Further tags

Ο Σκοπιανός.

Μας ζαλίσανε τα αρχίδια οι φυροματσεντόνες.

Got a better definition? Add it!

Published

Η πολύ άσχημη γυναίκα. Που δε βλέπεται. Η εξαφανίσου να μη σε βλέπω.

- Πω πω τι παιδί είναι αυτό. - Την είδες από μπροστά; Μεγάλη μπετόσαυρα.

Got a better definition? Add it!

Published

Κοροϊδευτικό για κάποιον αράπη

- Με κόλλησε ο θέγκας τακαμούρα. (αφρικανική αρρώστια)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούστης που τα εκπέπμει.

- Μάζεψε τα πουστρόνια σου, μολύνουν την ατμόσφαιρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαύρο παιδάκι, το αφρικανάκι.

Οι γονείς ξανθοί και το παιδί μπουράκι. Δεν είμαστε καλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη περιγράφει υποτιμητικά τον σπανό άνδρα. Συνήθως ο προσδιορισμός αυτός αντικαθιστά το όνομα του άνδρα.

- Ποιος το είπε;
- Ο σπανομαρίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρώμα, αντικείμενο ή συμπεριφορά που καταδεικνύει άμεσα τις ομοφυλοφιλικές προτιμήσιες και διαθέσεις κάποιου.

- Καλά, τι είναι αυτό το μπλουζάκι ρε Μπάμπη; Και κολλητό και ροζ πουστριλέ;
- Δεν είναι ροζ πουστριλέ ρε ανώμαλε. Ζαχαρί πουστριλέ είναι. - Σωστόστ τοτε. Πάω πάσο.
- Τα ρέστα.
- Δικαίωμα.

(από GATZMAN, 21/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνδρας που απλώς συνοδεύει μια γυναικεία παρέα, χωρίς να σχετίζεται με καμία από τις κοπέλες.

Οι γυναίκες τον παίρνουν μαζί τους για να μην φαίνονται μόνες και τον παρατούν διαρκώς για να μιλήσουν σε άλλους άντρες, όπως παρατάνε και μια βαλίτσα για να χαιρετήσουν κάποιον στον δρόμο...

Συνώνυμα: γκομενοφύλακας, γκομενοβοσκός, μουνοφύλαξ.

- Κοίτα τον Δημητράκη με τις γκόμενες! Παίζει καμία;
- Μπαααα, αποσκευή τον έχουν για να μην βγαίνουν μόνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ιταλός.

- Και όλα τα πλήρωσε ο Μάσιμο δηλαδή;
- Ναι ρε, τον μακαρονά... Δέν το περίμενα νά 'ναι τόσο ξηγημένος.
- «Ούνα φάτσα ούνα ράτσα» που λένε...

(από electron, 22/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του πούστης, αλλά στο πιο αλούμπαρδο (βλ. αλούμπαρδος). Επειδή υπάρχει μια ηχητική ομοιότητα με το ασκέρι, που παραπέμπει στην ηρωική επανάσταση του '21, στους λεβέντες τσολιάδες μας και γενικά σε μια εικόνα μακριά από την ομοφυλοφιλία, η λέξη έχει μια ξεχωριστή γοητεία. [citation needed]

Τράβα μίλα τής γκόμενας που σε κοζάρει τόση ώρα, ρε παλιοπουστέρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified