Το χασίς καθώς και η ανάλογη φυτεία. Συνθηματικός όρος που χρησιμοποιείται στην Κρήτη για τις χασισοκαλλιέργειες. Η λέξη παίζει και με το πράσινο μίας έτσι κι αλλιώς κατάφυτης περιοχής.
- Ωραίο χωριό το (Χ)...
- Ναι, έχει πολύ πράσινο...
Το χασίς καθώς και η ανάλογη φυτεία. Συνθηματικός όρος που χρησιμοποιείται στην Κρήτη για τις χασισοκαλλιέργειες. Η λέξη παίζει και με το πράσινο μίας έτσι κι αλλιώς κατάφυτης περιοχής.
- Ωραίο χωριό το (Χ)...
- Ναι, έχει πολύ πράσινο...
Got a better definition? Add it!
Παλιά έκφραση των πρεζάκηδων για το σουτάρισμα ηρωίνης, δηλαδή, τη λήψη ηρωίνης με σύριγγα, ενδοφλεβίως ή (κατ' ανάγκην) ενδομυϊκώς.
Την τοξοβολία αρχίζουν οι (φτωχοί) πρεζάκηδες, συνήθως όταν έχουν πλέον για τα καλά εθιστεί και στερέψουν από λεφτά, οπότε η λήψη με κάπνισμα / γιουφ, κατάποση ή η εισπνοή δόση, είναι πλέον πολύ ακριβό σπορ, δεδομένου ότι μ' αυτούς τους τρόπους, ο οργανισμός τους προσλαμβάνει μικρότερο ποσοστό της ουσίας της ηρωίνης, απ' ότι με την ένεση / τόξο / γκανάκι (εκ του αγγλικού gun), η οποία κεντράρει όλη την ουσία στο σύστημα.
Την τοξοβολία συνήθως ξεκινά κανείς, βοηθούμενος από άλλον εμπειρότερο πρεζάκια, τον οποίον εμπιστεύεται, διότι φοβάται την όλη φάση. Είναι δηλαδή μια διαδικασία μύησης, εξ ου και η δυσαναλογία δυσκολίας στη συναισθηματική έναντι στη σωματική απεξάρτηση του πρεζάκια.
Βέβαια, υπάρχουνε κι αυτοί που ξεκινούν αμέσως ή πρόωρα την τοξοβολία από μαλακία. Η ποικιλία δεν βλάπτει.
Η τοξοβολία είναι συνήθως το τελευταίο στάδιο του πρεζάκια. Την ακολουθούν η κατάντια, το έγκλημα, η φυλακή, το HIV, η ηπατίτιδα και λοιπές ασθένειες και εν τέλει ο θάνατος (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, που ούτως ή άλλως αν και απεξαρτημένοι, η ουσία έχει προκαλέσει στον εγκέφαλο ανήκεστη βλάβη και είναι σα ζόμπι).
Χαρακτηριστικό ρεμπέτικο :
[i]«... Απ' τη μυτιά που τράβαγα,
άρχισα και βελόνι
και το κορμί μου άρχισε
σιγά-σιγά να λιώνει ... »
(Ανέστος Δελιάς : «Ο πόνος του πρεζάκια»)[/i]
Σ.Σ. Ο Ανέστος Δελιάς ή «Μαύρη Γάτα» ή «Αρτέμης», της ξακουστής τετράδος του Πειραιώς (Μάρκος, Μπάτης, Αρτέμης & Στράτος), πρεζάκιας κι ο ίδιος, περιγράφει την κατάσταση με το νι και με το σίγμα. Πέθανε στο τρελλάδικο το '44, γιατί τότε τους πρεζάκηδες, δεν ξέρανε τί να τους κάνουνε.
Την είδες τη Σωτηρία, πώς έχει καταντήσει ; Πετσί και κόκκαλο. Το' χει ρίξει στην τοξοβολία και ρουχλιάζει μ' εναν άλλο πεθαμένο απ' τη γειτονιά, κάτω στα τραίνα ...
Got a better definition? Add it!
Υπερπολύχρηστη λέξη, με σημασία κατά κανόνα θετική. Γιατρός είναι γενικά κάποιος με ειδικές ικανότητες και ταλέντα, που ξεπερνούν αυτά του μέσου όρου. Δίνει τη λύση σε δύσκολες καταστάσεις κι ότι αναλαμβάνει το φέρνει συνήθως εις πέρας με αξιοσημείωτη επιτυχία.
Όλοι βέβαια γνωρίζουμε την all time classic, χιλιοτραγουδισμένη προσφώνηση γιατρέ μου, την οποία περιοριζόμεθα να μνημονεύσουμε ενθάδε μετά τιμής. Γειά σου ρε γιατρέ, όπως λέμε γεια σου ρε καλλιτέχνη, γεια σου ρε ψηλέ, γεια σου ρε όμορφε, γεια σου ρε μάνατζερ, γεια σου ρε αρχηγέ κ.ο.κ.
Οι γιατροί (η λέξη τίθεται είτε εντός είτε εκτός εισαγωγικών), όπως έχουμε πει και αλλού, δε δουλεύουν για την ψυχή της μάνας τους. Προσφυγή στας υπηρεσίας τους θα σας κοστίσει κάτι παραπάνω, τις πιο πολλές φορές όμως αξίζει τον κόπο.
Ειδικότερα:
Όχι βέβαια. Το κόλπο - ένα από τα πολλά - έχει συνήθως ως εξής: Κλέβεις ένα μηχανάκι, π.χ. ένα Yamaha TDM 900, το οποίο όμως σου είναι κατ' ουσίαν άχρηστο, διότι αν σε σταματήσουν οι μπάτσοι και δεν έχεις τα χαρτιά του, την πούτσισες. Αυτό που έχεις να κάνεις είναι να πας να αγοράσεις το ίδιο ακριβώς μοντέλο από κάποιον που το είχε και το τράκαρε. Εννοείται το παίρνεις κοψοχρονιά, εφόσον το μηχανάκι έχει γίνει βίδες, καφενείο, κωλοτρυπίδες. Αφού γίνεις πια ο νόμιμος κάτοχός του, πηγαίνεις και «βαράς» τα νούμερά του στο κλεμμένο, κι ούτε γάτα ούτε ζημιά.
Για τους τοξικομανείς, γιατρός είναι ο drugdealer, o πρεζέμπορας, ο τροφοδότης που μοιράζει το φάρμακο για να γίνουν καλά τα αρρωστάκια. Στο εξωτερικό, όπου τα πράγματα είναι γενικώς πιο επαγγελματικά και δουλεύουν πιο ρολόι σε σχέση με την Ψωροκώσταινα, κάθε ντήλερ που σέβεται τον εαυτό του και το θεάρεστο λειτούργημά του, φέρει τον βαρυσήμαντο τίτλο του δόκτορος («doctor») και διαφημίζεται με γκράφιτι από σπρέι στους τοίχους. Αυτό πάει να πει κυριαρχία της αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού, αν δεν διαφημίζεσαι απλά δεν υφίστασαι.
Για τους φανατικούς των Moto GP (αγώνες μοτοσυκλετών δια τους αδαείς), γιατρός είναι ο ένας και μοναδικός Valentino Rossi, ζωντανός θρύλος του μηχανοκίνητου αθλητισμού, πολυνίκης και πρωταθλητής επί σειρά ετών.
- Φίλε όλα οκ με το σκηνικό, το βάλαμε στο χέρι το μηχανάκι.
- Ωραίος. Πού το 'χεις τώρα, στο γκαράζ του Κατσαρίδα, όπως πάντα;
- Ε ναι ρε, που αλλού θα το χώναμε. Εσύ τελείωσες με τις άδειες και τη μεταβίβαση;
- Όλα κομπλίτα σου λέω, τον έψησα κιόλας τον τυπά και μας έκοψε άλλο ένα τρακοσάρι. Άμπαλος απ' τους λίγους, που να 'ξερε κιόλας... Έχει μείνει με την εντύπωση πως θα το φτιάξω το ερείπιο του και θα το κυκλοφορώ..
- Τέλεια. Ρίξε τώρα τηλεφωνάκι στο γιατρό, θέλω ως αύριο βράδι να τελειώνουμε μ' αυτή την ιστορία.
- Μια κουβέντα είπες τώρα. Με τη δουλειά που έχει πέσει τελευταία, τον βλέπω σε κανά διβδόμαδο το λιγότερο να 'ρχεται.
(πρεζάκιας-ζήτουλας έχει βγει στη γύρα)
- Ρε φιλαράκι μήπως έχεις ένα ευρώ να πάρω ένα σουβλάκι να φάω;
- Άει πάενε ρε ξέφτιλε που θες και λεφτά.. Να πα να δουλέψεις ρε κοπρόσκυλο, τ' άκουσες;
- Φιλαράκι ο Αργύρης δεν είσαι; Ο Στάμος από το γυμνάσιο είμαι ρε, με θυμάσαι;
- Πω......... Ρε Στάμο, πως κατάντησες έτσι αγορίνα μου;
- Έτσι μας τα 'φερε η πουτάνα η ζωή ρε Αργύρη, είναι κι εξαφανισμένος ο γιατρός μου εδώ και καμιά δεκαριά μέρες κι είμαι να πεθάνω ρε Αργύρη... Μείνε μακριά απ' τον πρεζάκια Αργύρη, είναι καταραμένος σου λέω..
Got a better definition? Add it!
Τα σύνεργα του πρεζάκια, τα συμπράγκαλά του, που δεν κάνει βήμα σημειωτόν χωρίς αυτά.
Σε μια πλήρη μορφή, η έκφραση είναι ασφαλώς τα σέα μου και τα μέα μου, αλλά για τους πρεζάκηδες τέτοιου είδους ακριβολογίες είναι περιττές πολυτέλειες, χαμένος χρόνος. Στα νταραβέρια των πλατειών και των πεζοδρομίων, όσο λιγότερο μιλάς, τόσο το καλύτερο, ενώ κανείς δεν έχει όρεξη να ακούσει την ιστορία της ζωής του αλλουνού.
Παρεμπίπταμπλυ, το σέο της ινσουλίνης χρησιμοποιείται κι απ' τους μπίλντερς για την υποδόρια χορήγηση g.h.
Oι ευρωπαίοι πρεζάκηδες προτιμούν τις Ersta, θρυλική μάρκα σύριγγας με τέλεια ποιότητα βελόνας. Πριν κάποια χρονάκια, όταν γενικά οι κώλοι ήταν πιο σφιχτοί, τα φαρμακεία δεν έδιναν εύκολα σύριγγες, ενώ ένα χρησιμοποιημένο σέο αρκούσε για να βρεθείς στον καθαρό αέρα της εξοχής του Κορυδαλλού. Σήμερα τα πράματα έχουν λασκάρει τελείως, με τους 13χρονους και 14χρονους πρεζάκηδες να αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο. Έτσι είναι όταν η φτήνια τρώει τον παρά...
Το κουτάλι. Πάνω εκεί αναμειγνύεται η πρέζα με λεμόνι ή ξινό, και λιώνει με τη θερμότητα του αναπτήρα. Το μείγμα χώνεται βιαστικά στο σέο, συνήθως αφού περάσει μέσα από βαμβάκι, το οποίο λειτουργεί ως φίλτρο για τυχόν βρωμιές. Όλα πρέπει να γίνουν στο πιτς-φιτίλι, για να μη σου παγώσει το μείγμα μέσα στη σύριγγα και χρειαστεί να το αδειάσεις στο κουτάλι και να επαναλάβεις όλη τη διαδικασία. Πήζουν συνήθως οι μουφάτζικες πρέζες, κινέζικες ή συνθετικές.
Όξινο διάλυμα (λεμόνι ή ξινό). Μόνο οι καθαρές πρέζες (άντε τρέχα γύρευε να τις βρεις) διαλύονται σε ρευστή καραμέλα χωρίς την προσθήκη οξέων. Οι σκουρόχρωμες νοθευμένες πρέζες, οι «κομμένες», αναμειγνύονται πάνω στο κουτάλι ή στο αλουμινόχαρτο με λεμόνι για να λιώσουν. Για ακόμη πιο καφετιάρικες και ακατέργαστες σκόνες, το λεμόνι δεν αρκεί και επιστρατεύεται το ξινό, που πουλιέται σε μπακάλικα και σουπερμάρκετ. Είναι επώδυνο, «καίει» τις φλέβες και καταστρέφει και τα δόντια.
αατά.
Το σέο κανονικά είναι για μια και μόνη χρήση, επειδή όμως τα γαμημένα αντέχουν, οι πρεζάκηδες τσούλαγαν παλιότερα 5-10 νοματαίοι το ίδιο βελόνι. Κονόμαγαν ηπατίτιδες και aids, μέχρι που κάπως κατάλαβαν τη μαλακία τους και περιορίστηκε το φαινόμενο της πολλαπλής χρήσης του σέο.
Got a better definition? Add it!
Το κυνήγι του δράκου είναι μέθοδος καπνίσματος του οπίου, ναρκωτικού πανάρχαιου, που καλλιεργείται σε τεράστιες εκτάσεις σε όλη την Ασία και αποτελεί την πρώτη ύλη για την παραγωγή μορφίνης, ηρωίνης κ.α. ισχυρών οπιούχων. Στις κουλτούρες της Άπω Ανατολής, το όπιο είναι γνωστό ως δράκος. Από εκεί η έκφραση πέρασε στα αγγλικά (chase the dragon), διεθνοποιήθηκε και έφθασε και εις τα ημέτερα.
Βέβαια, το κάπνισμα του οπίου είναι ολίγον τι παλιομοδίτικη συνήθεια, έτσι η έκφραση έχει καταλήξει να αναφέρεται κατά κανόνα στο κάπνισμα της ηρωίνης, της πρέζας, αλλά και του φοβερού κρακ.
Το κάπνισμα αποτελεί εναλλακτική λύση σε περιπτώσεις όπου η ενδοφλέβια ένεση («σουτάρισμα», «βάρεμα») είναι αδύνατη, είτε επειδή όλες οι φλέβες έχουν καεί, είτε γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν σέα (σύριγγες).
Περιγραφή. Η άσπρη σκόνη (που, παρεμπίπταμπλυ, απ' τις νοθεύσεις μόνο άσπρη δεν είναι), θερμαίνεται πάνω σε κάποιο είδος μετάλλου, συνήθως φύλλο από αλουμινόχαρτο. Απ' τη ζέστα λιώνει, και μετατρέπεται σε ρευστή καραμέλα, που κυλάει σαν μικρό ποτάμι ανάμεσα από τις «ρυτίδες» του αλουμινόχαρτου. Από την αχνιστή καραμέλα αναδύεται μια φίνα γραμμή καπνού, η οποία και πρέπει να κυνηγηθεί από το χρήστη, να γίνει δλδ εισπνοή της. Το κυνήγι γίνεται με τη βοήθεια μικρού σωλήνα/φυσούνας (συνήθως καλαμάκι, βλ. εικόνα 1). Οι σπείρες που σχηματίζει ο καπνός θυμίζουν ακριβώς τους φαντεζί κινέζικους δράκους με τις εντυπωσιακές ουρές (βλ. εικόνες 2-4).
Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί μια ενδιαφέρουσα σημασιολογική διεύρυνση του όρου κυνήγι του δράκου, ο οποίος καλύπτει πλέον και την πρακτική του σνιφαρίσματος γραμμών κόκας με το κλάσικ τυλιγμένο χαρτονόμισμα ή με κάποιο άλλου είδους γιούφι (καλαμάκι). Το χρησιμοποιούν οι γνωστοί νεοπλουτιζέ χαΐστες, που αφενός κράζουν τους πρεζάκηδες για το χάλι και για τη φτώχεια τους, αφεδύο γουστάρουν να ξεσηκώνουν τα συνθηματικά τους. Έτσι είν' αυτοί οι χλιδάμπουρες, τα θέλουν μονά ζυγά δικά τους, και την αλητεία και το πλατινένιο ρουθούνι.
- Καρντάσι ξεμείναμε από σέα, ούτε για δείγμα σε λέω.
- Νομίζω έχει ο γέρος μου στο συρτάρι του κάτι σύριγγες της ινσουλίνης, για να πα να δω..
- Άστο, γάμα το. Ετοιμάσου να κυνηγήσουμε το δράκο.
- Ρε φίλε εσύ το 'ξερες ότι σε πολλές χώρες στην Ασία, κάποιοι φουμάρουν όπιο κι έτσι κάθε μέρα;
- Καλά ρε μαλάκα που ζεις, μάθε λίγο ιστορία, άνοιξε κάνα βιβλίο να ξεστραβωθείς.. Νομίζεις ότι θα 'χαν γίνει ποτέ όλα αυτά τα Σινικά Τείχη και τα παλάτια και οι σιδερόδρομοι και δε συμμαζεύεται, αν ο κινεζάκος ο εργάτης δεν είχε τη μαστούρα του, να ξεφεύγει λίγο απ' τη μαυρίλα της δουλειάς; Πολιτισμός και κυνήγι του δράκου πάνε πακέτο αγόρι μου, μην ακούς τι λένε οι γραβατάκηδες..
Got a better definition? Add it!
Απαντάται και ως βράχια, βράχοι. Αγγλιστί rocks. Μορφή ηρωίνης ή κοκαΐνης. Είναι κομμάτια ακανόνιστου σχήματος, που παρασκευάζονται με τη διαδικασία της συμπίεσης / πρεσαρίσματος / πατικώματος της σκόνης.
Εγχωρίως, τα βραχάκια είναι σχεδόν πλήρως ταυτισμένα με την κόκα. Όπως συνήθως συμβαίνει με τη σλανγκ των τοξικομανών, η λέξη δεν περιγράφει απλά τη μορφή του σταφ, αλλά διατηρεί και συνθηματική, ξεκαρφωτική αξία.
Τα βραχάκια παίζουν σε διάφορα μεγέθη. Από λίγα μιλιγκράμ έως κάποια γραμμάρια. Στην τελευταία περίπτωση δεν κάνουμε λόγο πλέον για βραχάκια, αλλά τουλάχιστον για βράχους. Σε ακόμη πιο χοντρές περιπτώσεις, μιλάμε για βουνά ή και παγόβουνα (που είναι και άσπρα).
Τα πιο γνωστά βραχάκια είναι τα κινέζικα, τα οποία παρασκευάζονται σε ευρωπαϊκά εργαστήρια, με βάση που έρχεται από Κίνα και Ινδονησία. Με τον όρο βάση αναφερόμαστε στο προτελευταίο στάδιο επεξεργασίας για τις σκόνες, τη συμπυκνωμένη πρώτη ύλη που σπανίως σκάει στη λιανική. Σε γενικές γραμμές η παρασκευή έχει ως εξής: σπάμε τη συμπυκνωμένη βάση με σφυρί και εν συνεχεία αναμειγνύεται με παρακεταμόλη (depon, panadol etc) και άλλες ουσίες. Το μείγμα μπαίνει στο μίξερ, μετά προστίθεται ασετόν (ξεβαφτικό για τα νύχια, παραισθησιογόνο ελαφράς μορφής) και ακολουθεί η συμπίεση σε ειδικό καλούπι. Η καθαρότητα των βράχων που προκύπτουν, κυμαίνεται γύρω στο 40-50%. Βράχια τέτοιας καθαρότητας δεν διακινούνται στις πιάτσες, όπου θα αρκεστείς σε καθαρότητα της τάξης του 20%.
Τώρα τελευταία έχουν στηθεί και εντός των συνόρων εργαστήρια κατεργασίας ναρκωτικών, καθώς οι ντήλερς φαίνεται πως σταδιακά εγκαταλείπουν την παραδοσιακή εισαγωγή έτοιμου τελικού προϊόντος από το εξωτερικό, και στρέφονται στην υποστήριξη των εγχώριων παραγωγικών δυνάμεων...
- Και τι έκανε νομίζεις ο Λαζόπουλος στο κότερο του Λυμπέρη; Κρατούσε τσίλιες; Βραχάκια κατάπινε. Κοκάκιας, κωλογλείφτης των εφοπλιστών, ένα αρχίδι με προτίμηση στα κρεάτινα τσιγάρα, νομίζει πως έχει το ηθικό ανάστημα να κρίνει τους πάντες και τα πάντα. Ρε ουστ!
(Εμπνευσμένο από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Ο πρεζάκιας που, υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, η φωνή του αλλοιώνεται και ακούγεται πιο ... «ζουζουνίστικη». Ίσως και κάποιες από τις κινήσεις του να προκάλεσαν αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Θα το ακούσετε και ως ζούζουνας.
Τι πας να κάνεις τέτοια ώρα στην πλατεία ρε; Τώρα μόνο ζούζουνες θα είναι.
Got a better definition? Add it!
Για τους πάσης φύσεως υποχθόνιους, η Δίωξη Ναρκωτικών (για τους φίλους, απλά «δίωξη»). Διδάκτορες της ρουφιανιάς, οι ναρκόμπατσοι δεν είναι και τίποτα τζιμάνια (όπως άλλωστε και τα περισσότερα στρουμφάκια). Αν ξαφνικά ανοίξει ο ουρανός και χιονίσει ναρκόμπατσους, το ψάρωμα αντενδείκνυται. Όλο και κάποιος τρόπος θα βρεθεί να τη σκαπουλάρεις, αν βέβαια δεν κοιμάσαι όρθιος. Φουντάρισμα και ξεφόρτωμα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε περίπτωση μπαστ...
Η νάρκα ποντάρει κυρίως στην τσαπατσουλιά και την αποθράσυνση των νταραβεριτζήδων. Η νάρκα φυσικά κυνηγά τους φτωχομπινέδες, όχι τα μεγάλα κεφάλια. Η νάρκα είναι οργανικό μέρος του συστήματος εξουσίας που συντηρεί την απαγόρευση των ναρκωτικών. Απ' την κάθε σύλληψη όλοι κονομάνε: μπάτσοι, δικηγόροι, δικαστέοι, φυλακές, δημοσιογράφοι, ταξιτζήδες και πάει λέγοντας...
- Τι έγινε με το θεματάκι που λέγαμε; Θα βρούμε καμιά άκρη να την κάνουμε λαχείο;
- Φιλαράκι, τι να σου πω, ο δικός μου έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης τελευταία.
- Κατάλαβα, θα έσπρωξε τίποτα πακέτα και κρύβεται μην αρπάξει καμιά ξώφαλτση... Θα πάρω το Μπάμπη τον κατσαρίδα να δω αν μου 'χει κάτι.
- Ρε συ, δεν ξέρω... Πρόσεχέ τον αυτόν. Έχει βγει βρώμα ότι είναι ρουφιάνος της νάρκας.
- Όχι ρε, καθαρός είναι, τον ξέρω απ' το σχολείο...
- Εγώ μαλάκα μια φορά στο είπα.
Got a better definition? Add it!
Πέραν του Σαλονικιώτικου σαλαμακίου, δέον να καταγραφούν και δύο πιο διαδεδομένες χρήσεις του λήμματος σκονάκι:
Εκ των σκόνη < κόνις.
... «Ααααα.. Ααααα... Ψουυυυυ!» . Τώρα που έχουμε χειμώνα για τα αλά, κρύα. ιώσεις, κρυώματα, αλλεργίες. «Πάρε zewasoft», όπως λέει η διαφήμιση για τα χαρτομάντιλα. Κι αυτή είναι η λέξη κλειδί! Ένα χαρτομάντιλο με χημεία, παρακαλώ. Προσέξτε μονάχα, μήπως τυχαία το χρησιμοποιήσετε!
(από το www.skonaki.com)
... δεν είναι η “υπερβολική” δόση που σκοτώνει. Είναι η “καθαρή δόση” που σκοτώνει. Κι η μεγάλη παραγωγή πρέζας στον πλανήτη οδηγεί σε όλο και μεγαλύτερης καθαρότητας σκονάκια. Η καθαρή πρέζα είναι αυτή που σκοτώνει, όχι η “κομμένη”. Κι η παραγωγή πρέζας στον πλανήτη ολοένα και μεγαλώνει. Κι οι τιμές ολοένα και πέφτουν. Κι η καθαρότητα της ηρωίνης ολοένα και αυξάνεται. Κι όλα αυτά σκοτώνουν.
(από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Ξεκίνησε ως συνθηματικό τοξικομανών και στην πορεία διαδόθηκε ευρύτερα. Όρος-ομπρέλα, που κανονικά περιλαμβάνει όλα τα εργαστηριακώς παρασκευασμένα ναρκωτικά, όσα δηλαδή έχουν υποστεί χημική επεξεργασία. Στην πράξη όμως αναφέρεται σχεδόν πάντα στα κάθε είδους χάπια (καργιόλια, τρελόχαπα, βαρβιτουρικά, υπνοστεντόν, παραισθησιογόνα κλπ κλπ). Η πρέζα και το κοκορέτσι, αν και έχουν υποστεί χημική επεξεργασία, σπανίως χαρακτηρίζονται ως χημεία (ίσως γιατί διατίθενται τόσες και τόσες άλλες απίθανες σλανγκιάρικες ονομασίες για τη χάρη τους).
Υπάρχει ωστόσο άλλος σοβαρότερος λόγος που η ηρώ και το κοκόρι δεν συμπεριλαμβάνονται στη χημεία. Η «χημεία», σε αντίθεση με τα «φυσικά» ντραγκς (χόρτο του θεούλη κ.λπ.), έχει χρεωθεί γενικώς με «καψίματα» και μόνιμες εγκεφαλικές βλάβες. Καψίματα θεωρείται πως προκαλούν κυρίως τα χάπια. Εξ ου και η ταύτιση χαπιών και χημείας. Αντίθετα, οι σκόνες μπορεί να 'χουν χίλιες δυο άλλες παρενέργειες, αλλά αφήνουν ανέγγιχτο το μυαλό - και καλά.
Τον όρο μεταχειρίζονται συχνά οι κλασικοί χασικλήδες (αυτοί δηλαδή που συνειδητά δεν έχουν μπλεχτεί με τα πιο χοντρά) για να διαχωρίσουν τη θέση τους από τους καμένους χαπάκηδες. Μνημειώδης η χασικλίδικης προέλευσης προτροπή: «Φίλε πιες ό,τι άλλο γουστάρεις, μόνο μακριά από χημείες. Θα κάψεις φλάντζα».
Αυτός τώρα ο διαχωρισμός του «χημικού» και του «φυσικού», του «τεχνητά παρασκευασμένου» και του «φυσικά παρασκευασμένου», σηκώνει πολλή συζήτηση. Καταρχήν είναι κι ο ίδιος κατασκευασμένος (constructed). Διότι σε τελική ανάλυση όλα φυσικά είναι. Απ’ την ίδια γη βγήκαν όλα, δεν ήρθαν απ’ το υπερπέραν. Όπως έχει πει κι ο Ουμπέρτο Έκο με το γνωστό χιουμοράκι του, «ποιος μπορεί πλέον να ισχυριστεί ότι η τηλεόραση δεν είναι κάτι φυσικό;» Τα ‘χει πει κι ο Μπωντριγιάρ, και πολιτισμικοί ανθρωπολόγοι και γλωσσολόγοι και θεωρητικοί του πολιτισμού.
Ωστόσο κάποιοι βαθιά νυχτωμένοι τσοπάνηδες εξακολουθούν να τα θεωρούν όλα αυτά ψευτοκουλτουριάρικες μεταμοντερνιές. Είναι αυτοί που ξεχωρίζουν το «αγνό χασίσι» (που πάει πακέτο με χύσι και επιστροφή στη φύση) από τα σκευάσματα των δόλιων πολυεθνικών φαρμακευτικών. Είναι οι ίδιοι που απορρίπτουν τα στεροειδή στον αθλητισμό, κι απ’ την άλλη καταβροχθίζουν τόνους χοληστερίνης, καπνίζουν σαν αράπηδες, ξιδιάζουν σα νεροφίδες, ο κώλος τους έχει βγάλει φύκια απ’ το καθισιό, κι απ’ τη μπάκα δε βλέπουν τον πούτσο τους…
- Ρε φίλε, άκουσα πως ο Μητσάκος έμπλεξε με χημείες και τα ρέστα...
- Αλήθεια είναι. Ο τύπος την έχει κάνει για Κάιρο μεριά...
- Τόσο τσιμπούκι έγινε; Κρίμα ρε πούστη, κι ήτανε ξηγημένο παλικαράκι...
- Κι από ντραγκς τίποτα, μόνο κανά μπαφάκιστο ξεκούδουνο, έτσι για την πλάκα..
- Εκείνο το παρτάλι που τραβιότανε πρέπει να τον έχωσε.
- Ναι την καριόλα γαμώ το σπίτι της... Και του 'χα πει να την προσέχει...
Got a better definition? Add it!