Selected tags

Further tags

Το μαροκάνικο στα ποδανά.

Πηγή: Ιωάννης Μέλας.

Δώσε μας λίγο κιφ, λίγο ρόκομα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται και απλούστερα Μαρόκο, αλλά και πράσινο. Στα ποδανά παίζει και η έκφραση ρόκομα.

Το είδος και η ποιότητα χασίς που παράγει η ομώνυμη αφρικάνικη χώρα. Είναι σκληρό και έχει απόχρωση πρασινόμαυρη. Σε γενικές γραμμές πιο ακουστικό από τις ελληνικές ποικιλίες (όχι ότι οι δικές μας φούντες είναι δευτεράντζες, κάθε άλλο!).

Τα τελευταία χρόνια η μαροκάνικη φούντα, το περίφημο kif, κυριαρχεί στις δυτικοευρωπαϊκές αγορές, ιδίως από τότε που αποποινικοποιήθηκε η χρήση στην Ισπανία. Ο συνολικός τζίρος από το εμπόριο χασίς στο Μαρόκο, εκτιμάται ότι υπερβαίνει τα 12 δισ. δολάρια, ενώ η χώρα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής της παγκόσμιας αγοράς, μετά από το απλά άπαιχτο Αφγανιστάν. Οι βαρώνοι της ντρόγκας εννοείται πως διαθέτουν ισχυρά ερείσματα στον μαροκινό κρατικό οργανισμό.

Το hashish στο Μαρόκο δεν είναι απλά μέσο βιοπορισμού, είναι ένας ολόκληρος τρόπος ζωής, κληροδοτημένος από το μακρινό παρελθόν. Χρησιμεύει ακόμη και ως μέσο συναλλαγής, υποκαθιστώντας το χρήμα. Είναι η βάση και η φιλοσοφία του όλου κοινωνικού συστήματος. Kαι παρόλα αυτά επισήμως είναι παράνομο!

«Δώσε μας λίγο πράσινο, κιφ μαροκινό, και θα στο ξεπληρώσει η Ιστορία»

«Κιφ» από το δίσκο «Εντελβάις» (1999, μουσική Μ. Τόκας, στίχοι Άλκης Αλκαίος, τραγούδι Δημ. Μητροπάνος)

(από johnblack, 13/06/09)(από ironick, 13/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τσιγάρο με χόρτο, αλλιώς το γεμιστό τσιγάρο, ή ο μπάφος. Παρασκευάζεται με στρίψιμο του ριζόχαρτου (όρος παραγόμενος από το τρέιντμαρκ RIZLA), στο οποίο έχουμε εναποθέσει καπνό ανάμεικτο με γκρας.

- Να σου στρίψω κάνα στροφιλίκι ακόμα;
- Άααασε, ήπια κι έεεεενα πριν έρθθθθθθεις.

Rizla+ (από allivegp, 13/06/09)Το δέντρο που βγάζει ριζόχαρτα (από poniroskylo, 14/06/09)Μεγάλο πράμα (από poniroskylo, 14/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ἐπρόκειτο διὰ τόν ναρκομανῆ, ἦτοι πρεζόνιτζὰνκι, ὁ ὀποἶος εὐρίσκεται εὶς προκεχωρημένη κατάστασιν χρήσης μὲ ὄτι αὐτό συνεπάγεται. Μεταφοῥικῶς δὲ καί χιουμοριστικῶς, ἁναφέρεται εῖς ἇτομο ἑξαρτημένο από μία οὑσία διαδικασία ἦ ἑργασία.

Ὑφικλῆς: «Μὰ διὰ ὄνομα τοῦ Ὑψίστου Φιφακλῆ, εῖς πόσα γυμναστήρια εἶσαι ἑγγεγραμένος πλέον;»
Φιφακλῆς: «Εῖς τρία! Τὰ ἑπισκέπτομαι διαδοχικώς ἑπί 8 ὥρες καθημερινῶς ἐκαστο! Τῖς ὑπόλοιπες 8 κοιμῶμαι.»
Ὑφικλῆς: «Ἐ μὰ πλέον! Εῖσαι κακοπρέζονο τῆς γυμναστικὴς, gym freak ἀμερικανιστί!!!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε πολλά νυκτερινά καταστήματα διασκεδάσεως παρατηρείται το φαινόμενο της ακατάσχετης οινοπνευματοποσίας (και άλλων... μεθυστικών ουσιών...!), τόσο εκ μέρους των πελατών, όσο και των υπαλλήλων του καταστήματος και βέβαια των τραπεζοκόμων.

Αυτό το φαινόμενο καθιστά την συνεννόηση δύσκολη. Στην περίπτωση δε, κατά την οποία ο τραπεζοκόμος έχει κάμει χρήση των άλλων... πιο μεθυστικών ουσιών, ε, τότε μιλάμε για τραπρεζοκόμο και η συνεννόηση καθίσταται αδύνατη αλλά και διασκεδαστική!

Καυλαγόρας (πελάτης): «Θα μπορούσα να έχω ένα ουίσκι με πάγο παρακαλώ;»
Μήτρουλας (τραπρεζοκόμος): «Χε χε χε! Ιγώ δηλαδίς... Δε γίνιεται φλαράκιε, χε χε, ετελείωshε το Ντραμπούιε...»
Καυλαγόρας: «Μα περί ποίου Ντραμπούι ομιλείτε;»
Μήτρουλας: «Ούι ούι ούι, τελείωshε το Ντραμπούι! Χα χα χα»
Καυλαγόρας: «Ωχ... εις τραπρεζοκόμο ήπεσα...»

(από jesus, 29/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι εκτός του κανονικού αιμοδότη και ο παθιασμένος η άγρια εθισμένος άνθρωπος σε μια συνήθεια. Με τη συνήθεια αυτή πληρώνει σε ορισμένους έμπορους το προς αγορά εμπόρευμα. Τώρα οι έμποροι, αν τον δουν κατά τα λημέρια τους, γελάνε και μεταξύ τους λένε: «Ωπ! Να τονα τον αιμοδότη, έσκασε μύτη».

Αναφέρομαι στο παζάρι (μοναστηράκι), που εκεί το πρωτάκουσα και εννοούν ότι, αφήνοντας χρήματα είναι η αιμοδοσία για τα μαγαζάκια τους.

Αν ο ορισμός παίζει και στα ναρκωτικά δεν το γνωρίζω, μια και δεν το έχω δοκιμάσει το σπορ, εφόσον είναι άκρως εθιστικό και καλα θα κάνουν οι νέοπες να μη δοκιμάζουν και ας λένε παπαγαλάκια για αφορισμούς, δοκιμές και άλλα χαζά. Όσο για τους παλαίοπες, ας κάνουν ότι θέλουν και ας μη διαφημίζουν την συνήθεια τους.

Σκέψεις κάποιου: Αχ ρε γαμώτο, πότε θα έρθει η Κυριακή, να κατέβω στο μοναστηράκι και να βουτήξω στις ευκαιρίες και να αγοράσω οτιδήποτε και ας μη το χρειάζομαι άμεσα που ξέρεις θα το χρειαστώ κάποτε
Σκέψεις κάποιου άλλου: Αχ ρε γαμώτο, ποτέ θα έρθει η Κυριακή, να κατέβω στο μοναστηράκι στο μαγαζί και να πλακώσουν οι αιμοδότες να βγάλουμε κάνα ευρουλάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα Χάπια, παντός είδους και παντός καιρού. Αλλιώς και χάπες (ενικός η χάπα), ή και κουμπιά.

Εξαιρετικά εθιστικά τα περισσότερα, προκαλούν σε υπερβολικές δόσεις ανεπανόρθωτες βλάβες στον εγκέφαλο και το νευρικό σύστημα. Η απαξιωτική ονομασία καργιόλια, που παραπέμπει στις γνωστές καριόλες, εκφράζει την περιφρόνηση με την οποία τα περιβάλλουν όσοι είναι μπλεγμένοι με ντραγκς, ιδίως οι παραδοσιακοί χασικλήδες. Τα καργιόλια είναι σκέτη χημεία, όχι αγνά προϊόντα της Μάνας Γης. Όλοι τα βρίζουν, όλοι τα κράζουν, κι όμως όλοι (σχεδόν) τα έχουν κάποτε φάει.

Η ακόλουθη περιπτωσιολογία δεν είναι σε καμιά περίπτωση εξαντλητική, αλλά εντελώς ενδεικτική (για τα επίλοιπα στη γνωστή Βασιλικούλα).

  1. [i]Βαρβιτουρικά[/i] ή βαρβιτούρες. Βρίσκονται σε κάθε σπιτική φαρμακαποθήκη. Καταπραϋντικά και «υπνωτικά», με ηρεμιστική επίδραση. Αν τα κόψεις απότομα, τα συμπτώματα του συνδρόμου αποστέρησης είναι ιδιαίτερα οδυνηρά, περιλαμβάνουν σπασμούς και ντελίρια. Οι ναρκομάνες τα χωρίζουν περαιτέρω σε υποκατηγορίες, συνήθως ανάλογα με το χρώμα: «χαζόμπαλες», «κόκκινοι διάβολοι», «σφήκες», «blue birds».

  2. [i]Aμφεταμίνες[/i]. Ο αντίποδας της βαρβιτούρας. Διεγερτικά και «ψυχαγωγικά», αποτελούν φθηνό υποκατάστατο της κόκας για τη μπασκλασαρία. Εδώ ανήκει το Mdma, γνωστό ως ecstasy (για συντομία έψιλον ή XTC), που μεσουράνησε στα 90's. Εκτός από την από του στόματος λήψη, παίζουν και σε ένεση (σπιντάρισμα) αλλά και καπνίζονται (ice). Tα τζάνκια τις λένε και κρύσταλλα.

  3. [i]Παραισθησιογόνα[/i] ή τριπάκια. Μοιάζουν ενίοτε στα αποτελέσματα με τις αμφεταμίνες. Βασιλιάς τους το LSD: χίπηδες, σίξτις, Viet-fuckin-nam, παιδιά των λουλουδιώνε και τα ρέστα. Σ' αυτό το καργιόλι οφείλονται τα περισσότερα καΐκια αυτής της Γης. Παλιά όταν το έπαιρνες σου έδιναν ευχές του στιλ: «άντε και καλό ταξίδι», «όρτσα τα πανιά» κλπ. Ο φιλόσοφας Michel Foucault είχε δηλώσει πως ήταν η καλύτερη εμπειρία της ζωής του. Από τη δεκαετία του '90 και μετά, μεγάλη διάδοση γνωρίζουν τα παραισθησιογόνα μανιτάρια.

  4. [i]Τρελόχαπα[/i]. Αγχολυτικά, αντικαταθλιπτικά, αντιψυχωσικά, τα «χάπια της ευτυχίας». Η κατεξοχήν ντόπα των δυτικών κοινωνιών, όπου όλοι χαπακιάζονται για να ανταποκριθούν στον πόλεμο της καθημερινότητας, την πίεση και τους γρήγορους ρυθμούς. Prozac, όχι Πλάτωνας.

- Ωραίες εποχές φίλε τα νάιντις... Trancemedia, Battery, Άλσος, Amorphia, μετά U-matic και δε συμμαζεύεται... Να χορεύεις όλη νύχτα και να μην καταλαβαίνεις το Χριστό σου από κούραση. Να σκας συνωμοτικά χαμόγελα στον απέναντί σου, διότι ήξερες πως ήτανε στο ίδιο τριπάκι με σένα. Και μετά, όταν πια τέλειωνε το πάρτι κι έβγαινες απ' το κλαμπ μέρα μεσημέρι, με τα μάτια κρεμασμένα μέχρι το πάτωμα, να ψάχνεις απεγνωσμένα ένα μπάφο για να στανιάρεις... Αυτά είναι! Δε λέω, τα γαμοκαργιόλια στείλανε πολλά παιδιά κατά Κάιρο μεριά, είδαμε όμως πράματα μαγικά, που όλοι εσείς οι «καθαροί» ούτε τα φαντάζεστε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίκαιρο τώρα που κόβετε το τσιγάρο.

Αν λοιπόν δίπλα σας καπνίζει σαν αραπλής και αρειμανίως ο άλλος και σαν άκαπνα παιδάκια σας ενοχλεί, του λέτε το ανωτέρω.

Τι χάλια, τι χάλια, ούτε τα σούπερ ελαφρά δεν μας αφήνουν να χαρούμε πλια, πτύου!

(πάφα πούφα πάφα γκοχ γκουχ πούφα)

- Σιγά ρε φίλε, θα μας πνίξεις και εμάς, κόψε δεξιά την εξάτμιση και συνέχισε να σε χαρώ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνηθέστατα έπεται είτε του βγαίνω είτε του ναι, αλλά και συντάσσεται σε σχεδόν καθημερινή βάση με το μόνο.

Εκφράζει την πεποίθηση αυτού που προσκαλείται να βγει ότι όντως θα το λήξει νωρίς σεβόμενος τις υποχρεώσεις της επαύριον και το γενικότερο κούτελο που (δεν) έχει στην κοινωνία.

Έχει θαυματουργές επιδράσεις στις τύψεις, καθώς ο εκφέρων αυτήν την μυστικιστική φράση είναι πεπεισμένος ότι όντως θα σταματήσει στο πρώτο και δεν θα συνεχίσει, παρ' όλο που τις προηγούμενες δεγκζέρεικιοΐδιος πόσες φορές που την έχει πει γύρισε σπίτι ένα σφηνάκι πριν το κώμα και την κάθαρση στομάχου. Αν κατάφερε να γυρίσει, δηλαδή.

Εναλλακτικά, αποδίδει την βαρεμάρα, με την πρόσκληση να παίζει τον ρόλο της ώθησης πέρα από το κρίσιμο σημείο μετά το οποίο αρχίζει η ημιελεύθερη πτώση.

Κατ' αντιστοιχία με τον νόμο του Μέρφεως δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ξωμάτοχα προς πρόκλησιν καταστροφής εκεί που δεν προμηνύεται.

- Έλα ρε μαλάκα να πιούμε ένα ποτάκι στο Μπιγκ Μπεν, θα είναι και ο Σταύρακας ο ξίδιας, ο Βάγγουρας ο τελειωματίας, θα σκάσει και ο Βλάσης ο λαγκαβούλης.
- Γάμησέ με, ρε συ, αύριο σηκώνομαι 6 το πρωΐ και παίζεται το κεφάλι μου στη δουλειά ρε...
- Έλα να παπαρίσουμε λίγο, ρε καραγκιόζη, να χαλαρώσεις, θα κοιμηθείς και πιο χαλαρός.
- Ναι, αλλά για ένα ποτό μόνο.

(από PUNKELISD, 22/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που έχει τάση να υπερβάλλει στην κατανάλωση ουσιών, λόγω του ξέφρενου χαρακτήρα του. Γενικότερα περιγράφει άτομο με μεγάλη διάθεση για διασκέδαση και καταχρήσεις.

Ρε τον βαθυκούταλο, 2 μπουκάλια ήπιε και συνεχίζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified