Προέρχεται από τις λέξεις σταφ και «φίλοι». Αναφέρεται στην ομαδική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών, κυρίως χασίς.

Παράγωγα: σταφυλιάζω, σταφύλιασμα, πάτημα σταφυλιών (αναφέρεται στο στρίψιμο τσιγάρου με χασίς)

- Πσιτ,Μάκη, πάμε για... σταφύλι; (κλείσιμο ματιού)
- Έλα ρε φίλεε... Πάτημα σταφυλιών κι έτσι; Το 'ψησα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφενός το μουσικό και μη σουξεδάκι και αφεδύο η τζούρα κανναβινοειδούς ή άλλης ουσίας, κυρίως από μπονγκ ή πίπα.

Εκ του αγγλικανικού hit.

- Παίξτε και κανα χιτάκι. Όλο κάτι b-sides παίζετε...
(εκεί)

- Ε, λοιπόν κι εσείς οι ποιοτικοί τα ίδια σκατά είστε. Νούμερο ένα χιτάκι ήταν οι τσοντίτσες της greek erotica! Και μάλιστα οι τσοντίτσες που σύμφωνα με τις επιστημονικές έρευνες του Bouldela.com είναι το τοπ ελληνικού γούστου: λεσβιακά.
(εδώ)

- Μπρε Μανωλιό, πιε ένα χιτάτσι και φεύγει το φαρμάτσι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ποικιλία μαλακού ψημένου μαυρακίου με προέλευση συνήθως το Αφγανιστάν. Αγοράζοντάς το ενισχύετε τον αγώνα των χασασίνων.

- Ξένες συμμορίες πήραν το πάνω χέρι στον «πόλεμο» που μαίνεται στις πλατείες της Αττικής για τον έλεγχο της αγοράς των ναρκωτικών. Αλβανοί, κατά πρώτο λόγο, αλλά και -τελευταία- Νιγηριανοί και Πακιστανοί (που εισάγουν στη χώρα μας το αφγανικό χασίς, που είναι γνωστό στις πιάτσες με την επωνυμία «πλαστελίνη») ξαναμοιράζουν τις «περιοχές ευθύνης», τις περισσότερες φορές όχι αναίμακτα.
(εδώ)

- ...το χασίς. Επίσης γνωστό ως τσοκό, τσοκάδι, πλαστελίνη, κουράδι.
(εκεί)

- Το μαύρο που σου είπε ο Φούντας (το ψημένο δηλαδή) είναι το επεξεργασμένο. Παρασκευάζεται με κοσκίνισμα. Μούφα γενικά και οι πλαστελίνες (τα μαλακά ψημένα) μούφα γενικότερα. (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη λέξη για τον μπάφο, τσιγάρο το οποίο καπνίζεται και ανήκει στα ελαφριά ναρκωτικά. Αποτελείται από κανονικό καπνό για στρίψιμο ενός απλού καθημερινού τσιγάρου και κάνναβη.

Μαλάκα μου ο Μαυρακάκης ήταν τέρμα κλασμένος στην πενταήμερη... Είχα μπει στο δωμάτιο του και πρέπει να 'χε πιει καμιά 10αριά μπίτσια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια λέξη για να περιγράψεις έναν χασικλή. Η λέξη, αυτή, προέρχεται από κακή μετάφραση της ξενικής "stoner".

-Ρε μαλάκα, ο Μπάμπης καπνίζει 10 pureάκια την ημέρα να πούμε!Για βασιλιάς των πετρατζήδων το πάει...

-Άσε ρε, ο Μάριος πιο κατάλληλος υποψήφιος είναι για αυτή τη θέση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης κόκας ή πρέζας ή (σε μερικές περιπτώσεις) μπάφου.

- Ρε μαλάκα, πόσο κοκό πήρες;
- Πέντε τζι πήρα, δε φτάνουν ρε;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέλευση: Σύντμηση της λέξης «ζελατίνα».

Είναι η ζελατίνα-περιτύλιγμα ενός πακέτου τσιγάρων ή και η φαρμακευτική ζελατίνα που είναι αεροστεγής. Η συντομογραφία αυτή χρησιμοποιείται σε συζητήσεις μεταξύ χρηστών κάνναβης, αλλά και ναρκωτικών. Η ζέλα χρησιμοποιείται για να αποθηκεύει / καβατζώσει ο χρήστης το stuff του.

Πολύ συχνά τη συναντάμε και με το δεύτερο μέρος της κανονικής λέξης, δηλαδή ''τίνα''.

**Υπάρχει και δεύτερος ορισμός γι' αυτή τη λέξη σε κάποιες διαλέκτους και δεν έχει καμία σχέση με τη ζελατίνα. ΜΗΝ τολμήσει κανας μπινές και τον ανεβάσει.*

- Χώρισες τη φούντα;
- Ναι.
- Έχεις καμιά ζέλα να καβατζώσω τη δικιά μου;
- Όχι, πάρε χαρτί από το γραφείο για να το τυλίξεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν και το λήμμα παραπέμπει στο γνωστότατο χορό ή στο επίσης γνωστό μαντήλι, εδώ αναφέρεται στο πολύ καλής ποιότητος ελαφρό ναρκωτικό, παράγωγο της ινδικής κάνναβης, που φύεται στην Μεσσηνιακή πρωτεύουσα Καλαμάτα και πέριξ αυτής.

Όπως αναφέρει ο φίλος Azargled στο λήμμα κρητικό (βλ. και παρακάτω), το βασικό ουσιαστικό που είναι το «χασίσι» παραλείπεται, όχι μόνο χάριν συντομίας, αλλά και για την αποφυγή πλήρους κατανόησης της φράσης από πιθανή ανυποψίαστη ομήγυρη.

Συνώνυμα: αφγάνι, γάρο, γελαστό τσιγάρο, γκάντζα, ινδική κάνναβις, κανναβούρι, κρητικό, λεμόνι, Μαίρη Τζέην, μαριχουάνα, μαρουγάνα, μαυράκι, μαύρη, μαύρο, μελαχρινή, μονόφυλλο, μπάφος, νταμίρα, νταφού, πράσινο, σινσεμίλια, σκάνγκ / σκάνκ, σοκολάτα, τούφα, τρίφυλλο, τσιγαριλίκι, φοσμπά, φούντα, χασίς, χασίσι, χόρτο κ.α.. (Κοπί το πίτα και από εδώ).

- Πάρε πάστες κι έλα!
- Τι; είμαστε για επίσκεψη ή παίζει τίποτα καλό;
- Καλαματιανό αγόρι μου! Σου λέει τίποτα;...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναρκοσλάνγκ για το σπασμένο, ή τριμμένο χόρτο. Οι απανταχού τζουράκηδες το παίρνουν μόνο σε περίπτωση μεγάλης χαρμάνας, ή δε το παίρνουν καθόλου, καθώς θεωρείται μη τίμιο σε σχέση με τη στερεά μορφή (παπάς) καθώς είναι πιο αδύναμη η μαστούρα που δίνει.

Ρε μαλάκα παπάδι θέλω, όχι τρίμμα. Έλεος με τον άμπαλο που μπλέξαμε να ψωνίσουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

-> Ο μπάφος είναι ένα τσιγάρο το οποίο καπνίζεται και ανήκει στα ελαφριά ναρκωτικά. Δηλαδή τα μη ιδιαίτερα εθιστικά.

-> Αποτελείται από κανονικό καπνό για στρίψιμο ενός απλού καθημερινού τσιγάρου και κάνναβη. Η κάνναβη είναι το χασίσι, αλλά και η μαριχουάνα, δύο συγγενικά φυτά. Μπορεί να καπνιστεί είτε με μαριχουάνα δηλαδή, είτε με χασίς. Η διαφορά των δύο αυτών είναι πως το χασίς είναι 5 φορές δυνατότερο από τη μαριχουάνα και εντάσσονται στα λεγόμενα «ελαφριά ναρκωτικά» τα μη ιδιαίτερα εθιστικά δηλαδή.

->Ο μπάφος (καπνός+χασίς) ή αλλιώς φούντα, ή νταφού (το «φούντα» ανάποδα), ή μαύρο ή [βρομά] (το «μαύρο» ανάποδα) ή τσιγαριλίκι ή γάρο ή χόρτο ή grass, είναι ακριβώς τα ίδια πράγματα.

->Η λεγόμενη τζιβάνα είναι αυτό που χρησιμοποιούμε αντί για φίλτρο. Μπορείς να τη φτιάξεις τυλίγοντας ένα μικρό σκληρό χαρτάκι (π.χ. κόβοντας λίγο χαρτάκι από το κουτί με τα τσιγάρα).

->Οι τιμές ποικίλλουν. Με 10 ευρώ, συνήθως βγαίνουν περίπου 5 δίφυλλα τσιγαριλίκια και ίσως και παραπάνω.

->Τι συμβαίνει πραγματικά όταν πίνεις μπάφους όμως; Ντάξει έχεις κατ' αρχάς τα κλασσικά: κόκκινα μάτια, στεγνό στόμα / λαρύγγι, αίσθηση πως ο χρόνος κυλάει γρήγορα ενώ κυλάει κανονικά, διεσταλμένες κόρες, ονειρική αίσθηση (όχι πάντα καλή), αρχικά νευρικό ασταμάτητο γέλιο, πιθανόν άγχος ή θλίψη. Το βασικό πράγμα που κάνει είναι όπως κ αν νιώθεις ψυχολογικό, ό,τι κι αν είναι αυτό, να το κάνει πιο έντονο με ήρεμο τρόπο. Αν για παράδειγμα όταν κάνεις το τσιγαριλίκι σου είσαι χαλαρός και νιώθεις ήρεμος, θα νιώσεις μια ευφορία, μια χαρά, ένα άκυρο αλλά χαρούμενο συναίσθημα να περιβάλλει την ψυχή σου. Άμα όμως είσαι αγχωμένος, το μόνο που θα κερδίσεις είναι να αγχωθείς περισσότερο ή και να σε πιάσει κρίση πανικού!

->Τα συμπτώματα διαρκούν 4-5 ώρες για την πρώτη φορά, και 2-3 ώρες τις επόμενες. Το ΤΗC (η ουσία που προκαλεί αυτήν την ονειρική κατάσταση) μπορεί να βρεθεί στο σώμα σου σε εξετάσεις τις επόμενες 4-6 βδομάδες (ωστόσο τα παραπάνω συμπτώματα επιδρούν πάνω σου για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που ανέφερα). Μετά τις 4-6 βδομάδες εξαφανίζεται από το αίμα.

->Πολλοί πιστεύουν πως η κάνναβις αποτελεί το πρώτο βήμα σε ένα μονοπάτι πολύ επικίνδυνο. Στο μονοπάτι των ναρκωτικών. Προσωπικά πιστεύω πως το μυστικό είναι να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά. Ο μπάφος δεν βλάπτει. Αλλά άμα στα 14 σου πίνεις μπάφους, πολύ πιθανό θα ναι στα 19 σου να είσαι πρεζάκιας, σωστά; Γιατί όταν ξεκινάς από μία ελαφριά ουσία, την επόμενη φορά, αναγκάζεσαι να πάρεις μία μεγαλύτερη δόση ώστε να έχεις αντίστοιχα αποτελέσματα μ' αυτά που είχες και την προηγούμενη φορά. Κάποια στιγμή λοιπόν, η συγκεκριμένη ουσία θα πάψει να σε καλύπτει πια κι έτσι θα πέσεις σε πιο σκληρά / εθιστικά ναρκωτικά, και στο τέλος θα χάσεις τον ίδιο σου τον εαυτό.

Ο πυργιώτικος μπάφος ή μαύρο ή πυργιώτικη (καλαματιανή) φούντα εξάγεται σε περισσότερες από 50 χώρες με μεγαλύτερη εξαγωγή στην Ολλανδία. Κύριο μέσο εξαγωγής είναι τα καράβια (σαν της φωτογραφίας) γνωστά και ως «βαποράκια».

(από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified