Selected tags

Further tags

Εκνευρίζομαι σε εκρηκτικό βαθμό, νευριάζω πολύ και απότομα, τα παίρνω στο κρανίο, μου ανάβουν τα λαμπάκια, με πιάνουν τα διαόλια μου. Όλο αυτό συνήθως πυροδοτείται από κάτι εξωφρενικό που συνέβη και μ' αγγίζει, ίσως μια θρασεία συμπεριφορά που στρέφεται εναντίον μου, χωρίς να αποκλείονται όμως τυχαία περιστατικά που δεν έχουν να κάνουν με ανθρώπους.

Βασικό στοιχείο της σημασίας της έκφρασης είναι ότι, για τον άνθρωπο που παίρνει ανάποδες πρόκειται για εξαίρεση στον προσωπικό του κανόνα - δεν μιλάμε δηλαδή για γενικά ευέξαπτο άνθρωπο. Ίσως θυμίζει τον χαρακτηρισμό ανάποδος αλλά και την έκφραση «θα με μάθεις κι απ' την καλή κι απ' την ανάποδη», δεν προέρχεται, ωστόσο, από εκεί αλλά από το λεξιλόγιο των μηχανών εσωτερικής καύσης.

Τα κινητά μέρη μέσα στον κινητήρα (έμβολο κλπ) πρέπει να ακολουθούν πάντα μια προδιαγεγραμμένη και απολύτως συγχρονισμένη πορεία για να καεί το καύσιμο και να αποδώσει έργο. Το έμβολο (ή πιστόνι) κινείται γραμμικά, δηλαδή πάνω-κάτω μέσα στον κύλινδρο, ο διωστήρας (ή μπιέλα) μετατρέπει την κίνηση από ευθύγραμμη σε περιστροφική και την μεταδίδει στον στροφαλοφόρο άξονα. Από κει, πολύ-πολύ απλουστευτικά, μεταδίδεται στις ρόδες (αν μιλάμε για αυτοκίνητο) και τις περιστρέφει.

Η περιστροφική κίνηση της μπιέλας σε μια ορισμένη μηχανή γίνεται πάντα με συγκεκριμένη φορά, δεξιόστροφα ή αριστερόστροφα. Έλα όμως που σε κάποιες μηχανές υπάρχει η πιθανότητα, η μπιέλα και συνεπώς και ο στροφαλοφόρος και όλο το σύστημα να περιστραφούν αντίθετα απ' ό,τι πρέπει. Τότε λέμε ότι η μηχανή «παίρνει ανάποδες στροφές».

Από την μηχανολογική σκοπιά του πράγματος δυο περαιτέρω στοιχεία μας ενδιαφέρουν για το λήμμα: Πρώτον, ότι η μηχανή παίρνει ανάποδες στροφές εκεί που δεν το περιμένεις, ιδίως στην εκκίνηση και, δεύτερον, ότι η συμπεριφορά της μηχανής γίνεται ιδιαίτερα βίαιη, αφού λειτουργεί εντελώς αντίθετα στις κατασκευαστικές της προδιαγραφές, ακούγονται από μέσα σπαραχτικοί και εφιαλτικοί ήχοι και, αν δεν την σβήσεις, μάλλον θα σου βαρέσει μπιέλα και θα την πάρεις στο χέρι ή στην μασχάλη, που λέει κι ο επαγγελματίας.

Σημειώνω σαν trivia:
1. Μάλλον μόνο οι δίχρονες μηχανές μπορούν να πάρουν ανάποδες στροφές ή κυρίως αυτές.
2. Το φαινόμενο, γενικά, εννοείται ότι δεν είναι συχνό.
3. Μερικές μεγάλες ντιζελομηχανές πλοίων είναι φτιαγμένες να δουλεύουν και ανάποδα, αντί άλλου συστήματος, για την «όπισθεν».

  1. Από εδώ:
    Δεν με νοιάζει αν είστε κάποιοι κονομημένοι, μαγαζάτορες, άεργοι Ή απλά ηλίθιοι και μαζόχες. Άμα ακούω άνθρωπο να λέει καλά κάνουν και κόβουν τους μισθούς και τα δώρα παίρνω ανάποδες. Στις συναναστροφές μου έχω αρχίσει τα μπινελίκια σε όσους αρχίζουν τέτοιες πα... ιές.

  2. Από εδώ:
    θα μπορούσα να αναρωτηθώ «πόσο μαλάκες είμαστε;» Ήρθαν χθες τα τέλη κυκλοφορίας του αμαξιού μου και πήρα ανάποδες. 202 ευρώ από 168 αύξηση 20%. Και εγώ φέτος πήρα αύξηση 3%. Τι σχόλιο να κάνω για να μην αρχίζω να βρίζω τον ανιψιό του θείου, τον bonnet du cheval και τους λοιπούς μαθητευόμενους μάγους;

  3. Από εδώ (διασκευή):
    Και μια τελευταία ερώτηση... μάλλον από τα xp είναι το πρόβλημα. όταν παίζω και πάω να κερδίσω (πέντε με έξι φορές μου το έχει κάνει) μου βγάζει ένα μήνυμα ότι πρέπει να τερματιστεί το Online.exe και ζητούμε συγνώμη (μας υποχρέωσες) κτλ (ο Υ/Η είναι καθαρός ούτε virus ούτε τίποτα). Πως μπορώ να το διορθώσω αυτό το πρόβλημα;... Παίρνω ανάποδες να μου τερματίζεται. Παίζω με το άγχος μην μου τερματιστεί γιατί αν τερματιστεί την ώρα που παίζω, χάνω και το θέμα είναι να χάνω όταν δεν παίζω καλά και όχι επειδή το θέλει ο υπολογιστής με τα errors του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για εποχούμενους μόνο, τρέχω πάρα πολύ γρήγορα, πιάνω τελικές, πηγαίνω κομμάτια, το σανιδώνω στο τέρμα, μέχρι εκεί που δεν πάει.

- Ποιος θα οδηγήσει;
- Εσύ πάντως όχι. Πας τον κώλο σου πάντα, χώρια που είσαι και ντίρλα. Θα μας ρίξεις σε καμιά κολώνα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ απλά το όχημα, αυτοκίνητο ή μηχανή.

Έχει μάλλον θετική χροιά, δηλαδής «ρόδα» θα αποκαλέσουμε κάτι που μας γέμισε το μάτι, ένα ωραίο νεοαποκτηθέν αμαξάκι ή κανά μπάνικο μηχανάκι.

Ειρωνικά για χρεπάκια ή ταπεινά οχήματα μεταφοράς δεν ξέρω αν χρησιμοποιείται, αλλά εγώ δεν το λέω πάντως ποτέ έτσι.

- Επ, τι βλέπω Βασούλα, σκάμε με ρόδα; Καλοτάξιδο και να το χαίρεσαι!
- Ευχαριστώ Σάκη μου, επιτέλους, καιρός ήτανε να πάρω αμάξι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορικά, όταν ελέγχουμε τα λάδια κάποιας.

Θεμελιώδες προκαταρκτικό κάθε καλού σέρβις.

Αγγλιστί: pussy fingering, checking someone's oil.

- Αν την συνδυάσουμε με μουνοδάχτυλο, γίνεται το μουνάκι σαν χαλασμένη βρύση (στάζει).
(Slangprof, αναφερόμενος στην ροδέλα)

- Η ΝΤΟΛΟΡΕΣ ΕΙΧΕ ΚΑΙ ΤΡΙΧΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΡΟΓΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΕΝ ΑΝΤΙΛΗΦΘΗΚΑ ΕΓΚΑΙΡΩΣ ΛΟΓΩ ΣΥΣΚΟΤΙΣΗΣ, ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΝΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΩ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ. ΣΤΟ ΚΑΠΑΚΙ ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΩ ΟΤΙ ΔΕ ΜΠΟΡΩ ΟΥΤΕ ΜΟΥΝΟΔΑΧΤΥΛΟ ΝΑ ΤΗΣ ΒΑΛΛΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΛΕΣ ΚΑΙ ΠΥΚΝΕΣ ΤΡΙΧΕΣ, ΟΠΟΤΕ ΤΗΝ ΒΑΖΩ ΚΑΙ ΜΟΥ ΤΡΑΒΑΕΙ ΜΙΑ ΠΡΟΧΕΙΡΗ ΜΑΛΑΚΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΠΩ ΟΤΙ ΠΗΓΕ ΤΕΛΕΙΩΣ ΧΑΜΕΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ
(Φωνακλάς μπέτα τέστερ, εδώ)

(από Vrastaman, 30/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύντμησή του, το «ΜΙΨΩΜΕΞ».

Πιο ευγενικά: Μικρό πουλί, μεγάλη εξάτμιση.

Χρησιμοποιείται αποκλειστικά για το χαρακτηρισμό ατόμων (λοβοτομημένων συνήθως) που έχουν ως όνειρο ζωής τους την τοποθέτηση στο αυτοκίνητό τους (πολλές φορές αμφιβόλου κυβισμού ή / και ιπποδύναμης), εξάτμιση η οποία ίσως και να κοστίζει όσο το ίδιο το όχημα.

Με τη χρήση της φράσης υπονοείται πως ο χαρακτηριζόμενος αντιμετωπίζει το αυτοκίνητό του ως υποκατάστατο του ελλιπούς ανδρισμού του.

Συνήθως οι εν λόγω εξατμίσεις ξεχωρίζουν διότι, εκτός του μεγέθους τους, παρέχουν και χαρακτηριστικό θόρυβο (πάντα άνω του επιτρεπόμενου), ο οποίος θυμίζει αυτόν που κάνουν οι πυροσωλήνες εκτόξευσης ρουκετών εδάφους - αέρος. Συνήθως χρησιμοποιείται από τρίτους οι οποίοι ενοχλούνται από τη δεδομένη ηχορύπανση που παράγεται εκ της εξατμίσεως.

Πολλές φορές ο χαρακτηρισμός δεν περιορίζεται μόνο στην εξάτμιση, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με πιο γενικευμένη έννοια, όσον αφορά τα διάφορα αξεσουάρ που φοράει κάποιος στο αυτοκίνητό του.

  1. «ΒΡΟΥΟΥΟΥΟΥΟΥΟΟΟΟΟΟΟΟΥΟΥΟΜΜΜ!»
    - Ρε το μαλάκα. Το γκαζώνει κιόλας. Ξύπνησε τη μισή Πανόρμου.
    - Τι ψάχνεις ρε κολλητέ. ΜΙΨΩΜΕΞ άτομο.

  2. - Φιλενάδα, θα βγεις με το Χάρη τελικά;
    - Είσαι καλά ρε μαλάκα; Αυτός είναι μικρή ψωλή, μεγάλη εξάτμιση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοκινητιστική αργκό, δηλώνει επίμονα γρήγορη και νευρική οδήγηση. Είναι ως φράση ισχυρότερη των πηγαίνω μαλλιά, μαλλιοκούβαρα κλπ, γιατί υποδηλώνει διάρκεια, επιμονή και προσήλωση, ενώ υπεισέρχεται σε κάποιο σημείο και ο παράγοντας χρόνος (ίσως και με τη μορφή βιασύνης) και λιγότερο ο παράγοντας ευχαρίστηση.

Τα στοιχεία αυτά καταμαρτυρούν και τις αγωνιάρικες καταβολές του λήμματος, από τα ράλλυ. Πιο συγκεκριμένα, τα check point στα τέλη κάθε ειδικής, αλλά και γενικότερα τα σημεία χρονομέτρησης σε άλλα είδη (rallye raid, rally sprint κλπ), ονομάζονται στην ιταλική tappa (πληθ. tappe), αντίστοιχο του γαλλικού όρου ετάπ (étapes), γνωστό από τους ποδηλατικούς αγώνες.

Όρος ήρθε και παραφράστηκε έως ότου σκλανγκοποιηθεί πλήρως, μέσα από τα πρωτοπαλλήκαρα των ελληνικών αγώνων αυτοκινήτου (Τζώνυ Πεσματζόγλου, Μοσχούς Sr., Stratissino κ.α.) που είχαν μια σαφή επαφή με την αγωνιστική παιδεία της γείτονος χώρας.

- Άργησα να φύγω από το σπίτι, και το πήγα τάπες μέχρι την Κόρινθο χωρίς ανάσα και ανέβασε θερμοκρασία το μπουρδέλο!

Βλ. και τάπα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται (ακόμα;) στη λευκάδα. Προφέρεται με το νι ένρινο και με διαλυτικά πάνω απ' το ταυ, και έχω την πεποίθηση ότι ξεκίνησε απ' τον χώρο της παπιοπεριπέτειας. Το παπί σου δεν πάει πόντο, και συνεκδοχικά εσύ δεν πας πόντο σημαίνει ότι είναι για τα μπάζα, ότι αν σε πάω κόντρα θα προσκυνήσεις, ότι το μηχανάκι σου δεν κουνιέται ρούπι.

Κατόπιν γενικεύτηκε η χρήση και καλύπτει όλες τις πλευρές τις καθημερινότητας και πέφτει όπου υπάρχει κάτι που δεν τό 'χει.

Παράρτημα προφοράς στο κάνε.

  1. - Άν'ξέ το λjίγο το γαμ'μένο, μωρέ. Τό'εις μπουκώσ' και δε μπάει πόντο.

  2. - Θέλ' φορμάτ το μπ'ρί ρε πούστ', τά 'χ' φάει και δε μπάει πόντο.

  3. - Ωπ το γκομενάκ'!
    - Δε μπάει πόντο αυτή μωρέ. Τ'νjείχα δει πέρ'σ' στ'ν αγιάνν' μ' μαγιό και μό 'πεσε το π'λjί στα γόνατα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στο σύστημα ασφαλούς παρκαρίσματος parktronic.

Το συγκεκριμένο ηχητικό σύστημα υποβοήθησης στάθμευσης είναι απόλυτα αναλογικό, εντελώς δωρεάν, και μας υποστηρίζει άκρως αποτελεσματικά στη στάθμευση και τους ελιγμούς σε στριμόκωλους χώρους.

Ενδείκνυται σε παλαιότερα τουτούνια που έχουν ήδη χάσει ότι πολυτιμότερο είχαν, ή σε νοικιάρικα. Να σημειωθεί ότι το παρκάρισμα με το αυτί είναι και ιδιαίτερα αγχολυτικό, σκέτη καύλα στο μέτρο που δεν σε πιάσουν.

Βλ. και διά της ακουστικής μεθόδου.

- Έλα μωρέ... λίγο στον μπρος.. λίγο στον πίσω.. και μπήκες !!!! Ετσι, έτσι,
στο κάτω-κάτω παρκάρεις και με τα αυτιά...;):rofl: σντουπ γκτουπ ΠΟΙΝΓΚ...
(εδώ)

- Oι δάσκαλοι λένε να σταματάς στο σημείο που η μεσαία κολόνα σου να ευθυγραμμίζεται με το τελείωμα του πίσω προφυλακτήρα του μπροστά αυτοκινήτου και μετά με δύο κινήσεις-στρίψιμο με ανάποδο τιμόνι 45 μοίρες, ανάποδο τιμόνι για να μπει και το εμπρός μέρος και μετά ευθυγράμμιση αν χρειάζεται. εγώ τόσα χρόνια αυτή τη μέθοδο χρησιμοποιώ, άντε να σταματήσω λίγο πιο μπροστά. Α, και κατά την εξάσκηση βάλε ωτασπίδες στον φίλο σου, ώστε να μη προστεθεί στη λίστα άλλος ένας απ' αυτούς που παρκάρουν με τ' αυτί...
(εκεί)

(από Vrastaman, 07/02/10)Γούντι Άλεν, «Μπανάνες» (1971) (από vikar, 27/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφραστική ρίμα για νεαρούς κάγκουρες που φλερτάρουν πεζές εποχούμενοι σε παπάκι. Η έκφραση περιγράφει παντός είδους μικροεπαρχιωτικές καταστάσεις (των Αθηνέζων συμπεριλαμβανομένων) και βγάζει μια ασύστολη εϊτίλα, όταν ο Ψάλτης ήταν τσαντάκιας κι ο Γαρδέλης έκανε ρόδα, τσάντα και κοπάνα. Η έκφραση χρησιμοποιείται και θετικά γα τον άνθρωπο που δεν το βάζει κάτω παρά την ευτέλεια των μέσων του.

Ώπα, καμάκι με παπάκι ο καγκουρογαμόσαυρος!

(από Khan, 10/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται κυρίως στους κάγκουρες οδηγούς που σε προσπερνούν από τα δεξιά χωρίς φλας με 187 km/h στο κέντρο της πόλης. Και ας μην είναι κάγκουρες όμως είναι σίγουρα βλαμμένοι που θέλουν να δείξουν την καινούρια μπέμπα, βρίζουν κάθε γυναίκα οδηγό και κάνουν επικίνδυνα πράγματα. Δε φοβούνται μη φάνε τα μούτρα τους όμως γιατί έχουν μάθει να οδηγούν από τα πέντε τους, όταν ο θείος τους ανέβαζε στο τρακτέρ. Και μην αρνηθεί κανένας ότι δεν έχει δει ποτέ έστω ένα τέτοιο τύπο. Τέλος πάντων, η ατάκα αυτή λέγεται σε αυτούς τους γαμήκουλες της ασφάλτου σε στιγμές τεράστιου επιδειξιακού-καγκουρικού οργασμού για να καταλάβουν ότι δεν οδηγούν μονοί τους σε αυτή τη γη.

Ελπίζω να κάνατε το συνειρμό με τα άλογα του αυτοκίνητου, που είναι παρά πολλά και τέτοια. Όποιος δεν κατάλαβε είναι στόκος.

- Που πας ρε μαλάκα έτσι; Πρόσεχε μη σου φύγει κανένα άλογο!
- Άντε μωρή πατσαβούρα να πλύνεις κάνα πιάτο που θες να μου οδηγάς κιόλας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified