Selected tags

Further tags

Η πουτάνα (η κανονική) ή, η πηδιόλα γυναίκα.

Χαρχάλα κυριολεκτικά (στη Δ.Κρήτη τουλάστιχον) είναι η σφεντόνα (ετυμολογία δεν ξέρω), που με το χαρακτηριστικό της σχήμα θυμίζει τη γυναίκα που έχει αϋπνίες.

Με ένα σερτς διαπιστώνω ότι χαρχάλα λέγεται και

α. το προϊόν (πχ κινητό) μπακατέλα, αλλά και...
β. το βελανίδι που μαζεύεται το φθινίπωρο... [;].

Επίσης η λέξη πρέπει να χρησιμοποιείτο και από τους Ρεμπέτες (βλ. παράδειγμα 2).

Στην Κρήτη λέγεται και σήμερα, είναι πολύ εύχρηστη.........

  1. - Μωρή χαρχάλα, και το Μανώλη και το Στρατή και το Μανούσο....δεν έχεις αφήσει άντρα για άντρα...

2.- Ετοιμάζω ένα βιβλίο 500 σελίδων για τον Τσιτσάνη. Δεν σημαίνει ότι τον εξιδανικεύω. Ήταν κι αυτός μουτράκι…Πολλοί νομίζουν ότι ο ρεμπέτης είναι τόσο μεγάλο ιδανικό, ώστε αν αξιωθείς να πάρεις άντρα ρεμπέτη θα είναι ο σπουδαιότερος. Κι αν πάρεις ρεμπέτισσα -χαρχάλα και κουφάλα- θα ΄ναι η σπουδαιότερη. Στυλιζαρίσματα και τυποποιήσεις…Μακριά από μας.

από συνέντευξη του Ντίνου Χριστιανόπουλου, εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για φράση ειπωμένη από χανιώλα ομολογουμένως νάρα που αυτηκόησα, summer '08.

Η φράση είναι μια ειλικρινής παραδοχή ότι «αφού πάω με το ροκοφλόκο και του δίνω κάτι -και τι κάτι!- να ασχολείται, να μη βγάλω κι εγώ το κατιτίς μου... Με τα 3 του θα μείνω;».

Λέγεται μόνο από συνειδητοποιημένα ξέκωλα, διαθέτοντα εξοπλισμό ρυμούλκησης πλοίων πιστοποιημένο με ISO και HAACP, τα οποία δεν πέφτουν με κοπλιμέντα.

- Κοίτα Χρυσούλα, εγώ με τον Ευγένιο τά 'χω λύσει αυτά τα... Τρία μου δίνει, έξι του παίρνω. Και είμαστε κι οι δυο ευχαριστημένοι....
- Καλά κάνεις εσύ.... Εγώ, δεν ξέρεις πόσο μετανιώνω που του Κωνσταντίνου του είπα κι ευχαριστώ για το smart... σιγά το δώρο, αυτά είναι αυτονόητα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καλό κορίτσι που δεν φέρνει ποτέ αντίρρηση και ωσεκτουτού τα πηδάει όλα, εξ ου και ο χαρακτηρισμός.

- Γιατί είσαι ρε μαλάκα σ' αυτά τα χάλια;
- Άσε, χώρισα με την Μπέτυ...
- Γιατί ρε μαλάκα, καλό κορίτσι ήτανε.
- Άσε με ρε φίλε με την πηδιόλα, μόνο εσύ δεν την έχεις περάσει.
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρυσιά - όχι πολύ βαριά - σε περιπτώσεις που θέλεις να αποφύγεις χριστοπαναγiες.

-Δεν έρχομαι μαζί σου. Bαριέμαι...!
-Της θειας σου το μπουγαδοκόφινο...!

παρακαλώ το ορθογραφικό να μην διορθωθεί (από jesus, 29/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πεοθηλασμός. Χρησιμοποιείται άλλοτε και για όμορφες κυρίες...

Πωπώ Παναγία μου τι σουσέλ ήταν αυτό;!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρρενωπότερη και εμφατικότερη παραλλαγή του κωλοβαράω και, εννοείται, του μαλακίζομαι. Δεν είναι κυριολεκτική η σημασία της λέξης, δεν βαράω τον πούτσο μου δηλαδή (όπως λέμε «βαράω μύγες»), ούτε και τραβάω μαλακία ντε και καλά, απλώς σκοτώνω τον χρόνο μου σα να τα έκανα όλ' αυτά. Για τις δύσκολες στιγμές και τις ώρες που δεν περνάνε με τίποτα. Στο σπίτι, στο γραφείο, στο σχολείο, στην καφετέρια, στον δρόμο, στη ζωή γενικά. Αγαπημένη απασχόληση του Έλληνα, λένε οι κακές γλώσσες. Μάλλον φταίει το κλίμα, δεν εξηγείται αλλιώς.

Χρησιμοποιείται και για γυναίκες κι ας μη διαθέτουν το περίφημο αυτό εργαλείο.

Παράγωγο: η πουτσοβάρα (κατά το κωλοβάρα).

Πουτσοβαράγαμε χθες όλη μέρα στη δουλειά μέχρι που έσκασε η πίπα για του δίδυμους πύργους και μετά δεν σηκώσαμε κώλο για ένα μήνα, φίλε μου! (από το αρχείο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκωπτική αυτή στιχομυθία πηγάζει από την βαθιά ριζωμένη λαϊκή πεποίθηση ότι οι κουτσές γυναίκες –καθώς και οι πάσχουσες από οποιαδήποτε άλλη δυσμορφία ή αναπηρία– είναι αντισταθμιστικά καλύτερες στο κρεβάτι, απλούστατα επειδή προσπαθούν πιο σκληρά.

Η έκφραση χρησιμοποιείται πλέον στηλιτευτικά προς άτομα αργόστροφα ή αναποτελεσματικά, ιδιαίτερα δημόσιους υπάλληλους.

Υπάρχει πληθώρα εναλλακτικών διατυπώσεων, όπως το «πάει κούτσα-κούτσα και χαίρεται την πούτσα», η πιο καθωσπρέπει διατύπωση «έλα κούτσα-κούτσα και κούτσα-κούτσα έλα», αλλά και η εκστέντεντ βέρσιον
«Έλα κούτσα-κούτσα και πιάσε μου την πούτσα και χώσ' τη μες τον κώλο σου να κάνει πλάτσα-πλούτσα»

«Έλα κούτσα κούτσα και γλύψε μας την πούτσα και όπως έρχεσαι πάρε γκασμά γιατί η τσουγκράνα αφήνει κενά» (Από forum)

Κούτσα-κούτσα, η Heather Mills έπιασε τον κώλο του Paul McCartney... (από Vrastaman, 25/09/08)Δημόσιο φορέβερ! (από Vrastaman, 25/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση έντονα προσβλητική. Πρωτοεμφανίστηκε στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και γρήγορα έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό. Χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες για να περιγράψουν την έντονη παρουσία γυναικείου, πολλά υποσχόμενου πληθυσμού.

- Μαλάκες, πήγατε στο πάρτυ της Φωφώς;; - Ναι, ρε φίλε!! Τόσες γκόμενες μαζεμένες... του μουνιού το πανηγύρι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το διδακτορικό περιπαιχτικά, όπως προκύπτει από λογοπαίγνιο των αρχικών του τίτλου. Παραπέμπει σε άμεση σύνδεσή του με τον πούτσο, ανάγκη που προκύπτει από και για διάφορους λόγους, όπως: η διακωμώδηση και απομυθοποίησή του, η οικειότητα με το αντικείμενο, η επί μακρόν δυσκολία και τα απαιτούμενα αλλά δυσεύρετα συνήθως μέσα για την απόκτησή του.

Η λέξη προέρχεται από τη συντομογραφία του τίτλου Doctor of Philosophy, Ph.D. δηλαδή, που κανονικά προφέρεται πι-έιτς-ντι. Είναι δημοφιλής σε κύκλους ελλήνων φοιτητών στο Αμέρικα και ιδίως σε αυτούς των υποψηφίων πουτσουντούχων.

Επίσης σημειώνεται πως άλλο πουτσουντί και άλλο P.h.D..

- Πόσο θέλει ακόμη ο Μήτσος να τελειώσει;
- 3-4 χρόνια στο νερό, τώρα τέλειωσε το μάστερ και συνεχίζει ακάθεκτος βλέπεις για διδακτορικό...
- Α καλά, 2 χρόνια μάστερ, 4 χρόνια πουτσουντί, φέξε μου και γλίστρησα... Άμα γυρίσει ποτέ Ελλάντα, εμένα να μου τρυπήσεις τη μύτη!

Το κλιπ με τα χαμένα έξι χρόνια (από poniroskylo, 09/10/08)

Δες και δικτατορικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάω σε γαμήσια: Χιουμοριστική φράση που στο άκουσμα της, οι γνωρίζοντες γελούν πονηρά. Οι δε ανυποψίαστοι εκπλήσσονται, γιατί σα λίγο κουφάλες που είμαστε θέλουμε να τους παραπλανήσουμε. Όπως και να το κάνουμε, το άκουσμά της δημιουργεί πικάντικη ατμόσφαιρα.

Όχι... όχι, δε μιλάμε για συνουσία, παρτούζα και τα ρέστα. Τίποτα απ' αυτά... Τι όμως θέλει να πει ο ποιητής;

Η φράση σημαίνει απλά πάω σε γάμο και η εξήγηση είναι η ακόλουθη: πάω σε βαφτίσια σημαίνει πάω σε βάφτιση, άρα κατ' αναλογία πάω σε γαμήσια σημαίνει πάω σε γάμο. Μ΄άλλα λόγια, πάω σε γαμήλια τελετή.

Απόγευμα Σαββάτου ο Δημητράκης ο λέτσουρας, ντυμένος με κουστουμιά απαστράπτουσα, βγαίνει απ' το σπίτι του.
- Πού πας έτσι στολισμένος σα γαμπρός ρε Δημητράκη;
- Πάω σε γαμήσια.
- Και πού κολλάει ρε η κουστουμιά και η κυρίλα ρε μεγάλε; Μπας και θα πάτε πρώτα σε κάνα μπαράκι για να συναντηθείτε με τα μωρά που στη συνέχεια θα κουτουπώσετε;
- Τσου.
- Τότε μπας και θα παίξετε πρωτύτερα κάνα σεναριάκι που απαιτεί τέτοια αμφίεση, για να φτιαχτείτε;
- Κούλαρε ρε μαλάκα. Τι πίπες είναι αυτές που λες; Πολλή φαντασία έχεις; Μπας και μαστούρωσες; Τίποτα απ' αυτά. Σε γάμο πάω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified