Το κλαμπ που παίζει ελληνικά κομμάτια. Είναι μία μέση λύση (για άλλους χρυσή, για άλλους όχι the real thing) ανάμεσα αφενός στα κλαμπάκια με ξένα και αφεδύο στα μπουζούκια, που είναι ακριβά και ενίοτε ασύμφορα. Ένα άρθρο εδώ εξηγεί πολύ καλά την ανάπτυξη, εξέλιξη και το ρόλο που βαράει το ελληνάδικο, και θα παραθέσω κάποια κομμάτια για να μπούμε στο κλίμα.

Τα ελληνάδικα κρατάνε το clubbing ζωντανό. Η χρυσή τομή ανάμεσα στα club και τα μπουζούκια βρέθηκε και αρέσει και σε πάρα πολύ κόσμο απ’ ό,τι φαίνεται. Προσπάθησε να θυμηθείς λίγο την εξέλιξη των ελληνικών τραγουδιών στα club της πόλης. Το πώς δηλαδή έφτασαν τα ελληνικά από μία μικρή παρανυχίδα στο πρόγραμμα των club να φτάσουν να αποτελούν το ίδιο το club. Με τα μπουζούκια και τις μεγάλες πίστες σε ύφεση, υπήρχε ένα κενό που έπρεπε να καλυφθεί. Και φαίνεται ότι τα ελληνάδικα έχουν βαλθεί να πάρουν την πίτα της νύχτας μπροστά τους και να την μοιραστούν μεταξύ τους. Εν αρχή ην το 15λεπτο. Αυτό ήταν και τίποτα παραπάνω στα club των 90ς. Μια δεκαπεντάλεπτη σφήνα ήταν τα ελληνικά στο πρόγραμμα των club και μάλιστα όχι όλων των club, εκεί γύρω στις 3-4 η ώρα και με τον κόσμο να χρειάζεται αυτή την έκλαμψη τσιφτετελιού για να ξεδώσει λίγο. Στα mainstream club το δεκαπεντάλεπτο δεν άργησε να γίνει μισάωρο και ύστερα δύο μισάωρα με πολλούς από τους θαμώνες που στοιβάζονταν αδιάφορα στα τραπέζια κουνώντας το πολύ λίγο τα γόνατά τους στα house ακούσματα, να τινάζονται κραδαίνοντας χέρια στον αέρα ως άλλοι πολεμοχαρείς σε κάθε σουξέ. Δεν θα άκουγες πολλά ελληνικά. Ή τουλάχιστον αυτά που θα άκουγες θα ήταν κάποια remix σε λαϊκά τραγούδια ώστε να μην ξεφεύγουν πολύ από το πρόγραμμα. Λες και η αλλαγή από Moloko σε Γονίδη θα ήταν ομαλή επειδή το Καταιγίδα είχε γίνει remix. Αλλά ο Έλληνας το ήθελε το λαϊκό του εκεί ανάμεσα στον Spiller και τους Masters at Work. Ήθελε να χορέψει το «Κάτι» της Γαρμπή, να τραγουδήσει το «Σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο» της Βανδή, να μερακλώσει και λίγο με μια uptempo εκδοχή του «Φεύγω» του Γιώργου Μαζωνάκη. [...] Τα ελληνάδικα που ήρθαν για να μείνουν. [...] Γιατί το ελληνάδικο προσφέρει ακριβώς αυτό. Το «μεράκλωμα» ενός μμπουζουκτζίδικου χωρίς την υψηλή ταρίφα και τις μαρτυρικές καρέκλες στα τραπέζια. Πλέον έχεις τον καναπέ σου. Και την μπάρα σου αν είσαι τύπος που θα κάτσει στην μπάρα. Ναι, οκ, το δέχομαι ότι είναι μεγάλο πλήγμα να μην βλέπεις τον καλλιτέχνη επί σκηνής. Αλλά δεν πειράζει. Τον έχει δει μια φορά και φτάνει. Κι άλλωστε ακόμα και στα μπουζούκια πόση ώρα έχεις πια το βλέμμα σου στην σκηνή; Τα ελληνάδικα σού δίνουν αυτό το ποτ πουρί που θες από τα ελληνικά τραγούδια. Γιατί ναι, η καλύτερή σου φάση ακόμα και σε live εμφανίσεις δεν είναι όταν ο καλλιτέχνης επί σκηνής τραγουδάει τις μεγάλες δικές του επιτυχίες. Η καλύτερή σου φάση είναι εκεί στις 4 το πρωί όταν αρχίζει να λέει τραγούδια άλλων, πιο λαϊκά, πιο διασκεδαστικά. Το ελληνάδικο σου επιτρέπει να τα σπάσεις με όλους σου τους αγαπημένους καλλιτέχνες. Να το γυρίσεις από Πάολα σε Ρέμο κι από Μαζωνάκη σε Παντελίδη. [...] Την θέλει την τέχνη του να είσαι dj ελληνικών κομματιών με την τόση ασυμφωνία μελωδιών και χαρακτηριστικών. Κι αυτά τα remix που τώρα αποθεώνεις στα ελληνάδικα κάθε βράδυ, όταν τα έφτιαχνε εδώ και τόσα μα τόσα χρόνια ο Νίκος Χαλκούσης, τα θεωρούσες απλά και δεδομένα. Τα ελληνάδικα ανθίζουν. Και φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Σε όποια περιοχή κι αν είσαι έχεις την επιλογή σου. Β’ Παθολογική στο κέντρο, το Boutique Ελληνάδικο στη Φιλελλήνων, το Φροντιστήριο στη Δάφνη, το Ola Ελληνικά, το Απλά Ελληνικά και το Συνεργείο στα Νότια, το El Greco στο Κολωνάκι και το Έντεκα και Κάτι στο Μαρούσι. [...] Όχι, δεν θα πεθάνουν τα μπουζούκια. Δεν γίνεται να πεθάνουν τελείως. Και νομίζω ότι η τωρινή τους κατάσταση είναι το χείριστο σημείο. Κάτι σαν τις αθλητικές εφημερίδες που νιώθεις ότι είναι απλά πάρα πολλές και πρέπει κάποιες να κλείσουν για να υπάρξει υγεία. Έτσι και με τα μπουζούκια. Δεν με νοιάζει. Ας μαζευτούν όλοι σε ένα πρόγραμμα. Ας μείνουν ανοιχτά τα πολύ μεγάλα μαγαζιά κι ας έχουν μια dream team να τραγουδάει. Να νιώθεις ότι τα 30 σου ευρώ θα πιάσουν τόπο γιατί το πάρτι θα έχει πολλούς οικοδεσπότες επί σκηνής. Μέχρι τότε ο κόσμος θα είναι στα ελληνάδικα. (Εδώ).

Άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  1. καλημέρααα φίλη μου!! Πήγα βέβαια.. είμαι με 3 ώρες ύπνο, άστα πήγαμε σε ελληνάδικο μετά, 20 ώρες στο πόδι!! Ήταν τέλεια! (Από το Ινσταγκράμι).
  2. Πήγαμε σε Ελληνάδικο "ΑΣΤΕΡΙΑ" στο οποίο δεν κάτσαμε καθόλου στις καρέκλες!!! Όλη την ώρα στην πίστα ήμασταν!! (Εδώ).
  3. Σάββατο βράδυ πήγαμε την πήραμε και πήγαμε σε ένα ελληνάδικο. Εκεί γινόταν ο χαμός από κόσμο. Χορεύαμε και κάποια στιγμή ένιωσα ένα χέρι να χουφτώνει τον πούτσο μου. Γύρισα και είδα την Βάσω να μου πιάνει τον πούτσο ενώ η Σοφία είχε πάει τουαλέτα. -«Τι κάνεις εκεί ρε Βάσω;» (Η συνέχεια στο X-stream).

Πολύ δευτερευόντως, μπορεί να χαρακτηρίσει εστιατόριο με ελληνική κουζίνα ή ό,τι ελληνικό, λ.χ. ραδιοφωνικό σταθμό με ελληνικά τραγούδια, αλλά είναι τριτοτέταρτες σημασίες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χώρος ή πλαίσιο λοπου δραστηριοποιείται μια συγκεκριμένη φυλή. Για παράδειγμα: ίντυ σκηνή, ρέγκε σκηνή, αντιφά σκηνή, λογοτεχνική σκηνή, ουατέβα σκηνή.

Πρόκειται για αντιδάνειο της αμερικλάνικης σλανγκιάς των αυθεντικών χιπστεράδων (βλ. γενιάς μπητ). Χρονολογείται από το 1951.

1.
- Μια από τις σημαντικές διαστάσεις της ομάδας μας, αν και αναμφίβολα η λιγότερο γνωστή, είναι η σύνδεσή μας με τους χώρους της αντικουλτούρας. Από την αρχή της δημιουργίας της ομάδας, ορισμένα από τα μέλη της συμμετείχαν στην ανάπτυξη της εναλλακτικής μουσικής σκηνής.

2.
- οι προσπάθειές μας για ανανέωση δεν κατέληξαν κάπου και, χειρότερα ακόμα, σκεφτόμαστε ότι η παρουσία μας, η κεντρική μας θέση στην παρισινή αντιφασιστική σκηνή, μπορεί να αποτέλεσε εμπόδιο στην εμφάνιση νέων ομάδων πιο ενεργητικών και ίσως με μεγαλύτερη φαντασία από εμάς

3.
- Το blog δεν είναι τίποτα άλλο από μια προσπάθεια να καταγράψουμε την Ελληνική underground σκηνή.

4.
- Τα παιδιά - και ιδιαίτερα ο b d foxmoor- έχουν γράψει περισσότερους στίχους από τον Όμηρο και μερικούς από τους καλύτερους και μαχητικότερους στίχους στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Οι μάγκες από το Πέραμα κρατούν ζωντανό το εναλλακτικό στην Ελλάδα και έχουν φτιάξει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σκηνή.

5.
- England has the most sordid literary scene I've ever seen. They all meet in the same pub. This guy's writing a foreword for this person. They all have to give radio programs, they have to do all this just to scrape by. They're all scratching each other's backs
(William S. Burroughs).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα Friskies (προφανώς απ’ το εγγλέζικο frisk: χοροπηδώ παιχνιδιάρικα, frisky: ζωηρός/ πεταχτός) της εταιρείας Purina που αποτελεί παρακλάδι της πολυεθνικής Nestlé, το ξέρουν κι οι κότες, είναι μάρκα ζωοτροφών για σκύλους και γάτες.

Ο όρος όμως χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά μεν, πλην περισσότερο χαριτωμένα παρά συγκαλυμμένα:

● μια συγκεκριμένη ράτσα σκύλων – αοιδών (αλλά και των θαυμαστών τους), που σνομπάρουν οι εγχώριες καλλιτεχνικές ελίτ και τα Μέγαρα Μουσικής, αν και τα προϊόντα του ταλέντου τους χαρακτηρίζουν αδιαμφισβήτητα την πολιτιστική ζωή των νεοελλήνων,

● τους χώρους διασκέδασης κοινώς γνωστά ως σκυλάδικα, όπου πραγματοποιούνται διονυσιακά η εκτόνωση αλλά κι η εκδήλωση κάθε νταλκά, παρέα με την επίδειξη του μοναδικού ταπεραμέντου της φυλής στον τομέα δημόσια διασκέδαση και

● τα ομώνυμα άσματα με τους απαράμιλλους σε πρόκληση πλείστων συναισθημάτων στίχους, που αργά ή γρήγορα θα βρουν μια κάποια θέση στη λαογραφία.

Η εκτόξευση λουλουδιών στον τραγουδιστή αποτελεί μια καθόλα ευγενή συνήθεια που όμως στα σκυλάδικα η επιδεικτική κατάχρησή της και στους ενθουσιασμένους χορευτές και δη χορεύτριες, αποτελεί θεσμό εκ των ουκ άνευ.

Εξού κυκλοφορεί η δηλωτική του ποιού του τραγουδιστή αλλά και του γούστου κάποιου ατόμου υποτιμητική έκφραση «του/της πετάνε φρίσκις».

Ιδιαίτερη κατηγορία σκύλου αποτελεί ο πιστός κομματόσκυλος.
Υπονοώντας, πάντα υποτιμητικά και απαξιωτικά, τόσο αυτόν όσο και την ενίοτε γκουρμέ ανταμοιβή του, κυκλοφορεί η έκφραση «τον ταΐζουν φρίσκις».

Παρεμπιπτόντως: ελλείψει άλλων κονσερβών στα ράφια των σουπερμάρκετ και μπροστά στο φάσμα του εξ ασιτίας θανάτου λόγω κάποιας ντεμέκ επικείμενης καταστροφής, προνοητικοί ή πανικόβλητοι Έλληνες καταναλωτές (όπως το δει καθείς) που παίρνουν το ζήτημα επιβίωση πολύ σοβαρά, καβαντζώνουν τις εν λόγω αλλά και ομοειδείς κονσέρβες καλού - κακού.

Λόγω γαστριμαργικού ταμπού, κόντρα στις Αρχές μου, αδυνατώ να επιβεβαιώσω τις φήμες για το απολύτως ανεκτό της γεύσης και τη διατροφική αξία τους.

  1. Το δεύτερο ημιχρόνιο διαδραματίστηκε στο bar estilo ιδέα του Τάσου και όπως καταλαβαίνετε ένα κομβόι από τζιπ κατηφόριζε για να πούμε και ένα τραγουδάκι. Και όπως πολύ καλά μυριστήκατε οι περισσότεροι χάθηκε η μπάλα εκεί (…). Σαμπάνιες, ουίσκι, σφηνάκια, ζεϊμπεκιές, χαρτοπετσέτες, ποτήρια ιπτάμενα που λόγο της βαρύτητας έσκαγαν στο πάτωμα, ένας τύπος με μια άσπρη τούφα εκεί που χόρευε ξαφνικά τον έβλεπες σαν τον Peter Pan να εκτοξεύεται πάνω στο μπαρ και να τραβάει φωτογραφίες, ρεπερτόριο από Καζαντζίδη και Χρηστάκη μέχρι Γονίδη και Τερζή. Δεν περιγράφω άλλο. Και λέμε κατά τις 5, δεν πάμε γιατί τα φρίσκις δεν τα γλυτώνουμε απόψε; Και όλοι με μια φωνή αναφώνησαν ναιιιιιιιιιιιιιι! Έλα όμως που ο Τάσος είχε άλλη άποψη και εγώ είμαι και λίγο επιρρεπής…

  2. - Στο μαγαζί πώς πάνε τα πράγματα από άποψη κίνησης; Κακά τα ψέματα, Βασίλη, είναι ακριβές οι τιμές, γενικά.
    - Ο κόσμος έρχεται γιατί για ένα τέτοιο σχήμα δεν είναι ακριβές οι τιμές. Έχουμε ανεβεί 36 άτομα από την Αθήνα, δεν είναι καθόλου ακριβές. Ακριβά είναι τα άλλα, τα φρίσκις, που άλλωστε είναι και χώροι επίδειξης κομπλεξισμού, χλιδής κτλ.

(09/05/10. Ρωτά η Έλσα Σπυριδοπούλου - Απαντά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου)

  1. Στη δισκογραφία της Πάολας, φρίσκις ό,τι τραγούδι θες.

  2. Ρε άντε από ‘κει ρε λούληδες φλώροι που θα μιλήσετε για τη Μαντώ και το αν είναι διασκευή ή όχι. Στα παπάρια μου κιόλας. Τέτοια φωνή δεν έχει ξαναβγεί στην Ελλάδα. Επειδή δεν έκανε καριέρα με το μουνί της σαν κάτι σκυλούδες μπάολες θα τη βγάλετε και άχρηστη. Μπαγλαμάδες. Αυτή φταίει που δε γεννήθηκε σε καμιά χώρα της προκοπής να κάνει διεθνή καριέρα. Τραβάτε στα σκυλοτροφεία που μεγαλώσατε ν' ακούσετε την παγώνα την Kαραμήτσου και να της πετάτε φρίσκις στην πίστα. Βλαχαδερά, άμουσα υποκείμενα.

  3. … γράφεις ότι όλος ο θόρυβος για υποβρύχια που γέρνουν ήταν για κλάματα. Για ψάξε λίγο το ιστορικό της υπόθεσης, όχι μόνο πασοκικές θεωρίες που σε βολεύουν. Τελικά τα κομματόσκυλα σάς ταΐζουν με φρίσκις; Με αυτά που γράφεις είσαι εσύ για κλάματα.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Πορνοστάρ- σκυλί ατάιστο με το χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό όνομα W(h)iska. Εδώ σε ακτιβιστικό στιγμιότυπο με τις Femen, καθώς διώκεται για πολιτικούς λόγους στην Ουκρανία. (από Khan, 25/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξελληνισμός του γερμανικού μουσικού καταστήματος Thomann, το οποίο έχουν τιμήσει και τιμούν ουκ ολίγοι έλληνες οργανοπαίχτες, μουσικοί, στουντιάδες και λαϊβάδες, όλων των επιπέδων εξειδίκευσης και από όλα τα είδη μουσικής, εξ ου και η ελληνοποίηση του με καθ' όλα λαϊκό όνομα, δίνοντας έτσι στους μη γνώστες την αίσθηση ότι ο Θωμάς είναι κάποιος οργανοποιός κρυμμένος πίσω από τα τσιμέντα σε κάποιο στενό του Πειραιά, του Ψυρρή ή των Εξαρχείων.

Η σχεδόν κωδική αυτή ονομασία είναι σε ευρεία χρήση μεταξύ όσων επιθυμούν να επενδύσουν σε κάθε είδους μουσικό εξοπλισμό, αλλά δεν θέλουν να τους πιάσουν και τον κώλο, αλλά ούτε και να τους πιάσουνε μαλάκες.

Ας τονιστεί, ωστόσο, ότι το παρόν λήμμα δεν έχει σε καμία περίπτωση την πρόθεση να διαφημίσει το εν λόγω μουσικό κατάστημα. Έμποροι είναι κι αυτοί, οπότε οι τιμές προσαρμόζονται ανάλογα με τις επικρατούσες οικονομικές τάσεις και συνθήκες. Συν τοις άλλοις, επίδοξε επενδυτή, caveat: το γεγονός ότι ο Θωμάς θεωρείται μία καλή γενικά λύση και σοβαρό κατάστημα στο είδος του, δεν σημαίνει ότι το στοκ του δεν αποτελείται σε ένα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό από κινεζιές, με ό,τι ενδέχεται να συνεπάγεται κάτι τέτοιο.

Και όπως πάντα, πριν βάλεις το χέρι στην τσέπη, σκέψου πολύ καλά ποιόν πας να κάνεις πλούσιο.

  1. στο ηλεκτρονικάδικο της γειτονιάς σου ζητάς τροφοδοτικό 9 βολτ και τουλάχιστον 500μιλιαμπέρ, με την ίδια πολικότητα, και αντάπτορα που ταιριάζει στην πεταλιέρα. Πάντως κάτω από την τιμή του θωμά δεν θα βρεις πιστεύω (βέβαια από θωμά θα σου έλθει τόσο μόνο αν παραγγείλεις και πολλά άλλα πράγματα).Συμπέρασμα, αν δεν παραγγέλνεις από θωμά, πάρτο από artsound να είσαι σίγουρος. (Από εδώ)

  2. μετά από πολλά παζάρια στον Νακα για το presonus eureka μου το έδινε χαλαρά 15% πιο ακριβά από τον Θωμά, οπότε το αγόρασα από Θωμά χωρίς παζάρια και χάρες. (Από εδώ)

  3. καλησπερα,θα ηθελα να ρωτησω τους πιο γνωστες εδω μεσα ποια ψηφιακη κονσολα θα προτειναν για στουντιο...εχω δυο στο μυαλο απο θωμα (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυθικός χώρος όπου γεννιούνται και ξεκινούν από το μηδέν μεγάλες ιδέες και μεγαλόπνοα εγχειρήματα, όπως τεχνολογικές επινοήσεις, εμπορικές επιχειρήσεις ή μουσικά συγκροτήματα που κατόπιν κατακτούν τον κόσμο.

Οποιοδήποτε πρότζεκτ συλλαμβάνεται από δυο-τρεις (μπορεί και τέσσερις) φίλους στο γκαράζ του σπιτιού του ενός, συναντά την απόλυτη επιτυχία επειδή είναι δουλεμένο με κέφι, φαντασία, μπρίο, μεράκι, τό 'να, τ'άλλο και λοιπά.

Από το γκαράζ του σπιτιού ξεκίνησαν άλλωστε η αυτοκινητοβιομηχανία του Henry Ford, η Apple του Στηβ Δουλειές, η Amazon, οι Nirvana και πάει λέγοντας.

Πρόκειται φυσικά για Αμερικλανιά, όπως και η άλλη μυστική τοποθεσία, η πίσω αυλή (back yard), όπου κρύβουμε τα σκουπίδια, τις αμαρτίες μας και οτιδήποτε θα μας έφερνε σε δύσκολη θέση αν έβγαινε στο φως.

Μόνο που στο Ελλάντα οι περισσότεροι μένουμε σε διαμερίσματα και δεν διαθέτουμε ούτε αυλές ούτε γκαράζ.

- ...και το e-shop είναι ένα παράδειγμα πετυχημένης ελληνικής διαδικτυακής επιχείρησης, καρπός της φαντασίας και δημιουργικότητας τριών φίλων, που γεννήθηκε στο γκαράζ του σπιτιού του ενός, στα Β.Π...
(Τάσος Τέλλογλου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.

Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).

Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)

Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.

Από το αγγλικό club.

Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).

  1. Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα

  2. Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»

  3. Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.

  4. Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club

  5. Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.

  6. Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.

  7. Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
    με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;

Kλαμπίσιο σάντουιτς (από Vrastaman, 18/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κέντρο διασκέδασης ορθίων.

Όρος του '90 για μαγαζιά, κυρίως ελληνάδικα, με χαρακτηριστικότατη απουσία τραπεζιών και καθισμάτων και διακριτική παρουσία ελάχιστων σκαμπό στην μπάρα.

Η απουσία τον καθισμάτων αποσκοπούσε στην δραματική αύξηση της χωρητικότητας -και κατά συνέπεια του συνολικού τζίρου, ειδικά αν υπολογιστεί πως ο αριθμός των ατόμων δεν ήταν ανάλογος του χώρου, αλλά ανάλογος τις ανοχής και αντοχής των ήδη ευρισκομένων, εντός του μαγαζιού, ατόμων. Κάτι τέτοιο βέβαια παρείχε επιπλέον ασφάλεια, καθώς σε περίπτωση λιποθυμίας δεν υπήρχε φόβος πτώσης και άρα τραυματισμού.

Άλλα χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής, της διαρρύθμισής και της γενικότερης λειτουργίας τους ήταν η έντονη μουσική και τα φωτορυθμικά σε σχέση με την επιφάνεια του μαγαζιού, η υπερυψωμένη πίστα ελάχιστων τετραγωνικών (προαιρετικά) και τέλος η απουσία κλιματισμού και εξαερισμού, κάτι που πρόσδιδε ζεστασιά στο χώρο και ατελείωτες στιγμές εφίδρωσης.

Συνώνυμα: χοροπηδάδικο, ελληνάδικο, σκυλάδικο κ.α..

- Θες ελληνική διασκέδαση;
- Θέλω.
- Πάμε σε ένα ορθάδικο!
- Έχω φλεβίτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαγαζί τύπου κλαμπ ή μπαρ που εξειδικεύεται στην διοργάνωση και πραγματοποίηση συναυλιών (live < λάιβ στο ελληνικότερο).

Η διαφορά του κατ' εξοχήν λαϊβάδικου σε σχέση με τα διάφορα μπαράκια ή κλαμπάκια που διοργανώνουν περιστασιακές εμφανίσεις μουσικών ή συγκροτημάτων, έγκειται στην ειδική διαμόρφωση του χώρου (ύπαρξη σκηνής, υπερυψωμένης ή στο επίπεδο του πατώματος) έναντι της δημιουργίας χώρου μέσω της αφαίρεσης τραπεζιών, πάγκων, καναπέδων στα δεύτερα, καθώς και στον ιδιόκτητο ηχητικό και μουσικό εξοπλισμό (π.χ. ολοκληρωμένο σετ ντραμς, ενισχυτές, κονσόλες, P.A. κλπ συναφή), αν και το δεύτερο δεν αποτελεί πάντα κανόνα. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι τ' ότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν στάνταρ εβδομαδιαίο πρόγραμμα εμφανίσεων, αλλά φιλοξενούν διάφορες διοργανώσεις, συχνά με συνεχή ροή διαφορετικών συναυλιών.

Τα λαϊβάδικα δεν περιορίζονται σε συναυλίες συγκεκριμένων μουσικών ιδιωμάτων, αν και στα καθ' ημάς ασχολούνται περισσότερο με ροκ / μέταλ και έντεχνη ελληνική μουσική. Πρέπει επίσης να αναφερθεί τ' ότι όσον αφορά το σκέλος της παροχής αλκοολούχων, τα λαϊβάδικα δεν διαφέρουν σχεδόν σε τίποτα απ' τα παραδοσιακά κλαμπάκια-μπαράκια-ελληνάδικα, είτε ως προς τις τιμές και την ακρίβεια, είτε ως προς την ποιότητα - η μπόμπα πάει σύννεφο και στα μεν και στα δε.

Οι ιδιοκτήτες των μαγαζιών αυτών λέγονται λαϊβάδες.

  1. Τον θυμάμαι στις αρχές τις δεκαετίας του 80 να παίζει συχνά-πυκνά σε ένα λαιβάδικο στην Μεσογείων στο ύψος της Αγ.Παρασκευής . «Ρόδα» το λέγανε το μαγαζί αν θυμάμαι καλά και μάζευε 50-100 άτομα.Όταν δεν έπαιζε ο Nick,παίζανε οι «Μουσικές Ταξιαρχίες».Τέλειο line up για τότε.Ιδανικό. (Εδώ)

  2. Το ΑΝ είναι για το πολύ 350 άτομα. Παραπάνω χωράει μεν, αλλά δεν φχαριστιέσαι συναυλία, εκτός εάν είσαι στις 5 πρώτες σειρές. Βασικά πιο πολύ κοντά σε προβάδικο πάει παρά σε λαιβάδικο. (Εκεί)

  3. Εδω θα ηθελα να αναφερω ενα μαγαζι το οποιο δεν ηταν μεταλ, αλλα αποτελουσε μια πολυ καλη προσπαθεια προς την κατευθυνση αυτου που λεω ''σωστο ροκ κλαμπ''. Τελη 90 και το μαγαζι ηταν το Bug στο Γκαζι. Αρκετα μεγαλος χωρος, industrial σκηνικο με σωληνες τεραστιους ανεμιστηρες κτλ. Η μουσικη ηταν αυστηρα ξενη και κινουνταν απο το mainstream rock της εποχης, στο ανερχομενο crossover (μετεπειτα numetal), industrial και στο τσακιρ κεφι επιλεγμενα μεταλ κομματια. Μπορει μουσικα να μην με καλυπτε 100% αλλα ηταν ενας πολυ ωραιος χωρος, προπαντως με καλο κοσμο και οχι καμμενους και πρεζακια. Σωστος ηχος και πολλες ωραιες παρουσιες χεχε, μιας και ηταν παντα τιγκα. Μετα εγινε αποτυχημενο λαιβαδικο και τελικα απ οτι εμαθα gay bar (ε ρε νηλες που θα επαιξαν τις πρωτες μερες) (Λίγο πιο πέρα)

(από Khan, 25/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αρχετυπικό 70s-80s gay bar, όπως έγινε διάσημο από την ατελείωτη σειρά ταινιών «Η μεγάλη των μπάτσων σχολή» (Police Academy) που από το 1984 ως το 1994 αρίθμησε 6 συνέχειες της αρχικής ταινίας.

Μέσα στο μπαρ Blue Oyster (Μπλε Στρείδι, αλλά και κατά μια άλλη ελληνικότερη μεταγλώτισση Μπλε Σύκο) βρίσκονται σκληρά αν και ευαίσθητα αγόρια με μουστάκλες και δερμάτινες στολές, που έχουν τον τρόπο να μαλακώσουν ακόμα και τον πιο κακό μπάτσο και μάλιστα να τον χορέψουν και ένα ταγκό στον ρυθμό του gay ύμνου El Bimbo (που διασκεύασε και ο Πάριος χωρίς gay πρόθεση με τίτλο «Ποτέ δεν σε ξεχνώ»).

  1. (από ανάλυση του «Relax» από Frankie Goes To Hollywood)
    «Το βίντεο ξεκινά δυναμικά. Ο Holly Johnson καταφθάνει με ταξί τύπου man-slave σε ένα γκέι S&M den, όπου όλοι είναι ντυμένοι σαν τους θαμώνες του Μπλε Στρειδιού της Μεγάλης των Μπάτσων Σχολής. Εκεί, υπό το άγρυπνο βλέμμα ενός χοντρού «bear» με στολή Ρωμαίου αυτοκράτορα, ο τραγουδιστής μπλέκει σε κάτι που μοιάζει με καυγά αλλά δεν είναι και «αναγκάζεται» να μπουσουλήσει στα τέσσερα, face to face με μια τίγρη.»

  2. Άσε τα μούσια!») «Σκέφτομαι να αφήσω μούσι, αλλά δεν ξέρω ποιο στυλ αρέσει στις γυναίκες.
    Μάνος, με e-mail

Ευτυχώς που σε πρόλαβα πριν κάνεις καμιά τρέλα. Οι γυναίκες, κατά πλειονότητα, προτιμούν ένα καθαρό, ξυρισμένο πρόσωπο. Εχουμε και λέμε λοιπόν. Μουστάκια: Blast from the past. Εν τω μεταξύ, υποψιάζομαι πως το έσκασες από το κλαμπ «Μπλε Στρείδι» της Μεγάλης των Μπάτσων Σχολής. Μούσι: «Είμαι ακαμάτης και μ' αρέσει». Γένια: Αν δεν είσαι ο Κάρατζιτς και πρέπει να κρυφτείς από τις μυστικές υπηρεσίες, δεν έχεις λόγο να το κάνεις.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αρχική χρήση της λέξης «σκυλάδικο» σχετίζεται με αυτά που άκουσα από έναν γνωστό μου με τα εξής:

Την δεκαετία του 30 και έξω από την Αθήνα λειτουργούσαν μαγαζιά που συνήθως αποτελούνταν από δύο δωμάτια. Στο ένα υπήρχε ένα υποτυπώδες φαγητό (αυτός μάλιστα που μου το διηγήθηκε μου είπε συγκεκριμένα: «Υπήρχε ένα τραπέζι όταν έμπαινες και εκεί υπήρχε κάποιο βραστό κοτόπουλο ή κάτι παρεμφερές και έτρωγες»), παράλληλα υπήρχε ένα συνήθως όργανο που έπαιζε, στο δίπλα δωμάτιο υπήρχε γυναίκα και πήγαινες και πηδούσες. Η πληρωμή ήταν για όλο το πακέτο.

Αυτά ήταν τα μαγαζιά. Ο λόγος που τα λέγανε σκυλάδικα ήταν γιατί, για να μην τους ελέγχουν τόσο πολύ, τα στήνανε πολλές φορές έξω από το κέντρο της Αθήνας. Αυτό όμως τότε σήμαινε εξοχή, ερημιά, και βέβαια και σκυλιά τα οποία ουρλιάζανε στις γύρω περιοχές. Έτσι, όταν πήγαινες σε αυτά τα μαγαζιά, πήγαινες στα «σκυλάδικα».

Μια άλλη εκδοχή αναφέρει κάτι παρόμοιο, ότι δηλαδή την δεκαετία του '50 υπήρχαν μαγαζιά τα οποία σερβίρανε μόνο ποτό, το οποίο, εξαιτίας του ότι ήταν σε διατίμηση, είχε συγκεκριμένες χαμηλές τιμές. Αυτό τους ανάγκασε να βάλουν και φαγητό στον κατάλογο, το οποίο όμως ήταν για τα μπάζα -συνήθως κάποιο βραστό κρέας που δεν τρωγόταν με τίποτα. Έτσι, οι θαμώνες τα δίναν στα σκυλιά τα οποία μαζευόντουσαν για να φάνε τα κρέατα που αφήνανε. Σε αυτή την εκδοχή αυτό γινότανε γιατί τα μαγαζιά αυτά ήταν κατά κύριο λόγο καλοκαιρινά και συγκεκριμένα στο τέρμα της Καλλιθέας, δηλαδή στις Τζιτζιφιές. Εκεί τραγουδούσαν πολλά από τα γνωστά τότε ονόματα του λαϊκού τραγουδιού, όπως ο Τσιτσάνης κ.α.

Μια άλλη εκδοχή που υπάρχει, έχει να κάνει γενικά με την ποιότητα του μαγαζιού και του ήχου: ο τρόπος που τραγουδούσαν και η ποιότητα των τραγουδιστών έφτανε να μοιάζει με γάβγισμα. Αλλά νομίζω ότι οι δύο πρώτες εξηγήσεις είναι κοντύτερα στην αλήθεια.

«Σκυλάδικο», στις δεκαετίες '70 και '80, ονομάστηκε το μαγαζί που έπαιζε λαϊκά τραγούδια και όπου οι τραγουδιστές ήταν δεύτερης κατηγορίας και όχι γνωστά ονόματα, αλλά και τα μαγαζιά τα ίδια ήταν μπασκλασαρίες. «Σκυλάδικα» υπήρχαν και στην επαρχία, όπου εκεί ήταν πιο έντονο η «βίζιτα» να συνδυάζεται με τις τραγουδίστριες.

Σήμερα πολύς κόσμος χαρακτηρίζει «σκυλάδικα» όλες τις μουσικές πίστες που παίζουν λαϊκοπόπ , άσχετα αν σε αυτές είναι πρώτες μούρες ή δευτεράντζες αυτοί που εμφανίζονται.

Σκυλάδικα χαρακτηρίζονται όλα τα «μάπα» τραγούδια, που κινούνται σε κλασικά μουσικά μοτίβα και αποτελούνται από στίχους που «γράφονται στο πόδι».

Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή (απο τον Καρκαγιάνη της Καθημερινής ) και λέει τα παρακάτω:

«Πριν από τον πόλεμο, στην περιοχή Aγίου Διονυσίου Πειραιώς, όπου και η ομώνυμη γέφυρα της σιδηροδρομικής γραμμής, ακριβώς πίσω από τη σημερινή παράταξη ταβερνών και σουβλατζίδικων, υπήρχε μεγάλο και άθλιο οικοδομικό συγκρότημα, με το όνομα Bούρλα. Λίγο μετά την εποχή στην οποία αναφέρεται η αφήγησή μας το συγκρότημα αυτό, καταλλήλως αλλά επιπολαίως μετασκευασμένο, λειτούργησε ως φυλακή, η περίφημη φυλακή των Bούρλων, η οποία έμεινε στην ιστορία γιατί από εκεί, το 1955, διανοίξαντες υπόγειο σήραγγα πενήντα μέτρων, απέδρασαν μέρα-μεσημέρι περίπου τριάντα πολιτικοί κρατούμενοι, στελέχη του τότε παρανόμου KKE.

Tο οικοδομικό συγκρότημα λέγεται ότι ανήκε στην οικογένεια του πρέσβεως και κατόπιν υπουργού Eξωτερικών και πρωθυπουργού, του Παναγιώτη Πιπινέλη, φίλου, συνεργάτη και υποτακτικού της βασιλικής οικογενείας και τελικώς, της χούντας, όταν κατά κει γύρισε ο άνεμος. Tο κτίριο, λοιπόν, αυτό πριν από τον πόλεμο νοικιαζόταν σε ωραίες και λιγότερο ωραίες κυρίες, οι οποίες στα μικρά δωμάτια που κατόπιν έγιναν κελιά φυλακής, ασκούσαν ευδοκίμως το αρχαιότερο των επαγγελμάτων. H περιοχή είχε τότε αίγλη και φήμη, κάθε βράδυ δε, προσήλκυε πλήθος επισκεπτών πάσης τάξεως και ηλικίας, κυρίως ναυτεργάτες, ναύτες και στρατιώτες, αλλά και μεσοαστούς, θλιβερούς εργένηδες, κουρασμένους οικογενειάρχες και πολλούς άλλους.

Oι εγκατεστημένες στο συγκρότημα Πιπινέλη, δηλαδή στα Bούρλα κυρίες, επειδή ακριβώς διέθεταν τα στοιχειώδη σύνεργα του επαγγέλματος, ήτοι στέγη και κλίνη, δούλευαν με τιμές σχετικώς υψηλές και κατά κάποιο τρόπο αποτελούσαν τη διακεκριμένη τάξη της περιοχής. Υπήρχαν όμως και οι άλλες, εκείνες που με την πάροδο του χρόνου, τον μόχθο και τις άλλες ταλαιπωρίες του επαγγέλματος, είχαν χάσει τα νιάτα και την ομορφιά (αν τα είχαν ποτέ) και αναγκάζονταν να δουλέψουν με τη φτωχή πελατεία σε τιμές τόσο χαμηλές, που δεν επέτρεπαν ενοικίαση στέγης και κλίνης στο συγκρότημα των Bούρλων. Eθεωρούντο δευτέρας και τρίτης κατηγορίας και μαζί με τη φτωχή ανδρική πελατεία περιεφέροντο στα γύρω σοκάκια και χαμαιτυπεία, όπως οι αγέλες των αδέσποτων σκύλων. Γι' αυτό και τους κόλλησαν το προσωνύμιο «σκύλες» και «σκύλους» τους πελάτες. Eίχαν και το προσωνύμιο «λαμαρίνες», επειδή η ερωτική συναλλαγή ολοκληρωνόταν, άνευ στέγης και κλίνης, πίσω από τις λαμαρίνες της γέφυρας του Aγίου Διονυσίου. Eδώ η περιγραφή του Mηνά ήταν πολύ ρεαλιστική και σκληρή και γι' αυτό την παραλείπω.

Πώς όμως από τη γέφυρα του Aγίου Διονυσίου φτάσαμε στα καλλιτεχνικά «σκυλάδικα» της εθνικής οδού και άλλων ευπρεπεστέρων περιοχών, με λαμπερά ονόματα, τα οποία τόσο συχνά εμφανίζονται στις τηλεοπτικές οθόνες, αλλά και τόσο συχνά οι τηλεοπτικοί αστέρες μας και γενικώς η άρχουσα ανωτέρα τάξη εμφανίζονται και λικνίζονται σε αυτά τα «μαγαζιά»; Eδώ είναι που μεσολαβεί η Tρούμπα, αλλά και θεμελιώδεις κανόνες της... γλωσσολογίας και ιδού πώς, κατά την αφήγηση πάντοτε του αξέχαστου Mηνά:

Στην Tρούμπα, μετά τον πόλεμο, άνοιξαν μερικά «καλά μαγαζιά», με καλλιτέχνιδες πρώτης κατηγορίας και δημοφιλείς, το θυμάστε και από τον ελληνικό σινεμά. Tα ονόμαζαν «καμπαρέ», αλλά η ακριβής υπόστασή τους παραμένει αδιευκρίνιστη. Σημασία έχει ότι σε αυτά είχε συγκεντρωθεί η καλή ποιότητα της περιοχής, όπως, λίγα χρόνια πριν, η καλή ποιότητα στην περιοχή Bούρλων, είχε συγκεντρωθεί στο... μέγαρο Πιπινέλη. Έτσι διαμορφώθηκε η πρώτη αναλογική σχέση σημαινομένων μεταξύ Bούρλων και Tρούμπας.

Στην αρχή τα «καλά μαγαζιά» της Tρούμπας δούλευαν με τα παρεπιδημούντα στρατεύματα της Bρετανικής Aυτοκρατορίας, η οποία όμως διήγε περίοδο έσχατης παρακμής και ένδειας. H δουλειά ήταν λίγη και ακόμη λιγότερο το χρήμα. O μεγάλος πλούτος στην οδό Φίλωνος και τις γύρω παρόδους έπεσε λίγο αργότερα με τους Aμερικανούς ναύτες και πεζοναύτες του 6ου Στόλου, ο οποίος κάθε τόσο ναυλοχούσε στα πειραϊκά και φαληρικά ύδατα. O Mηνάς υπήρξε αυτόπτης μάρτυς των ιστορικών γεγονότων εκείνης της νύχτας του 1958, όταν ο πρόεδρος των HΠA Aϊζενχάουερ διέταξε αιφνιδίως τον ναυλοχούντα στα ανοιχτά του Πειραιώς 6ο Στόλο να πλεύσει ολοταχώς προς τον Λίβανο και να αποβιβάσει πεζοναύτες. Tα στρατεύματα όμως είχαν από νωρίς εκείνο το βράδυ διασκορπιστεί στην οδό Φίλωνος και στις γύρω παρόδους και χρειάστηκε η αμερικανική στρατονομία, τις πρωινές ώρες εκείνης της νύχτας, να οργανώσει ολόκληρη επιχείρηση στην Tρούμπα, για να συγκεντρώσει το στράτευμα. Πετούσαν έξω από τα «μαγαζιά» και τα άλλα «σπίτια» τους ημιθανείς από τη νυχτερινή κραιπάλη ναύτες και πεζοναύτες, τους φόρτωναν σαν σάκους με σιτάρι σωρηδόν στα καμιόνια και κατ' ευθείαν... στον Λίβανο. Aξέχαστες εποχές...

Mε τον 6ο Στόλο, στην Tρούμπα έπεσε μεγάλη ζήτηση και πλούτος και για να ικανοποιηθεί η ζήτηση, όπως συμβαίνει πάντα και με όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες, δίπλα στα καλά και ακριβά «μαγαζιά» άνοιξαν και μερικά πολύ δεύτερα και φθηνότερα και ανταγωνιστικά έβγαλαν «κράχτες» στο λιμάνι, εκεί που αποβιβάζονταν οι ναύτες και πεζοναύτες όταν είχαν «έξοδο». Tότε ήταν που διαμορφώθηκε η δεύτερη και κρίσιμη για το θέμα μας αναλογική σχέση «σημαινομένων» μεταξύ Bούρλων και Tρούμπας. Kαι αμέσως ακολούθησε η πάντα πιο σημαντική αναλογική σχέση των «σημαινόντων»: Kατ' αναλογία με τις «σκύλες» και τους «σκύλους» της γέφυρας του Aγίου Διονυσίου τα δεύτερα μαγαζιά της Tρούμπας ονομάσθηκαν «σκυλάδικα» και οι καλλιτέχνες «σκυλούδες».

Aπό την περιπέτεια αυτή «σημαινόντων και σημαινομένων» φαίνεται ότι παρασύρθηκε ο Γιώργος Mπαμπινιώτης και στο Λεξικό του, χαρακτηρίζει «χαμηλής ποιότητας» τη μουσική, τους καλλιτέχνες και τους θαμώνες των σκυλάδικων.»

Πήγαμε με τους κολλητούς χθες σε ένα σκυλάδικο στην Καβάλας και έγινε της πουτάνας το κάγκελο.

(από Vrastaman, 11/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified