Further tags

Τροποποίηση / μετατροπή / μετασκευή / βελτιωτική επέμβαση. Εκ του αγγλέζικου modify προφάνουσλυ. Συνώνυμα: φτιάξιμο, πείραγμα.

Δημοφιλέστατη έκφραση, το γούγλε βγάζει πάνω από 21.000 αποτελέσματα. Αναφέρεται κυρίως σε μηχανοκίνητα και είναι από τις πλέον κλάσικ εκφράσεις της άουτο-μότο σλανγκ. Τις μοντίφες τις αγαπούν οι κάγκουρες, αλλά και όσοι γενικά έχουν μεράκι με τα μοτόρια και την έχουνε ψάξει τη δουλειά. Οι μοντίφες είναι πρακτικά ανεξάντλητες. Με τις κατάλληλες μοντίφες ένα απλό μηχανοκίνητο μπορεί να προβιβαστεί σε εργαλείο που θα πηγαίνει τον κώλο του. Πολλαπλές μοντίφες επί του ιδίου αμαξίου / μηχανακίου το καθιστούν κωλοφτιαγμένο, τη στιγμή που μια και μόνη ουσιαστική μοντίφα επί του κινητήρα αρκεί για να χαρακτηριστεί αυτό ως πειραγμένο.

Παίζει αυτούσιο και ως επίθετο, π.χ. το αμαξάκι είναι μοντίφα, όχι μαμίσιο. Άλλο παράγωγο επίθετο: μοντιφαριστός.

Εννοείται πως μοντίφες δεν γίνονται μόνο σε δίτροχα και τετράτροχα, αλλά και σε άλλα αντικείμενα-φετίχ, όπως οι υπολογιστές (εκεί συνήθως το λένε αναβάθμιση), τα ηχοσυστήματα, ένα θαλάσσιο σκάφος ή μια ηλεκτρική κιθάρα Les Paul Standard.

Ο ίδιος ο άνθρωπος γίνεται καθημερινά αντικείμενο μοντίφας: πλαστικές επεμβάσεις, τεχνητά μέλη, εμφύτευση τσιπακίων, κλωνοποίηση, ευγονική, γενετικό ντόπινγκ, γνωσιακές επιστήμες κ.ο.κ. Η έννοια «άνθρωπος» αλλάζει. Μεταβολή στις ποσότητες συνεπάγεται μεταβολή στις ποιότητες. Τα όρια με τη μηχανή θα γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτα.

Για να μην εξαντλούμαστε σε περιπτωσιολογία: η μοντίφα είναι το ειδοποιό στοιχείο του Homo Faber, του Ανθρώπου-Κατασκευαστή. Ο Άνθρωπος-Προμηθέας, που επεμβαίνει διαχειριστικά στη φύση με στόχο να την καθυποτάξει, να κυριαρχήσει επ' αυτής (και ακολούθως επί των συνανθρώπων του). Η Φύση γίνεται Αντικείμενο (αντικειμενοποίηση / εξαντικειμενίκευση) και έναντί της ίσταται το Υποκείμενο, όπως συνελήφθη φιλοσοφικώς υπό του Καρτεσίου. Η res cogitans του ανθρώπου αντιπαρατίθεται στην res extensa του πράγματος. Ο Λόγος είναι το εργαλείο τούτης της κατακυριάρχησης, καθιστάμενος ως εκ τούτου εργαλειακός (Ιnstrumentallen Vernunft κατά τον Μax Horkheimer). Ποτέ ο Homo Faber δεν μένει ικανοποιημένος με τις μοντίφες του, αλλά διαρκώς αναζητά βουλιμικά κι άλλες, κι άλλες... Ένας κατά βάθος στείρος τεχνολογισμός και παραγωγισμός συντηρεί ως σήμερα το Μεγάλο Αφήγημα της Προόδου, τον Εφιάλτη της Προόδου.

  1. - Για λέγε καμιά καλή μοντίφα για εξάτμιση. Έχω ένα ΚΤΜ LC4 κι ένα CBR 1100.
    - Αρχαιολογίες μηχανάκια, αλλά ρησπέκ όσο να 'ναι. Αcrapovic για το on-off, Υοshimura για το στριτάκι.

  2. (από forum καυλόγκαζων)
    - rallakias και phoinix_gr ενδιαφερομαι και εγω καθως μπορω να φερω και καποια εργαλεια που 8α βοηθησουν....ειδικα στην αφαιρεση της ταπετσεριας της πορτας...
    - Οκ, οταν κανονίσουμε την μοντίφα, θα ενημερώσω!

  3. (από άλλο forum καυλόγκαζων)
    Ο Χρήστος είναι από το πρωί μέχρι τώρα στο συνεργείο... :roll:
    Φυσικά επειδή πάντα υπάρχουν προτεραιότητες, δεν πήγε για τη βλάβη, αλλά για μοντίφα.

  4. (από παράλλο forum καυλόγκαζων)
    Ωραίος. :D Χάζευα ξανά τα spec σου. Δεν φανταζόμουν ότι του είχες φορέσει δίσκάτο lsd, νόμιζα ότι το είχες με torsen.
    Επίσης πολύ ωραία τα μοντιφαριστά coilover στα γόνατα.

  5. (από ένα τελευταίο forum καυλόγκαζων)
    - Οι νίκελ ταινίες να σου πω την αλήθεια δεν μου πολυάρεσουν... Οι καθρέφτες νίκελ μαμάνε αλλά είναι ακριβούτσικοι! Ό,τι και αν κάνεις τελικά καλές μοντιφιές.

Οι Mods έκαναν τρελές μοντιφιές στα πραπρά τους (από Vrastaman, 02/01/10)Homo Faber-Castell (από Vrastaman, 02/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πριόνι λέγεται η μηχανή κάποιου κυβισμού (όχι παπάκι δηλαδή, από 450 και πάνω), το οποίο ακόμα και σταματημένο, έχει πάνω του όλες τις παραβάσεις του Κ.Ο.Κ. Σε περίπτωση που πάρει μπρος, και στα χέρια ενός «τεχνίτη» περνάει και σε παραβάσεις αστικού και ποινικού κώδικα.

Πριόνι ονομάστηκε:

  • διότι κάνει πιο πολύ θόρυβο από αλυσοπρίονο
  • είναι ανεξέλεγκτο στα χέρια κάποιου που δεν το έχει το σπορ, όπως το αλυσοπρίονο
  • αν δεν προσέξεις σε σκοτώνει, όπως το πριόνι
  • κόβει στα δύο ό,τι άλλο μηχανοκίνητο βρει μπροστά του, σαν κορμό, όπως το αλυσοπρίονο
  • όπως και το αλυσοπρίονο, έχει μόνο τα βασικά, δηλαδή έναν κινητήρα νευρώδη και καλά φρένα (για endo και burnout βέβαια, όχι για φρενάρισμα).

    Πράγματα που δεν πρέπει να έχει ένα πριόνι:

  • φλας (τι είναι αυτό που αναβοσβήνει στα άλλα μηχανάκια;)

  • εργοστασιακή εξάτμιση (απορώ με τα εργοστάσια!)
  • καθρέφτες (για κούρεμα πας και θέλεις και καθρέφτες;)
  • κοντέρ (αν ξεκίναγαν τα κοντέρ από τα 100, θα είχα βάλει ένα)
  • πινακίδα (λεπτομέρειες...)

- Γεια σας, ωραίο το ΚΤΜ, πόσο πάει;
- 7200, και είναι «καθαρό».
- Άλλο όμως μπήκα να ρωτήσω. Το crf to 450, πόσο πάει;
- Καινούριο το 450 του 2009, από 8970, βγαίνει σε προσφορά 7980. Καθαρόαιμο βέβαια.
- Σε μοτάρ έχεις τίποτα άλλο;
- Ένα ΧΤ660, ένα ΤΤ600 και το ΚΤΜ στην είσοδο. Αλλά το crf, δεν βγαίνει πια μοτάρ.
- Μπα, αυτά δεν λένε τίποτα. Βέβαια το ΚΤΜ κάνει την δουλειά μου, αλλά πολλά για μεταχειρισμένο. Το crf σκεφτόμουν.
- Δυστυχώς, δεν βγαίνει πια. Αυτά ήταν τα κρος τα τεσσεραμισάρια, που τα πείραζαν στην Ιταλία, αλλά διεκόπη η συνεργασία. Τώρα αν θες, παίζει κάτι από Κομοτηνή μεριά, κάτι παλουκάρια τα πειράζουν, σου κάνουν ρυθμίσεις, κομπλέ. Αλλά πάλι θα τα στάξεις. Και αν στάξεις κι αρκετά σου βγάζουν και πινακίδες ακόμα....
- Τι να τις κάνω τις πινακίδες; Για πριόνι ψάχνω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξάρτημα από τον χώρο της αυτοκινητιστικής καγκουριάς. Μπαίνει στην εξάτμιση και στο άφημα του γκαζιού αναπαράγει (συνήθως αποτυχημένα) τον ήχο που κάνει το τούρμπο όταν ο οδηγός αφήνει το γκάζι, ένα χαρακτηριστικό σφύριγμα που προκαλείται από την εκτόνωση της πίεσης του υπερσυμπιεστή (τούρμπο).

Πάει γάντι σε αποτυχημένα καγκούρικα αμάξια των οποίων το φτιάξιμο περιορίζεται σε μοντίφες τύπου τράιμπαλ αυτοκόλλητα, παραπανίσια όργανα στο ταμπλώ, αεροτομή-σιδερώστρα, μπούκα-φωλιά μικρών ζώων και λαμπάκια σταρ-τρεκ.

(βρουμ-βρουμ στο φανάρι)
- Γεια σου ρε Βασάρα με τη σφυρίχτρα σου! Κάτσε να φέρω τον τάφο να σε ταΐσω και μ' αυτόν!

Τύρβω με €15! (από Vrastaman, 07/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Καθαρό» για την πιάτσα των αυτοκινήτων και των μηχανών, σημαίνει ότι ένα μεταχειρισμένο είναι σε καλή κατάσταση, δηλαδή δεν θα «κουράσει» τον επίδοξο αγοραστή με απρόσμενες εκπλήξεις. Με λίγα λόγια, αυτός που το είχε δεν του έχει γαμήσει την πίστη. Του έκανε τα σέρβις του, και το δούλευε σωστά.

Ο όρος προέρχεται από το ότι η μηχανή είναι καθαρή (ανέγγιχτη), δηλαδή δεν ανοίχτηκε ποτέ ο κινητήρας για επισκευή ή για πείραγμα. Ειδικότερα για τα αυτοκίνητα μπορεί να αναφέρεται και στο σασί (δηλαδή το αυτοκίνητο δεν είχε κάποιο γερό τράκο). Εξωτερικά, ένα μεταχειρισμένο μπορεί να φαίνεται τέλειο, αλλά μηχανικά ποτέ δεν ξέρεις. Μόνο μια έμπειρη μηχανικάντζα μπορεί να σε διαβεβαιώσει ότι το μεταχειρισμένο είναι «καθαρό».

- Γεια σας, ωραίο το ΚΤΜ, πόσο πάει;
- 7200, και είναι καθαρό. Τρεισήμισι χιλιάδες χιλιόμετρα έχει. Καινούριο πάει 9.300.
- Πριόνι, και καθαρό; Τι μας λες;
- Σου λέω, το τυπάκι το είχε τρεις μήνες. Κατά λάθος το πήρε. Το πουλάει για να πάρει αυτοκίνητο. Τι να σου λέω! - Θα το πάω σε δικό μου μηχανικό να μου βάλει τζίφρα ότι είναι καθαρό. Αν ναι, αύριο έχεις τον παρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξάδελφος του πριονού, αλλά πιο άγριος και προσανατολισμένος. Το πριόνι φτιάχνεται όμως, ενώ το καθαρό γεννιέται.

Καθαρό είναι ένα μηχανάκι ψηλό, Motocross ή Motard, άντε και Enduro, σπάνια πάνω απο 450 κυβικά, που είναι κατασκευασμένο για χρήση μόνο σε πίστα και όχι για τον δρόμο. Είναι σκληρό, άνετο όσο δέκα παλούκια στον κώλο, και δεν χρησιμεύει σε τίποτα. Ένα καθαρό μηχανάκι χρησιμοποιείται για αγώνες ή για διασκέδαση, για την καύλα.

Καθαρό, από το καθαρόαιμο, σαν τα άλογα για τις ιπποδρομίες, τα σκυλιά για ειδικούς σκοπούς, αυτό που είναι μεγαλωμένο, σχεδιασμένο, αφοσιωμένο σε ένα και μόνο σκοπό και που τίποτα άλλο δεν μπορεί να κάνει.

Δεν έχει πινακίδα, ούτε φώτα πολλές φορές, ούτε ήσυχη εξάτμιση γιατί από τη μάνα του δεν έχει σχεδιαστεί να έχει. Κάτοχοί του είναι ως επί το πλείστον 20χρονοι κάγκουρες και αλητάμπουρες, γνωστοί και ως αληκάγκουρες.

Αυτό ήταν ο ορισμός. Τέλος. Ό,τι ήταν να μάθετε το μάθατε. Όποιος έχει όρεξη τώρα ας συνεχίσει.


Τα καθαρόαιμα πάντα ενέπνεαν σεβασμό και γοητεία στα απανταχού δέκα+ είκοσι+ χρονών παιδιά, αλλά και σε μεγαλύτερα, εξαιτίας της αγριάδας τους, μα πάνω απ' όλα για το μύθο και το όνειρο που συνοδεύει τα άκουσμα του ονόματός του.

Husqvarna (Παναγιά μου!), YZF και WR τα Yamaha , WR τα Χάσκυ λέω, οι Bergoι, τα CRF 450, SMR το 510, κάθε γράμμα και δέκα ιστορίες για κάποιον που την είχε και τον έφαγε, που την είχε και τη πούλησε γιατί δεν άντεχε και άλλα...

Ψηλά και περήφανα, λιτά και απέριττα, όμορφα με την γύμνια και την απλότητά τους, σέλα για έναν έχουμε, γκάζι έχουμε, φρένα έχουμε, στήσιμο περισσεύει, και τίποτα άλλο δεν θέλουμε.

Πολλοί εζήλεψαν, αλλά τα λεφτά για την συντήρηση καθαρόαιμου είναι πολλά. Κάθε τόσες ώρες λάδια και κάθε άλλες λύσιμο, είναι πολύ, ευτυχώς που υπάρχουν και τα ημίαιμα.

Τα οποία είναι ενδιάμεση κατάσταση, όπως φανερώνει και το όνομά τους. Στήσιμο, γκάζι άμεσο και απότομο, φρενάρες, παντιλίκια, σούζες, όλα. Όχι τόσο αποτελειωτικά, τόσο απόλυτα όσο τα καθαρά, τούτα εδώ δείχνουν έλεος και συγχωρούν το λάθος. Σιχαίνονται και αυτά τις ευθείες και τρελαίνονται για στροφιλίκι και γυαλισμένη άσφαλτο. Μα χωρίς την αίγλη του παράνομου. Και όσοι τα 'χουνε τους πετούνε τις πινακίδες και τα ρέστα για να μοιάσουν λίγο ακόμα παραπάνω στα αδέρφια τους.
Τα πριόνια που λέγαμε δηλαδή.

Ωσεκτουτού, όταν κάποιος αποφασίσει να βγάλει ένα από δαύτα με 17άρες στον δρόμο, μέσα στην πόλη, θα έχετε παρατηρήσει όλοι σας, ότι αυτοί που τα οδηγούν αυτά, δεεε πάνε σαν τους άλλους.

Πάνε πραγματικά ανόητα, ανώφελα επικίνδυνα, με παντιλίκια και καγκουριές κάθε είδους, θέτοντας σε ρίσκο την υγεία εαυτών και αλλήλων. Μερικοί γιατί είναι καυλοτίμονοι όπως πολύ σωστά ορίζεται, άλλοι όμως το κάνουν σε άδειους δρόμους, μόνοι τους, για την αδρεναλίνη και την ψυχική κάθαρση που προσφέρει.

Από φανάρι σε φανάρι 1η-2η-3η σκασμένη, φασαρία, ο κώλος, ωωω ο κώλος έφυγε πολύ, δεν το περίμενε ούτε αυτός, αλλά το 'σωσε. Και ξανά μανά στο επόμενο.

Ο λόγος είναι απλός.

Δεν οδηγούνται αλλιώς. Τα καθαρόαιμα τα ψηλά, αλλά και μερικά ημίαιμα, δεν οδηγούνται αλλιώς. Αν τα πας αργά σε κουράζουν.
Αν αράξεις πάνω τους, χωρίς να μετακινείς το σώμα στη σέλα, χωρίς να αλλάζεις συνεχώς γωνίες στα χέρια και στα πόδια, σε 25 λεπτά το πολύ σε έχει εξοντώσει. Με αργή οδήγηση είναι σα να σε δέρνουν 10 νίντζα.

Θέλει συνεχή κίνηση και ζωντάνια, κάτι αρχίδια ναααα και πολύ βλακεία, ροή και αγωνία και τότε μπαίνει το μηχανάκι στο στοιχείο του και τραγουδάει. Μην τους παρεξηγάτε αυτούς που τρέχουνε έτσι στους σκατόδρομους της πόλης με τα καθαρά και ημί-. Ειδικά αν φοράνε και κρανάκι και μπουφανάκι και δεν φαίνονται τελειωμένοι κάγκουρες. Οχι πως δεν είναι όλοι λίγο, αλλά το παιχνίδι με αυτά είναι τόσο εθιστικό και ερεθιστικό που δεν μπορείς να σταματήσεις.

Όταν σου μιλάει ένα μηχανάκι καθαρό, σου λέει:
«Άκου να δεις αγόρι μου, εγώ δεν είμαι για ήρεμες βόλτες, σουλάτσο το καλοκαιράκι με τη Λίλιαν πάνω (Την ποια; Να την βάλω πού;)
Δεν κάνω για αραλίκι και καθημερινή διαδρομή.
Δεν είμαι για χορούς και χάδια, αυτές είναι άλλες, (Βλ. Moto-Guzzi)
εγώ είμαι ατσούμπαλη και τα χέρια μου είναι τραχιά.
Θα σε πατήσω και θα σε γδάρω, θα σε κουράσω και θα σε πονέσω.
Τέτοια γούτσου-γούτσου μη μου ζητήσεις. Θέλω σεξ και βία! »

Για να δαμάσεις οτιδήποτε είναι τόσο εξωφρενικά καύλα και είσαι τόσο πωρωμένος μαζί του είναι πολύ δύσκολο. Θέλει υπομονή, επιμονή και αυτοσυγκράτηση. Αλλά είναι γιατρικά τα γαμημένα.

Επίσης, για τους φίλους μας τους Paul Moore είναι εξαιρετικό μέσο επίδειξης σε πιτσιρίκους άγνωστους, φιλαράκια και σελογκομενάκια στις καφετέριες, στα φανάρια, στις στάσεις ελαιοφορείων, παντού.

Το «φίλε καθαρό είναι αυτό, ε;» καθώς ζαχαρώνουν CRF, είναι προσφιλής έκφραση στα καγκούρια κάθε ηλικίας (δηλαδή μικρής) καθώς και σε αυτούς που θα ήθελαν να είναι λίγο καγκούρια.

Ααατάαα!


Το ξέρω ότι δεν είναι σλανγκ και ότι είχε κάμποσες οθονιές. Σκασίλα μου. Βαθμολογήστε με 0, πείτε μου την και σε σχόλιο και αφήστε το ήσυχο.
Εγώ μόνο να το γράψω ήθελα, γιατί δεν θα κοιμόμουν αν δεν τό 'κανα.
Και καυλώς σας βρήκα!

Ακούγεται από το βάθος το μονοκύλινδρο να έρχεται σκασμένο
(Μπαααμ, μποοοααααα, μπααα, μπαραμπακαμπουμ!)

-(Μάκης): Πωωω, το ακούς; Δες, δες πως έρχεται!
-(Λάκης): Τι λες να 'ναι, κάτσε κάτσε πλησιάζει...

Μπααααααααα..... (και φεύγει όπως ήρθε, κομμάτια)

-(Λάκης): SX-F; SX-F δεν ήτανε; Καθαρό!
-(Μάκης): Δεν ξέρω, σφύριζε όμορφα, αλλά με αυτά τα πλαστικά που είχε τα όλα μαύρα δεν ξέρω, παίζει και φτιαγμένο ημίαιμο, και δεν πρόλαβα να δω καλά ρε πστ μου! -(Τάκης): Καθαρό ήταν παιδιά, ΚΤΜ SX-F 450 τούμπανο, από αγώνες, τον ξέρω αυτό που το 'χει
-(Όλοι μαζί): Γαμάτοοοοο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(όχι αυτή, η άλλη...)

για τον acg που απ'ότι έχω καταλάβει το ξεζαντάρει το χαμηλοπρόφιλο...

Χαρακτηρισμός που μυρίζει '80ίλα από χιλιόμετρο και αναφέρεται σε παλιές καλές καρμπυρατεράτες εποχές, όπου τα ζορισμένα καυλόγκαζα μοτέρ σπάγανε καπάκια, πετάγανε έξω τα κολάρα του νερού και γενικώς αναδύανε πολύ συχνά καπνό και ατμό, μετά από σκληρή χρήση κάποιου σιδεροφάγου χερά..

Για την ιστορία, ο όρος πρωτοαπεδόθη από τον Βρετανό σχολιαστή Φορμουλα 1 Μάρεη Ουώκερ, σε μετάδοση αγώνα απο το BBC το 1977 και αφορούσε το μονοθέσιο Ρενώ του Ζαν Πιερ Ζαμπουίγ. Πιο συγκεκριμένα, το 1977 η Ρενώ αποφάσισε να αντιμετωπίσει τα 3,5λιτρα ατμοσφαιρικά μοτέρ του ανταγωνισμού με το εξωπραγματικό τουρμπάτο 1,5λιτρο V6, που, όμως, έσπασε 4 φορές στις 4 πρώτες εμφανίσεις. Κάθε εγκατάλειψη βεβαίως συνοδευόταν και από τον αντίστοιχο καπνό. Μέχρι το 1982 πάντως όλα τα μοτέρ στην Φ1 είχαν γίνει τουρμπάτα.

Το θέαμα με την καπνίλα ήταν κοινότυπο σε πολλά street legal θηρία της εποχής. Να μνημονέυσω κάποια εξ αυτών: Lancia Beta MonteCarlo, Renault 5 Alpine turbo, Fiat Ritmo Abarth 130tc, Autobianchi A112 Abarth, Alfa 75 turbo.

Μιχαηλίδης: - Πήγα το 2CV για 25η φορά στο συνεργείο γιατί πάλι έβγαζε καπνούς...
Σακελλαρίου: - ... και τί σου είπαν;
Μιχαηλίδης: - Να το πάω στη Fissler!!
(Άγαμοι Θύται - γυάλινο μουσικό θέατρο, κάπου στα '90s)

(από Abas, 13/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ακριβώς σημαίνει και αγγλιστί: ιδιωτικό. Κατ'επέκταση ΙΧ.

Ψαρωτικό, όπως το «βολάν» παλιότερα, αλλά τίποτα περισσότερο από το κοινό «όχημα».

Ημίζ - Νωρίς

«Πού να παρκάρω τώρα, μα κοίτα τον γελοίο, παρκάρισε το πέρσοναλ σε χώρο γι' άλλα δύο»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος ανήκει στην καγκουροσλάνγκ. Κοκοβιός λέγεται το κάλυμμα του μικροσκοπικού καθίσματος συνεπιβάτη στις streetάδικες μηχανές.

Τους κοκοβιούς, τους βάζουν τα καγκούρια, ώστε οι μηχανές τους να θυμίζουν τις ορίτζιναλ αγωνιστικές. Εξηγούμαι. Οι μηχανές που τρέχουν στους αγώνες, πέραν όλων των διαφορών με τις αντίστοιχες της παραγωγής δεν έχουν σελάκι συνεπιβάτη. Προφανής ο λόγος.

Τώρα, φανταστείτε τον κάγκουρα που βλέπει από μικρός τους αγώνες, και φτάνει η στιγμή να αγοράσει την μηχανή των ονείρων του. Μάλιστα, για την περίπτωσή μας, είναι διατεθειμένος ακόμα και να δώσει τα χίλια ευρώ παραπάνω, ώστε να πάρει τη μηχανή στα αγωνιστικά χρώματα (π.χ HONDA Repsol). Του έρχεται η μηχανή, και λέει στον μηχανικό να βγάλει τα άχρηστα πράγματα, φλάς, καθρεφτάκια κλπ. Την ξανακοιτάει τη μηχανή, και απορεί γιατί αυτοί οι τρελλοί Ιάπωνες έχουν βάλλει σέλα συνοδηγού, σε μια αγωνιστική! Οπότε παραγγέλνει τον κοκοβιό στα χρώματα της μηχανής, ο οποίος κοστίζει και γύρω στα 150 ευρώ. Πολλά λεφτά για ένα πλαστικό, το οποίο ή αντικαθιστά το σελάκι, ή το καλύπτει.

Σύνηθες φαινόμενο στους δρόμους, είναι η συνειδητοποιημένη καγκουρογκόμενα να κάθεται στον κοκοβιό!!! Και αυτό γιατί, και ο κάγκουρας αλλά και αυτή δεν θέλουν να χαλάσουν το look της μηχανής. Μπρος στα κάλλη, τι 'ναι ο πόνος!!!

Για να είμαστε ακριβείς, κοκοβιοί βγαίνουν και για κάποια γυμνά μοντέλα, τα οποία είναι βέβαια οι σπορ εκδόσεις, χωρίς τα φέρια (πληθυντικός του φέρινγκ).

Συνώνυμο: μονόσελο

- Ρε Μήτσο, ήρθε ο κοκοβιός που παράγγειλα; - Όχι, έχει φουρτούνα και δεν βγήκαν οι τράτες. Πλάκα σε κάνω. Είναι για βάψιμο. Αύριο τον έχεις.
- Άντε πια, να βγάλω και καμιά σένια φωτό να χώσω στο φέϊς. Δε λέει, του καινούριου καρχαρία, του πάει το μονόσελο!!!

(από electron, 10/02/10)(από electron, 10/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται (ακόμα;) στη λευκάδα. Προφέρεται με το νι ένρινο και με διαλυτικά πάνω απ' το ταυ, και έχω την πεποίθηση ότι ξεκίνησε απ' τον χώρο της παπιοπεριπέτειας. Το παπί σου δεν πάει πόντο, και συνεκδοχικά εσύ δεν πας πόντο σημαίνει ότι είναι για τα μπάζα, ότι αν σε πάω κόντρα θα προσκυνήσεις, ότι το μηχανάκι σου δεν κουνιέται ρούπι.

Κατόπιν γενικεύτηκε η χρήση και καλύπτει όλες τις πλευρές τις καθημερινότητας και πέφτει όπου υπάρχει κάτι που δεν τό 'χει.

Παράρτημα προφοράς στο κάνε.

  1. - Άν'ξέ το λjίγο το γαμ'μένο, μωρέ. Τό'εις μπουκώσ' και δε μπάει πόντο.

  2. - Θέλ' φορμάτ το μπ'ρί ρε πούστ', τά 'χ' φάει και δε μπάει πόντο.

  3. - Ωπ το γκομενάκ'!
    - Δε μπάει πόντο αυτή μωρέ. Τ'νjείχα δει πέρ'σ' στ'ν αγιάνν' μ' μαγιό και μό 'πεσε το π'λjί στα γόνατα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σιδερώστρα λέγεται, με αρκετή δόση ειρωνείας και σαρκασμού, η μεγάλη, επίπεδη και τις περισσότερες φορές μεταλλική αεροτομή που διαθέτουν τα καγκούρικα αυτοκίνητα.

Και τι σημαίνει καγκούρικο αυτοκίνητο; Σίγουρα θα έχεις δει κάποτε. Είναι από αυτά τα αυτοκίνητα που τα βλέπεις να περνάνε με τη μουσική (αμφιβόλου ποιότητος) στη διαπασών, που φέρουν τεράστους προφυλακτήρες και εξατμίσεις, επιχρωμιωμένες ζάντες, και που βγάζουν ήχο τούρμπο, ο οποίος συνήθως δεν παράγεται από πραγματικό τούρμπο, αλλά από σφυρίχτρα.

Πράγματι, η ομοιότητα μιας τέτοιας αεροτομής με την αληθινή σιδερώστρα είναι παροιμιώδης. Και αν δεν με πιστεύεις, το μήδι που παραθέτω θα σε πείσει.

Η πλάκα είναι ότι, οι εν λόγω σιδερώστρες, εφόσον δεν είναι σε μηχανική και αεροδυναμική αρμονία με το υπόλοιπο αμάξωμα, πολλές φορές αντί να βελτιώνουν την οδηγική συμπεριφορά του οχήματος, όπως υποτίθεται ότι πρέπει να κάνουν, κάνουν το αυτοκίνητο πιο ασταθές, επιφέροντας το αντίθετο αποτέλεσμα.

Αλλά τους κάγκουρες δεν τους νοιάζει αν το αμάξι πάει σαν την πούτσα στο δρόμο, αρκεί να τραβάνε πάνω τους τα βλέμματα των περαστικών. Και επίσης δεν τους πολυνοιάζει αν θα τους κοιτάξουν με θετικό ή αρνητικό ύφος, αρκεί να τους κοιτάξουν. Αλλά αυτή είναι η ψυχολογία του κάγκουρα, τι να κάνουμε...

- Πάρε μάτι έναν μαλάκα που περνάει με τη σιδερώστρα...πού πάει έτσι ρεεε...!!!
- Καλά, καγκούρι σκέτο ο τύπος....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified