Selected tags

Further tags

Φράση που κανονικά χρησιμοποιείται από τους καυλοτίμονους, δηλούσα την πρόθεση του ομιλούντος να μην ισιώσει για κανένα λόγο. Ή θα πηγαίνω με τις πόρτες, ή δε θα πηγαίνω καθόλου.

Από μη καυλοτίμονους, αλλά καυλοτιμονίζοντες ή/και καυλοτιμονίσαντες κατά την εφηβική ηλικία, χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του «μέχρι τελικής πτώσεως», «ώς το τέρμα» και άλλα τέτοια ευφυή.

- Σιγά μην πιάσω δουλειά ρε και σιγά μην πάω στρατό. Μάστερ, διδακτορικό, σπουδές με το πλάι κι όσο πάει.
- Στρατό να πας, για να έχεις να κάνεις λήμματα στο σλανγκ τζηάρ. Τι τουτού έχεις;
- Ντεσεβό, γιατί;;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μποξεράκι, κοινώς το περιπολικό.

- Μην πολυτρέχεις. Στα 300 μέτρα την έχει στήσει ένα μπατσικό και έτσι και μας πιάσουνε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η (συνήθως χοντρή και άσχημη) γκόμενα που έχει τεράστια, μα τεράστια βυζιά.

(το παράδειγμα, άλλη ώρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο κάτοχος μηχανής μικρού κυβισμού (παπάκι). Πολύ συχνά ο χαρακτηρισμός χρησιμοποιείται και γι' αυτούς που με παπάκι δουλεύουν ως ντιλιβεράδες.

1.(από www.off-road.gr, οι κατηγορίες των μοτοσυκλετιστών)

ΠΑΠΑΚΙΑΣ
Α, το παπί. Ο σκαραβαίος των δικύκλων. Από μόνο του, έβαλε την Ελλάδα πάνω σε δύο ρόδες (μαζί με τά δωρεάν πού άφηναν Γερμανοί και Σύμμαχοι) Έχει εξελιχθεί από την δεκαετία τού Πενήντα και έχει ανέβει στα 100 και βάλε κυβικά. Πολλοί τα ξεπέρασαν και ανέβηκαν σε μεγαλύτερες μηχανές. Ο παπάκιας μας όμως δεν έχει σκοπό να το δώσει στο εγγύς μέλλον (είτε γιατί δεν θέλει είτε γιατί δεν μπορεί).

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ: Υπάρχουν όλες οι ηλικίες και όλα τα κοινωνικά στρώματα πάνω σε παπιά, ο παπάκιας όμως είναι το πολύ 21-22. Α-πα-ραί-τη-τη είναι η κομμένη εξάτμιση.

Εάν δεν ξυπνάς νεκρούς δεν ανήκεις στο κλαμπ. Όχι υποχρεωτικό αλλά συστήνεται να αφαιρεθεί η ποδιά πάραυτα. Κράνος απαγορεύεται δια ροπάλου. Επιτρέπονται τα μαλλιά καρφί.

ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ: Ο,τι νά 'ναι, αλλά το παπούτσι πρέπει υποχρεωτικά να είναι αθλητικό μποτάκι νέου τύπου με σχέδιο και φωσφοριζέ χρώματα να βγάζει μάτι.

ΟΔΗΓΗΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ: Αγκώνες ανοιχτοί σαν να κάνει μοτοκρός, γόνατα κολλητά και πόδια με τις μύτες να κοιτάνε προς τα μέσα.

ΟΝΕΙΡΕΥΕΤΑΙ (Αλλά δεν το παραδέχεται): Ντεπόζιτο ανάμεσα από τα γόνατά του.

ΤΟΥ ΤΗ ΣΠΑΕΙ: Εκείνα τα αναθεματισμένα βεσπάκια 125 και πάνω, πού είναι πιο γρήγορα.

ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑ: Έκλεψε γκόμενα από Αφρικανό. Η ηδονή τής στιγμής εκείνης ήταν μεγαλύτερη από την (περιορισμένη ακόμα) σεξουαλική του ζωή. Αν κατάφερνε να κλέψει και από Χαρλεά, αλλά υπάρχουν και όρια έτσι;

  1. (από blog)
    Θέλετε να πείτε ότι your average παπάκιας ντιλιβεράς ο οποίος οδηγεί με τον φραπέ στο ένα χέρι, το κινητό στο άλλο το κράνος όπως είπατε ως υφαγκώνιο, ή [...] έχει να ζηλέψει κάτι από τους πιλότους F1 ή MotoGP?

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eγώ σου μιλάω αργά και ήρεμα και συ βιάζεσαι και φουντώνεις:

.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά η μίζα είναι το εξάρτημα εκείνο του αυτοκινήτου με το οποίο επιτυγχάνεται η ανάφλεξη. (βλ. φωτό 1)

Μεταφορικά (αλλά στην ουσία κυριολεκτικά στην Ελλάδα) μίζα είναι αυτό που παίρνει κάποιος προκειμένου να προχωρήσει μία μπίζνα προς όφελος αυτού που του έδωσε τη μίζα. (βλ. φωτό 2)

Η μίζα μπορεί να πάρει διάφορες μορφές αλλά η πλέον δημοφιλής είναι προφανώς το μαύρο χρήμα, το μάμαλο, τα μπικικίνια, ο μπαμπακόσπορος, τα γκαφρά, στην περίπτωση της Ελλάδας από το 2002 και μετά, τα γιούρια.

Ο παίρνων τη μίζα λέγεται μιζαδόρος, Ταπαίρνογλου ή λαμόγιο. Ο δίνων τη μίζα λέγεται επιχειρηματίας ή απλά γνωρίζων-το- πώς-κινείται-η-ελληνική-οικονομία.

Εναλλακτικά λέγεται και αρπαχτή.

1 - Ο Ταπαίρνογλου έσκασε μύτη μια χρυσή Ρολεξιά προχθές και μού 'φυγε ο τάκος... Ποοοολλά λεφτά ρε παιδί μου... Τσ, τσ, τσ...
- Ας έπαιρνες κι εσύ μία μίζα τη βδομάδα όπως ο Ταπαίρνογλου να είχαμε κι εμείς χρυσά ρολόγια. Αλλά εσύ ρε αχαΐρευτε μπατίρης γεννήθηκες και μπατίρης θα πεθάνεις... Εγώ τι φταίω που σε παντρεύτηκα δεν ξέρω!

  1. (από βλόγιον)

Το δικαίωμα στην μίζα είναι ιερό

Πανικός επικρατεί στην Siemens μετά την σκληρή ανακοίνωση του ΟΤΕ. Το διοικητικό συμβούλιο του τηλεπικοινωνιακού μας νταβατζή, ζήτησε με παπά και με κλητήρα να του ανακοινωθούν τα ονόματα όσων υπαλλήλων του, λαδώθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Επίσης απαίτησε από τον Γερμανικό κολοσσό να εξηγήσει γραπτά (τα τηλέφωνα παρακολουθούνται), γιατί έδωσε επιλεκτικά μίζες δημιουργώντας κοινωνική ανισότητα στο προσωπικό του ΟΤΕ. Ο σύλλογος των εργαζομένων συμπαρίσταται στην διοίκηση και απαιτεί την άμεση δικαίωση όλων των υπαλλήλων ανεξαιρέτου χρώματος, κομματικής ταυτότητας και βαθμού ωχαδερφισμού, με αναδιανομή των μιζών (οι μίζες, των μιζών) ώστε και οι χαμηλόβαθμοι να νιώσουν δυνατοί. Σε αντίθετη περίπτωση οι εργαζόμενοι καλούνται σε λευκή απεργία κατά την οποία αντί να ξύνονται θα εργαστούν σκληρά 2-3 ημέρες αποδεικνύοντας ότι είναι επιλογή τους η κατάντια του Οργανισμού. Η κυβέρνηση παρακολουθεί μουδιασμένη τα γεγονότα και ζητά από τον κο Κόκκαλο που γνωρίζει ανθρώπους και πράγματα να διαμεσολαβήσει ώστε να ηρεμήσουν τα πράγματα μεταξύ του εθνικού προμηθευτή και του εθνικού αγοραστή. Σε αντάλλαγμα υπόσχεται να ακυρώνει όποιο παίκτη βάζει γκόλ στα τέρματα του Ολυμπιακού και να ρίξει χλωρίνη στα πλυντήρια που πλένονται οι φανέλες του Παναθηναικού και να επιτρέψει στον Γιαννάκη να παίξει με την εθνική ενώ τα αρπάζει από τους βάζελους. Η αντίδραση της Siemens αναμένεται.

(από acg, 26/04/08)(από acg, 26/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν σου κάνουν κουμάντο στο παρκάρισμα και είσαι έτοιμος να στουκάρεις, φυσιολογικά είναι ώρα να σου πουν «παρ' το αλλιώς», δηλαδή εκεί που το είχες γυρισμένο πχ αριστερά, να το γυρίσεις δεξιά. Αφαιρούμε το αυτοκίνητο και το παρκάρισμα και η έκφραση χρησιμοποιείται για να δώσει σε κάποιο να καταλάβει ότι λάθος ξεκίνησε ή κάπου στην πορεία το 'χασε και καλό θα ήταν να πάει λίγο πίσω και να την δει λίγο διαφορετικά.

1
Για πάρ' το αλλιώς ρε Μήτσο για να καταλάβω, που 'μαι και λίγο χαλαράς αντιλήψεως. Εγώ σου 'δωσα τα λεφτά για να πληρώσεις τον ΟΤΕ και συ πήγες και τα 'παιξες Στοίχημα;

2
- Ουόου! Στάκα λίγο και πάρ 'το αλλιώς γιατί μ' έχασες. Εσύ πήγες τελικά και την βρήκες ή εκείνη ήρθε και σε βρήκε; Και τελικά την πήδηξες πριν έρθει και σε χαλάσει τελικά ο πρώην της;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διακοπή παροχής καυσίμου στον κινητήρα όταν αυτός λειτουργεί σε πολύ υψηλές στροφές για την προστασία του.
Γενικότερα η λειτουργία στα όρια ενός συστήματος.

  1. - Πώς οδηγάει έτσι αυτός;
    - Δεν το βλέπεις, το πάει στον κόφτη.

  2. - Πώς πάει το διάβασμα;
    - Χτυπάω κόφτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παθητικός ομοφυλόφιλος, παραπομπή στον Σκαραβαίο της Φολξβάγκεν.

- Σκαραβαίος μου φαίνεται ο τύπος, έχει την μηχανή πίσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συναντάται επίσης στη πιό δόκιμη μορφή: γκωλομπάντιλο.
Παντιλίκι με πισωκούνητο αμάξι, με τη διαφορά όμως ότι ο ευρισκόμενος στο τιμόνι είναι πέραν των ορίων κάγκουρας.
Έτσι λοιπόν η προφορά είναι η ανάλογη...

Ωωω πωπωπω!! Έμπα με γκωλομπάντιλο στη πλατεία ρε Μήτσο!!

Got a better definition? Add it!

Published