Πολλοί άντρες μαζεμένοι σε ένα μέρος. Συνήθως σε εκείνα τα μέρη –μπαρς, καφετέριες, σουβλατζιδογυράδικα–, μόλις μπει γυναίκα ακολουθεί ταυτόχρονη μετατόπιση όλων των αντρικών κεφαλιών κατά 90 μοίρες προς το μέρος της και εξονυχιστικός έλεγχος της νεοαφιχθείσας.

Περιοχές της Ελλάδας που ανθεί η τάση της ψωλαρίας (πρόκειται για πληροφορία που δε θεωρώ ότι είναι απαραίτητη στον ορισμό του λήμματος, αλλά σίγουρα θα ενδιαφέρει πολλές γυναίκες): Χανιά, Ηράκλειο, Κοζάνη, Ξάνθη. (Καλές διακοπές κορίτσια! )

Πω ρε, τι ψωλαρία είν' αυτή; Πάμε να φύγουμε, βιασμένες θα βγούμε απο 'δώ!...

(από mafie, 26/08/11)(από mafie, 04/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H κάθε άλλο από παρθένα, σλανγκιστί. A συχνότητα συνουσίας για μία τέτοια κοπέλα είναι τέτοια που το αιδοίο της πλέον μοιάζει με φιλτροχοάνη αυτοκινήτου.

Εμπνευσμένο από την κλασσική Βραζιλιάνικη σειρά.

- Φιλτρο-χοάνα η παρθένα είναι η Ρίτσα. Εκεί που είχα σκύψει ανάμεσα από τα πόδια της είπα τι βαθύ που το 'χεις-τι βαθύ που το 'χεις-τι βαθύ που το 'χεις.
- Μα καλά της το 'πες τρεις φορές;
- Όχι ρε, έκανε αντίλαλο.

(από sar12345, 27/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αυτοκρατορική πίπα, αυτή που μπουκώνει στο έπακρο. Μεταφορικά, το άγριο χώσιμο τ. πίπα κώλο εμπλοκή.

Εκ του αρχαίου ψωλή και του γαμοσλανγκοτέτοιου -μπούκι (< Ιταλ. bocca (στόμα) < μσν. εμπουκώνω < αρχαίου βαύκαλις (φιάλη οίνου)). Καμία ετυμολογική συνάφεια με το συνώνυμο και ομόηχο τσιμπούκι (q.v.).

Βλ. επίσης: αρχιδομπούκι.

(πάσα από ΔΠ: GATZMAN)

- Άγριο τροϊκάνικο ψωλομπούκι τα νέα μέτρα.
- Και πού' σαι ακόμα, έχουμε να φάμε καλά!

- Ψωλομπούκι: Δεν τρώει ψωμί. Τρώει ψωλή. Πρωταγωνιστεί και στο λήμμα: πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα.
(σ. GATZMAN, στο δουπού)

(από Vrastaman, 30/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως κρέας εννοείται το πέος που εισέρχεται και εξέρχεται κατά την σεχουαλική συνουσία.

Η έκφραση εννοεί μια σεξουαλική πράξη που γίνεται χωρίς καθόλου συναίσθημα τελείως μηχανικά. Λόγοι για αυτό μπορεί να είναι κυρίως το ότι ο ερών είναι ένα γουρούνι που θέλει απλώς να γαμήσει και δεν είναι διατεθειμένος να εμπλακεί αισθηματικά. Ή χίλιοι άλλοι λόγοι για τους οποίους μπορεί το σεχ να γίνει αδιάφορα όταν βρίσκονται σε ψυχρότητα οι παρτενέρ. (Εστίασα στον ερώντα επειδή συχνά η έκφραση λέγεται ως στάση ζωής, ότι δεν αξίζει να επιδιώξει κανείς κάτι παραπάνω από την φυσική διείσδυση).

Ορισμένες φορές χρησιμοποιείται για να ασκήσει κριτική και στην ερωμένη, λ.χ. ότι είναι ψυχρή ή με υπερβολικά χαλαρό αιδοίο, ενώ ιδίως σε συμφραζόμενα μπουρδελοσλάνγκ εννοείται ότι πρόκειται για έπιπλο και δη κομοδίνο.

Άλλες φορές πάλι λέγεται στο πλαίσιο υπαρξιακού στοχασμού για το μάταιο του σεξ εν γένει.

  1. Προσωπικά δεν το βρίσκω «ανήθικο» δύο άνθρωποι απλά να το κάνουν για την απόλαυση. Απο κει και πέρα ο έρωτας προυποθέτει και ένα συναισθηματικό δέσιμο με τον άλλον, συνήθως στα πλαίσια μιας συντροφικής σχέσης. Δηλαδή δεν το κάνεις μόνο κρέας μπαίνει-κρέας βγαίνει, αλλά νιώθεις πράγματα για τον παρτενέρ. (Εδώ).

  2. πολλες κυριες μου δειχνουν αγαμητες αλλα πηδιουνται [κρεας μπαινει κρεας βγαινει] Σ αυτες και σε ανδρες βλεπω μια ελλειψη και αυτη δεν ειναι το σεξ αλλα ο συντροφος που πηδαει με καποια ποιοτητα.
    Καπως ετσι ειμαι πιο κατανοητός;
    Αυτη την κατηγορια δεν την λεμε αγαμητη δεν ειναι; Ομως συμπεριφερονται ετσι... (Εδώ).

  3. γυναίκες ξεσχίστου τύπου, σκέψου κόφες που είτε μπαίνει είτε βγαίνει δεν καταλαβαίνει ο άντρας τίποτα!!!! (κρέας μπαίνει κρέας βγαίνει). (σακί με πατάτες).

  4. Κρέας μπαίνει. Κρέας βγαίνει. Ένα κομμάτι κρέας εσύ. Ένα κομμάτι κρέας εγώ. Πόσο καλλίτερα θα ήταν αν απλά το παραδεχόμασταν κιόλας. Έχω άδικο; (Εδώ).

(από Khan, 04/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρητορική ερώτηση διαμαρτυρίας που στηλιτεύει μια αδικαιολόγητη διάκριση σε βάρος του ερωτώντος και απαιτεί μια λογική εξήγηση για τη διακριτική μεταχείριση που αυτός υφίσταται. Ο τρόπος που διατυπώνεται η ερώτηση φέρνει το συνομιλητή σε δύσκολη θέση, εφόσον η μόνη δυνατή απάντηση είναι όχι, κι εσύ από μουνί βγήκες, άρα είμαστε ίσοι ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, οπότε πρέπει περαιτέρω να βρεθεί μια πειστική δικαιολογία για τη συγκεκριμένη μεταχείριση, ή να αρθεί η δυσμενής διάκριση.

- (Πάφα πούφα πάφα πούφα…)
- Τι κάνετε εσείς εδώ; - Το ηλιοβασίλεμα βλέπουμε, τι θες να κάνουμε; - Και γιατί δε λέτε κουβέντα ρε ότι παίζει ο μπάφος; Εμείς από κώλο βγήκαμε δηλαδής; - Έλα, κάτσε στη σειρά σου και κόφ’ τις γκρίνιες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση απαράδεκτη και που συνάμα «βρωμάει» (όπως η ψαρίλα του σολομού).

Μου είπε με νόημα πριν ο προϊστάμενος να ετοιμαστώ διότι αύριο θα μεταφέρουμε τα γραφεία μας στην διπλανή αίθουσα... Θα κάνω κουβάλημα απ' ο,τι κατάλαβα... Πούτσες σολομός δηλαδή!

(από Vrastaman, 30/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι νωθρός, ράθυμος, άχρηστος, τεμπελιάζω και το μόνο που κάνω είναι να ξύνω τα αρχίδια μου.

Πρόκειται για την ορίτζιναλ έκφραση από την οποία προήλθαν πολλές, μεταξύ άλλων οι επαγγελματίας ξύστης, ξύσ' τ' αρχίδια σου με το γκράιντερ ή με τον γκασμά γιατί η τσουγκράνα αφήνει κενά, ξυσαρχίδας, ξυσαρχίδι, ξυσαρχιδισμός, ξύσιμο, ξύσιμο συνεχές, και χωρίς ενοχές, ξυσοκάρυδος, ξυστό, τρεις και ξύστα, δυοξύνη, εντωμεταξύνομαι, ποιο με ξύνει, τα ξύνω, www.xystarhidiasou.gr, www.ksistarxidiasou.gr.

Στο Δ.Π. υπό Galadriel.

Ο δημόσιος υπάλληλος που διορίσθηκε από τον Βουλευτή και είχε μάθει επί 20 χρόνια να ξύνει τα αρχίδια του ραθυμών, είναι δύσκολο να βγεί - ΑΠΌ ΤΗΝ ΜΙΆ ΜΈΡΑ ΣΤΉΝ ΆΛΛΗ - στο χωριό να καλλιεργήσει και να εξάγει λεμόνια (4 Euro το κιλό πωλούνται στήν Πολωνία και Γερμανία, εδώ σαπίζουν), ή να κάνει κοτόπουλα ελευθέρας βοσκής, άκρως περιζήτητα. (Εδώ).

Ορχεόξεστρον (από Khan, 06/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Λέγεται σε περιπτώσεις μάταιης προσμονής.

Κυκλοφορεί κυρίως στην ελληνική επαρχία όπου η σεξουαλική στέρηση ωθεί σε φαντασιώσεις με χήρες.

- Υπομονή ρε μαλάκα, ο ψηλός είπε πως θα σε διορίσει στο Δασαρχείο
- Τι υπομονή ρε! Υπομονή και υπομονή σαν της χήρας το μουνί. Εδώ δε με διόρισε πέρσι και θα με διορίσει φέτος που έχουμε και κρίση!

Ιώβια υπομονή (από nikolaosvlas, 15/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στερεότυπη ἔκφρασι, ποὺ δίδεται ὡς ἀπάντησι στὴν κουτσομπολικὴ ἐρώτησι «τί δουλειὰ κάνει ὁ πατέρας σου».

Ἡ εἰκονοπλασία εἶναι μοναδικοῦ διαστροφικοῦ, οὐ μιν, ἀλλὰ καὶ φιλανθρωπικοῦ ἐπιπέδου, ἀρκεῖ νὰ ἀναλογισθῇ κανεὶς τὴν τραγικότητα τῆς συνθήκης νὰ εὑρεθῇ κουλός, ταυτοχρόνως δὲ καὶ καυλωμένος (βλ. λῆμμα). Πρόκειται δηλαδὴ γιὰ κάτι σὰν ἐπάγγελμα καὶ λειτούργημα μαζί, ένα πράμα.

᾿Οφείλει ἐν προκειμένῳ νὰ διευκρινισθῇ ὅτι ἡ έν θέματι σύλληψις εἶναι πολὺ προγενεστέρα τῆς συγγενοῦς ἐννοίας τοῦ φραπέ. Ἐὰν ἤθελε κανεὶς νὰ ἀναγάγῃ τὸ ὅλον εἰς ὅρους φραπέ, τότε ὁ διαφορισμὸς τῶν δύο ἐννοιῶν θὰ ἦτο «φραπὲ κατ᾿ ἀνάγκην (ἐπὶ κουλαμάρας), καὶ φραπὲ κατ' ἐπιλογήν, ὅπως περίπου λέμε δηλαδὴ business or pleasure.

Assist: οο9οο, μὲ τὸ λῆμμα που να μείνεις κουλός και καυλωμένος

Περιττεύει

Έχω κουραστεί, δε θέλω να εξηγώ, πρέπει εσύ να την παίξεις. (από Galadriel, 12/10/11)

Βλ. και βαράει μαλακία στους κουλούς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπόνος (αγγλιστί Boner): ο ερεθισμός του πέους καθώς και της κλειτορίδας.

Συνηθέστερα χρησιμοποιείται στους άνδρες για τον ερεθισμό ή στην θέα μιας θεογκόμενας που μόλις πέρασε από μπροστά τους.

Πωωωω μουνάρα, φίλε μου 'ρθε μπόνος.

Επίσης μπορεί να αντικατασταθεί με τη λέξη «πόνος» στην γνωστή φράση: δώσε πόνο! ('Δώσε μπόνο'').

(από allivegp, 14/10/11)Χιμπατζήδες Bonobo, οι πιο σεξουαλικά δραστήριοι στο ζωικό βασίλειο (από Vrastaman, 17/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified