμές εφίδρωσης.

Συνώνυμα: χοροπηδάδικο, ελληνάδικο, σκυλάδικο κ.α..

- Θες ελληνική διασκέδαση;
- Θέλω.
- Πάμε σε ένα ορθάδικο!
- Έχω φλεβίτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπουζούκι είναι ένα έγχορδο μουσικό όργανο, με ρίζες από την Αρχαία Ελλάδα (θεωρείται απόγονος της πανδούρας –πληροφορίες εδώ) και πολλά ερεθίσματα από την ανατολή (κυρίως από την περίοδο της τουρκοκρατίας). Βέβαια, είναι αυτονόητο ότι το συγκεκριμένο λήμμα δεν αναφέρεται στο όργανο αυτό στον πληθυντικό αριθμό.

Κι αυτό γιατί, η λέξη αυτή ζει ανάμεσά μας για να περιγράψει λιτά, λακωνικά και εύστοχα τα νυχτερινά κέντρα στα οποία –και όσον αφορά τα μουσικά όργανα– κύριος πρωταγωνιστής είναι το μπουζούκι.

Κάθε κλασσικός Ελληναράς (καθώς και e-λληνάρας ή e-λληναράς τολμώ να πω, εφόσον κάποια πράγματα είναι αναλλοίωτα στο πέρασμα των ετών), που σέβεται τον εαυτό του, επισκέπτεται αυτού του είδους μουσικές στέγες προκειμένου, αφενός να διασκεδάσει (όχι τόσο με τα μουσικά ακούσματα, όσο με το τρίπτυχο ποτό-γυναίκες-χαβαλές) και αφεδύο για να πουλήσει μούρη στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του.

Από την λέξη αυτή προκύπτουν αρκετοί παράγωγοι slang όροι, όπως οι παρακάτω ήδη υπάρχοντες ορισμοί: μπουζουκλερί, μπουζουκοδάνειο, μπουζουκομάγαζα, μπουζουκομούνι κ.ά.

Σε καμία περίπτωση ο παραπάνω ορισμός δεν υποτιμά το μπουζούκι ως όργανο. Είναι δεδομένο ότι είναι ένα από τα πλέον εκφραστικά όργανα και μία κύρια πηγή έμπνευσης και ψυχισμού των Ελλήνων. Είδη όπως το γνήσιο λαϊκό και το ρεμπέτικο (που χρησιμοποιείται κυρίως αυτό το όργανο) είναι κάτι παραπάνω από αξιοσέβαστα για όλους μας.

Επίσης, όπως τόνισα και παραπάνω, το μπουζούκι είναι ναι μεν το πρώτο από τα όργανα σε τέτοιου είδους κέντρα, αλλά σε καμία περίπτωση ο κεντρικός πρωταγωνιστής. Γιατί πολύ απλά, βασικός πρωταγωνιστής ή πρωταγωνίστρια για να γίνω πιο συγκεκριμένος, είναι η τουλάχιστον μία αοιδός (τις περισσότερες φορές και πολλές περισσότερες) που έχουν από φωνή μουνί κι από μουνί φωνάρα. Οι συγκεκριμένες αποτελούν πόλο έλξης για μεγάλο αριθμό των ανδρών παρευρισκομένων σε τέτοια κέντρα. (Βλέπε φώτος).

  1. Από συνεργάτες του υπουργού επισημαίνεται ότι τα σχετικά δημοσιεύματα και η διάδοση της πληροφορίας για την παρουσία του στα μπουζούκια προέρχονται από οργανωμένη προβοκάτσια, που ως στόχο έχει να βλάψει την πολιτική εικόνα του υπουργού, ιδιαίτερα τώρα που το υπουργείο του βρίσκεται στο επίκεντρο των εξελίξεων. (εδώ)

  2. Τα μαγαζιά που φιλοξενούν “τα μπουζούκια” έχουν γίνει για να “τα οικονομίσουν χοντρά” κάποιοι, μαγαζάτορες της νύχτας ή “καλλιτέχνες” και όχι για να διασκεδάσουν τον κόσμο με την προσφορά πραγματικά λαϊκής μουσικής. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος πασπαρτού, οτιδήποτε έχει να κάνει με το εκλεκτότερο είδος ποιοτικής ελληνικής μουσικής των τελευταίων δεκαετιών.

Κλασσικότατο και κακώς έλειπε!

  1. Εντάξει καλός ο Κότσιρας, βάλε τώρα κάνα σκύλο να στανιάρουμε!

  2. - Πώπω δες το το παιδί στο τραπέζι πως το σείει!
    - Προσοχή, ο σκύλος δαγκάνει!

  3. - Ρε συ, πήγαμε στις Φακές* τις προάλλες και ο Βασίλης έκανε την τραγουδιάρα να βήχει γαρύφαλλα!
    - Ε καλά, αφού είναι φοβερός σκύλος!

* Club «Faces»

  1. Λίγο σκύλος το μαγαζί, αλλά δεν ήταν και πωσελενετζίδικο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified