Απαντάται, μάλλον αποκλειστικά, στην κρητική διάλεκτο -παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μεσαιωνική λέξη- και σημαίνει: μαλλί / μαλλιά, τούφα. Για την ακρίβεια, χρησιμοποιείται κυρίως στον πληθυντικό, σκουλιά, που σημαίνει μαλλιά, συνήθως λυτά και πάντως απεριποίητα.

Η ετυμολογία της λέξης (σύμφωνα με το λεξικό της Πάπυρος Larousse): σκουλί < μσν. σκουλλίν < αμάρτυρο τ. *σκολλίον, υποκορ. τού σκόλλυς «τρόπος κουρέματος», με κώφωση τού -ο- σε -ου- (πρβλ. κώδων: κουδούνι), ενώ η ίδια η λέξη συνδέεται πιθανώς και με το φυτό «Πράσιον το ξενικόν», aka «σκουλόχορτο», ευρύτερα γνωστό σαν ασπροπρασιά, καλάνθρωπο και μαρμαράκι (για την ετυμολογία και τη σύνδεση με το φυτό, βλ. και εδώ).

Στο ίδιο forum εντόπισα κάποιες επιπλέον έννοιες του όρου τις οποίες δε γνώριζα. Πρόκειται για τις κάτωθι:
1. Δεμάτι από λαναρισμένο λινάρι, καννάθι ή μαλλί, που είναι έτοιμο για κλώσιμο.
2. Δέσμη από τυλιγμένο νήμα, κούκλα, ματσάκι.
3. Σύνολο από πράγματα που έχουν δεθεί μαζί, μάτσο, δεσμίδα.

Πρέπει να σημειωθεί πως το ευρέως διαδεδομένο κρητικό επώνυμο Σκουλάς (συναντάται και το «Σκουλάκης») προέρχεται από αυτή τη λέξη. Σχετική ιστορία για το επώνυμο αυτό μπορείτε να βρείτε εδώ.

Κρητικιά μαμά στον πιτσιρικά της:
Μάζεψε μωρέ τα σκουλιά σου! Πώς μπορείς και διαβάζεις έτσι που πέφτουν στα μάτια σου;
(Για τις υπόλοιπες έννοιες δεν παραθέτω παράδειγμα, γιατί πραγματικά δε γνώριζα καν πως υπάρχουν και τυχόν παραδείγματα να μην αποδίδουν σωστά αυτές τις επιπλέον χρήσεις του όρου).

Marrubium vulgare, aka σκουλόχορτο (από mafie, 11/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «μου» χρησιμοποιείται δόκιμα ως κτητική αντωνυμία συμπάθειας.

Στη (δια)λεκτική όμως πάλη σλανγκικών και μη φιλοφρονήσεων, χρησιμοποιείται δίκην προγαμιαίου σάλιου: συμβολικά, κάνουμε κάποιον δικό μας πριν τον κάνουμε δικό μας.

Ανήκει στο οπλοστάσιο πολλών ευπροσήγορων φυλών (βέλτσοι, νυφίτσες, κυρα-περμαθούλες, κ.α.) με σκοπό το με-το-γάντι άδειασμα των συνομιλητών τους.

Ασίστ: ο johnblack μου.

- Εσύ αγορίνα μου αυτό κατάλαβες; Εγώ απλά ανοίγω μια κτγμ ενδιαφέρουσα συζήτηση, δεν αντιπαρατίθεμαι σε κανέναν. Κι αν έχεις άγνωστες λέξεις, λυπάμαι αλλά δεν προτίθεμαι να αλλάξω το στυλ μου γι' αυτό. Καλές γιορτές!
(εδώ)

- Eυχαριστώ πολύ καλέ μου φίλε. Σου εύχομαι ολόψυχα καλές γιορτές και ευτυχισμένος ο νέος χρόνος...
(προς μπαγαποντοδότη, εκεί)

- Καλέ μου βράστα, η ευρηματικότητά σου, οι συνειρμοί που κάνεις και η ικανότητά σου στα λογοπαίγνια είναι πράγματι απιστεύτου [...] Αλλά ως εκεί.
(παραπέρα)

- Το μόνο που έχω να πω είναι το εξής - γαμιά μου, εσύ!!!
(ΡΤΠ calling Νούλης, εδώ)

Λαβ ιζ ιν δη ερ! (από Vrastaman, 04/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΟΧΙ ΨΟΦΟΦΟΡΙΕΣ [sic] - εάν θέλετε ψηφίστε στα σχόλια.

Σε ένα λιβάδι με φτέρες ήταν ένας κυνηγός και παραφύλαγε για κανα θήραμα. Σε αυτό το λιβάδι με φτέρες ζούσαν και λαγοί. Ως γνωστόν τα μηρυκαστικά αυτά έχουν φαγούρα και τρίβονται πάνω στις φτέρες. Τη μπανίζει ο κυνηγός τη φτέρη να κουνιέται και μπαμ και κάτω ο λαγουδάκος.

Προσοχή: δώσατε έμφαση στο ότι ο κυνηγός δεν είδε το λαγό, αλλά τα αποτελέσματα της βλακείας του λαγού που δεν πήγε στο πλησιέστερo καταφύγιο ζώων να τον ξύσουν... Kαι κάπως έτσι είναι στην ζωή μας.

Μπεεε τα προβατάκια και ο χασαπάκος κρύβει τον μπαλτά πίσω από την πλάτη του.

Από εκεί βγήκε η παροιμία και κανονικά είναι έτριβε και όχι κούναγε.

Από Δ.Π. και ΑΝ21.

- Τι κάνεις ρε Πάνο; Σε βλέπω να γράφεις στο λαπτοπάκι… Πού γράφεις ρε;
- Στο slang.gr.
- Α, κατάλαβα… λαγός την φτέρη κούναγε, κακό του κεφαλιού του

Λαγός το bush έσειε... (από Vrastaman, 08/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πρόλαβα να βγάλω λέξη από το στόμα μου, ή να κάνω οτιδήποτε, επειδή κάποιος άλλος μονοπωλούσε την συζήτηση ή, γενικώς, τα 'κανε όλα μόνος του.

Παίζαμε στο ίδιο γήπεδο, σφύριξε η λήξη και την μπάλα στα πόδια μου δεν την είδα, την είχε ο άλλος, ο παράλλος, κάποιος, εγώ μια φορά δεν την είδα. Η μπάλα σε αυτό τον βαθύ στοχασμό είναι η μεταφορική έννοια που εκφράζει την σειρά στην συζήτηση, ή σε μια συνέχεια ενεργειών.

Αφορά συνήθως διαλόγους, συνομιλίες κ.λπ. μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων. Παίζει ιδιαίτερα άμα σου κάτσει συζήτηση με άτομα που διακόπτουν τον εαυτό τους, μπουρμπούραγες και γλωσσοκοπάνες.

Και καλά άμα τον ξέρεις τον άλλο, κολλητός κιέτσ', είσαι προετοιμασμένος αρμοδίως κι όταν τον πιάνει η μαλακία, του παίρνεις την μπάλα από τα πόδια θρασύτατα τ. «πάλι μονότερμα θα με πας ρε, κάτσε να σου πω εγώ και μου λες». Αν δεν τον ξέρεις και σου βρεθεί σε παρέα απρόοπτα την έκατσες, αφενός γιατί σε πιάνει απροετοίμαστο, αφεδύο γιατί τί να του πεις τώρα ξένου ανθρώπα, τόνε ντρέπεσαι και την τρως...

Όταν αφορά ενέργειες, συχνά δεν είναι και χάλια να μην παίρνεις πάσα, μπορείς να ξαπλώσεις κάτω από το πεύκο παίζοντας την φλογέρα σου, όσο ο άλλος κάνει τα πάντα για πάρτη σου κι όταν ολοκληρώσει, να σηκωθείς, να τινάξεις τις πευκοβελόνες και να τον ευχαριστήσεις που σε βοήθησε.

Πάσα: acg από το ΔΠ.

  1. Κρυφό τεύχος της Φραπέ Slangossip (το εξώφυλλο που απορρίφθηκε):

Νέα από την τελευταία συνάντα slang.gr Νοτίου Ελλάδος: «Δεν πήρα πάσα» ομολόγησε ο ρουμάνος. Ποια πρωτοπαλίκαρά του μονοπώλησαν την συζήτηση. Έξτρα cd με τα ροχαλητά όσων δεν είδαν καν την μπάλα... μπόνους μήδι με δαιμονικό γέλιο, έτοιμο για uploading.

  1. (ευγενική χορηγία από poniroskylo)
    - Είχε και κάτι ντολμαδάκια... ωραία φαινόντανε, αλλά δεν πήρα πάσα... μέχρι ν' ανοίξω το κρασί, πέσανε όλοι οι νηστικοί και τα εξαφανίσανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, είναι ο ευρισκόμενος σε ερωτική διάθεση, με απαραίτητη προϋπόθεση την παρουσία στύσης, δηλαδή, την πλήρωση των σηραγγωδών σωμάτων του πέους του με αίμα. Η κατάσταση αυτή μπορεί να προκληθεί από οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα (π.χ. τσόντα στο video ή τηλεφώνημα σε 090), από φαντασιακές ερωτικές παραστάσεις (σκέψου τώρα, να σου γδύνεται λέει η Μόνικα Μπελούτσι!), αλλά και από απλή προστριβή του πέους (ακούσια ή συνηθέστερα… εκούσια).

Μεταφορικά τώρα, καυλωμένος μπορεί να χαρακτηριστεί και ο ευρισκόμενος σε κάθε άλλου είδους ενεργητική διάθεση, σε έντονο όμως βαθμό (καυλωμένος για χορό, για τραγούδι, για ποδόσφαιρο, για τσαμπουκά κ.λπ.). Είναι επίσης εκείνος που επιθυμεί κάτι ΠΟΛΥ και ΑΜΕΣΑ (όπως και ο κυριολεκτικά καυλωμένος επιθυμεί να ΓΑΜΗΣΕΙ και μάλιστα… ΤΩΡΑ).

  1. - Δες μου λες, ρε, ποιο αρχίδι ήπιε τον καφέ μου; Πες μου ρε μαλάκα! Εσύ τον ήπιες ρε παλιοπούστη; Πες μου ρε ξεκωλιάρη μη σ’ αρχίσω στις γρήγορες!
    - Καλά ρε μαλακαντρέα, πως κάνεις έτσι ρε πούστη μου; Καυλωμένος για καυγά ήρθες πάλι;

  2. - Ρε Λευτέρη, το είδες το καινούργιο το ΚΤΜ;
    - Το είδα. Γαμάτο είναι, ε;
    - Είναι και γαμώ. Κάθε βράδυ το βλέπω στον ύπνο μου…
    - Κατάλαβα, είσαι καυλωμένος τώρα να πας να το πάρεις, έ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με αφορμή την επιθυμία του Βικάρ (ΔΠ) για την ανάλυση του όρου αυτού, και αρχής γενομένης από ένα σχόλιο του Πάτση για το τί είναι σλανγκ, αποφάσισα να στήσω ένα λήμμα ανοιχτό προς δημόσιο σχολιασμό.

Καταθέτω λοιπόν το κείμενο του Πάτση, καθώς και τον δικό μου ορισμό. Κατόπιν προτείνω στους χρήστες του σλανγκρ:
α. να γράψει ο καθένας -στο σχόλιο του λήμματος αυτού- την άποψή του περί τι είναι σλανγκ
β. να προταθούν λέξεις ελληνικές για τον όρο αυτό, σλανγκ λέξεις όμως και όχι τίποτα εξεζητημένες και τραβηγμένες από τα μαλλιά λεξιπλασίες.

1. Πάτσης έφη:

Για το εναρκτήριο λάκτισμα έκανα μια κουτσή-στραβή μετάφραση των σημαντικότερων παρατηρήσεων του λήμματος «slang» της wikipedia. Δεν λέω ότι συμφωνώ με όλα, να εξηγούμαστε.

«Η slang είναι η χρήση εξαιρετικά άτυπων / αδόκιμων λέξεων και εκφράσεων που δεν θεωρούνται τυποποιημένες στη διάλεκτο ή τη γλώσσα του ομιλητή.

Λίγοι γλωσσολόγοι έχουν αποτολμήσει να ορίσουν σαφώς τι αποτελεί slang. Προσπαθώντας να συνδράμουν, οι Bethany Κ. Dumas και Jonathan Lighter υποστήριξαν ότι μια έκφραση πρέπει να θεωρηθεί «πραγματική slang» εάν ικανοποιεί τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα κριτήρια:

  • Υποβιβάζει, έστω προσωρινά, «την αξιοπρέπεια της επίσημης ή σοβαρής ομιλίας ή του γραπτού λόγου» με άλλα λόγια, είναι πιθανό να θεωρηθεί σε τέτοια συμφραζόμενα σαν μια «εμφανής κακή χρήση του εκεί οικείου τρόπου φωνητικής έκφρασης / εκφοράς [register]»
  • Η χρήση της υπονοεί ότι ο χρήστης είναι εξοικειωμένος με αυτό στο οποίο αναφέρεται, ή με μια ομάδα ανθρώπων οι οποίοι [με τη σειρά τους] είναι εξοικειωμένοι με αυτό και χρησιμοποιούν τον όρο.
  • «Είναι ένας όρος ταμπού στη συνηθισμένη συνομιλία με ανθρώπους μιας υψηλότερης κοινωνικής θέσης ή μιας μεγαλύτερης ευθύνης.»
  • Αντικαθιστά «ένα καλά γνωστό συμβατικό συνώνυμο». Αυτό γίνεται πρώτιστα για να αποφευχθεί «η έλλειψη άνεσης που προκαλείται από τον συμβατικό όρο ή για παροχή περαιτέρω επεξηγήσεων».

Η slang πρέπει να διακριθεί από την επαγγελματική ιδιόλεκτο (jargon), η οποία είναι το τεχνικό λεξιλόγιο ενός συγκεκριμένου επαγγέλματος. Η επαγγελματική ιδιόλεκτος, όπως πολλά παραδείγματα της slang, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποκλείσει τα μη-μέλη της ομάδας από τη συνομιλία, αλλά γενικά λειτουργεί ούτως ώστε να επιτρέπει τους χρήστες της να μιλήσουν με ακρίβεια για τα τεχνικά ζητήματα σε έναν δεδομένο [γνωστικό] πεδίο.»

2. Σειρά μου:

Σλανγκ γλώσσα είναι η προφορική (πρεμούρα, αντί μεγάλη βιασύνη ή σπουδή)
άσεμνη (μουνί, πούτσος, αντί των αιδοίο, πέος)
μη κορέκτ («την κάτσαμε τη βάρκα», αντί του «θα αντιμετωπίσουμε προβλήματα»)
καθημερινή (γαμάω αντί «κάνω σεξ» ή «έχω επαφή»)
υβριστική (πινεζοπούτανο, βρωμόπουστας, καριόλα)
απαγορευμένη & συνθηματική (καλιαρντά, ποδανά)
οικονομική (μπάχαλο αντί «χαώδης και θορυβώδης κατάσταση», μαλακοκαύλης αντί «αυτός που έχει πρόβλημα στύσης»)
ωμή (ξερατό αντί εμετός, κρέας αντί παχύσαρκος ή νωθρός)
χιουμοριστική (ρόφτυμα, αυτοψυχοψάξιμο, βαρβατίλα)
ευρηματική (κωλοδάχτυλο: η μόνη λέξη για να το περιγράψει)

Είναι η γλώσσα της ανατροπής και ωσεκτουτού της βαθύτερης ουσίας (πχ η λέξη γαμώ και όλα τα παράγωγά της μπορεί α. να σημαίνουν το σεξ, β να σημαίνουν μια ευχάριστη κατάσταση -«γαμώ τις φάσεις», γ. κάτι πολύ επώδυνο («με γάμησες!») -άντε βγάλε συ συμπέρασμα τι βλέπει ο έλληνας στο γαμήσι.

Είναι η γλώσσα που ξορκίζει, η γλώσσα του ευφημισμού: αυτό που μας καίει το σλανγκίζουμε και χαριτολογούμε επ' αυτού -όταν δεν το υποβιβάζουμε.

Είναι η γλώσσα που τολμάει το ταμπού, δηλαδή μιλάει για πράγματα που δεν λέγονται, αλλά το μεγάλο της ελάττωμα είναι πως δεν χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε στον εαυτό μας. Εκεί έχει το μεγαλύτερο και το πιο απόλυτο ταμπού όλων. Δεν θα πεις για τον εαυτό σου ότι είσαι μαλακοκαύλης ή ξεπλένω... Άσε που αν σε πούνε έτσι, έχουν δεν έχουν δίκιο, θα πέσει μπουνίδι... Αυτά είναι λίγο ύποπτα πράγματα, όπως θα τολμήσω να πω παρακάτω.

Είναι λοιπόν η γλώσσα που λέει «όχι», όχι στη θρησκεία, όχι στο σύστημα, όχι εδώ, όχι εκεί (κάπου το έχω διαβάσει αυτό μα δεν θυμάμαι τώρα), είναι αναρχική, είναι όμως πικρή και απαισιόδοξη, δηκτική και ανελέητη -κι ας χρησιμοποιεί το χιούμορ ως μέσο, δεν συγχωρεί κανέναν και για κανέναν λόγο και, κυρίες μου και κύριοι, όλο αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι μήπως στο μεγαλύτερο ποσοστό της, η σλανγκ είναι κατά βάθος το ακριβώς αντίθετό της, είναι δηλαδή ρατσιστική και οπισθοδρομική, αντιδραστική με την αρχική έννοια της λέξης, μήπως είναι η γλώσσα που αρνείται κάθε διαφορετικότητα και κάθε εξέλιξη... Μήπως ο σλανγκ τύπος είναι ο μίστερ τέλειος που όλα τα κοροϊδεύει; Μήπως είναι η γλώσσα του κομπλεξικού ή του κομπλεξικού περιθωριακού, ή τού όσα δε φτάνει η αλεπού;...

Ή μήπως ο σλανγκ τύπος είναι αυτός που, για να αντέξει την πραγματικότητα με τις σκληρές της εκδηλώσεις, το ρίχνει στην πλάκα ώστε να ξεχάσει το πρόβλημα; (πράγμα που πίσω-πίσω κρύβει και την προηγούμενη άποψη, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς).

Στην ελληνική, οι ξένες λέξεις ή κάποια στοιχεία από τις ξένες γλώσσες σλανγκοποιούνται πάρα πολύ συχνά και αποτελούν βασική πηγή για την σλανγκ: καταλήξεις (), λέξεις από τα ιταλικά (κόμοδο), τα τούρκικα, τα γαλλικά, όλ' αυτά είτε μπήκαν ειρωνικά στη γλώσσα μας (κομιλφό) ή απλώς κατέληξε να χρησιμοποιούνται πια μόνο ως σλανγκ (γκαϊλές).

Σλανγκ δεν είναι οι μεταφορές, οι παρομοιώσεις, οι καθιερωμένες εκφράσεις, τα σχήματα λόγου -κι ας βγάζουν γέλιο, κι ας έχουμε βάλει όλοι μας δεκάδες τέτοια εδώ μέσα.

Σλανγκ είναι γλώσσα, είναι όμως και χαρακτήρας ανθρώπου, μια κατάσταση, κά.

Στα ελληνικά δεν έχουμε λέξη για την σλανγκ. Λέμε είτε «σλανγκ», ή «αργκό». Ας το δούμε λιγάκι αυτό, μήπως βρούμε κάτι έξυπνο. Αυτή είναι και η επιθυμία του Βικάρ που το πρότεινε στο ΔΠ.

- Καλά ε, είσαι πολύ σλανγκ τύπος!
- Τώρα αυτό για καλό το λες, ή για κακό;

Δες και ceci n'est pas slang.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν οι κότες έχουν γεννητούρια, κακαρίζουν για να διαλαλήσουν τη χαρά της δημιουργίας τους, για το καινούριο αυγό που κατάφεραν να φέρουν στον κόσμο. Χαίρονται γιατί κατόρθωσαν να πιάσουν, το στόχο του ημερήσιου πρότζεκτ τους.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο ντόρος (κακάρισμα), είναι ένδειξη δημιουργίας ενός σημαντικού γεγονότος (γέννηση αυγού).

Ερχόμαστε τώρα στην ερμηνεία της ατάκας του συγκεκριμένου λήμματος, όπου ο ποιητής μολογάει, πως: αντίθετα με τα παραπάνω, αλλού γίνεται ο ντόρος κι ο θόρυβος (κακάρισμα) κι αλλού γίνεται το σημαντικό γεγονός (αυγό).

Ορισμένες κλασσικές περιπτώσεις που μπορεί να συμβαίνει αυτό, παρουσιάζονται παρακάτω:

1) Κάποιοι που είναι αμέτοχοι σε ένα τομέα, ή κάποιοι που ασχολούνται με επουσιώδη θέματα του τομέα αυτού, κάνουν την τρίχα τριχιά, κάνοντας τον...ντόρο, ενώ αυτοί που ασχολούνται με τα ουσιώδη, λειτουργούν αθόρυβα. (βλ. παρ. 1).

2) Κάποιοι κάνουν ντόρο για επουσιώδη πράγματα, ενώ στα μουλωχτά κάνουν τα ουσιώδη. (βλ.παρ.2).

3) Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις του λόγου (γραπτού και προφορικού), που επιχειρείται γεφύρωμα διαφορετικών περιπτώσεων.

Στα καθ' ημάς (σλανγκικός μικρόκοσμος), ο όρος, θα μπορούσε να χρησιμεύσει κατά το πέρασμα από την κλασσική, στη σλανγκική σημασία ενός λήμματος. (κάτι που προσωπικά χρησιμοποιώ σε διάφορα λήμματα). Να πως γίνεται αυτό:

Ξεκινάμε πολλές φορές να αναλύουμε ένα θέμα και στην πορεία εμφανίζουμε κάποιο στοιχείο (το στοιχείο του ντόρου), που θυμίζει μια συγκεκριμένη πιθανή κατεύθυνση της ροής του λόγου. Τότε μέσω χρήσης του συγκεκριμένου όρου, προσπερνάμε το παραπλανητικό στοιχείο (το στοιχείο του ντόρου) και πάμε επεξηγηματικά προς την ουσία, προς το σημαντικό δηλαδή στοιχείο της περίπτωσης μας. (βλ. παρ. 3).

Συναφής έκφραση: Αλλού το όνειρο κι αλλού το θάμα.

Τις ευχαριστίες μου στην κοντέσα Βαλέραινα.

  1. - Όταν στην εταιρεία μας, καταπιανόμαστε με κάποια μικροεπένδυση, φωνάζουμε πως κάνουμε κοσμογονικό έργο, την ώρα που οι ανταγωνιστές μας κάνουν αθόρυβα, επενδύσεις στρατηγικής σημασίας.
    - Εμ, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες φίλε μου. Γι' αυτό και πάμε απ' το κακό στο χειρότερο.

  2. - Κάποιοι εργατοπατέρες κάνουν ντόρο, για απλά εργατικά ζητήματα, μπρος σε δημοσιοκαφρικά παράθυρα ενώ στη ζούλατα κάνουν πλακάκια με τους άρχοντες της διαπλοκής. - Ε δεν το ξέρεις... Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες.

  3. Μια απάντηση που περιέχει τον όρο, συγγενείς απ' της συκιάς το γάλα
    (το γαλακτώδες υγρό που περιέχουν τα ανώριμα σύκα), θυμίζει μεν... τον όρο συγγενείς απ' της μάνας το γάλα... αλλά... αλλά.... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες!. Όταν εκφέρουμε τον όρο, υποδηλώνουμε εμφατικά και με χιουμοριστικό τόνο, πως δεν υπάρχει καμιά συγγένεια μεταξύ μας (ή αν υπάρχει είναι τόσο μακρινή, ώστε να μη λογίζεται ως συγγένεια), αφού απ' της συκιάς το γάλα μπορεί να πιει οποιοσδήποτε, εν αντιθέσει με το γάλα της μάνας το οποίο παραπέμπει σε αδελφική συγγένεια (ύψιστη μορφή συγγένειας).
    Δες

(από GATZMAN, 03/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κολλημένος με το μουνί, όπου μουνί = μουνί, αλλά και γυναίκα γενικά.

Αυτοαναφορικό: ο χρήστης του σλανγκ.γκρ που έχει κόλλημα με τα εις -μούνα λήμματα και άλλα (ο βράστα, η υποφαινόμενη και άλλοι, και άλλοι...).

  1. Δεν τον αντέχω άλλο τον Σάκη, όλο για μουνιά μουνιά μουνιά, δεν λέει τίποτ' άλλο. Ό,τι και να του πεις, εκεί καταλήγει. Έχει γίνει τελείως μουνόπληκτος!

  2. Βράστα, το λήμμα προς απάντησή μου στο σχόλιό σου!

Kant Dracula - yes, but is he μουνόπληκος??? (από Vrastaman, 03/04/09)(από allivegp, 20/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή η έκφραση πάρε τα αρχίδια μου είναι αμφίσημη και μπορεί να παρεξηγηθεί ως επιτακτικό κάλεσμα για ευνουχισμό, πολλοί προκρίνουν το σερβίρισμα γλαρόσουπας.

Το μυστικό της γλαρόσουπας έγκειται στην παρουσίαση: «θα σερβίρουμε γλαρόσουπα εντός ολίγου» ή «μη φας έχουμε γλάρο» ή και ακόμα το τιραμισουρεαλιστικό «μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι από ελικόπτερο».

Τα συμφραζόμενα της γλαρόσουπας έχουν επαρκώς αναλυθεί, συνεπώς θα επικεντρωθούμε σε ιστορική αναδρομή του γλάρου ως έδεσμα και θα προτείνουμε νέο σλανγκολειτουργικό τρόπο σερβιρίσματος.

Ιστορική αναδρομή

Η σχέση κυνηγού - θηράματος μεταξύ ανθρώπου και γλάρου χάνεται στην προϊστορία (Fisher and Lockley, 1989). Πολλά ευρήματα τεκμηριώνουν την κατανάλωση γλάρων από την εποχή των παγετώνων. Κατά τον μεσαίωνα, ο γλάρος αναδείχτηκε σε είδος πρώτης ανάγκης για τους παράκτιους πληθυσμούς της Βρετανίας, όπου θεωρείται νοστιμότατο έδεσμα μέχρι και σήμερα. Στις δε Εβρίδες της Σκωτίας, ο γλάρος είναι το παραδοσιακό Χριστουγεννιάτικο έδεσμα, ενώ οι απηυδισμένοι από το πολύ αρνί Νεοζηλανδοί το θεωρούν πρώτης τάξεως μεζεκλίκι. Περισσότερες πληροφοριές εδώ.

Οι κλασσικές συνταγές περιλαμβάνουν γλαρόπιτα, γλάρο μαριναρισμένο με μέντα, καπνιστό γλάρο σουφλέ. Οι σεφ της nouvelle cuisine μπόλιασαν την παράδοση με καινοτόμες ιδέες παράγοντας πιάτα όπως γλάρο με πιπερόριζα, γλάρο Veronique και mille-feuilles από mousse γλάρου. Περί ορέξεως... τζιτζίκια γιαχνί!

Νέος τρόπος σερβιρίσματος

Τα αρχίδια των παροικούντων σε διαδικτυακές κοινότητες έχουν πλειστάκις ζαλιστεί από εκνευριστικά και επίμονα τρολ. Πολλοί χάνουν το παιχνίδι απευθύνοντάς τους τον λόγο, με αποτέλεσμα οι τρολεατζήδες να θεριεύουν. Πρώτη γραμμή αμύνης μέχρι πρόσφατα εθεωρείτο το «don’t feed the trolls» (το καθ’ ημάς «να ταΐζετε τους καβουροσλανγκόσαυρους, όχι τα τρολ»). Η αιχμή του δόρατος στην αντιμετώπιση των τρολ πλέον έχει στραφεί αλλού: ταΐστε τα τρολ, αλλά με συνταγές μαγειρικής! Κάθε φορά που κάποιο τρολ γράφει μαλακίες, η γιαλομικά ενδεδειγμένη γιατρειά είναι η ανάρτηση συνταγών, πράγμα που αφενός μεν προάγει την γευσιγνωσία αφεδύο δε ξενερώνει τα τρολ σε σημείο που αναζητούν θύματα αλλού. Και ποια καλύτερη προσέγγιση, σημειολογικά, από την ανάρτηση συνταγών γλαρούσουπας!

ΓΛΑΡΟΣΟΥΠΑ à la Ιωνάθαν Λίβινγκστον

ΥΛΙΚΑ ΣΥΝΤΑΓΗΣ
1 Γλάρος Νερό θάλασσας
1 κρεμμύδι κομμένο στη μέση 2 καρότα κομμένα στη μέση 3 πατάτες κομμένες στα τέσσερα
3 κοτσάνια σέλινο με φύλλα 1 κουταλιά της σούπας καλά υδρογονωμένου λίπους
διάφορα μυρωδικά
λίγο τυρί λίγο πιπέρι αλάτι 8 κουταλιές της σούπας ρύζι
2 αβγά γλάρου
1 λεμόνι

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΥΝΤΑΓΗΣ
Ξεκινάμε αυτήν την υπέροχη συνταγή γλαρόσουπας ξεπουπουλιάζοντας το πουλί. Ακρωτηριάζουμε τα άκρα, αφαιρούμε το ράμφος και τα εντόσθια και πλένουμε το γλάρο καλά μέσα και έξω ώστε να φύγει η έντονη ψαρίλα. Τοποθετούμε ευλαβικά το πλι στην μπανιέρα και προσθέτουμε άφθονο θαλασσινό νερό. Αφήνουμε τον γλάρο να επιπλέει για τουλάστιχον 12 ώρες και μετά αλλ'αζουμε νερό. Επαναλαμβάνουμε την διαδικασία αυτή τρεις φορές μέχρι να σιτέψει επαρκώς.
Μεταφέρουμε το κουφάρι σε κατσαρόλα και προσθέτουμε περισσότερο θαλάσσιο νερό. Μόλις πάρει βράση, αδειάζουμε το πρώτο νερό (για να μη μυρίζει). Ξαναγεμίζουμε με ζεστό θαλάσσιο νερό (που έχουμε ήδη βράσει). Αφήνουμε να πάρει πάλι βράση και χαμηλώνουμε τη φωτιά, αφαιρώντας τον αφρό λίγο-λίγο, τηρώντας πάντα όλες τις προφυλάξεις για την επεξεργασία βιοεπικίνδυνων απόβλητων.
Μετά προσθέτουμε και τα υπόλοιπα υλικά και βράζουμε για αρκετή ώρα. Όταν μαλακώσει ο γλάρος, αφαιρούμε όλα τα υλικά, αφήνουμε μόνο το ζουμί. Προσθέτουμε το ρύζι και το αφήνουμε να βράσει για ένα τέταρτο περίπου. Σε μπολ χτυπάμε τα αβγά γλάρου και το χυμό του λεμονιού, για να γίνει το αβγολέμονο. Στο ίδιο μπολ προσθέτουμε μια κουτάλα βαθιά μαγειρέματος ζουμί και ανακατεύουμε καλά. Αβγοκόβουμε τη σούπα ρίχνοντας λίγο-λίγο το αβγολέμονο κι ανακατεύοντας γρήγορα και φιλώντας στον αέρα, για να μη μας κόψει. Προσθέτουμε αν θέλουμε τα τρυφερά βιοενεργά κρεατάκια του γλάρου, ψιλοκομμένα.

Η σούπα έχει εξαιρετικές υπακτικές ιδιότητες και πρέπει να σερβίρεται πάντα κρύα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βέρα αρχοντομούνα είναι πολύ σπάνιο είδος γυναίκας. Στην ουσία δεν χρειάζεται περιγραφή, καθότι είναι απολύτως και αδιαμφισβήτητα αναγνωρίσιμη. Επειδή όμως το 99% των γυναικών, όλες δηλαδή εκτός από την ίδια, θεωρούν εαυτόν αρχοντομούνες, πρέπει τελικά να δώσουμε μια εικόνα.

Πρώτα απ' όλα, είναι από τζάκι.

Μένει σε παλιά έπαυλη η οποία της έχει κληρονομηθεί. Με μεγάλες τραπεζαρίες και με σιντριβάνια στους ήσυχους κήπους της. Δεν έχει αποκτήσει τίποτα από γάμο, όλα ήταν και παραμένουν δικά της. Οι άντρες που την περιτριγυρίζουν είναι κάθε λογής, αλλά ποιον παίρνει δεν μας λέει, γιατί η προσωπική της ζωή δεν αφορά κανέναν κι έτσι δεν θα μάθουμε ποτέ. Όταν εμφανίζεται μπροστά μας την συνοδεύει μια αίσθηση προοπτικής, σαν να έρχεται από μακριά. Τα ρούχα της είναι μοναδικά κομμάτια φτιαγμένα από καταπληκτικά υφάσματα, κυρίως φούστες ή φουστάνια και, σπανιότερα, παντελόνες. Η εμφάνισή της πάντα άψογη, χωρίς περιττές πολυτέλειες. Έχει οπωσδήποτε πολύ μακριά μαλλιά, πολύ μεγάλο στήθος, θηλυκή λεκάνη και ωραίο δέρμα να το βλέπεις και να το χαϊδεύεις. Είναι ψηλή, αισθησιακή και έχει πολύ όμορφη μύτη και οδοντοστοιχία. Δεν βάφει τα νύχια των χεριών της και δεν τα έχει πολύ μακριά. Μακιγιάρεται ελάχιστα, πλην όμως όλη μέρα. Ποτέ δεν θα εμφανιστεί ατημέλητη. Ξέρει να μαγειρεύει, αλλά δεν το κάνει ποτέ η ίδια, αρκείται στο να ετοιμάζει μικρές νοστιμιές και μοναδικά γλυκά. Ξέρει από κρασιά και από λικέρ. Ξέρει και από κοσμήματα, αλλά δεν τα χρειάζεται και σπανίως τα φορά, ίσως ποτέ. Ξέρει να μιλάει για τέχνες, αλλά δεν θέλει κουβέντες περί πολιτικής. Η μουσική είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής της. Στο κρεβάτι είναι λάγνα, απαλή, ήσυχη, νωχελική, δίνει και παίρνει τα πάντα χωρίς φωνές και επίδειξη. Και τρελαίνει τους άντρες που, μετά απ' αυτήν, δεν θέλουν τίποτε μα τίποτε άλλο στη ζωή τους, ποτέ.

Το στόμα της και το σώμα της δεν μυρίζουν ποτέ άσχημα.

Δεν υψώνει φωνή. Αρκεί που θα σηκώσει λίγο το χέρι της και όλα ρυθμίζονται. Όμως δεν σηκώνει κουβέντα. Είναι αυτή και καμία άλλη. Είναι αυτή και κανένας άλλος. Οι άντρες νιώθουν (αλλά τους αρέσει!!) μειονεκτικά απέναντί της, οι δε γυναίκες απλά ακολουθούν. Παραδόξως, δεν εμπνέει καμία έριδα, ούτε και αποτελεί θέμα για ίντριγκες. Το κύρος της είναι αδιαμφισβήτητο. Δεν έχει ανάγκη την δημοσιότητα, είναι γνωστή σε όλους. Δεν είναι μόνη, αλλά ποτέ κανείς δεν την έχει δει με στενή παρέα. Είναι κοινωνική, αλλά δεν ξημεροβραδιάζεται σε σπίτια ή σε στέκια. Και μάλλον δεν είναι ελληνίδα, ούτε αμερικάνα. Η προσωπική της ζωή, δηλαδή, παραμένει ένα μυστήριο.

Γοητεύει άντρες, γυναίκες και παιδιά, τα οποία λατρεύει, χαϊδεύει τρυφερά και μετά τα ξεφορτώνεται με ένα ελαφρύ χτύπημα στον ποπό –και αυτό είναι, υπακούν αμέσως κι ευχαρίστως, και παν να παίξουν παραδίπλα και την κοιτάνε πού και πού στα κρυφά, τόσο όμορφη είναι.

Είναι μεταξύ 30 και 50 ετών. Πιο νέα, είναι λίγο αερικό. Πιο μεγάλη, ξεχνάμε το -μούνα.

Αυτό το -μούνα, είναι αλήθεια πως δεν της ταιριάζει ιδιαίτερα και μας βάζει σε σκέψεις. Δείχνει πόσο κατώτεροι είμαστε εμείς απέναντί της, που δεν έχουμε παρά μια τέτοια λέξη για να την περιγράψουμε.

Πρόκειται συνεπώς για πολύ δυσπρόσιτο είδος γυναίκας. Επιβάλλεται στους πάντες, μόνο και μόνο από την εμφάνισή της. Ακόμα και αυτό, το πιο επιφανειακό της στοιχείο, αρκεί.

Όλ' αυτά την υποχρεώνουν να διατηρήσει το προφίλ της εφ' όρου ζωής –και όπλο της εδώ είναι η απόσταση και το ελαφρύ χαμόγελο.

Το θέμα είναι: υπάρχει;

Και απαντώ: όχι. Ή, τουλάχιστον, όχι πια. Δεν είναι τυχαίο ότι η γυναίκα αυτή ενσαρκώνεται μέσω ηθοποιών άλλων εποχών (βλ. εικόνες). Οι σημερινές ηθοποιοί αποκλείονται γιατί αναδίνουν κάτι το είτε λαϊκό (Μπελούτσι, Κρουζ) ή υστερικό και ξωτικοειδές (Κίντμαν, Μπλάνσετ).

Στην αρχοντομούνα δεν ταιριάζει λινκ και, εδώ που τα λέμε, ούτε το σλανγκ.γκρ.

Όσο για όλα τα άλλα τα λήγοντα σε -μούνα που ανέφερες αγαπητέ Χανκ όταν πρότεινες το λήμμα αυτό –και σ' ευχαριστώ–, είναι νάνοι που προσπαθούν να φτάσουν στο ύψος μιας τέτοιας γυναικάρας.

Τελεία και παύλα.

Ε όχι δα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified