Further tags

Παράφραση του όρου κόζα νόστρα (= δικό μας πράμα, cosa nostra στα ιταλικά, όρος που δηλώνει την ιταλιάνικη μαφία). Η παράφραση στόχο έχει την στηλίτευση των απανταχού καραγκιόζηδων της νύχτας που μεγάλο τους όνειρο είναι να μοιάσουν με κλασικό μαφιόζο. Η εμφάνισή τους στηρίζεται στην αρχή "τα ράσα κάνουν τον παπά". Είναι τύποι της απόλυτης επίδειξης (μόστρα), συνδυάζουν με μοναδικότητα το λούσο με τη μαγκιά, την ντομπροσύνη με το ξεπούλημα, την ευγένεια με το αιματοκύλισμα. Είναι παληκάρια με περήφανες μανάδες, τσούλες γκόμενες, και υψηλούς οικονομικοκοινωνικούς στόχους στη ζωή. Αν δεν κοιτάζονται στον καθρέφτη ή δεν μιλούν στο κινητό την ώρα που πηδάνε, πηδάνε καλά, βάσει κανόνων πάντα.

Η κυρα Ντίνα είναι πολύ περήφανη για τον γιο της. Νιώθει ότι έχει έναν πραγματικό άντρα στο σπίτι της. Πού να ήξερε ότι ο μαλάκας της είναι σκέτη κόζα μόστρα, είναι μπλεγμένος στα σκατά και χρωστάει τον κώλο του σε πρέζες, όπλα, δικηγόρους και δεν ξέρω τι άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published

Το ντεκολτέ γυναικός που έχει δεχθεί τις περιποιήσεις πλαστικού χειρούργου. Κατ΄επέκταση και ολόκληρη η φέρουσα. Από την γνωστή περιοχή της Καλιφόρνια.

προφανές!

Mona Lisa πριν και μετά από Tom Pousti (από Khan, 03/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετάφραση από τα Ιταλικά,
όπου η ακριβής θα ήταν ως εξής:
«Με την πρώτη ξαδέρφη, επιτρέπεται (το σεξ),
με τη δεύτερη (ξαδέρφη), επιβάλλεται...»

Χρησιμοποιείται για να δείξει τους στενούς οικογενειακούς δεσμούς, οι οποίοι φτάνουν και στην σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Ακόμα, χρησιμοποιείται για να υποδείξει, πώς τα μεγαλύτερα λαμόγια ευρίσκονται εις το σόι μας.

  1. - Ρε συ, κούκλα η ξαδέρφη σου.
    - Και ικανότατη...
    - Αλήθεια, ρε;
    - Αμέεε.. δεν τό 'ξερες; Στην ξαδέρφη και στη θειά, ένα μέτρο πιο βαθιά...

  2. - Μαρή, τι έκανες με εκείνο το οικόπεδο;
    - Σαν τι να έκανα, με έριξε το σόι, δεν το πουλάνε, τσάμπα έτρεχα... Καλά λένε: στην ξαδέρφη και στη θειά, ένα μέτρο πιο βαθιά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ευρώ (€). Νόμισμα της Ε.Ε από 1/1/2002.

- Παίζει κανά έουρο μάγκες;
- Τι θε ρε;
- Να πάρω μία σοκολάτα. φίλος!
- Ρ' α' γαμή'!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια Τούρκικη έκφραση που έχει περιέλθει σε αχρηστία στην Τουρκία αλλά επιζεί στην Ελλάδα, κυρίως σε προσφυγικές οικογένειες.

ουζούν = ψηλός
αντάμ = άνδρας
αχμάκ = χαζός
ολούρ = είναι

Και όλο μαζί: ψηλός και χαζός.

Ταιριάζει κουτί σε κρεμανταλάδες μανταχαλαίους, αδέξιους και αργόστροφους.

- Ρε παιδάκι μου, τι 'ναι αυτός ο Κράουτς της Λίβερπουλ; Πού τον βρήκανε; Δίμετρο σέντερ φορ και μια κεφαλιά να μη μπορεί να πάρει; Όλο αγκώνες βάζει, όλο φάουλ κάνει. Κι από πάσα, μη τα συζητάς...
- Εμ, τι περιμένεις, ουζούν αντάμ αχμάκ ολούρ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνοποιημένη σύνθεση των αγγλικών λέξων too much, δηλαδή πάρα πολύ. Δηλώνει το υπερβολικό, την πάνω από τα όρια κατάσταση.

Χρησιμοποιείται πολύ από τους Έλληνες του εξωτερικού, από τους οποίους και προέρχεται.

- Πιστεύεις ότι είναι καλή ιδέα να της ζητήσω να πάμε μαζί διακοπές το καλοκαίρι;
- Ε ναι ρε μαν, κάτσε λίγο, τουματσιά εντελώς! Ούτε 3 βδομάδες δε γνωρίζεστε καλά καλά!

Σχετικά: του ματς, τουματσισμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

τρολ, τρόλι

Έτσι λέγεται στη διαδικτυακή αργκό ο χρήστης του ίντερνετ με διάφορα απωθημένα, ο οποίος κάτω από το πέπλο της ανωνυμίας μπαίνει σε forums, chat rooms ή blogs και γράφει άσχετα ή επιθετικά σχόλια με σκοπό να διαταράξει τη συζήτηση.

Ο όρος troll μάλλον προήλθε από την έκφραση trolling for suckers (= ρίχνω δόλωμα για να πιάσω κορόιδα), όπου trolling είναι μια μέθοδος ψαρέματος με πολλαπλά δολώματα από κινούμενο σκάφος. Πέρα από αυτό όμως, troll είναι και ένα κακόβουλο τέρας της σκανδιναβικής μυθολογίας, οπότε ήρθε κι έδεσε.

- Τι γίνεται ρε Γιώργο; Όλο ξενέρωτα θέματα βάζεις στο blog σου τώρα τελευταία...
- Άσε με ρε, κάθε φορά που βάζω τίποτα «εθνικά ευαίσθητο», μου την πέφτουνε τα τρολ εθνίκια... Βαρέθηκα το ίδιο βιολί όλη την ώρα!

βλ. και τρολιά, τρολάρω, τρολιάζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το post-it.
Μέσα στην φιλολογία για post-rock, post-punk, post-jazz και γενικά post-οτιδήποτε, υπάρχουν και ορολογίες, όπως μετα-μοντέρνο, που έχουν αποδοθεί και στα ελληνικά. Στα πλαίσια της λογικής ότι πλέον οποιοδήποτε ρεύμα προσδιορίζεται είτε από αυτό που αντικαθιστά, είτε με το σημείο τομής που σηματοδοτεί τη νέα εποχή στην εν λόγω τέχνη, έχει προταθεί και ο διαχωρισμός της λογοτεχνίας φαντασίας σε δύο περιόδους. Η πρώτη προηγείται του The It του Stephen King και αποκαλείται λογοτεχνία φαντασίας, και η δεύτερη έπεται αυτού και ονομάζεται post-it. Ο ανώνυμος γλωσσοπλάστης, ειρωνευόμενος τον συρφετό των μετα-ό,τινάναι, χρησιμοποιεί την ελληνική απόδοση του ανεγνωρισμένου αυτού φιλολογικού όρου για να αποδώσει την εμπορική ονομασία ενός ευτελούς, πλην χρήσιμου, προϊόντος από την βαρβαρικήν εις την ελληνικήν.

Κόλλα ένα μετα-αυτό στο ψυγείο γιατί θα το ξεχάσω, και δεν αντέχω την κρεβατομουρμούρα μετά.

βλ. και στίχλες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος μπορεί να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες ενός χανγκόβερ, κατέχοντας γνώση ανακατωτικής μαντζουνίων και ικανότητα διαχείρισης κρίσεων ανάλογη με αυτήν του μαγκάιβερ.

Ύψιστο αξίωμα πότη, καθώς τα χανγκόβερ είναι ο εξελικτικός μηχανισμός που επινόησε η πάνσοφος φύσις ούτως ώστε να μην πίνει ο πάσα ένας, αλλά μόνο αυτοί που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες με ανδρεία.

– Ξυπνάω, μαλάκα, χτες μετά την καταστροφή και με τη μία κατεβάζω μισό νεροπότηρο με το ζουμί απ' τ' αγγουράκια τουρσί. Σε 5 ήμουνα τζιτζί.
Άτσα ο χανγκάιβερ!!

(από patsis, 17/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουρκοποιημένη έκφραση γνωστού διαφημιστικού σποτ (2 σε 1), η οποία χρησιμοποιείται για να δηλώσει την δισυπόστατη φύση μίας κατάστασης ή ενός ανθρώπου και μάλιστα στην τιμή του ενός. Πολύ βολικό πράμα αν με ρωτάτε.

1
- Λοιπόν, καταλάβατε; ΣΚ θα είστε όλοι στο γραφείο από τις 8:30, άντε 9:00, για το σεμινάριο. Α, και μη διανοηθεί κανείς να φύγει πριν τις 5:00. - Μα...
- Μαμάκια. Και τώρα σκέφτηκα, αντί να κάνουμε μπρέηκ για φαγητό, θα τσιμπήσουμε κανα σαντουιτσάκι στα όρθια και θα καθήσουμε να βγάλετε και τίποτε δουλειά για την επόμενη βδομάδα γιατί έχετε μείνει πίσω.
- Τώρα μάλιστα. Εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ. Τα πιάσαμε τα λεφτά μας...

2
- Μηνά, μάντεψε. Πήρε τηλέφωνο η μαμά και έρχεται να περάσουμε το Πάσχα μαζί. Μας πεθύμησε μωρέ η καημένη και θέλει να μας δει. - ...
- Α, είναι ευκαιρία τώρα που θα είναι εδώ να την πετάξεις να δει τις φίλες της στην Ερυθραία, στη Βάρη, στο Αιγάλεω και στα Βριλήσσια, ε Μηνά μου; - Εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ. Ωρρρραίο Πάσχα θα κάνουμε...

3
- Καλά ρε άρρωστε, τα 'χεις με την ξαδέλφη σου την Ευμορφία;
- Κατ' αρχήν δεύτερη ξαδέλφη. Κατά δεύτερον ο σοφός λαός λέει στην ξαδέρφη και στη θειά, ένα μέτρο πιο βαθιά. Οπότε κι εγώ την έχω και ξαδέλφη και γκόμενα.
- Εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ δηλαδή. Ζαγοραίος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified