Further tags

Δηλώνει τον αμήχανο, μη cool άνθρωπο, αυτόν που δεν συμμετέχει στον χορό ή το πάρτι, και τελικά τον ξενέρωτο.

Η συνεκδοχή είναι ότι, ενώνοντας τους αντίχειρες και τους δείκτες των δυο χειρών σε σχήμα L στο ένα χέρι και 7 στο άλλο, σχηματίζεται ένα τετράγωνο, που στα αγγλικά λέγεται square, aka το άτομο που συγκεντρώνει τις παραπάνω ιδιότητες.

Το λήμμα ακούγεται στο άσμα Wooly Bully (βλ. 1:03 του μηδιού)/

Έλα στο πάρτι, μην είσαι τόσο L-7

(από allivegp, 12/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κλασσικό λάδι coppertone που σε μαυρίζει λες και είσαι χάλκινο ρομπότ που σκουριάζει.

Συνήθως το ακούς στην παραλία από Πακιστανούς με την χαρακτηριστική προφορά ή από οποιονδήποτε κάγκουρα που θέλει να το παίξει μούρη στο γκομενάκι.

Ρε συ βαράει ο ήλιος, δώσε μια το κοπερτόνι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαροτσί όταν αυτό αποτελείται από αλβανικό χόρτο μαζί με σοκολάτα.

  1. Ας πιούμε πρώτα το τσοκό που είναι λίγο και μετά τον αλβανό.

  2. Ρε μαλάκες δε κάνουμε ένα Choco-albano να τελειώνουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποκαλείται χαϊδευτικά η σκονούλα μοδάτων φακελακίων legal high ή ιντερνετικών αμφιβόλου ταυτότητας αγορών. Συνήθως αμφεταμίνη η μεθαμφεταμίνη. Ο όρος είναι αδόκιμος για ψώνια από τον αλβανό η γύφτο ντίλερ, γιατί ως γνωστόν έχει αναπτυχθεί μια σχέση εμπιστοσύνης που σου επιτρέπει να λες τα σύκα σύκα και την σκάφη σκάφη. Καλό είναι να αποφεύγεται σε περιπλανήσεις για σταφ σε μαστουροπλατείες και σε συναναστροφές με σκαλωμένους που δεν διαθέτουν lower ή απολυτήριο λυκείου.

- Καλό παουντεράκι ρε φίλε. Έχω τεντώσει τέρμα.
- Ναι ρε μαλάκα, Ευρώπη.
- Τελικά είμαστε γαμάτοι τυπάδες.
- Ναι ρε φίλε, τα σπάμε.
- Εγώ από δω και πέρα μόνο ανεβαστικά. Βαρέθηκα την πρεζίλα.
- Ναι ρε φίλε. Ξίδια, κόκα, πτυσσόμενα και όποιος μας κοιτάζει θα τον κοπανάμε.
- Αααααυτή είναι ζωή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν συμφωνούμε με κάτι. Η προέλευση είναι από τον αμερικανικό στρατό και το ακούμε σε ταινίες, π.χ. όταν πιλότοι μιλούν μεταξύ τους στον ασύρματο.

- Ο Ρέμος είναι πολύ σκατίφλωρος με αυτά που είπε στο #occupynammos για τον Σόιμπλε
- Φάκιν έι

Got a better definition? Add it!

Published

Η λατινική (επιστημονική) ονομασία του δίποδου είδους των θηλαστικών που προκειμένου να ικανοποιήσουν την ανάγκη της αναπαραγωγής, ζευγαρώνουν με οποιοδήποτε αλλοπρόσαλλο ταίρι του είδους τους.

Το λατινικό διώνυμο κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται, ως ελεύθερη μετάφραση, του ελληνικού χαρακτηρισμού σαβουρογάμης.

- Μαλάκα τη βλέπεις τη γκόμενα στο μπαρ;
- Αυτή ρε τρόμπα δε βλέπεται.
- Εγώ πάω να της την πέσω.
- Στο καλό. Τουλάχιστον, δεν θα ανησυχεί η WWF μην κι εξαφανιστεί το είδος σαβούριους φακέντιους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύντομη μορφή για δύο λέξεις:
1. Το πιστόλι.
2. Την βότκα Στολίσναγια (Stolichnaya).

Στα ποντιακά σημαίνει τραπέζι.

  1. - Τώρα το στόλι πού το βρήκες;
    - Ψεύτικο είναι ρε, για τη φωτογραφία.

  2. Από εδώ:
    Πήρα τη Στόλι τη νιου σάϊζ που είναι πιο μεγάλο το μπουκάλι..με συμφέρει να κεράσω..... :D

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παπάς, ο ιερέας στα καλιαρντά εκ των βακουλή (= Εκκλησία) και πουρός.

Το βακουλή χρησιμοποιείται σε πολλές λέξεις της καλιαρντής που σχετίζονται με την Εκκλησία. Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971) αναφέρει ως πιθανή ετυμολογία την προέλευση από τα αβάς (abbé στα γαλλικά) και kule = πύργος στα τουρκικά.

Ο δεύτερος, σπούδασε μαθηματικός ο Μιχάλης, ήσυχο παιδί, μαζεμένο, του Θεού. Της προσευχής και της μετανοίας. Τα κατάφερε αυτός, διορίστηκε, μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει, πέφτει το παραδάκι, ασφαλίστηκε, έκανε και μια λατσή κρεμάλα με μια μούτζα με μπερντέ, τη νύφη μου, τη Γαρυφαλλιά. Η νύφη μου είναι ψυχικιάρα, του «Κυργιελέησον» κι αυτή και με συμπονά. Τα πάμε καλά, μου στέκεται στα δύσκολα. Στο τέλος έγινε παπάς το θεόπαιδο. Τρία αδέρφια, το καθένα κι άλλο μπαϊράκι. Ο πρώτος, καππακάππας, ο δεύτερος, βακουλοπουρός, ο τρίτος, καραλούγκρα. (Από το μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη «Ο Γύρος του Θανάτου»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσπάθεια να αποδοθεί στα ελληνικά ο αγγλικός όρος island-hopping, που σημαίνει να ταξιδεύεις θαλασσίως από νησί σε νησί και να κάθεσαι για ένα μικρό διάστημα στο καθένα προτού να μεταβείς στο άλλο.

Νησιωτικά συμπλέγματα, όπως οι Κυκλάδες, και γενικότερα το Αιγαίο, είναι ιδανικά για κάτι τέτοιο, εξ ου και το άιλαντ χόπινγκ φορέθηκε πολύ ως ούμπερ-τρέντι τα τελευταία χρόνια τιμώμενο και από κορυφαίες μορφές της εγχώριας βλαχοκυριλοσύνης.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να το κάνεις, είτε σκαφάτος με το γιωτ σου, είτε με πιο αλτέρνατιβ τρόπους που βγάζουν ένα φυσιολατρικό ζενεσεκουά, ως ιστιοφλώρος, αλλά και ως τουριστίκλας που επιλέγει ένα έτοιμο πακέτο νησοπηδήματος (τσου ρε βραχιολάκη).

Το ιδανικό είναι βέβαια το νησοπήδημα να μεταφράζει όχι μόνο το island-hopping αλλά και το island-fucking, ήτοι τις one night stand up comedies που διαδραματίζονται στα ελληνικά νησιά, κατά προτίμηση με τουρίστριες από την Σουηδική Αραβία.

Για το island-hopping στην βιολογία, ζωολογία και στρατιωτική τακτική δες την Βικούλα

Πάσα (Δ.Π.): Gatzman.

Τον άκουσα σε μια συναυλία του στη Νάξο, που έτυχε να βρεθώ στις 17 Αυγούστου στο πλαίσιο νησοπηδήματος, άιλαντ χόπινγκ που λέμε και στο χωριό μου.

(από Khan, 27/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανδρικό σπέρμα.

Ετυμολογία: Η λέξη – πεομίλκ - προήλθε από την ένωση μιας Ελληνικής και μιας Αγγλικής λέξης, από το πέος και την Αγγλική λέξη milk που σημαίνει γάλα.

-

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified