Selected tags

Further tags

Έκφραση επιτατική της σημασίας της σεξουαλικής ορμής ή της οργής αυτού που μιλάει, κάτι σαν μονάδα μέτρησης του τιμωρητικού ή του επιμορφωτικού σεξ που αρμόζει στην περίσταση, λέμε τώρα. Ότι και καλά παίρνεις ανάποδες και σού 'ρχεται να γαμήσεις κάποιον για να τον τιμωρήσεις ή «για να μάθει», π.χ., για γκόμενα, να στρώσει και να μην κυκλοφορεί τόσο γκάβλα έξω και σε κολάζει ή, για άντρα, να συμπεριφέρεται καλύτερα γιατί γάμησες εσύ τέτοια τσογλάνια και θα του κόψεις τ' αρχίδια και θα του τα δώσεις να τα φάει. Σκληρός.

Γίνεται ευδιάκριτη, κύριε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατε, σύντροφε Κομισάριε και αχαρτογράφητοι φίλοι μας, η φαλλοκρατική εσάνς του λήμματος, διότι, άλλωστε, η φαλλοκρατία είναι ο νέος ρατσισμός στο μέτρο και το βαθμό που το ροζ είναι το νέο μπλε. Δώσε πόνο.

Με επήρεια από το «ένα χέρι ξύλο» ή δανεισμένο από το λεξιλόγιο της μαστοράντζας, συνήθως το ρίχνουμε ή το περνάμε, όπως περνάμε ένα-δυο χέρια μπογιά.

Δεν το έχω ακούσει να λέγεται «μπούτσο», αλλά «πούτσο», ακόμα και στη Βόρεια Ελλάδα, ακόμα και στην περίπτωση που τονίζεται το αρχικό σύμφωνο.

Η τυχόν κυριολεκτική εφαρμογή του χεριού θέλει προσοχή διότι τα εργατικά ατυχήματα καραδοκούν.

  1. Από εδώ:

Κάθε μπαλκόνι και μια αποσύνθεση του γούστου της οικοδέσποινας.Η ταμπέλα στην είσοδο της πολυκατοικίας λείπει «Ο Ρ Ε Ν» να αναβοσβήνει παρακαλώ, να έρθει ο νταλικέρης, ο μετανάστης, ο εργάτης να την περάσουν ένα χέρι πούτσο.

  1. Από εδώ:

ena xeri ... poutso tha exoun faei apo ton efraim gia na pigenoun kai na zhtokravgazoun ekei

  1. Από εδώ:

ama se paroume oloi 8a psifisoume alla tora pou se perasane oi arapides 2 xeria poutso asto kalitera

  1. Από εδώ:

Φαίνεται οτι δεν φάγατε το βρωμόξυλό σας τις προάλλες στην Ομόνοια και είστε καβλωμένες για κάνα χέρι ξύλο και δέκα χέρια πούτσο...χαχαχαχα

  1. Από εδώ:

an me ksipnouse emena etsi tha tin travousa k ena xeri poutso !!kommataraa

Got a better definition? Add it!

Published

Η μαλακία στα Σουηδικά. Χρησιμοποιείται πολύ από Έλληνες της Σουηδίας.

Σχετικά:
ρουνκουργώ: τραβάω μαλακία
ρουνκουργός: αυτός που κανει ρούνκα

  1. Βασίλη, είχες καλή ρούνκα σήμερα;

  2. (αντί για αντίο όταν αποχαιρετάμε κάποιον):
    - Καλή ρούνκα να 'χεις.

  3. Σας αφήνω τώρα παιδιά, έχω κάβλες και πάω να ρουνκουργήσω.

  4. Έλα ρουνκουργέ, τι κάνεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουκλόνι, το - (πληθ): μπουκλόνια.

Πεολειχία, στοματικός έρως προσδιδόμενος προς άρρεν (από άρρεν ή θήλυ ή trans ή by ή bye-bye... δεν έχει σημασία).

Συντομογραφία του «τσιμπουκλόνι».
Συγγενής ρίζα με το «μπουκώνω»...

... και με πλακώνει σε κάτι μπουκλόνια το γκομενάκι φίλε... άσε !!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ονομάζονται βδελλογαμιάδες, άρρενες που συνευρίσκονται σεξουαλικά με θήλεα τα οποία πλουτίζουν και ευημερούν απομυζώντας με χίλιους κι έναν τρόπους άλλα θήλεα, συνήθως εργαζόμενα ή άνεργα ή και θήλεα με δημιουργική ενέργεια. Επίσης οι άρρενες που κάνουν σεξ μόνο με παρασιτικές γυναίκες.... ξανθόψειρες κλπ.

- Καλά, ο Κώστας είναι κανόνι, τη μια αφήνει και την άλλη πιάνει. Μιλάμε για μεγάλη επιτυχία! - Σιγά τον γαμίκουλα, βδελλογαμιάς είναι ρε, βδελλογαμιάς σου λέω...

Bδελλογαμιάς in flagrante delicto (από Vrastaman, 28/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέο σεξοσλάνγκ λήμμα από το νέτι. Εδώ.

Έτσι αποκαλεί διάσημη Ελληνίδα πορνοστάρ στα σχόλια του άλλος διάσημος, ... σε site κοινωνικής δικτύωσης.

Η τσουτσουνομπεκρού επέστρεψε δριμύτερη!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για πεολειχία με τα δόντια, ιδιαιτέρως δύσκολη στην εκτέλεση. Συνήθως γίνεται από γυναίκες σε άντρες που μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ριψοκίνδυνους.

- Ρε μαλάκα, σύνελθε, ετοιμάζει πέναλντι η Barcelona!
- Ε και; Χτύπησα λευκό χθες ... μου πήρε μια δαγκωτή. Νιρβάνα σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για θήλυ που αρνείται να ''στήσει κώλο'', αδιάφορη προς της «κωλότρυπας τον φόρο και τον πόρο». Εξουδετερωτικά χαρακτηρίζεται ως ''σιδηρούν κωλοπέτασμα«.

- Ρε Γιώργο, πώς τη λεν αυτήν εκεί στη γωνία; Καλό κομμάτι...
- Νομίζω Πίτσα ή κάτι τέτοιο... άσε, σπαστική κωλοπαρθένα... Xτύπησες το σιδηρούν κωλοπέτασμα φίλε, πάμε γι' άλλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται ως τέτοιο, γκομενάκι νεαρής ηλικίας με καλοσχηματισμένα οπίσθια, μικρού μεγέθους και μανιτζέβελα. Ο όρος δίδεται ως υποκοριστικό που εκφράζει με χαριτωμένο τρόπο το νεανικό γυναικείο κορμί.

Φίλε μου, η κοπελιά έχει ένα κωλαρίδι, άλλο πράμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χρησιμοποιείται στους κύκλους αρχάριων πληροφορικάριων για να σπάνε πλάκα όταν κάποιος καθηγητής, σε κάποιο μάθημα πληροφορικής, λέει τις φράσεις «μεταβλητή τύπου char» ή «χρησιμοποιείται εδώ η μέθοδος putChar».

Οι παρευρισκόμενοι φραπεδόμαγκες φοιτητές (ο θεός να τους κάνει), με το που αφουγκραστούν τις παραπάνω φράσεις (τύπου-τσαρ ή πουτσάρ) επιδίδονται στο να επαναλαμβάνουν το λογοπαίγνιο, γελώντας υστερικά μέχρι να τους καταλάβει ο διδάσκων και να πάρουν τον πούλο.

Καθηγητής: - Η μεταβλητή θα είναι τύπου char και θα καταλαμβάνει στη μνήμη τάδε πλήθος από bit.
Παρέα από πετσοκάγκουρες φοιτητές: - ΧΑΧΑΧΑΧΑ ΤΥΠΟΥΤΣΑΡ, ΤΙ ΠΟΥΤΣΑΡ; Γαμάουα, θα το πω και στους άλλους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χρόνια άπαρτος και γι'αυτό ανωμαλιάρης, που την βάζει ανεξέταστα σε κάθε πιθανή τρύπα, αγνοώντας ότι τέτοιες μεθόδοι είναι ενίοτε βλαπτικές..

Δευτερευόντως, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εσχάτη προσβολή σε επαρχιώτη τύπο, ή σε αμόρφωτους και ανίδεους.

Μερικά συνώνυμα είναι τααιγοκμπήκτης, κατσικομπήχτης, γιδογάμης, κατσικαρέας, κτλ. Εναλλακτικά, υπάρχει και ο γαϊδουρογάμης.

1.Πολιτικός διάλογος σε φρούμιο:

- Πραγματικά ΘΑ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΑ ΜΠΕΝΝΥ ή και ΓΑΠ ξανά
(για τους οποίους οι φανατικοί ξέρουν τις απόψεις μου),
παρά Τσίπρα ή Αλέκα ή Κουβέλη ....
- Ρε γιδοσπρώχτη, ακόμη να φύγεις από τα χειμαδιά;

  1. Κρητική μαντινάδα:

Σου συνιστώ επίσκεψη στον Ομαλό να κάμεις,
μπορεί για σένα να βρεθεί κανένας γιδογάμης.

(από Vrastaman, 15/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified