Όργανο αυνανισμού που συνίσταται σε έναν δονητή προσκολλημένο σε μια φουσκωτή μπάλα εκγύμνασης με δυο πλαστικά χερούλια. Λειτουργεί μέσω της εκούσιας αναπήδησης του υποκειμένου.
Το μαλακιστήρι.
Όργανο αυνανισμού που συνίσταται σε έναν δονητή προσκολλημένο σε μια φουσκωτή μπάλα εκγύμνασης με δυο πλαστικά χερούλια. Λειτουργεί μέσω της εκούσιας αναπήδησης του υποκειμένου.
Το μαλακιστήρι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
(προφανώς πορνογραφικής προέλευσης.)
- Κι άλλο μωρή. Τσούζει τώρα Σούζη, τσούζει;
- Τσούζει Σούζη; Σ' τά 'λεγα εγώ. Δεν θες να μ' ακούσεις...
Η προέλευση της φράσης είναι μάλλον το παλιό (αντιγραφή, κλασικά) rock'n'roll τραγούδι του Καρβέλα Σούζη τσούζει, από τον δίσκο «Τσούζει»... Ιδού και το link για τους στίχους...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σε χρήση επιφωνηματική σημαίνει:
1. Η κατάσταση έχει φτάσει στο μη περαιτέρω, αλλά επιθυμώ να ταλαιπωρηθώ κι αλλο.
2. Πάρ' τα μωρή άρρωστη.
3. Απλή έκφραση απογοήτευσης.
Χρησιμοποιείται κυρίως σε στατιωτικές κοινότητες.
Ετυμολογία (πιθανολογείται): από πορνογραφική ταινία του Γκουσγκούνη.
Ισοδυναμεί με το επιφώνημα «τρομπόνι» ή «τρομπόνι τώρα» ή «ρούφα το τρομπόνι (πουτανίτσα)».
- Πάλι εμένα βάλανε σκοπιά.
- Έτσι, και τις μπάλες.
- Και μετά την έβαλα στα τέσσερα...
- Πωπω μαλάκα, και τις μπάλες!
- Πώς πάει; Όλα καλά;
- Μπα, πίπα-κώλο. Και τις μπάλες!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτό που παθαίνουν οι άντρες μόλις δουν μια ωραία γυναίκα. Έχει τα εξής στάδια:
- Είδες πώς μας κοιτούσαν όλοι όταν μπήκαμε στο μπαρ!
- Τρεχοσαλίαση έπαθαν!
Got a better definition? Add it!
Βγαίνει από το πουτάνα, η πόρνη, η κοπέλα που πηγαίνει ή φασώνεται με όλους και είναι συνήθως Barbie.
-Στο μπαράκι που ήμασταν μπαινόβγαινε συνεχώς στην τουαλέτα, και όλο με διαφορετικά αγόρια... Πόσους πήρε σε μια νύχτα;
-Έλα ρε συ, αφού είναι τάνα η κοπέλα, έχει αντοχές!
Got a better definition? Add it!
Γκόμενα που της αρέσει να τον παίρνει ολη μέρα...
Λέξη που δημιουργείται απο τα συνθετικά καυλί και θήκη.
-Καλα Μήτσο, η Νένα είναι και γαμώ τα κορίτσια.
-Καλή καυλοθήκη είναι....
Got a better definition? Add it!
Ο ομοφυλόφιλος. Μάλλον προέρχεται από τις θηλυκοπρεπείς κινήσεις τους.
Δες, ρε, τον ντιγκιντάγκα τον Λούλη, που έρχεται με διχάλα 1-4 στο μπαρ!
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο της κωλοχαράδρας, χρησιμοποιείται συχνότερα για άτομα του αντίθετου φύλου...
- Καλά μαχλέπες, δεν θα το πιστέψετε...
- Τι θες ρε κατεστραμμένε;
- Άσε, έσκυψε η Σοφία και φάνηκε η μισή κωλοσχισμή της!! Έμεινα μαλάκας...
Βλ. και κωλοχαράδρα, χαράδρα, χωρίστρα
Got a better definition? Add it!
Πούτσος + ψωμί = πουτσόψωμο.
Λαϊκιστί και τρεντουλιστί, η λουκανικόπιτα.
- Να σου βάλω παιδί μου τίποτα να φας;
- Όχι, ρε γιαγιά, έφαγα ένα πουτσόψωμο το πρωί και δεν πεινάω...
Got a better definition? Add it!
1.- Οι δημόσιοι υπάλληλοι τα ματώνουν όλη μέρα στο γραφείο!
Got a better definition? Add it!