Further tags

  1. Ως όργανο σλανγκίζεται κυρίως το γενετήσιο όργανο, το αιδοίον του ανδρός κυρίως, ο μπαργαλάτσος, και λιγότερο το αιδοίον της γυναικός. Από εκεί έχουμε μια σειρά σλανγκικών συνειρμών και για τις άλλες χρήσεις της λέξης από σλανγκικούς καλοθελητές. Λ.χ.

  2. Όργανον της Τάξεως είναι ο μπάτσος, ο φίλος μας το ζώο, κυρίως ο μη βαθμοφόρος αστυνόμος. Συνειρμοί με την πρώτη έννοια σημαίνουν ότι ο μπάτσος δεν έχει παρά μόνο ένα κεφάλι, το κάτω, ή ότι είναι για τον πούτσο. Έχει σλανγκιστεί ιδιαίτερα απ' τον Λάκη Λαζόπουλο στους «Δέκα Μικρούς Μήτσους».

  3. Μουσικό όργανο. Φράσεις όπως «τι όργανο παίζεις», ή «είναι σολίστ στο τάδε όργανο» πολύ γρήγορα έγιναν κακόσημες από τους σλανγκικώς ευεπίφορους. Εξάλλου, τα πνευστά μουσικά όργανα παραπέμπουν ευκόλως σε φάσεις παιξίματος κλαρίνου, ενώ και τα κρουστά δεν είναι άμοιρα σλανγκικών υπονοουμένωνε, για κάθε είδους σκαμπίλια. Ακόμη και τα έγχορδα μπορούν να έχουν σεξουαλική χρήση, όπως κατέδειξε η χήρα του Μάο. Το κατεξοχήν όργανο, λοιπόν, είναι το πουλόφωνο ή όφωνο κι ο κοινωνικός παίκτης του λέγεται ψωλίστ, ενώ ο μοναχικός οργανοπαίκτης.

  4. Όργανο γυμναστικής, όθεν η ενόργανη γυμναστική.

  5. Οργανική και ανόργανη χημεία.

  6. Από την επιστήμη της Βιολογίας έχουμε το οργανίδιο, (δηλαδή σχηματισμό μονοκύτταρων οργανισμών ανάλογο με αυτόν που έχουν τα όργανα στους πολυκύτταρους), που σλανγκίζεται για να δηλώσει το πολύ μικρό όργανο.

  7. Τέλος, παρόμοια με την σημασία 2, μπορούν να προσλάβουν εκφράσεις, όπως «τα αρμόδια όργανα», «τα όργανα του κόμματος», «τα θεσμικά όργανα» κ.τ.ό.

Σαχλεπίσαχλοι αστεϊσμοί εις βάρος σολίστ:
- Και, αλήθεια, τι όργανο παίζεις; Το παίζεις πολλά χρόνια; Πότε το άρχισες; Και λοιπές σαχλαμπούχλες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική ονομασία της ΤΑΠ (Ταυτότητα Αναγνώρισης **Π**τώματος: μεταλλικό πλακίδιο με αλυσίδα, που δίνεται στους στρατιώτες και αναγράφει τα στοιχεία τους).

- Τι έπαθες ρε σειρά, γιατί έχεις νεύρα;
- Άσε ρε φίλε, οι μαλάκες έβαλαν λάθος ασιμί στο νεκροτάμπελό μου. Πρέπει να βγάλω καινούργιο τώρα.

Η φωτογραφία είναι από το flickr. (από dimitris080286, 18/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εθνόσημο των αξιωματικών σε στρατό και σώματα ασφαλείας, το διακριτικό του πηλικίου που διαφέρει από αυτό των στρατιωτών και υπαξιωματικών (συλλήβδην «οπλιτών») όντας μεγαλύτερο και έχοντας φύλλα δάφνης να το στεφανώνουν.

- Επειδή σε βλέπω ψάρακα του κερατά, έλα να σου σφυρίξει δυο φωνήεντα ο παλιός.
- Τι είναι ρε μεγάλε;
- Επόπια και λοχίες δεν χαιρετάμε εδώ. Μην χαλάς την πιάτσα. Αν δεν δεις δαφνόσημο δεν ασχολείσαι. Αντερστούντ;
- Μάστα.

Δαφνόσημο αστυνομίας (από patsis, 22/04/09)Δαφνόσημο πυροσβεστικής (νομίζω) (από patsis, 22/04/09)Το σύμβολο της Ελληνικής Δημοκρατίας (εθνόσημο) (από patsis, 22/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόλογος: Η σύγχρονη ζωή, που μας παρασέρνει ώστε να χρησιμοποιούμε αλληλοσυνδεόμενα γκατζετάκια ακόμα και στην τουαλέτα (βλ. σχετική αναφορά στο λήμμα σλανγκοπαθής), με πρώτα και καλύτερα τα κινητά (τα οποία κουβαλάμε πάνω μας, κολλητά με το σώμα μας, ενίοτε δυο-δυο και σπανίως απενεργοποιούμε), μας έχει μπλέξει με την ανοχή μας σε μια, πρωτοφανή για την φυσική ιστορία του πλανήτη μας, πλημμύρα πηγών ύποπτης ακτινοβολίας η οποία δύσκολα θα βγει σε καλό για την υγεία μας.

Η πρωτότυπη σλανγκιά: Ακουσμένη από πιλότο πολεμικής αεροπορίας, η έκφραση αποδίδει την ελαφρώς μοιρολατρική ανησυχία αυτών των ανθρώπων για το γεγονός ότι σε πολλά μαχητικά, κάτω από τη θέση τους στο κοκπιτ, βρίσκονται όργανα ραντάρ που εκπέμπουν ισχυρότατες ακτινοβολίες, προς τα έξω βέβαια, αλλά για μια αμερικλανιά ή μια γαλλικούρα που δεν φτιάχτηκε από χέρια ελληνικά δεν μπορείς να είσαι σίγουρος. Έτσι, λοιπόν, φοβάται κανείς πως, μετά από μια περιπολία στο Αιγαίο πέλαγος μπορείς να αρμέξεις τη σαύρα χωρίς ν' ανάψεις το φως, αφού οι όρχεις σου θα φωσφορίζουν από την ακτινοβολία που απορρόφησαν...

Η γενίκευση: Κάθε φορά που κοιμόμαστε σε δωμάτιο απέναντι από μια και καλά διαφημιστική πινακίδα ή κανέναν διώροφο ξεκάρφωτο θερμοσίφωνα, τα οποία κρύβουν φυσικά κεραία κινητής τηλεφωνίας, κάθε φορά που το καλοκαιράκι βάζουμε στην μπανάνα μας ένα και δύο και περισσότερα κινητά να κάνουν παρέα στον παργαλάτσο μας, κάθε φορά που οι καημένοι οι φαντάροι και οι μονιμάδες των διαβιβάσεων μπαίνουν στα ΕΡΜΗΣ και στα παρόμοια (που πιάνουν μέχρι και τα σιμπί των ταξί της Άγκυρας, λέμε τώρα...) η έκφραση έρχεται να προβλέψει και να ξορκίσει ταυτόχρονα το κακό που μπορεί να πάθουν τα ανεκτίμητα αυτά μέλη μας.

Να σημειωθεί ότι στους στρατιωτικούς δίνουν κάτι γάλατα (!) για αντιστάθμισμα. Είναι να μην ανησυχήσεις περισσότερο;

- Νταξ ναούμ, το παράκανες λίγο. Ψυγείο με WiFi και ίντερνετ;
- Για να μην απασχολώ το πισί που κατεβάζει με δορυφορική.
- Ο δεύτερος υπολογιστής;
- Τον έχω με WAN με το πανεπιστήμιο.
- Στα τρία χιλιόμετρα; Καλά τι κεραίες έχεις βάλει;
- Είναι όλα προβλεπέ για να μην παρεμβάλλονται με τα κινητά και τα iridium, ντοντ γόρι.
- Εγώ φίλε σ' αυτό το σπίτι δεν κοιμάμαι. Καλά ρε, δεν φοβάσαι για την υγεία σου; Ουρά θα βγάλεις στο τέλος! Τ' αρχίδια μου φωσφορίζουν εδώ μέσα...

Φωσφοριζέ αρχίδια για το αυτοκίνητo. Τι θα πει πού ακριβώς χρειάζονται; (από patsis, 06/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παλαιού τύπου πηλήκιο του ΕΣ, προφανώς λόγω της ομοιότητας με το κάλυμμα κεφαλής των 3 ανιψιών του Ντόναλντ.

Συλλεκτική αξία έχουν πλέον, ιδιαιτέρα τα παλαιότερα αυτών σε φαιοπράσινο χρώμα, φέροντα αποσπώμενο μεταλλικό εθνόσημο. Χαρακτηρίζουν τους πανάρχαιους.

Νεότερα με επίραμμα ή (θεός φυλάξει) παραλλαγή, χαρακτηρίζουν τους νέοπες.

Συνώνυμο:
αβγό, αυγό

  1. Τι κάνεις ρε νέος, βγάλε το χιούη-λούη-ντιούη και βάλε κράνος, ξες ποιος είναι απόψε επόπτης;

  2. - Τι χιούη-λούη-ντιούη είναι αυτό; Πού το βρήκες;
    - Στους τάφους της Βεργίνας, όταν παρουσιάστηκα! Κοίτα τη δουλειά σου ρε!

(από Sasa, 11/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα εις -ούμπα σλανγκικά ουσιαστικά, και μάλιστα από τα πιο χαρακτηριστικά. Εννοείται το στρατιωτικό κράνος.

Νομίζω ότι σε -ουμπα σλανγκίζονται αντικείμενα με τα οποία έχουμε ιδιαίτερη οικειότητα, είναι εξαρτήματά μας απαραίτητα, ή ιδιαιτέρως ποθητά, πρβλ αδειούμπα, φραπεδούμπα, κινητούμπα.

Πηγή: Κπάτακας.

Καλά, χρησιμοποιείς την κρανούμπα για να πλένεις τα ρούχα σου;

(από granazis, 24/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κίτρινο σηματάκι με παραμάνα το οποίο χρησιμοποιείται από τους υποψήφιους έφεδρους βαθμοφόρους στο Πυροβολικό πριν γίνουν Δεκανείς ή Λοχίες, που το φορούν κατά τη διάρκεια της δίμηνης εκπαίδευσής τους.

Πρόκειται για «ταμπελάκι» μεγέθους 1cm X 3cm περίπου, χρώματος κίτρινου και το τοποθετούν (με χρήση παραμάνας) σε κάθε πλάι του ώμου τους (εκεί που κανονικά τοποθετούνται τα π.χ. λοχιόσημα).

- Τί έγινε ρε μαλάκα χθές το βράδυ;
- Μαλάκα τα κοπανήσαμε άγρια και κάψαμε τα καναρινόσημα όλοι μας, στο ΚΨΜ με πετρέλαιο... Από αύριο φοράμε λοχιόσημα... Επιτέλους!!! Αναβαθμιζόμαστε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως ήδη όλοι γνωρίζουμε, κερατάς είναι ο μπάτσος, διότι λόγω της κωλοδουλειάς που κάνει έχει αφήσει τη γυναίκα του ελεύθερη να ξεσαλώνει.

Ο μπάτσος γενικώς και αορίστως; Εδώ οφείλουμε να προβούμε στις αναγκαίες λεπτές εννοιολογικές διακρίσεις, να εισάγουμε τις απαραίτητες διαφοροποιήσεις. Διότι εδώ ούτε μπρίκια κολλάμε, ούτε τζιτζίκια πεταλώνουμε, ούτε τσάμπα χτενιζόμαστε.

Κερατάδες είναι κατεξοχήν οι μπάτσοι της ασφάλειας, οι ασφαλίτες, που συχνά τους αναφέρουν και ως λίτες, χάριν ανετίλας και ξεκαρφώματος. Πέραν της απέχθειας και της περιφρόνησης που εμπεριέχει, ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός παραπέμπει επίσης και στις κεραίες-κέρατα που διαθέτουν οι ασφαλίτες, μέσω των οποίων γνωρίζουν τα πάντα. Αυτά τα κέρατα-κεραίες αφορούν είτε εξελιγμένο τεχνολογικό εξοπλισμό και λοιπά μπατσικά ψιψιψόνια, είτε και τις φυσικές ικανότητες των ασφαλιτών, που βέβαια δεν είναι οι τσάκαλοι που θέλουν να μας τους παρουσιάζουν, αλλά όσο και να το κάνεις δεν είναι και τα γίδια που θα συναντήσεις στο τμήμα της γειτονιάς σου.

Κερατάδικο, λοιπόν, είναι το μπατσικό της ασφάλειας, το ασφαλίτικο αυτοκίνητο, σε αντίθεση με το καρούμπαλο, που είναι το απλό περιπολικό. Καμιά φορά βέβαια, όταν οι ασφαλίτες έχουν όρεξη για ταρζανιές, κοτσάρουν το removable καρούμπαλο (λέγε με και σειρήνα) στην οροφή και τη βλέπουν αμερικάνικη ταινία κι έτσι.

Κατά τον ίδιο τρόπο, κερατιά δεν είναι τόσο το σύνολο της τιμημένης μπατσοσύνης, όσο η επίφοβη Ασφάλεια, και ακόμη πιο συγκεκριμένα η Δίωξη Ναρκωτικών, η νάρκα.

- ...και σκάει ρε φίλε το κερατάδικο, ακριβώς επάνω στο νταραβέρι και μας την πέφτουν για έλεγχο...
- Και τι έγινε;
- Ευτυχώς προλάβαμε και τα ξεφορτώσαμε ό,τι είχαμε, αλλιώς την είχαμε πουτσίσει.
- Καλά, και δεν την ψυλλιάστηκαν;
- Η κέντα ήτανε στημένη για άλλον, απλά γαμήθηκε ο Δίας και πέσαμε πάνω τους, κατάλαβες; Πήγαμε πάσο και τη βγάλαμε καθαρή.
- Σωστός ο νέος.

Dial 999... (από HODJAS, 03/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον στρατό: είναι η «κομψή» θήκη για το μαξιλάρι που κατά τα προβλεπόμενα φτιάχνουν οι φαντάροι με μια μπιχλιασμένη κουβέρτα. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα αυτή η διαδικασία πέρα από την αμφιβόλου αισθητικής μόστρα του θαλάμου, αλλά αν δεν το φτιάξεις όπως το θέλουν πέφτει και καμπάνα άμα λάχει.

(από εδώ)
«Τα κρεβάτια είναι πάνω κάτω. Είναι στρωμένα με μια καφέ κουβέρτα και δύο μπλε σεντόνια τα οποιά παρέχει η υπηρεσία (τώρα τα σεντόνια που χρησιμοποιούνται είναι πράσινα). Ο φάκελος που γίνεται με μια άλλη κουβέρτα είναι ο χώρος που μπαίνει το μαξιλάρι όπως φαίνεται στη φωτογραφία.»

(από Cunning Linguist, 05/06/09)Ο φάκελός μου... Δεν είναι και υπόδειγμα, αλλά δεν βαριέσαι... (από Cunning Linguist, 12/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Τσατσόχαρτο: Εξοδόχαρτο στο Ναυτικό.

(Ναυτονόμος πύλης):
-Για να βλέπω τσατσόχαρτα...
(Στραβόγιαννος):
-Τί 'ναι αυτό;
-Μάγκες, χωρίς τσατσόχαρτο βγαίνουν μόνο αυτοί απ' τα πλοία, με εντολή κυβερνήτη. Εσείς είστε από ΔΝΟ. Πίσω ολοταχώς!
-Φτου! Και κάναμε τόσο δρόμο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified