Selected tags

Further tags

Σαΐτα αποκαλείται η πράξη του να βάζει κάποιος το δάχτυλο στον κώλο κάποιου (στον δικό του δεν πιάνεται ως σαΐτα). Το κωλοδάχτυλο εν ολίγοις. Η ρίζες της λέξης βρίσκονται στα παιδικά παιγνίδια του χωριού. Ο χαμένος του παιγνιδιού έτρωγε σαΐτα. Ενίοτε υπήρχαν παιδάκια τα οποία έχαναν επίτηδες...!
Συνήθως βέβαια το χρησιμοποιούμε για να δείξουμε ότι φάγαμε πίκρα.

  1. - Έτσι που λες Βρασίδα, η Αφροξυλάνθη με χώρισε γιατί δε την ικανοποιούσα σεξουαλικώς.
    - ...Σκέτη σαΐτα δηλαδή...

  2. - Τον λογαριασμό παρακαλώ!
    - Ορίστε.
    - ΑΜΑΝ! Τι σαΐτα είναι αυτή;;; 6 ευρώ για ένα Red Bull;!
    - Εγώ τι να κάνω κύριε μου; Απλή σερβιτόρα είμαι λολ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για στάση του σεχ, κατά την οποία οι δυο παρτενέρ είναι ξαπλωμένοι με την οπίσθια επιφάνεια του σώματος του πρώτου σε επαφή με την πρόσθια του δευτέρου.

Η ονομασία spoon = κουτάλι, παραπέμπει στον τρόπο με τον οποίο τοποθετούνται τα κουτάλια ταιριασμένα σε στοίβα μέσα στο συρτάρι.

(από βλόγιο εξομολοξήσεων:)
Μου αρέσει πολύ όταν είμαστε σε στάση σπουν και το αγόρι μου φέρνει τα χέρια του μπροστά μου και με αγκαλιάζει.

Δες και κουταλάτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο μεταξύ του αγγλικού hostess = οικοδέσποινα, και του ελληνικού χώσ' τες, το οποίο καθιερώθηκε από την αείμνηστη Μαλβίνα Κάραλη στην εκπομπή της Malvina Hostess, με την έννοια ότι η Μαλβίνα τα έχωνε στους πολιτικούς, στα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας κ.ο.κ.

Το ρήμα χώνω, όπως φαίνεται στο σάιτ μας, έχει τουλάστιχον τρεις σλανγκ σημασίες: α) βρίζω, ρίχνω μπινελίκια (τα χώνω είς τινα), β) γαμώ (τον χώνω είς τινα), γ) αγγαρεύω (χώνω τινά). Αναλόγως και το χώστες, το οποίο χρησιμοποιείται και ως υπονοούμενο στην κωλομπαρική διάλεκτο, για την κορασίδα, που αναλαμβάνει ρόλο hostess σε οίκον της απωλείας (αν και η ελληνική κουλτούρα δεν έχει φτάσει ούτε καν σε αυτό το επίπεδο φεμινισμού, ήτοι να αναγνωρίζει σε γυναίκα ευαγούς ιδρύματος οποιονδήποτε άλλο ρόλο πέραν του αντικειμένου, οπότε πρόκειται μάλλον για γκρηκλισμό).

Μας υποδέχτηκε η χώστες και άρχισε την επίδειξη των κορασίδων, αν και μεταξύ μας, η χώστες ήταν πιο χώστες από τις άλλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτική μετάφραση της κλασσικής αμερικλανιάς: I'd hit that, που μεταφορικά σημαίνει: «Την γαμούσα». Η όλη γλύκα της φράσης βρίσκεται στο ότι καθώς είναι καθαρά αμερικάνικη σλανγκ, λίγα άτομα καταλαβαίνουν τι παίζει όταν το λες, ακόμη και αν το πεις μπροστά τους.

  1. - Κοίτα κάτι μπουτάρες εκεί ρε!!
    - Καλόοοο... το χτύπαγα πολύ άνετα όμως!

  2. (Δύο φίλοι σερφάρουν στο φατσοβιβλίο)
    - Ωπ! Τσέκαρε αυτήν εδώ! Το χτύπαγες τώρα ή όχι;!
    - Σκάσε. Μαζεύω υλικό τώρα.

παλιά μου τέχνη κόσκινο... (από BuBis, 24/08/09)paradigm shift (από BuBis, 24/08/09)Όπως τα λέει ο Μπούμπις, αλλα χωρίς να σας πεταχτούν τα μάτια έξω... (από vikar, 26/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο ανάμεσα στον πληθυντικό της στρίγκλας και στο αγγλ. stringless, δηλαδή αυτή που δεν φορά (ούτε) string.

Αν και ηχητικά οι δυο λέξεις δεν διαφέρουν καθόλου, η εννοιολογική διαφορά που τις χωρίζει είναι χαώδης, αφού όλοι θα ήθελαν να περάσουν μια νύχτα συντροφιά με stringless, αλλά κανείς με στρίγκλες.

— Και γιατί επιμένεις να πάμε στο μπαράκι που σερβίρουν τα ποτά στρίγκλες; Αν ήταν, καθόμουν σπίτι.
— Α, καλά, τόση ώρα μιλάμε κι ακόμη να καταλάβει το πίκπα. Στα Λιντλ σε ψωνίσαμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εύκολη γκόμενα.

- Καλά, με την πρώτη του 'κατσε η Μαρία;
- Αφού σου είπα, είναι plug-n-play η γκόμενα!

(από ironick, 25/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eleonora, Ελεονόρα, γυναικείο ιταλικό όνομα, αλλά καταγωγή ελληνική.

Κατά κανόνα βγαίνει ως εξής: έλαιον - όρος, ή από την λέξη ελαιώνας.

Βουνό κατάφυτο από ελιές. Ελαιώνας είναι περιοχή που φυτρώνουν ελαιόδεντρα για παραγωγή λαδιού ή ελιάς. Προφανώς κατά τους αιώνες έγινε παράφραση και η σημερινή του μορφή κατέληξε σε ένα όνομα.

Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν χαρακτηρισμός για γυναίκα χαρακτηρίζοντας κόσμια την καρπερότητά της, αποφεύγοντας καταστάσεις σε περιβάλλον όχι οικείο.

- Ρε Μήτσο τι γυναικάρα είναι αυτή;
- Ναι, την ξέρεις;
- Όχι.
- Εγώ την ξέρω, είναι γυναίκα του αφεντικού, και πολύ ελεονόρα.
- Ελεονόρα;
- Θα σου εξηγήσω αργότερα.
- Ο.Κ.

Olive Oyl - Φάε ελαιόλαδο κι έλα βράδυ (από Vrastaman, 26/08/09)Μια άλλη εστεμμένη, η Ελεονόρα Γκλυνν, όνομα και πράμα  (από Khan, 26/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καβλέας είναι αυτός που την έχει μεγάλη και την επιδεικνύει με έπαρση στους φίλους του.

Επίσης τον χαρακτηρισμό αυτόν των χρησιμοποιούν κυρίως οι γυναίκες αναμεταξύ τους, όταν αναφέρονται σε συγκεκριμένο άτομο που τους έχει κάνει εντύπωση.

— Καλέ, αυτός είναι παιδαράς.
— Μωρή, πώς κάνεις έτσι;
— Έλα μωρή μαλάκω...
— Εντάξει είναι ωραίος καβλέας, δεν αντιλέγω, αλλά μην καρφώνεσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Μπάμπης δίνει μεταξύ άλλων τις εξής σημασίες: 1. Βγάζω από κάτι το υγρό που περιέχει, πιέζοντάς το και αφήνοντάς το να στάζει. 2. Αφαιρώ το περιεχόμενο και την δύναμη, την ικμάδα από κάτι.

Ξεχνάει όμως να μας πει ότι κατεξοχήν το ρήμα με τις εν λόγω σημασίες χρησιμοποιείται για τον μπαργαλάτσο, άλλως πέοντα και είναι συνώνυμο του ξεζουμίζω. Σημαίνει δηλαδή την αφαίμαξη του πέοντος από τους ζωτικούς του χυμούς μέσω πολλαπλών εκσπερματίσεων, ώστε τόσο ο πέων όσο και ο φέρων αυτόν να απολέσουν την ικμάδα των, κοινώς να ρέψουν. Με λίγα λόγια ένα εξαντλητικό σεξ. Κυρίως χρησιμοποιείται για το στοματικό σεξ, όπου η καταπιόλα η πουτσοστραγγίχτρα κατά τον χαρακτηρισμό συσσλαγκιστή που βγάζει πολλή επικίλα, φροντίζει να στραγγίξει το όργανο του παρτενέρ από τα υγρά του ως η καλή νοικοκυρά που είναι. Λέγεται και πουτσοστραγγίζω για μεγαλύτερη σλανγκική αίσθηση.

Ετυμολογικά trivia: Από την ίδια ινδοευρωπαϊκή ρίζα **streng-* προκύπτουν:
1) το λατινικό ρήμα stringo-strinxi-strictum-stringere, όθεν το στρινγκ, η στρινγκαδούρα, ο πούστρινγκ, ο πουστρίγκος, η στρίγκλα, οι στρίγκλες, το σύστριγκο, η string-theory για την δημιουργία του κόσμου, η παντόφλα στρινγκ, και ένα σωρό άλλες ευρωπαϊκές λέξεις που σημαίνουν σχοινί ή χορδή ή κάτι παρόμοιο. 2) Οι αγγλικές λέξεις strong και strict και πολλές άλλες ομόρριζες και συνώνυμες λέξεις σε άλλες ευρωπαϊκές λέξεις. 3) Οι ομηρικοί Λαιστρυγόνες (άσχετο! νομίζω ως πνίχτες), οι γείτονες των συσόπων. 4) Ο στραγγαλισμός και ο ερωτικός αυτοστραγγαλισμός. 5) Οι λέξεις στρογγύλος, στρογγυλός κ.τ.ό. Εν προκειμένω το στραγγίζω προέρχεται από το στραγξ- στραγγός που σημαίνει σταγόνα, σταλαγματιά, από την ίδια ρίζα. αατα.

Τι να κάνει άραγε ο Πέρι; Ποιον να πουτσοστραγγίζει άραγε αυτήν την στιγμή που μιλάμε;

(από BuBis, 26/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καυλώστρα ή καβλώστρα.

Πρώτα από όλα, καμία σχέση με την ξαπλώστρα.

Η καβλώστρα έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

  • Ηλικία από 17 ως 22 (άντε και 25 αν μικροδείχνει),
  • Κορμί φιδίσιο νεανικό (ουχί παχουλό).

Η καβλώστρα είναι:

  • Τσαχπινογαργαλιάρα, έχει μια καβλιάρικη στάση, έναν καβλιάρικο και πολλά υποσχόμενο τρόπο ομιλίας, και αφήνει υπονοούμενα στο φλου.
  • Ελαφρώς, αλλά πάντα ενδεδυμένη. Πρέπει να ρίξει καναδέζικο χιόνι για να καλύψει τον ομφαλό της και τα μπούτια της. Αλλά πρέπει να βρεθεί στην Σαχάρα για να κατεβάσει με ευκολία το κιλοτάκι της, παρουσία αρσενικού θηρευτή, που να μην είναι ίδιος ο Σάκης,
  • Ολίγον έξυπνη, ώστε να καταλάβει την δύναμη που κρύβεται στην τρύπα που κείται 20 πόντους από την τρύπα που δημιούργησε το κόψιμο του πλακούντα,
  • Ολίγον τολμηρή, διότι πειραματίζεται με τα κιλοπόντ της εν λόγω δύναμης, όχι σε ινδικά χοιρίδια αλλά στους ανυποψίαστους καυλωμένους,
  • Oλίγον φαντασμένη, διότι το φυλάει για τον πρίγκιπα, ενώ αυτό βράζει σαν καζάνι, και ως γνωστόν στην βράση κολλάει το σίδερο, και τους πρίγκιπες τους έσφαξαν οι προλετάριοι στις αρχές του αιώνα,
  • Oλίγον χαζή, διότι αν δεν καθαρίζεις το πουρί συχνά, δεν μαθαίνεις ποτέ την τέχνη του καπνοκαθαριστή (που μου’ ρθε πάλι αυτό;), οπότε γίνεται,
  • Χάλια στο κρεβάτι (από ό,τι μου λένε).

Συνήθως το συγκεκριμένο είδος απαντάται σε γκρουπ άνω των δύο. Η εξήγηση είναι εύκολη. Την κρίσιμη στιγμή, η καβλώστρα χρειάζεται δικαιολογία να την σκαπουλάρει, οπότε βρίσκει δικαιολογία τις φίλες της. Γι αυτόν το λόγο δεν βγαίνει ποτέ ραντεβού μόνη της!

Bonus track: Μετεξέλιξη [i]καβλώστρας[/i] Σε περίπτωση που δεν ξυπνήσει από το όνειρο που ζει η καβλώστρα γίνεται μετά από τα 25:

  • Εύκολη γκόμενα (γιατί προσπαθεί to catch up) και κρύα στο κρεβάτι (διότι δεν το δούλεψε πολύ το θέμα όταν έπρεπε),
  • Κομπλεξική νοικοκυρά, διότι παντρεύτηκε κάποιον που στο παρελθόν δεν του έριχνε ματιά! και θα του κάνει και του μίζερου τη ζωή αθλία, με σχόλια του στυλ «εγώ περπάταγα και έτριζαν τα πεζοδρόμια...»

Ασίστ: Pavleas

- Ρε Αλεξάκι, τις είδες αυτές που μπήκαν στο μαγαζί; Τι κορίτσαροι είναι αυτοί;
- Άσ' τες αυτές. Αυτές είναι καβλώστρες. Μπαίνουν στα μαγαζιά για να αναστατώνουν, και μετά την κάνουν στο σπίτι μόνες. Δεν γαμιούνται με τίποτα!!! - Καβλώστρες, ξεκαβλώστρες, εμένα μου ανέβασαν το ηθικό. Κέρνα τις τρία σφηνάκια.
- Βρε γύρευε τη δουλειά σου
(πραγματικός διάλογος σε νησιώτικο μπαρ, εν έτει 1996)

Πρώτα από όλα, καμία σχέση με την ξαπλώστρα. (από Vrastaman, 28/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified