Χαρακτηρισμός βρωμερού, οσμηρού πράγματος, εδέσματος, προσώπου ή χώρου. Μπαμπαδιόθεν επιφώνημα άγνωστης προέλευσης ή ετυμολογίας.

  1. Είχε κάτι φαγητά πιφ. Άσ' τα να πάνε, νηστικοί μείναμε.

  2. Ήρθε ο Γιώργος, πιφ. Ο μαλάκας πρέπει να 'χει να λουστεί δυο βδομάδες.

  3. Μιλάμε, πήγα να κατουρήσω κι έφυγα. Οι τουαλέτες είναι πιφ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρακλασικό επιφώνημα, συνοδευτικό τριών μεγάλων κατηγοριών χοιρονομιών μανουριάσματος:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συριστικό αυτό επιφώνημα πάντα συνοδεύεται με λοξό τίναγμα της κεφαλής και μειδίαμα, αποτελεί δε το ύστατο όπλο debate κάθε λεβέντη με άποψη.

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες τσσς:

1. Αυτοεγκωμιαστικό τσσς

Αφού εκστομίσει κάποια κοινότυπη και καμαρωτή παπαριά, ο ξερόλας συνομιλητής προσθέτει με έπαρση «τσσς, τι είπα πάλι ο μεγάλος!». Σε περίπτωση το εκστομίζει ρουμάνος, το κάνουμε γαργάρα και σφίγγουμε τα δόντια, ένεκα και η οικονομική κρίσις. Αντίθετα, τον πλακώνουμε στις φάπες.

2. Απαξιωτικό τσσς

Αντιμέτωπος με μια τεκμηριωμένη άποψη την οποία δεν μπορεί να αποκρούσει με λογικά επιχειρήματα, ο νεοέλληνας νταλάρας κάνει τσσς και το γυρίζει σε ad hominem άδειασμα, όπως: «τσσς, αυτά τα λένε τα αμερικανάκια!». Καθώς κάθε λογικός διάλογος με τέτοια σούργελα είναι ανέφικτος, η ενδεικνυόμενη ανταπόκριση είναι επίσης «τσσς!» - με φειδώ όμως στα iterations, προς αποφυγήν αέναης κυκλικότητας!

Οι γνώμες διίστανται για την ορθογραφία του όρου, καθώς τρεντογλωσσούδεσ και ασιγματικοί προκρίνουν το τσσσ.

Τέλος υπάρχει και ο συγγενικός ήχος μμμ!, κατά το «Μμμ τι μας λες καλέ» που χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες, αγελάδες και μητροσεξουαλικούς.

«Τι ξινός άνθρωπος ... τσ τσσς» (από φορουμ)

«εντάξει κορίτσια νομίζω ότι δουλευόμαστε είμαι από τις 6 και κάτι μέσα και δεν έχω βρει καμμία σας Παρασκευή βράδυ... τσσσ τσσσ, μα όλες γκόμενους έχετε κι είστε τόσο απασχολημένες ... τσσσ τσσς» (Παράπονο από forum. ΥΓ: τσσς, αν το τυπάκι αυτό ποτέ πηδήσει, εμένα να μου κάνετε piercing τη μύτη!)

« θα γίνω και πολύ άτομο!! Τσσς (...) Το αποφάσισα. Είδα ότι δεν έχει προκοπή το άθλημα και το γυρνάω στο πουλ μουρ(Από forum)

βλ. και τσ-ξςςςς!..., πς / πςςς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα που εμμέσως πλην σαφώς παραπέμπει σε μαλάκα! / μαλάκω!

Το εκστομίζεις όποτε βρεθείς αντιμέτωπος με κάποιο γελοίο υποκείμενο που προβαίνει σε θρασύτατη μαλακία ή πουστιά, όπως π.χ. να σφηνωθεί πρώτος στην ουρά κάποιοας δημόσιας υπηρεσίας, να παρκάρει την Cayenne του μπροστά από ράμπα αναπήρων, κοκ. Ενός κραξίματος μύρια έπονται, αλλά το αυτί του ωραίου σπάνια ιδρώνει: άμα ο άλλος είναι μαλάκας, είναι μαλάκας...

- Λάουρα έμαθες τι έκανε ο Βαγγέλας; Πήγε και κάρφωσε το Pierre στην αστυνομία, και τον απελάσουν ήδη στην Cote d’Ivoire!
- Ωραίος ο παίκτης, Λίλιαν! Ήθελε τον Πέρι όλο για τον εαυτό του η παλιο-λινάτσα !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για αμερικάνικη και 100% σλανγκ προσφώνηση και μάλιστα πολύ παλαιότερη απ’ ό,τι πιστεύει ο κόσμος. Λόγω της εκτεταμένης χρήσης της σε ταινίες και σειρές με χαρακτήρες από τη δυτική ακτή των ΗΠΑ (και ειδικά την Καλιφόρνια), η λέξη Dude έχει συνδεθεί με το λεγόμενο surf culture και γενικά το χαλαρό lifestyle. Η αντίληψη αυτή είναι εξελικτικά ορθή όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Η λέξη dude, αναφέρεται κυρίως σε κάποιον φίλο ή σύντροφο, κάτι αντίστοιχο του μαν. Παρόλο που αρχικά και γενικά παραπέμπει σε άντρα, η χρήση της λέξης περιλαμβάνει πλέον και τα δύο φύλα, αν και εναλλακτικά χρησιμοποιείται το Dudette για τις γυναίκες.

Η έκφραση έχει πλέον παγκοσμιοποιηθεί, αλλά σε αντίθεση με λέξεις νεότερης κοπής (μπρο, γιο), ανήκει στην κατηγορία ξένων εκφράσεων με σχετική ιστορικότητα ή/και με ρίζες σε πιο εκλεπτυσμένες κοινωνικές συνθήκες, όπως: cool, groovy, chill, funky.

Ενδεικτικά, παρατίθεται η ακόλουθη πρόταση από το βιβλίο του Mark Twain A Connecticut Yankee in King Arthur's Court (1889): «The remnant of it was restricted to the dudes and dudesses.» Ως εκ τούτου, το λήμμα δεν κατατάσσεται αυθωρεί στις αμερικλανιές.

Ιστορία
Η λέξη Dude θεωρείται Αμερικανισμός με ρίζες στον 19ο αιώνα (1876), χωρίς να υπάρχει σαφής προέλευση. Η αρχική χρήση έγινε από Γερμανούς αποίκους της παλιάς δύσης για να περιγράψει συνεσταλμένους και πλούσιους άνδρες, οι οποίοι μετείχαν στην προς δυσμάς επέκταση των ΗΠΑ. Από αυτή την βάση, προκύπτουν και οι άλλες χρήσεις / ορισμοί της λέξης εκείνη την εποχή:
- Άντρας από τις Ανατολικές ΗΠΑ που κάνει διακοπές σε ράντσο
- Αστός ανεξοικείωτος στην ζωή εκτός μεγάλης πόλης
- Καλοντυμένος / φροντισμένος άντρας

Για κάποιο διάστημα, η λέξη είχε προσβλητικό χαρακτήρα, καθώς αναφερόταν σε έναν άνδρα υπερβολικά εκλεκτικό και απαιτητικό στα ρούχα, τον λόγο και τη συμπεριφορά του –ένας υπερβολικός δανδής. Κορυφαίος όλων στην κατηγορία αυτή, ο Evander Berry Wall (1861-1940), στον οποίο το 1880, απονεμήθηκε ο τίτλος King of the Dudes από την εφημερίδα New York American.

Η λέξη «dude» πρωτοεμφανίστηκε στον γραπτό λόγο το 1876 (Putnam's Magazine).

Προφορά και Χρήση
Η λέξη χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό ή επιφώνημα. Στην πρώτη περίπτωση, η χρήση γίνεται αυτόνομα ή συνδυαστικά:
- He’s a strange dude
- Surfer dude
- What a funny dude

Ως επιφώνημα, ο τόνος και η διακύμανση που θα χρησιμοποιηθούν, μεταδίδουν και το νόημα του αντίστοιχου συναισθήματος όπως:
- Dude! (κοφτό για έκπληξη ή εκνευρισμό)
- Duude; (λίγο τραβηγμένο για απορία)
- Duuuude (μακρόσυρτο για θαυμασμό)

Τέλος, η λέξη μπορεί να προστεθεί σχεδόν σε οποιαδήποτε πρόταση και να μεταφέρει το ανάλογο συναίσθημα: We’ve gotta run dude!

Έχοντας ξεφύγει από την αρχική αρνητική της ετυμολογία, η χρήση της λέξης είναι πλέον ευρεία και σε πολλές περιπτώσεις έχει εξελιχθεί σε προσφώνηση σεβασμού καθώς εξισώνεται με το cool.

Διάσημοι Dudes και Dudettes
Όπως είναι λογικό, υπάρχουν αρκετοί διάσημοι Dudes, ωστόσο αυτοί με την μεγαλύτερη παγκόσμια απήχηση, είναι χαρακτήρες ταινιών. Το περίεργο στην περίπτωση των περισσότερων από αυτούς, είναι ότι εκτός του χαρακτήρα και ο ηθοποιός μπορεί να χαρακτηριστεί ως Dude (με κεφαλαίο!).

Jeffrey “The Dude” Lebowski – Jeff Bridges
Αδιαφιλονίκητος αυτοκράτορας των Dudes είναι φυσικά ο Jeff Bridges στην εκπληκτική ταινία των αδελφών Coen The Big Lebowski. Ο χαρακτήρας του, εκτός από το ίδιο του το όνομα (The Dude), αποτελεί την πεμπτουσία του λήμματος, τουλάχιστον όπως αυτή αναφέρεται στην εισαγωγική παράγραφο του ορισμού. Ο χαρακτήρας και το παρατσούκλι, βασίζονται σε ένα υπαρκτό πρόσωπο, τον Jeff Dowd, ο οποίος ενέπνευσε τους Coen. Ο Dowd ήταν μέλος των Seattle Seven, πίνει White Russians, και είναι γνωστός ως The Dude.

The Dude: “Look, let me explain something to you. I'm not Mr. Lebowski. You're Mr. Lebowski. I'm the Dude. So that's what you call me. That, or His Dudeness... Duder... or El Duderino, if, you know, you're not into the whole brevity thing.” (βλ. μήδι 1).

Hugo “Hurley” Reyes – Jorge Garcia
Ξεφεύγοντας από το σωματικό στερεότυπο, ο XL χαρακτήρας του Hurley στην επιτυχημένη σειρά Lost μπορεί να θεωρηθεί ως κλασσικός Dude. Μεγαλωμένος σε έναν από τους παραδείσους των surf dudes (Santa Monica), μέχρι το τελευταίο επεισόδιο του 5ου κύκλου, ο Hurley έχει χρησιμοποιήσει τη λέξη «dude» 268 φορές, δηλαδή με έναν μέσο όρο 3.0 DPE (Dudes per Episode!) - βλ. μήδια 2 και 3.

Ferris Bueller – Matthew Broderick
Στην κωμωδία Ferris Bueller's Day Off (1986) του (πρόσφατα χαμένου) John Hughes, ο ομώνυμος χαρακτήρας είναι ο κορυφαίος έφηβος dude της αστικής Αμερικής. Ο Matthew Broderick έχει επίσης πρωταγωνιστήσει στο Addicted to Love (1997) με την Meg Ryan, η οποία σε αυτή την ταινία αλλά και γενικώς, είναι χαλαρά από τις κορυφαίες Dudettes.

Grace: «Oh, he's very popular, Ed. The sportos, the motorheads, geeks, sluts, bloods, wasteoids, dweebies, dickheads — they all adore him. They all think he's a righteous dude

Thelma - Geena Davis & Louise – Susan Sarandon
Πώς γίνεται μια γκαρσόνα και μια νοικοκυρά να είναι dudes; Στο Thelma & Louise (1991) του Ridley Scott, οι δύο γυναίκες αποδεικνύουν πως όχι μόνο είναι dudes, αλλά πρωταγωνιστούν και σε ένα από τα καλύτερα road movies που έχουν γυριστεί ποτέ. Χωρίς αμφιβολία, Dudes και στην πραγματική τους ζωή.

Mia Wallace - Uma Thurman
Ίσως η πιο καλή και σίγουρα η πιο cool Dudette που έχει περάσει ποτέ από το σελιλόιντ. Χωρίς τη σκληρότητα της Kiddo (Kill Bill - 2003), και την παραξενιά της Sissy Hankshaw (Even cowgirls get the blues - 1994), η Mia του Pulp Fiction (1994), αλλά και η Uma Thurman γενικώς, ενσαρκώνει την απόλυτη Cool Dudette.

Tyler - Lori Petty
Σε ένα από τα καλύτερα σύγχρονα surf movies (Point Break – 1999), η Lori Petty στέκεται ισάξια πάνω στο σανίδι και ανάμεσα στους Αρχι-Dudes Patrick Swayze και (ολίγον χαζοβιόλη) Keanu Reeves.

Ως ανωτέρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα θαυμασμού για μεγάλα, εντυπωσιακά και χυτά βυζιά.

- Κοίτα τις βυζάρες της νάρας απέναντι!
- Όμιτζι, Βύζους Κράιστ!

(από electron, 08/01/10)(από patsis, 18/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξέλιξη της έκφρασης είσαι ωραίος η οποία είναι
είσαι κατα στάδιο η εξής:

ωραιος -> σ'ωραίος-> σωραίος -> ναζωραίος -> ζαγοραίος-> ζαγοράκης

Σημειώνεται δε ότι από έγκριτους γλωσσολόγους θεωρείται αναμενόμη εξέλιξη του όρου καθώς ο πρώην αρχηγός της Εθνικής Ελλάδος και νυν πρόεδρος της ΠΑΕ ΠΑΟΚ Θοδωρής Ζαγοράκης είναι ο πιο άντρας, πιο γόης, πιο σκληρός, πιο μοβόρικος και με την καλύτερη χαίτη από όλους (με την εξαίρεση ίσως του επιθετικού της Bayer Leverkusen και συνέλληνα Θεοφάνη Γκέκα) και ωσεκτουτού θεωρείται από τους ειδικούς φυσιογνωμιστές όπως ο Evan Georgoulakis η προσωποποίηση της έκφρασης «είσαι ωραίος».

– Που λες Μάκη... Ψε η καλύτερη μερά... Πήγα είδα ΠΑΟΚ, νικήσαμε, τσάκισα δυο κυπριακές με γύρο στο Μάκης Γκριλ μετά και στο καπάκι τακτοποίησα και την Ρίτσα να μην γκρινιάζει...
– Με τις Κυπριακές στο στομάχι ρε Θηρίο;
– Ε, τι σε λέω...
– Ψψψψ, Ζαγοράκης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα-χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούν (κυρίως) τα κορίτσια σχετικά με την αγκαλίτσα, με το αίσθημα, ή για να αναφερθούν σε κάτι χαριτωμένο, ζουμπουρλούδικο, φλάφικο και ομορφούλι.

- Σού 'δειξε η Τίτα φωτό από το ανιψάκι της;;
- Ναι! Είναι πολύ γούτσου! Άχου το μωλέ!!

(από Khan, 23/07/09)(από vikar, 29/05/12)

Δες και γουτσισμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικό επιφώνημα τρέντι αφύπνισης προς κάποιον που βρίσκεται εκτός πραγματικότητας.

Νεοεισαχθείσα αμερικλανιά εκ του «hellooo!», που χρησιμοποιείται με το ίδιο πνεύμα.

Βλ. επίσης: Χελώνα, κούκου!, ξεκόλλα!, πάρε το μηδέν!, εκτροπή του a-hellow, πας καλά;

- Έκπληκτος αρχιδιευθυντής ζήτησε επιβεβαίωση ότι άκουσε καλά όταν τα χείλη μου σχημάτησαν τις λέξεις «βρε δημήτρη μου, αυτή η διαδικασία υπάρχει από τότε που βγήκαν οι λάσπες» - «οι ποιες;» - «οι λάσπες. Άντε από τότε που βγήκε το νερό και το χώμα, από τότε που άρχισε η γη να γυρίζει; χελόου
(Μες, εδώ)

- χαλοου ειμαι τριχοφοβικη
(Μαριαχόμορφη, εδώ)

- χελοου = hellooo = αμερικανικη βλακεια απο τα 16χρονα brats...μην το λετε ρε παιδια ελεος...gayiko ειναι..
(εδώ)

(από Khan, 03/12/09)(από Khan, 03/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από το γνωστό επιφώνημα χαράς και πανηγυρισμού, είναι και το χαζοχαρούμενο άτομο, που χοροπηδάει με το κάθε τι, λες και η ζωή είναι κάτι το μόνο ευχάριστο.

Λέγεται και για καταστάσεις που και καλά είναι πολύ ανεβαστικές.

  1. - Γνώρισα χθες ένα παστάκι άλλο πράμα, αλλά πολύ γιούπι ρε φίλε, ό,τι και να της λέω γελάει, ξεκαρδίζεται, πηδάει στην αγκαλιά μου, ακόμα κι όταν είμαι σοβαρός θέλει λέει να με κάνει να διασκεδάζω.
    - Εεμ, πού έμπλεξε το κορίτσι με έναν ξινίχλα σαν και σένα...

  2. - Έεεεεεεεελα, πάμε στο πάρτυυυυυυυυυ!
    - Δεν πάω εγώ σε τέτοιες γιούπι φάσεις, ξέχασέ το.

Λ.χ. από Κηλαηδόνη (δεν βρήκα κάτι άλλο) (από Khan, 06/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified