Selected tags

Further tags

Υπερπολύχρηστη λέξη, με σημασία κατά κανόνα θετική. Γιατρός είναι γενικά κάποιος με ειδικές ικανότητες και ταλέντα, που ξεπερνούν αυτά του μέσου όρου. Δίνει τη λύση σε δύσκολες καταστάσεις κι ότι αναλαμβάνει το φέρνει συνήθως εις πέρας με αξιοσημείωτη επιτυχία.

Όλοι βέβαια γνωρίζουμε την all time classic, χιλιοτραγουδισμένη προσφώνηση γιατρέ μου, την οποία περιοριζόμεθα να μνημονεύσουμε ενθάδε μετά τιμής. Γειά σου ρε γιατρέ, όπως λέμε γεια σου ρε καλλιτέχνη, γεια σου ρε ψηλέ, γεια σου ρε όμορφε, γεια σου ρε μάνατζερ, γεια σου ρε αρχηγέ κ.ο.κ.

Οι γιατροί (η λέξη τίθεται είτε εντός είτε εκτός εισαγωγικών), όπως έχουμε πει και αλλού, δε δουλεύουν για την ψυχή της μάνας τους. Προσφυγή στας υπηρεσίας τους θα σας κοστίσει κάτι παραπάνω, τις πιο πολλές φορές όμως αξίζει τον κόπο.

Ειδικότερα:

  1. Στο λεξιλόγιο μιας ειδικής κατηγορίας παρανόμων, εκείνων που ασχολούνται συστηματικά με κλοπές αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών, γιατρός είναι ο ειδικευμένος «τεχνίτης» ο οποίος αναλαμβάνει να παραποιήσει τον αριθμό πλαισίου και αριθμό κινητήρα του κλεμμένου οχήματος και να περάσει καινούριους. Κάθε πλαίσιο (σασί) και κάθε κινητήρας (μοτέρ) που βγαίνει απ' το εργοστάσιο, έχουν χαραγμένα πάνω τους, κυρίως για λόγους ασφαλείας, τους κωδικούς αυτούς αριθμούς. Χρησιμεύουν στην ταυτοποίηση του οχήματος σε περίπτωση κλοπής. Ο γιατρός, ο οποίος κατά κανόνα δε μετέχει στη φέρμα, έρχεται κατόπιν εορτής, στο γκαράζ που έχεις κρύψει το κλεψιμέϊκο, αποξύνει τους παλιούς αριθμούς (με προσοχή για να μην αφήσει ίχνη) και «χτυπάει» τους νέους. Ποιοι όμως θα είναι αυτοί οι νέοι αριθμοί; Μήπως ο γιατρός θα τους βγάλει απ' την κοιλιά του;

Όχι βέβαια. Το κόλπο - ένα από τα πολλά - έχει συνήθως ως εξής: Κλέβεις ένα μηχανάκι, π.χ. ένα Yamaha TDM 900, το οποίο όμως σου είναι κατ' ουσίαν άχρηστο, διότι αν σε σταματήσουν οι μπάτσοι και δεν έχεις τα χαρτιά του, την πούτσισες. Αυτό που έχεις να κάνεις είναι να πας να αγοράσεις το ίδιο ακριβώς μοντέλο από κάποιον που το είχε και το τράκαρε. Εννοείται το παίρνεις κοψοχρονιά, εφόσον το μηχανάκι έχει γίνει βίδες, καφενείο, κωλοτρυπίδες. Αφού γίνεις πια ο νόμιμος κάτοχός του, πηγαίνεις και «βαράς» τα νούμερά του στο κλεμμένο, κι ούτε γάτα ούτε ζημιά.

  1. Για τους τοξικομανείς, γιατρός είναι ο drugdealer, o πρεζέμπορας, ο τροφοδότης που μοιράζει το φάρμακο για να γίνουν καλά τα αρρωστάκια. Στο εξωτερικό, όπου τα πράγματα είναι γενικώς πιο επαγγελματικά και δουλεύουν πιο ρολόι σε σχέση με την Ψωροκώσταινα, κάθε ντήλερ που σέβεται τον εαυτό του και το θεάρεστο λειτούργημά του, φέρει τον βαρυσήμαντο τίτλο του δόκτορος («doctor») και διαφημίζεται με γκράφιτι από σπρέι στους τοίχους. Αυτό πάει να πει κυριαρχία της αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού, αν δεν διαφημίζεσαι απλά δεν υφίστασαι.

  2. Για τους φανατικούς των Moto GP (αγώνες μοτοσυκλετών δια τους αδαείς), γιατρός είναι ο ένας και μοναδικός Valentino Rossi, ζωντανός θρύλος του μηχανοκίνητου αθλητισμού, πολυνίκης και πρωταθλητής επί σειρά ετών.

  1. - Φίλε όλα οκ με το σκηνικό, το βάλαμε στο χέρι το μηχανάκι.
    - Ωραίος. Πού το 'χεις τώρα, στο γκαράζ του Κατσαρίδα, όπως πάντα;
    - Ε ναι ρε, που αλλού θα το χώναμε. Εσύ τελείωσες με τις άδειες και τη μεταβίβαση;
    - Όλα κομπλίτα σου λέω, τον έψησα κιόλας τον τυπά και μας έκοψε άλλο ένα τρακοσάρι. Άμπαλος απ' τους λίγους, που να 'ξερε κιόλας... Έχει μείνει με την εντύπωση πως θα το φτιάξω το ερείπιο του και θα το κυκλοφορώ..
    - Τέλεια. Ρίξε τώρα τηλεφωνάκι στο γιατρό, θέλω ως αύριο βράδι να τελειώνουμε μ' αυτή την ιστορία.
    - Μια κουβέντα είπες τώρα. Με τη δουλειά που έχει πέσει τελευταία, τον βλέπω σε κανά διβδόμαδο το λιγότερο να 'ρχεται.

  2. (πρεζάκιας-ζήτουλας έχει βγει στη γύρα)
    - Ρε φιλαράκι μήπως έχεις ένα ευρώ να πάρω ένα σουβλάκι να φάω;
    - Άει πάενε ρε ξέφτιλε που θες και λεφτά.. Να πα να δουλέψεις ρε κοπρόσκυλο, τ' άκουσες;
    - Φιλαράκι ο Αργύρης δεν είσαι; Ο Στάμος από το γυμνάσιο είμαι ρε, με θυμάσαι;
    - Πω......... Ρε Στάμο, πως κατάντησες έτσι αγορίνα μου;
    - Έτσι μας τα 'φερε η πουτάνα η ζωή ρε Αργύρη, είναι κι εξαφανισμένος ο γιατρός μου εδώ και καμιά δεκαριά μέρες κι είμαι να πεθάνω ρε Αργύρη... Μείνε μακριά απ' τον πρεζάκια Αργύρη, είναι καταραμένος σου λέω..

If your down he\'ll pick you up Dr. Robert, Take a drink from his special cup Dr. Robert  Dr. Robert, he\'s a man you must believe, Helping everyone in need, No one can succeed like Dr. Robert (από Khan, 28/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε σαν ερώτηση σε άτομα του συναφιού μας μπροστά σε κόσμο, για να μάθουμε αν «παίζει τίποτα», δηλαδή αν έχει ο ερωτώμενος κάτι, συνήθως ουσίες.

- Πού είσαι ρε μαλάκα, τι λέει, όλα καλά;
- Καλά ρε φιλαράκι, ζειπαί ποτατί;
- Γαμησέτα ρε φίλε, δέ ζειπαί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος πίπας για το κάπνισμα χασισίου. Αποτελείται από ένα σωλήνα, μήκους περίπου 12-20 εκατοστών, όχι εντελώς κυλινδρικό, αλλά ελαφρώς κωνικό, με εσωτερικό άνοιγμα ίσαμε ένα δάχτυλο στη λεπτή άκρη και κάτι παραπάνω στη χοντρή, ξύλινο ή πέτρινο ή κεραμικό ή πορσελάνινο, και από μία πετρούλα ή κομμάτι άλλου υλικού, με ακανόνιστο σχήμα. Λειτουργεί δε ως εξής:

Ρίχνουμε την πέτρα στο σωλήνα. Οι αναλογίες μεγεθών είναι τέτοιες, ώστε η πέτρα φρακάρει σε ένα βάθος περίπου πέντε εκατοστών από τη χοντρή άκρη του σωλήνα. Βάζουμε μία μικρή ποσότητα μη νόμιμης ουσίας, τόσο που να μπορούμε να το καπνίσουμε σε μία μόνο τζούρα. Η μικρή αυτή ποσότητα στέκεται στην πέτρα. Το ακανόνιστο σχήμα της πέτρας αφήνει κάποιες χαραμάδες μεταξύ αυτής και των εσωτερικών τοιχωμάτων του σωλήνα, πολύ μικρές για να φύγουν ρινίσματα της μη νόμιμης ουσίας, αλλά αρκετά μεγάλες για να περνάει αέρας. Ανάβουμε με τον αναπτήρα στη χοντρή άκρη, και ταυτόχρονα ρουφάμε από την λεπτή, κρατώντας τον αναμμένο. Το ρούφηγμα είναι κανονική εισπνοή, όχι όπως στο τσιγάρο αλλά όπως στο ναργιλέ: ρουφάμε δηλαδή με τα πλεμόνια, όχι με τα μάγουλα. Αν η ποσότητα είναι τόσο μικρή (ή η εισπνοή μας τόσο μεγάλη) ώστε όντως να το τραβήξουμε όλο σε μια τζούρα, έχουμε πετύχει το 100% της αποδοτικότητας της μη νόμιμης ουσίας, αφού το κάθε μόριο των αναθυμιάσεων πήγε κατευθείαν στα σωθικά μας, ο αέρας δεν ήπιε τίποτα. Επαναλαμβάνουμε όσες φορές χρειαστεί.

Το τσελέμι είναι πιο αποτελεσματικό από τον μπάφο, γιατί με λιγότερη μη νόμιμη ουσία την ακούς περισσότερο και πιο γρήγορα, αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση τόσο ευχάριστο. Είναι πάντως πολύ καλό για όσους δε γουστάρουν καθόλου τον καπνό.

-Είσαι να πιούμε ένα τσελέμι;
-Όχι ρε μαλάκα, δεν τα μπορώ αυτά τα πράγματα. Κάτσε να στρίψουμε ένα τσιγάρο σαν άνθρωποι.
-Ρε συ, έχω πολύ λίγο. Να την ακούσουμε και λίγο, στο τσιγάρο δε θα καταλάβουμε τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναισθητική ουσία που χρησιμοποιείται και ως επιβραδυντικό.

Εικάζεται ότι χρησιμοποιείται ως επί των πλείστων από τύπους γκραν γαμάω οι οποίοι για να αυξήσουν το χρόνο συνουσίας κατά 2-3 ώρες και καλά αδειάζουν το σωληνάριο πάνω στο ραδιενεργό πέος τους πριν την εισχώρηση και ενώ βρίσκονται σε στύση με αποτέλεσμα να μη νιώθουν και έτσι δεν αισθάνονται την μέγιστη διέγερση που τους αναγκάζει να χύσουν σε χρόνο dt. Αυτό τους επιτρέπει να περηφανεύονται ότι γαμάνε και δέρνουν με τις ώρες και προσφέρουν απεριόριστη ευχαρίστηση στα θηλυκά.

-Τσακαλάκο τι λέει, γαμάς κανένα μουνί;
-Ε, κάτι γίνεται αλλά μέτρια πράματα. Εσύ όμως πώς τα καταφέρνεις και σε παρακαλάνε τα μωρά συνέχεια;
-Ε, μυστικά του επαγγέλματος. Καταρχήν, λούστηκες με ξυλοκαΐνη;
-Όχι, τι είν' αυτό;
-Λούσου με ξυλοκαΐνη και θα δεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπυροκλάνι ονομάζεται η κατάσταση στην οποία περιέρχονται τα έμπυρα άτομα μετά από ακατάπαυστη και αλόγιστη κατανάλωση άφθονης μπύρας.

Άμεσες συνέπειες για το άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι είναι: ακατάπαυστο ρέψιμο, συχνοουρία και η ακρόαση ασμάτων του Βασίlη Τερλέγκα (παραγγελιά, όρθια μένουν τα κλαριά, όπως θα παίρνω τις στροφές κ.α.)

Μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες είναι το κτίσιμο μπυροκοιλιακών.

Προηγουμένως τα έμπυρα άτομα έχουν φροντίσει να για την μπυρασφάλεια τους δηλαδή τη διαθεσιμότητα και επάρκεια μπύρας (σύμφωνα με τον χρήστη Gatzman) στο ψυγείο τους.

Το μπυροκλάνι ουδεμία σχέση έχει με το πυροκλάνι αν και είναι εξαιρετικά πιθανό το άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι να προβεί και σε πυροκλάνι προς τέρψη των συνδαιτυμόνων του.

Αξίζει επίσης να αναφερθούν οι μαζικοί αγώνες τον έμπυρων ατόμων για την κατοχύρωση του δικαιώματος της μπυρασφάλειας ζωής, της σύναψης δηλαδή συμφωνίας με τις μεγάλες μπυροβιομηχανίες για την ένταξη τους σε εκπωτικά προγράμματα και την συνεχή τροφοδοσία των ψυγείων τους από ειδικά συνεργεία ώστε να μπορούν να βρίσκονται μονίμως σε κατάσταση μπυροκλάνι.

Πάγιο αίτημα επίσης αποτελεί η δημιουργία γραμμής μπυροκλάνι-SOS ώστε να παρέχετε στα έμπυρα άτομα που δεν φρόντισαν για την επαρκή μπυρασφάλεια τους άμεσα ποσότητα μπύρας κατά τις πρώτες πρωινές ώρες που είναι όλα τα περίπτερα κλειστά.

-Σάββα τα αρχίδια μου τράβα..

-Τι είπες ρε καθίκι;

-Ασ' τον μην τον παρεξηγείς, βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μακρινή χώρα όπου ταξιδεύουν οι πρεζάκηδες.

- Έλα Χρήστο, μ' ακούς; Έλα, ο Κώστας είμαι.
- Μμμμμ.... έλα ρε συ ... μμμμ ... Τί γίνεται ; Μαράκι εσύ ;
- Έλα ρε μαλάκα σύνελθε και παίρνω από κινητό! Θα πληρώνω υπεραστικά στο νταγκλαντες με τις μαλακίες σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης της φούντας. Μια μπάμια ήταν ένα αλουμινόχαρτο ή νάιλον φακελάκι με μια σχετικά μικρή ποσότητα φούντας, που υποτίθεται ότι ήταν ζυγισμένη και έκανε ακριβώς όσο πρέπει. Άλλοι έδιναν μπάμιες του διχίλιαρου, άλλοι του ταλήρου κ.ο.κ. Βέβαια η σχέση τιμής - ποσότητας στην πραγματικότητα εξαρτιόταν αποκλειστικά από τη σχέση πελάτη - εμπόρου.

Τις μπάμιες δεν τις έφερναν μόνο τα βαποράκια, τις έβρισκες και επιτόπου, κυρίως σε καταυλισμούς Γύφτων. Δεν χρειαζόταν να τους ξέρεις, ούτε να έχει προηγηθεί συνεννόηση. Απλά, θα σε γελούσανε. Και ήταν και καρφωμένα στέκια. Άρα, μία ασύμφορη λύση, μόνο για περιπτώσεις ανάγκης.

Δεν ξέρω αν όλα αυτά γίνονται ακόμη.

Δεν ξαναπάω στους Γύφτους. Καλύτερα να μην πιω, παρά όλη τη λαχτάρα που τράβηξα στο πιο καρφωμένο στέκι της Αττικής, για δυο μπάμιες που τις πλήρωσα χρυσές κι ήταν και Αλβανία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1) Ο χαλασμένος
2) Ο εξαιρετικά άσχημος
3) Η κοκάλα, από κατάχρηση ουσιών.

- Καλά ρε μαλάκω, από όλους στον καφένε, αυτόνε βρήκες να ρωτήσεις, για το πώς θα πάμε στο χωριό της βάβως σου;;;;
- Ναι καλέ μου, γιατί τι είχε;
- Αυτός, Φούλη μου, ήταν σαν να τον βάρεσε η Παναγία με το τάβλι!!

...αφού τσαντίστηκε που όλο έφερνε ασσόδυα... (από Khan, 26/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορικά, φουμάρω χασίς.

Η προσλαμβάνουσα, αφορά σαφώς την θεία λειτουργία της ορθοδόξου εκκλησίας, ήτοι το μοναδικό ορθό χριστιανικό δόγμα, κατά το οποίον κοινωνούν οι πιστοί βεριτάμπλ σώμα και αίμα Κυρίου, ενώ οι λοιπές αιρέσεις, αρκούνται σ' ένα μπισκοτάκι (όστια).

Προέρχεται, τόσον ως προς την αναλογία οσμής μεταξύ θυμιατού και ντουμανίου, όσο και λόγω της κατανύξεως πιστών και χασικλήδων. Άλλωστε, η (μετά)λήψη ινδικής καννάβεως, δεν στερείται ποιάς τινός τελετουργίας (λέγανε κάτι αλλοδαποί τύποι που γνώρισε ένας γνωστός του υποφαινομένου, φευγαλέα πριν τέσσερα καλοκαίρια στο εξωτερικό και που δεν θυμόταν τα ονόματά τους και ο γνωστός αυτός πέθανε πρόπερσι στην Αυστραλία).

Ο Καββαδίας λέει κάπου στη «Βάρδια», για δυο ναύτες του στόκολλου, που το μεταλαβαίνανε μαζί και το κωλοβαρούσανε, με αποτέλεσμα το πλοίο να μην προχωρεί.

Παράγωγο : Μεταλαβιά

Συνώνυμο : (την) πίνω

Αντώνυμο : Δεν (την) πίνω

- Ο Γρηγόρης με το Σπύρο στο σχολείο, ερχόντουσαν την πρώτη ώρα με γυαλιά ηλίου μέσα στην τάξη χειμώνα-καλοκαίρι. Το μεταλαβαίνανε βλέπεις πρώτα στην πλατεία τα κωλόπαιδα και τα μάτια τους ήτανε κατακόκκινα. Ήτανε και μυωπίας λέει και γι' αυτό τα φορούσαν, μπας και δεν τους πάρουμε χαμπάρι.

- Δε βαριέσαι; Φυσική είχαμε, κι αυτοί γράφανε τις ασκήσεις στο τετράδιο της μουσικής…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά έκφραση των πρεζάκηδων για το σουτάρισμα ηρωίνης, δηλαδή, τη λήψη ηρωίνης με σύριγγα, ενδοφλεβίως ή (κατ' ανάγκην) ενδομυϊκώς.

Την τοξοβολία αρχίζουν οι (φτωχοί) πρεζάκηδες, συνήθως όταν έχουν πλέον για τα καλά εθιστεί και στερέψουν από λεφτά, οπότε η λήψη με κάπνισμα / γιουφ, κατάποση ή η εισπνοή δόση, είναι πλέον πολύ ακριβό σπορ, δεδομένου ότι μ' αυτούς τους τρόπους, ο οργανισμός τους προσλαμβάνει μικρότερο ποσοστό της ουσίας της ηρωίνης, απ' ότι με την ένεση / τόξο / γκανάκι (εκ του αγγλικού gun), η οποία κεντράρει όλη την ουσία στο σύστημα.

Την τοξοβολία συνήθως ξεκινά κανείς, βοηθούμενος από άλλον εμπειρότερο πρεζάκια, τον οποίον εμπιστεύεται, διότι φοβάται την όλη φάση. Είναι δηλαδή μια διαδικασία μύησης, εξ ου και η δυσαναλογία δυσκολίας στη συναισθηματική έναντι στη σωματική απεξάρτηση του πρεζάκια.

Βέβαια, υπάρχουνε κι αυτοί που ξεκινούν αμέσως ή πρόωρα την τοξοβολία από μαλακία. Η ποικιλία δεν βλάπτει.

Η τοξοβολία είναι συνήθως το τελευταίο στάδιο του πρεζάκια. Την ακολουθούν η κατάντια, το έγκλημα, η φυλακή, το HIV, η ηπατίτιδα και λοιπές ασθένειες και εν τέλει ο θάνατος (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, που ούτως ή άλλως αν και απεξαρτημένοι, η ουσία έχει προκαλέσει στον εγκέφαλο ανήκεστη βλάβη και είναι σα ζόμπι).

Χαρακτηριστικό ρεμπέτικο :

[i]«... Απ' τη μυτιά που τράβαγα, άρχισα και βελόνι
και το κορμί μου άρχισε
σιγά-σιγά να λιώνει ... »

(Ανέστος Δελιάς : «Ο πόνος του πρεζάκια»)[/i]

Σ.Σ. Ο Ανέστος Δελιάς ή «Μαύρη Γάτα» ή «Αρτέμης», της ξακουστής τετράδος του Πειραιώς (Μάρκος, Μπάτης, Αρτέμης & Στράτος), πρεζάκιας κι ο ίδιος, περιγράφει την κατάσταση με το νι και με το σίγμα. Πέθανε στο τρελλάδικο το '44, γιατί τότε τους πρεζάκηδες, δεν ξέρανε τί να τους κάνουνε.

Την είδες τη Σωτηρία, πώς έχει καταντήσει ; Πετσί και κόκκαλο. Το' χει ρίξει στην τοξοβολία και ρουχλιάζει μ' εναν άλλο πεθαμένο απ' τη γειτονιά, κάτω στα τραίνα ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified