Η τσατσά σε μπουρδέλο, σύμφωνα με κλασικότατη γαλλιά.

  1. Από βλόγιον:

- Εσείς μαντάμ, τι προσφέρετε στο «σπίτι» σας;
- Γιατί, ρε μάγκα, στ’ άλλα μπουρδέλα σού προσφέρουν και μπακλαβά (σ.ς.: back-love-ass) και ρωτάς; Τα καλύτερα κορίτσια της πιάτσας έχουμε!
- Εκτός απ’ τα συνηθισμένα κάνετε και τίποτ’ άλλο;
- Α, κάνα μπινελίκι ν’ ανάψουν τα αίματα, καμιά λωρίδα να σφίξουν οι κώλοι, τέτοια πράγματα! Βρε άντε πάγαινε από δω να μη σε βλέπω, που όποια διαστροφή σάς καπνίσει θέλετε να τη βγάλετε στις πουτάνες! Να πάτε στις γυναίκες σας, ρε μασκαράδες, να τα κάνετε αυτά! Αλλά ξέχασα! Είναι Παναγίες οι γυναίκες σας! Είναι οι μάνες των παιδιών σας! Έννοιας σας, ρε κερατάδες, και θα 'ρθει η μέρα που θα γαμήσουν εσάς οι «παρθένες» σας και τότε θα ψάχνετε να βρείτε αρχίδια! Έννοιας σας ρε κερατάδες …

  1. Πιανίστας σε μπουρδέλο:

Ο Στρατηγός Σκραπίδας (με Σ κεφαλαίο παρακαλώ) ήταν από τους παλαίμαχους του Ελ Αλαμέιν. Γύρισε στην Ευρώπη μετά τον πόλεμο με εφτά μετάλλια, ένα αυτί κουφό και την κρυφή λαχτάρα για μαύρες γυναίκες. [...] Ίσως να έφταιγε το θραύσμα της οβίδας που παρέμενε μέσα στο κεφάλι του, μετά από εκείνη την ενέδρα βαθειά μέσα στη Σαχάρα, που κόντεψε να του στοιχίσει τη ζωή. Ίσως να έφταιγε και η γεροντική άνοια. Την πρώτη, και μοναδική, φορά που ανταμώσανε ήταν στο μπουρδέλο της μαντάμ Φλώρας. Ο Ιάκωβος τελείωνε τη «Σονάτα υπό το σεληνόφως», όταν η πόρτα της κάμαρας βρόντηξε ανοιχτή. Στο άνοιγμα στεκόταν ο Στρατηγός Σκραπίδας. Ήταν αχτένιστος, το παντελόνι του ήταν ξεκούμπωτο και του τρέχαν τα σάλια από την αριστερή γωνία του στόματός του. Φαινόταν, πραγματικά, σαν να είχε πάθει εγκεφαλικό.

Μαντάμ Μέρκελ. (από Khan, 19/05/12)(από Khan, 03/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μαντάμ, η τσατσά σε μπουρδέλο με σλανγκική αύξηση. Αν προαχθεί με το σπαθί της, λέγεται και μαντάμα σπαθί, κατά Γκάτσμαν.

Της μικρής η μαντάμα Ρόζα της έχει σγουρύνει τα μαλλιά και της έχει βάψει τα νύχια των χεριών και των ποδιών για να φαίνεται σαν ώριμο φρούτο, αλλά το μελένιο δέρμα της φαίνεται ταλαιπωρημένο. «Τα μικρά της στήθη έμοιαζαν με αγοριού, αλλά φαίνονται να ωθούνται προς τα έξω από μια μυστική ενέργεια, έτοιμα να σκάσουν». Είναι μουσκεμένη με έναν φωσφορίζοντα ιδρώτα παρά τον ανεμιστήρα που λειτουργεί στο φουλ. Ο γερο-δημοσιογράφος σκέφτεται: ένα ταυράκι για την ταυρομαχία... Θα τον κατανικήσει όμως όχι το πάθος του έρωτα αλλά ο πόθος της αγάπης. Σιγά σιγά ο 90χρονος θα αρχίσει να δένεται με τη 14χρονη παρθένα.

Από το αρρωστούργημα- ύμνο στην πουτανοκαψούρα «Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακριβοπουτάνα - έσκορτ - συνοδός νέας κοπής που δεν μένει μονίμως σε μια πόλη, αλλά κάνει περιοδείες-τουρ ολίγων ημερών ή εβδομάδων, εξ ου και σλανγκιστί ονομάζεται τουρίστρια. Στην ακριβή τιμή συνήθως περιέχεται πληθώρα υπηρεσιών gfe και pse, ενώ μπορεί να είναι και ελάσσων σελεμπριτού, όπως συνταξιούχος πορνοστάρ ή μοντέλα.

Στο Δ.Π. υπό Galadriel.

Από σάιτ για ενήλικες:

  1. Όταν άνοιξε η πόρτα ψιλοαπογοητεύτηκα, η κοπέλα έχει ένα θέμα με τα δόντια της, ήταν άβαφη εντελώς και επίπεδο όχι για city-tour.

  2. Καλού κακού βάλτε την να κάνει ένα ντουζάκι πριν την έναρξη του αγώνα (στα αρνητικά και το κακής ποιότητας χοτέλι που κλείνουν σε αντίθεση με αυτό που περιμένεις απο ενα citytour , αλλα οκ το ξέρεις απο την αρχή οπότε είναι επιλογή σου να πάς. ).

  3. Τα προγράμματα των στούντιο είναι ο επαρχιώτικος εξελληνισμός των χρεώσεων των city tours στα μπουρδέλα-μπουρδελοκόριτσα.

(από Khan, 12/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπουρδέλο.

-Γιε μου, είσαι έφηβος και δεν έχεις γαμήσει!
-Δεν τα θέλω τα μούνα παρκς, μπαμπά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγράφεται η υπηρεσία πρωκτικού σεξ που προσφέρουν επαγγελματίες πόρνες και παρουσιάζονται από διάφορες σελίδες.

Services: 69, CIM, A-LEVEL

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

PSE = Porn Star Experience.

Λέξη από τη διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως πορνοστάρ (ό,τι βλέπετε στις τσόντες).

- Φίλε, πήρα τη Λάουρα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! χαλαρά και sexy; gfe;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ pse κατάσταση. Λες και παίζαμε σε τσόντα!
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H αναζήτηση ταλέντων στις μικρές ηλικίες, στο πεδίο του μουνιού. Είναι η διαδικασία μέσα από την οποία διακρίνονται οι πολλά υποσχομένες μεταξύ της νέας εσοδείας θηλέων. Μπορεί γενικά να γίνεται του μουνιού το πανηγύρι, παρ' ολ' αυτά (ή μάλλον ακριβώς γι' αυτό) πολλοί προτιμούν να εργάζονται μεθοδικά.

Να σημειωθεί εδώ ότι επειδή οι γυναίκες πλέον ξετζανώνουν και ξεψωλίζουν νωρίς, οι ηλικίες στις οποίες αναφέρεται το scouting επίσης κατεβαίνουν. Οπωσδήποτε ένα είδος διαλογής γίνεται σε κάθε χώρο που σκάνε φουρνιές νέων γυναικών (πανεπιστήμια, γυμναστήρια, εταιρείες, διαχρονικά καμακομάγαζα κλπ), αλλά αυτή η διαλογή, από μια ηλικία και μετά, δεν αξίζει και τόσο τον τίτλο του scouting, γιατί δεν γίνεται να θεωρείσαι ταλέντο στα 25 σου, όπως λέει και το αθλητικογραφικό κλισέ. Λ.χ. scouting proper θεωρώ ότι κάνουν τα λυκειόπαιδα (και δη τα μπακούρια, που οι συνομήλικές τους δεν τους υπολογίζουν) στα κορίτσια των συστεγαζόμενων γυμνασίων. Ο όρος είναι άλλωστε αρκετά λυκειακός.

Αλλά ΟΚ, γιατί αν κανείς γουγλίσει τους όρους «scouting» και «γκόμενες» μαζί, του βγάζει αποτελέσματα από ιστοσελίδες με αντικείμενο ξεκάθαρα το χοροθέατρο (bourdela.com, ierodoules.com), οπότε ο όρος πρέπει να παίζει πολύ μεταξύ μπουρδελιάρηδων, εφόσον εκεί υπάρχει πράγματι και η επαγγελματική προοπτική για το διακριθέν ταλέντο.

Να σημειωθεί ακόμα ότι το ίδιο το scouting ταλέντων χρειάζεται ταλέντο. Δεν είναι λίγες οι φορές που το scouting ανατίθεται σε επαγγελματίες, φίλους δηλαδή, που τους ενδιαφέρει και το κουράζουν το θέμα με την καλή έννοια, κινητοποιώντας θεούς και φατσοβιβλία προκειμένου να έχουν εικόνα από το πεδίο, άσχετα αν έχουν και οι ίδιοι αποτέλεσμα (συνήθως ο καλός scouter δεν είναι και τόσο ικανός κουνελοπνίχτης, δουλεύει για τους άλλους και η ηδονοβλεπτική τάση του αυτονομείται).

Ο όρος χρησιμοποιείται με αυτή τη σλανγκική έννοια, έχοντας πάρει μεταγραφή από τον χώρο του αθλητισμού. Σχετικά με την προέλευση και ετυμολογία του αγγλικού όρου, βλ. εδώ.

Προτάσεις για εξελληνισμό του όρου; Υπάρχει ήδη ελληνικός ανάλογος;

- Θα ξέρουμε καμία εκεί πέρα;
- Μην ανησυχείς, στα πρωτοετά έχει γίνει λεπτομερές scouting.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα διαβόητα πάρτι που διοργάνωνε ο αρχιπουτσίας και βιαγκροΨωλέας πρώην Ιταλός πρωθυπουργός, Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Η έκφραση πρωτοακούστηκε το 1910, σε μια φάρσα που έγινε από συγγραφείς -ανάμεσά τους κι η νεαρή τότε Βιρτζίνια Γουλφ- κι ακόμα στοιχειώνει το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό.
Το «μπούγκα-μπούγκα» πρωτοακούστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, σε μια από τις διασημότερες φάρσες όλων των εποχών

Τι είναι το «μπούγκα-μπούγκα»; Εντάξει, δεν διδάσκεται σε κάποια σχολή, αλλά είναι ένα είδος χορού που λάμβανε χώρα σε ντίσκο της βίλας των οργίων η οποία, τελικά, είχε πολλά facilities. Ο χορός γινόταν μετά τα δείπνα, αφού είναι γνωστή η ιστορία με τα νηστικά αρκούδια. Οι κοπέλες ήταν ημίγυμνες και ο Ιταλός πρωθυπουργός, όχι μόνο δεν τις προέτρεπε να ρίξουν κάτι επάνω τους για να μην τις πιάσουν τα λαιμά τους, αλλά τις θώπευε στα πιο ιδιαίτερα σημεία του σώματός τους. Πώς κάνουν οι νοικοκυρές για να δουν αν έχει ψηθεί το κρέας; Αυτό. Στη συνέχεια, ο «καβαλιέρε» διάλεγε με ποιες - «καλοψημένες» - κοπέλες ήθελε να περάσει την υπόλοιπη νύχτα, προσφέροντας, σε αντάλλαγμα, συγκεκριμένα χρηματικά ποσά, η λεγόμενη και «ταρίφα».
Πηγή εδώ

Κατ' επέκταση η φράση "κολλάει" σε παρεμφερείς, γαμάουα δραστηριότητες, αλλά και πρόσωπα που διακρίνονται για το γαμώ και δέρνω ταμπεραμέντο τους.

  1. Κρίμα πάντως που δεν πρόλαβε ο Μπερλουσκόνι ν' αγοράσει το ελληνικό νησί. Νάχουμε τα μπούγκα-μπούγκα μές στα πόδια μας. (εδώ)

  2. Μεγαλώνει η αγωνία γιά την συμφωνία! Πρώτα μπουγκα μπούγκα κ μετά θάνατος ή κατευθείαν θάνατος; (εδώ)

  3. Αθώος ο Στρος Καν για τα πάρτι, αναμένω ν ανακοινωθεί τηλεγράφημα "μπούγκα μπούγκα, αδερφέ" από τον Μπερλουσκόνι (εδώ)

  4. Ο άντρας, ο μόρτης, ο μάγκας, ο ασίκης, ο καραμπουζουκλής, η καυλοπαγίδα, ο μπούγκα-μπούγκα μίλησε, αφού πρώτα συνομίλησε με τον “Νέστωρα” της Βουλής Απόστολο Κακλαμάνη (εδώ)

  5. Τι λέει λοιπόν ο Σαμαράς στην γυναίκα του όταν εκείνη τον ρωτάει για τις δηλώσεις του μπούγκα-μπούγκα Μειμαράκη του στυλ «δεν θα κλείσει το κανάλι της Βουλής»; (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην διάλεκτο των αγγλόφωνων μπουρδελιάρηδων το αρκτικόλεξο CIM σημαίνει Cum In Mouth, δηλαδή «εκσπερμάτιση στο στόμα», κι είναι υπηρεσία που περιέχει η κορασίς στις υπηρεσίες της ή την προσφέρει για κάποια έξτρα γιούρια. Στην διάλεκτο των ελληνόφωνων μπουρδελιάρηδων, η ως άνω κορασίς χαρακτηρίζεται «σιμαδεμένη» εκ του CIM δηλονότι, κι επειδή προφανώς «σημαδεύεται» από το σχετικό κατά ριπάς.

Σιμαδεμένη, όμως, μπορεί να είναι και μια οποιαδήποτε νοικοκυρά, που πιστεύει στο γνωμικό: «η καλή πίπα καταλήγει στο στομάχι».

Συνώνυμα: σιμαδιακή, σιμαδούρα, σιμαντική, σιμαίνουσα.

Διάλογος μπουρδελιάρηδων:

- Θα πάω με την Τζέσικα αύριο! Απ' όλες τις τουρίστριες είναι η πιο σιμαντική, αυτή με την πιο σιμαίνουσα προσωπικότητα!
- Ναι, κι εμένα μου έχει σταθεί σιμαδιακή στον μπουρδελιάρικο βίο μου!
- Λένε ότι είναι η πιο σιμαδεμένη! Μιλάμε για scarface καταστάσεις!

Scarface καταστάσεις! Κοστίζουν βέβαια κάτι παραπάνω!... (από Hank, 03/02/09)Όξινα φλόκια disaster (από Vrastaman, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουρδέλο τρίτης γενιάς. Η πρώτη ήταν το κλασικό μπουρδέλο (Φυλής κιέτσ'), η δεύτερη το «στούντιο» (όχι για ηχογράφηση), και η τρίτη το και καλά «σπα» (< Spa), όπου υποτίθεται ότι πας για μασάζ, αλλά ρίχνεις και κανα μπούτσο άμα σκάσεις κάτι παραπάνω!.

- Αντώνη, εδώ πιο πάνω είναι ένα σπα πρώτης τάξεως! Περιποίηση έξτρα, μόνο 1674 Ευρώ! Δίνει και κωλαράκι άμα γουλάρεις.
- Καλά, τόσο σάπιος είμαι ρε καραγκιόζο, να πά' να τα σκάσω για να ρίξω μια ξερόπουτσα; Δεν παίζω μια βαρβάτη παχιά καλύτερα, να κρατήσω και τα φράγκουλα, να φανταστώ και ό,τι γκόμενα μ' αρέσει;

Έτοιμος, αγόραρε; (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 17/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified