Η βλεννόρροια (αφροδίσιο νόσημα).
Παίρνε τις προφυλάξεις σου μην πάθεις κανένα σκουλαμέντο!
Η βλεννόρροια (αφροδίσιο νόσημα).
Παίρνε τις προφυλάξεις σου μην πάθεις κανένα σκουλαμέντο!
Got a better definition? Add it!
Οι όρχεις των ζώων αλλά και των ανθρώπων, στην κρητική ιδιόλεκτο.
Αλλιώς και: ασβάχια.
Εντάξει φίλε αυτά τα γράφουμε στα ζουβάχια μας!
Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.
Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.
Got a better definition? Add it!
Η απαραίτητη συνθήκη για την ομαλή πορεία της σεξουαλικής πορείας μιας γυναίκας. Κάθε γυναίκα, κυρίως οι μεγαλύτερες αλλά και οι μικρές, πρέπει να έχει εξασφαλισμένο το σέρβις της, ειδικά στις εποχές των ισχνών αγελάδων. Σέρβις είναι είτε ο αρσενικός που προσφέρει τις θεραπευτικές του υπηρεσίες, ή ίδια η υπηρεσία per se. Για να διευκρινίσουμε τα πράγματα, οι άντρες αυτοί δεν πληρώνονται. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί, όταν λέμε σέρβις. Είναι είτε φίλοι ή άγνωστοι τυχαίοι μιας χρήσεως. Ευτυχώς για τις γυναίκες, είναι πολλοί και διατίθενται με μεγάλη δική τους ευχαρίστηση, είναι αλήθεια. Είναι δε πάντα εν γνώσει του ότι έχουν αυτόν τον ρόλο. Βολεύονται κι αυτοί και γλιτώνουν έτσι τα χειρότερα. Κοινώς, μαζί με τον βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα, μιας κι έχουμε πιάσει τις παροιμίες εδώ μέσα. (βλ. παράδειγμα 1)
Σέρβις όμως λέγεται και η ανακαίνιση της εξωτερικής εμφάνισης της γυναίκας, δηλαδή κανα χημικό πήλιγκ, κανα λιφτάκι, κανα μποτοξάκι, καμιά θηκούλα στα δόντια, κλπκλπ, ή ακόμα και η απλή επίσκεψη στο κομμωτήριο για μαλλί, νύχι και τα συναφή (παράδειγμα 2). Η λέξη είναι συνώνυμη της λέξης ρεκτιφιέ.
Τέλος, καμιά φορά λέμε σέρβις και τα διάφορα ετήσια τσεκάπ, δηλ. τις αναλύσεις αίματος-ούρων, τον οδοντίατρο, τα παπ για τις γυναίκες, κλπ. (παράδειγμα 3)
- Πού είχες πάει χθες, σε ψάχναμε...
- Είχα πεταχτεί στον Τάκη για ένα σέρβις...
- Άντε πάλι!
- Τι, μωρή ζηλιάρα; Βρες και συ ένα σέρβις και θα μου πεις μετά, που μου περιμένεις τον γαμπρό μέρα νύχτα κι έχεις σταφιδιάσει...
- Ρε συ, είδα χθες μετά από καιρό την Τούλα και λάμπει, τι παίχτηκε;
- Ε, τι να παίχτηκε... Κανα σέρβις θά 'κανε, μη νομίζεις.
- Τι σέρβις, τον Τάκη εννοείς;
- Ποιον Τάκη μωρέ και συ, έτσι εύκολα λάμπεις στην ηλικία της με Τάκη; Κανα μποτόξ θα χτύπησε, τι άλλο.
- Πάμε για κανα βρώμικο απόψε;
- Μπαα, δεν θα φάω απόψε, έχω σέρβις αύριο.
- Τι, την Τούλα;
- Ποια Τούλα ρε μαλάκα, αίμα θα δώσω, για χοληστερίνη κλπ.
Βλέπε και σελφ-σέρβις.
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!
Γκόμενα που τον θέλει συνέχεια μέσα της.
Γκόμενα:
- Μωρό μου σε θέλω.
Γκόμενος:
- Βλέπω δεν το νηστεύεις το κρέας, ε!
Got a better definition? Add it!
Ο μόνιμα καβλωμένος με την κακή έννοια, αυτός που δεν μπορεί να σταυρώσει μουνί, που δεν μπορεί να γαμήσει για να ξεκαβλώσει, αυτός που προσπαθεί απεγνωσμένα να γαμήσει και την πέφτει ασύστολα από δω κι από κει, αλλά στο τέλος μένει πάντα με το καβλί στο χέρι. Εννοείται ότι είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να γαμήσει ό,τι βρεθεί, να φάει ό,τι του σερβίρουν.
Οι συγγενείς του: Είναι σύζυγος της χήρας με τα πέντε ορφανά και πρώτος ξάδερφος του Σάββα του Ουρογάμη.
Got a better definition? Add it!
Η γκόμενα που με την πρώτη ματιά δείχνει καθώς πρέπει, αλλά στο background ξεσκίζεται ασύστολα με κάθε είδος μόριο ανεξαρτήτου μήκους και εθνικότητος.
- Ωραία γκόμενα αυτή ρε μάγκα μου, κόψε ρε περπατησιά, κόψε αξιοπρέπεια... ΚΥΡΙΑ ΡΕΕΕ!!
- Ποια μωρέ εφταμάλακα, αυτή είναι η πρώτη σταχτοπούτσα Αττικής και προαστείων. Καλά, ακόμα τα αγγουράκια από τη πρωινή σου μάσκα ομορφιάς έχεις στα μάτια σου και δεν βλέπεις μπροστά σου; Έεεε... νισάφι πια βρε παιδί μου...
Got a better definition? Add it!
Gay αρκτικόλεξο που σημαίνει multile anal penetration (πολλαπλή πρωκτική διείσδυση) η οποία είναι σεξουαλική πρακτική κατά την οποία ένας (ευτυχής) κάθεται και τον παίρνει ταυτόχρονα από πολλούς μαζί από το ίδιο (οπίσθιο) μονοπάτι.
Μεταξύ δύο Άγγλων gay (σε πούστικο ύφος) :
- What do you like most Peter? MAP or fist fucking?
(Τι γουστάρεις περισσότερο Πετρούλα, να σου σκίζουν το κωλί 5 μαζί, ή να σε γαμάει 1 με τη γροθιά του;)
- Oh, Ι'd like both, but what Ι favor most is MAP!
(Αχ αχ, κανένα δε με χαλάει, αλλά αυτό που πάω με τα μπούνια είναι το MAP).
- Why?
(Γιατί;)
- Cause Ι like the feeling of multiple ejaculations into my hole!
(Γα δύο λόγους. 1ον : Μου αρέσει να μου κάνουν τον κώλο φινιστρίνι, και 2ον : Προσπαθώ να μείνω έγκυος)
Got a better definition? Add it!
Είναι η δυσχερής εκείνη κατάσταση, κατά την οποία οι διαστάσεις του πρωκτού επιμηκύνονται κατά τον εγκάρσιο και επιμήκη άξονα, ούτως ώστε να ομοιάζει ωσάν φινιστρίνι πλοίου.
- Λένε ότι ο Βαγγέλης τον παίρνει, αλλά εγώ πιστεύω ότι είναι φήμες.
- Πραγματικά το ίδιο θα πίστευα κι εγώ αν δεν μου έλεγε ο Σάκης ο κωλομπαράς ότι προχθές βράδυ πήγε σπίτι του και τού 'κανε τον κώλο φινιστρίνι.
Got a better definition? Add it!
Η βυζούμπα, οι μεγάλοι βύζοι, τα βυζόμπαλα, τα μπαλκόνια, ο εξώστης, το θεωρείο, οι τορπίλες.
- Τά 'μαθες; Ο Σάββας έγινε Ουρογάμης!
- Γιατί το λες αυτό ρε μαλάκα;
- Αφού γάμησε την Πόπη την άβυζο.
- Καλά, φιλαράκο είσαι νυχτωμένος. Η Πόπη την είδε πλαστική και έφτιαξε τον μεγαλύτερο μπαχταλέ της πιάτσας...
Got a better definition? Add it!
Τα μεγάλα, αβυζαλέα κατά σλανγκ, μπαλκόνια...
- Τι τορπίλες είν' αυτές; Βύζους Christ...!
Got a better definition? Add it!